Η Αμαλία Καβάλη το έχει… δίπορτο
Η γνωστή ηθοποιός μιλάει στο BHMAgazino για τις δύο παραστάσεις της στο θέατρο Πόρτα αλλά και για το εξόχως ενδιαφέρον εγχείρημα x.art.es.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Oχι σε μία, αλλά σε δύο παραστάσεις του θεάτρου Πόρτα πρωταγωνιστεί αυτή την περίοδο η Αμαλία Καβάλη, μια ηθοποιός γνωστή και αγαπητή στο ευρύ κοινό χάρη και στη συμμετοχή της στην επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά «Αγριες μέλισσες». Στο «Πόσο κοστίζει να ζεις;» της Μαρτίνα Μαγιόκ (κάθε Δευτέρα και Τρίτη έως τις 29 Mαρτίου) υποδύεται εξόχως συγκινητικά μια τετραπληγική γυναίκα, ενώ στο «Ο γιατρός της τιμής του» του Πέδρο Καλντερόν ντε λα Μπάρκα (κάθε Σάββατο και Κυριακή έως τις 17 Απριλίου) ενσαρκώνει με δυναμισμό και τρυφερότητα μια αριστοκράτισσα του 17ου αιώνα. «Και τα δύο έργα που έχει σκηνοθετήσει ο Θωμάς Μοσχόπουλος με ταρακούνησαν, με μετακίνησαν από το σημείο όπου βρισκόμουν. Oσον αφορά την αναπηρία, συνειδητοποίησα ότι ήμουν σε απόλυτη τύφλωση, δεν είχα αντιληφθεί πόσο έντονα έχουμε την τάση να απομονώνουμε τα άτομα που έχουν γεννηθεί με κάποια βλάβη ή την έχουν υποστεί κάποια στιγμή της ζωής τους. Αυτό ήταν κάτι που με έκανε να ντραπώ πάρα πολύ. Αν έχεις οποιαδήποτε μορφή αναπηρίας και ζεις στην Ελλάδα είσαι αποκλεισμένος, δεν υπάρχουν πολλοί χώροι με προσβασιμότητα για εσένα, καταλήγεις συχνά απολύτως εξαρτώμενο άτομο από τους γονείς ή την οικογένειά σου, ένας πολίτης δεύτερης κατηγορίας. Νομίζω ότι έχει έρθει η στιγμή να αλλάξει αυτή η συνθήκη. Σε πολλά έργα η αναπηρία αντιμετωπίζεται δραματουργικά σαν κατάρα, σε αυτό το κείμενο όμως οι ανάπηροι μιλούν επί ίσοις όροις στους αρτιμελείς. Το «Πόσο κοστίζει να ζεις;» μας φέρνει ενώπιον των ευθυνών μας και προ των σκέψεών μας και ανεβάζει ανάπηρους χαρακτήρες επί σκηνής. Το κομμάτι της ορατότητας είναι πολύ σημαντικό διότι έχει σημασία το πώς συνηθίζουμε τα πράγματα. Πρέπει να αλλάξει το αφήγημα προκειμένου να γίνει πιο συμπεριληπτική και πιο δίκαιη η κοινωνία μας. Κάναμε πρόβες κατά τη διάρκεια της πανδημίας, μέσω Zoom, και με τους υπέροχους συναδέλφους, τον Μελαχρινό Βελέντζα, την Ειρήνη Μακρή και τον Φώτη Στρατηγό, του οποίου μάλιστα αυτή η παράσταση είναι και η πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση στο θέατρο – είχαμε φτιάξει το δικό μας «bubble», μια μικρή κοινότητα της καραντίνας» αφηγείται.
