Αναμφίβολα, ο χώρος της υγείας και ειδικά του φαρμάκου χαρακτηριζόταν από πλήρη απουσία διαρθρωτικών μέτρων και ελέγχου στα κρίσιμα πεδία της συνταγογράφησης, της αποζημίωσης και των δαπανών. Δυστυχώς, όμως, τα μνημόνια εστίασαν μονομερώς στον περιορισμό της φαρμακευτικής δαπάνης με οριζόντια μέτρα άμεσου αλλά βραχυπρόθεσμου αποτελέσματος, κυρίως με μειώσεις τιμών και επιβολή υποχρεωτικών εκπτώσεων και επιστροφών (rebate-clawback) στη βιομηχανία. Το κυριότερο, όμως, είναι ότι όλα αυτά τα μέτρα δεν είχαν κανένα αναπτυξιακό αποτύπωμα για τον κλάδο της φαρμακοβιομηχανίας και δεν συνέβαλαν στην εφαρμογή μιας ενιαίας φαρμακευτικής πολιτικής με επίκεντρο την ολοκληρωμένη και προσιτή ιατροφαρμακευτική φροντίδα για την ελληνική οικογένεια.

Αντιαναπτυξιακές παρεμβάσεις

Η φαρμακοβιομηχανία σήμερα αφενός δεν αξιοποιεί πλήρως την παραγωγική της δυναμική, αφετέρου λειτουργεί σε ένα εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο τιμών καταβάλλοντας σχεδόν το 35% του τζίρου της σε πρόσθετες επιβαρύνσεις που της επιβάλλονται. Οι ελληνικές εταιρείες φαρμάκου, έχοντας τεράστια λειτουργικά έξοδα, με χιλιάδες θέσεις εργασίας, με επενδυτικά και ερευνητικά προγράμματα σε εξέλιξη, αντιμετωπίζουν μια έμμεση φορολόγηση που είναι δυνατόν να φθάνει ακόμη και το 70%. Κατά συνέπεια, με αυτές τις λογιστικές και αντιαναπτυξιακές παρεμβάσεις αναστέλλονται δραστηριότητες και επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη που θα οδηγούσαν σε αύξηση των θέσεων εργασίας και κατ’ επέκταση στην ισχυροποίηση της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας ως περιφερειακής δύναμης στη Ν. Ευρώπη.
Παρ’ όλες τις αντιξοότητες, όμως, ο προσανατολισμός της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας προς την κατεύθυνση της εξωστρέφειας, της ανάπτυξης και των επενδύσεων υπήρξε σταθερός όλα αυτά τα χρόνια του Μνημονίου και θα συνεχίσει να είναι και μεταμνημονιακά. Αλλωστε, ο κλάδος της φαρμακοβιομηχανίας αποτελεί σήμερα έναν πυλώνα εξωστρέφειας, το ελληνικό φάρμακο είναι το 2ο εξαγώγιμο προϊόν της ελληνικής οικονομίας και μπορεί να παίξει κρίσιμο ρόλο στην οικονομική ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας, εάν τεθεί υπό το πρίσμα ενός εθνικού σχεδίου αναπτυξιακών πολιτικών που θα απελευθερώσει τις υγιείς, παραγωγικές δυνάμεις του κλάδου.