Στο έργο του Καλντερόν το ενδιαφέρον βρίσκεται αλλού: «Υπάρχει μια τρομερά γοητευτική αντίθεση σε αυτό το κείμενο, ενώ είναι φοβερά καλλιεπές λόγω της έμμετρης φόρμας στην οποία είναι γραμμένο – αυτά που πραγματεύεται αφορούν τις πιο σκοτεινές πλευρές της ανθρώπινης φύσης και συμπεριφοράς: τη ζήλεια, τον ανταγωνισμό, την εκδίκηση, την επιθυμία για εξουσία, τον φόνο. Εχει γραφτεί πριν από αρκετούς αιώνες, όμως βρίσκεται σε ευθεία συνομιλία με το σήμερα, με αυτό που συμβαίνει με τις γυναικοκτονίες, με τη γυναίκα που ο άνδρας την αντιμετωπίζει ως κτήμα του. Μεγάλωσα στην Κρήτη. Σε πάρα πολλά πράγματα υπήρχε – και υπάρχει ακόμη – πατριαρχικό αφήγημα. Θυμάμαι πως όταν ξεκίνησα να καπνίζω, άρχισα να ακούω τη φράση «κορίτσι πράμα με το τσιγάρο στο στόμα»… Το πρόβλημα δηλαδή δεν ήταν ότι κατέστρεφα τους πνεύμονες αλλά τη θηλυκότητά μου. Θυμάμαι την αίσθηση που καλλιεργούνταν ότι η τιμή της οικογένειας εξαρτιόταν από τη δική μου συμπεριφορά, ειδικά τη σεξουαλική μου συμπεριφορά. Eτσι καταλήγουμε στην καταπιεσμένη σεξουαλικότητα που τη φοβόμαστε από τις Βάκχες μέχρι σήμερα».
«Χάρτες» με λογοτεχνική διάσταση
Η Αμαλία αποτελεί ενεργό μέλος του WOMA – Women In Arts, μιας πρωτοβουλίας που έχει προκύψει από γυναίκες εργαζόμενες στον χώρο του πολιτισμού και των τεχνών με σκοπό να συνεισφέρει στην καταπολέμηση των έμφυλων στερεοτύπων και της έμφυλης βίας, ωστόσο διαθέτει και ένα προσωπικό passion project, ένα εγχείρημα που θα βρείτε στο Instagram ως @x.art.es, μια χαρτογράφηση διευθύνσεων όπου έζησαν σημαντικοί καλλιτέχνες της Ελλάδας. Η ενασχόληση αυτή προέκυψε για την ανήσυχη καλλιτέχνιδα όταν έψαχνε κάποιον τρόπο να εμπλουτίσει και να νοηματοδοτήσει τους περιπάτους που έκανε κατά τη διάρκεια των lockdowns. Από τις αναρτήσεις της γίνεται φανερό ότι σε κάποιους από τους λογοτέχνες των οποίων έχει εντοπίσει τις οικίες, όπως στη Μάτση Χατζηλαζάρου, έχει ιδιαίτερη αδυναμία. «Είμαι μεγάλη οπαδός της ποίησης, από πολύ νεαρή ηλικία με τράβαγε η ανάγνωση αυτού του λογοτεχνικού είδους. Τη βρίσκω ενδιαφέρουσα γιατί δεν είναι πάντα λογική, κάποιοι στίχοι σε αγγίζουν χωρίς να ξέρεις γιατί. Η Χατζηλαζάρου, η οποία θεωρείται από πολλούς η πρώτη ελληνίδα υπερρεαλίστρια ποιήτρια, έχει πλούσιο υλικό και πηγαία ποιητική φλέβα. Eχω προσπαθήσει να καταλάβω γιατί δεν έγραψε πιο πολύ. Ο Ανδρέας Εμπειρίκος, σύζυγός της για κάποια χρόνια, την ώθησε πάντως στο να γράψει, ήταν ασθενής του, επομένως ίσως αυτό να ήταν κομμάτι της ψυχαναλυτικής διαδικασίας. Eχω την αίσθηση ότι φοβόταν να αποκαλέσει τον εαυτό της «ποιήτρια», σε συνεντεύξεις του Νάνου Βαλαωρίτη που έχω δει έλεγε ότι στις συναντήσεις τους στο σπίτι του Εμπειρίκου αυτή δεν μιλούσε, δεν άρθρωνε λόγο. Το έργο της διακρίνεται από τρομερή ευαισθησία με έναν τρόπο που είναι γνήσιος και καθόλου αναμενόμενος.
Η Χατζηλαζάρου μου θυμίζει πολύ τη Μαρίνα Τσβετάγεβα, και είναι κάπως ανησυχητικό το ότι υπήρχε κάποια στην Ελλάδα με τέτοιας δυναμικής υλικό που δεν έγινε όμως τελικά Τσβετάγεβα».