«Τόνωση» στο ελληνικό φάρμακο

Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία έχει αναδείξει εγκαίρως στον δημόσιο λόγο ότι η αναπτυξιακή προοπτική του κλάδου περνάει μέσα από δομικές μεταρρυθμίσεις στη φαρμακευτική  δαπάνη, στο σύστημα συνταγογράφησης και τιμολόγησης αλλά πλέον έχει γίνει κατανοητό ότι αυτές θα πρέπει να συνοδευτούν με αύξηση των πολύ χαμηλών προϋπολογισμών για το φάρμακο και με την εφαρμογή της αξιολόγησης της καινοτομίας, των θεραπευτικών πρωτοκόλλων, του ηλεκτρονικού φακέλου ασθενούς και άλλων σύγχρονων εργαλείων διοίκησης.
Ωστόσο, καμία μεταρρύθμιση δεν θα μπορέσει να μεγιστοποιήσει το όφελος για το σύστημα υγείας, αν δεν γίνει κατανοητό ότι η τόνωση της εθνικής οικονομίας συνδέεται στενά με την αναπτυξιακή προοπτική της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας και την κατανάλωση των εγχωρίως παραγομένων φαρμακευτικών προϊόντων. Αντιθέτως, η προσέγγιση που ακολουθείται τα τελευταία χρόνια στη φαρμακευτική πολιτική έχει οδηγήσει το ελληνικό φάρμακο σε απαξίωση στην εγχώρια αγορά, την ίδια στιγμή που, διεθνώς, αποτελεί ένα πολύ δυνατό brand name με εξαγωγές σε 85 χώρες του εξωτερικού. Ενώ, λοιπόν, η ποιότητα των ελληνικών φαρμάκων αναγνωρίζεται σε όλον τον κόσμο – προσφάτως και από την εξαιρετικά ανταγωνιστική αμερικανική αγορά – η χώρα μας εξακολουθεί να είναι στις πρώτες θέσεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση σε εισαγωγές ακριβών φαρμάκων και ουραγός στη χρήση γενοσήμων όταν είναι πλέον γνωστό ότι τα φάρμακα αυτά αποτελούν τον ασφαλή δρόμο εξυγίανσης και εξοικονόμησης κρίσιμων πόρων στο σύστημα φαρμακευτικής φροντίδας.
 

Η κοινωνική προσφορά της φαρμακοβιομηχανίας

Παρ’ όλα αυτά, η συμβολή της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας στην ελληνική οικονομία και την κοινωνία αναγνωρίζεται από όλους ως ιδιαιτέρως σημαντική. Η ελληνική παραγωγή φαρμάκου τονώνει την εθνική οικονομία και το ΑΕΠ μέσω της ενίσχυσης της απασχόλησης, της αξιοποίησης του επιστημονικού δυναμικού της χώρας, της επένδυσης σε δραστηριότητες έρευνας, ανάπτυξης και κατοχύρωσης τεχνογνωσίας, των εξαγωγών, των φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών και γενικότερα της παραγωγής προστιθέμενης αξίας που μένει στη χώρα και επανεπενδύεται.
Η σύγχρονη ελληνική φαρμακοβιομηχανία διαθέτει 27 υπερσύγχρονες μονάδες παραγωγής με τη χρήση τεχνολογίας αιχμής και εξελιγμένων συστημάτων ποιοτικού ελέγχου και ειδικεύεται στην ανάπτυξη και παραγωγή γενοσήμων και προϊόντων φαρμακοτεχνικής καινοτομίας με υψηλή προστιθέμενη αξία. Εχει πραγματοποιήσει επενδύσεις περί των 800 εκατ. ευρώ σε πάγια και έρευνα την περίοδο 2004-2013 και κάθε χρόνο διαθέτει παραπάνω από 30 εκατ. ευρώ σε επενδυτικά και ερευνητικά προγράμματα. Απασχολεί 11.000 εργαζομένους και 800 επιστήμονες υψηλής εξειδίκευσης ενώ επηρεάζει συνολικά 53.000 άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας.
Με αυτά τα δεδομένα, η διαμόρφωση μιας συνεκτικής πολιτικής φαρμάκου περνάει μέσα από ένα νέο εμπροσθοβαρές αναπτυξιακό πρόγραμμα που θα συνδυάζει ένα ισχυρό μείγμα διαρθρωτικών αλλαγών στους κρίσιμους τομείς της φαρμακευτικής πολιτικής με ένα νέο επενδυτικό και φορολογικό πλαίσιο με κίνητρα, απελευθερωμένο από τους μνημονιακούς περιορισμούς των περασμένων ετών, που θα θέσει σε fast forward τροχιά τον κλάδο και θα μεγιστοποιήσει τα οφέλη του προς την οικονομία και την κοινωνία.
Η κυρία Φαίη Κοσμοπούλου είναι γενική διευθύντρια της Πανελλήνιας Ενωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ).