Η αλβανική κρίση ανησυχεί την Αθήνα
Η εκτός ορίων σύγκρουση κυβέρνησης -αντιπολίτευσης, σε μια περίοδο που οι ελληνοαλβανικές σχέσεις βρίσκονται σε κρίσιμο σημείο, προκαλεί εμπλοκές και στα προβλήματα της μειονότητας
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Σοβαρά διλήμματα θέτει στην ελληνική κυβέρνηση η κυβερνητική κρίση στην Αλβανία, μετά την αποχώρηση των βουλευτών της αντιπολίτευσης από το Κοινοβούλιο και εν όψει της συζήτησης, τον προσεχή Ιούνιο, για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Η Αθήνα αντιμετωπίζει τις εξελίξεις στα Τίρανα υπό το πρίσμα των ευρύτερων εξελίξεων στη Βαλκανική μετά την ολοκλήρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, αλλά και εν μέσω των συνομιλιών Σερβίας – Κοσόβου οι οποίες παρασκηνιακά προχωρούν. Την ίδια στιγμή, οι ελληνοαλβανικές σχέσεις βρίσκονται σε κρίσιμο σημείο. Ολα τα διμερή θέματα είναι ανοικτά από τη στιγμή που οι συνομιλίες για μια συμφωνία-πακέτο ουσιαστικά κατέρρευσαν πέρυσι το καλοκαίρι.
Στην Αλβανία, η σύγκρουση μεταξύ της κυβέρνησης του Σοσιαλιστή πρωθυπουργού Εντι Ράμα και του αντιπολιτευόμενου Δημοκρατικού Κόμματος του Λούλζιμ Μπάσα επιδεινώνεται καθημερινά. Η πόλωση έχει «χτυπήσει κόκκινο», με τον κ. Μπάσα να κατηγορεί τον αντίπαλό του ως «ναρκο-πρωθυπουργό» που ηγείται μιας «ναρκο-κυβέρνησης» εξαιτίας των καταγγελιών για σχέσεις του Εντι Ράμα με το οργανωμένο έγκλημα και τα δίκτυα διακίνησης ναρκωτικών. Η αντιπολίτευση κατηγορεί τον πρωθυπουργό για άλωση του κράτους σε κάθε επίπεδο, μεταξύ άλλων και σε αυτό της Δικαιοσύνης, όπου υπό το πρόσχημα των μεταρρυθμίσεων που ζητεί η ΕΕ ο κ. Ράμα φέρεται να τοποθετεί δικούς του ανθρώπους.
Αποχώρηση βουλευτών
και σενάρια εκλογών
Τις βίαιες διαδηλώσεις του προηγούμενου Σαββάτου, όταν το πλήθος επιχείρησε να εισβάλει στο πρωθυπουργικό γραφείο, ακολούθησε η απόφαση της αποχώρησης των βουλευτών της αντιπολίτευσης από το 140μελές Κοινοβούλιο. Η κίνηση αυτή δεν επηρεάζει άμεσα τον πρωθυπουργό Ράμα, καθώς το Σοσιαλιστικό Κόμμα διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία με 73 έδρες, ενώ το Δημοκρατικό Κόμμα διαθέτει 43 έδρες. Παράλληλα, η ηγεσία του Δημοκρατικού Κόμματος ζήτησε και από τους επιλαχόντες βουλευτές του να υπογράψουν δήλωση με την οποία λένε ότι δεν θα δεχθούν να καταλάβουν τις χηρεύουσες έδρες.
Ο κ. Ράμα δεν δείχνει να ανησυχεί. Παρά τη δυσαρέσκεια που υπάρχει μεταξύ του πληθυσμού, αλλά και τη φυγή πολλών στο εξωτερικό, η αντιπολίτευση δεν έχει εισπράξει πολιτικά οφέλη. Ο αποκαλύψεις της «Φωνής της Αμερικής» και της γνωστής ιστοσελίδας BIRN, που επικαλούνται έγγραφα από την έρευνα αλβανών εισαγγελέων σύμφωνα με τα οποία υπήρξε εξαγορά ψήφων από συμμορίες του οργανωμένου εγκλήματος με σκοπό την επανεκλογή Ράμα το 2017, δεν φαίνεται να τον αγγίζουν. Σε όλες τις δημοσκοπήσεις, εν όψει των τοπικών εκλογών του καλοκαιριού, το κόμμα του προηγείται, ενώ στον αλβανικό Τύπο έχουν αρχίσει να διακινούνται και σενάρια πρόωρων εκλογών.
Πώς επηρεάζεται
η μειονότητα
Οι εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις είναι κρίσιμες για την ελληνική μειονότητα. Το μειονοτικό κόμμα ΚΕΑΔ, του οποίου ηγείται ο Βαγγέλης Ντούλες, συνεργάζεται με το αντιπολιτευόμενο Δημοκρατικό Κόμμα. Οι σχέσεις με τον Εντι Ράμα βρίσκονται εδώ και καιρό σε κακό σημείο, ενώ η υπόθεση του θανάτου του Κωνσταντίνου Κατσίφα τις επιδείνωσε λόγω και της προκλητικής στάσης του αλβανού πρωθυπουργού. Στη συνέχεια, οι κινήσεις του κ. Ράμα στο μέτωπο των περιουσιών στη Χειμάρρα απλώς έριξαν κι άλλο «λάδι στη φωτιά». Σε αυτό το πλαίσιο, οι επιλογές του Δημοκρατικού Κόμματος θα επηρεάσουν και το ΚΕΑΔ, διότι αν η αντιπολίτευση επιλέξει να σπρώξει την κατάσταση στα άκρα, π.χ. απέχοντας από τις τοπικές εκλογές, τότε η μειονότητα δεν θα μπορεί να έχει παρουσία και ούτε θα μπορέσει να διεκδικήσει τον Δήμο της Χειμάρρας – εκεί όπου εστιάζεται το ζήτημα της υφαρπαγής ελληνικών περιουσιών.
Ο κ. Ράμα αισθάνεται ισχυρός διότι απολαμβάνει την υποστήριξη του διεθνούς παράγοντα, ιδιαίτερα των Ηνωμένων Πολιτειών και της ΕΕ. Ολες ανεξαιρέτως οι ανακοινώσεις από την αμερικανική πρεσβεία στα Τίρανα, αλλά επίσης και εκείνες της ΕΕ και του ΟΑΣΕ, καταδικάζουν την κίνηση της αντιπολίτευσης να αποσύρει τους βουλευτές της από τις εργασίες του Κοινοβουλίου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν λόγο για επιλογή που «υπονομεύει τις βασικές αρχές της δημοκρατίας, τη σημαντική πρόοδο που έκανε η Αλβανία στην τήρηση του νόμου και την υπεύθυνη διακυβέρνηση». Από την πλευρά τους, η Φεντερίκα Μογκερίνι και ο Γιοχάνες Χαν σημείωσαν, εκ μέρους της ΕΕ, ότι η αποχώρηση των βουλευτών «παρεμποδίζει σοβαρά τη λειτουργία της δημοκρατίας στην Αλβανία», είναι «αντιπαραγωγική», ενώ «υποβαθμίζει την πρόοδο που η χώρα έχει κάνει στον δρόμο προς την ΕΕ».
Η προοπτική
των Τιράνων εντός ΕΕ
Για την Αθήνα, όμως, η κατάσταση είναι πιο περίπλοκη. Ηδη, πριν από τις συζητήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, πέρυσι το καλοκαίρι, για τη χορήγηση ή μη ημερομηνίας έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων σε Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία, είχαν πέσει στο τραπέζι ιδέες για εξέταση των δύο περιπτώσεων ξεχωριστά. Είχε θεωρηθεί ότι με τον τρόπο αυτόν θα μπορούσαν να παρακαμφθούν οι σφοδρές αντιρρήσεις Ολλανδίας και Γαλλίας. Ωστόσο, οι Βρυξέλλες και ιδιαίτερα οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης είχαν επιμείνει ότι οι υποθέσεις των δύο χωρών πρέπει να εξεταστούν υπό μορφή πακέτου.
Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όμως, η Αλβανία θεωρείται «μαύρη τρύπα». Ο βασικός λόγος είναι το οργανωμένο έγκλημα και η διακίνηση ναρκωτικών, που θεωρείται ότι ελέγχεται από την αλβανική μαφία σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής ΕΕ – Δυτικών Βαλκανίων την άνοιξη του 2018, στη Σόφια, ο ολλανδός πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε συγκρούστηκε, με τη χρήση βαρύτατων χαρακτηρισμών, με τον Εντι Ράμα για τη δράση της αλβανικής μαφίας στη χώρα του. Το ζήτημα της ευρωπαϊκής πορείας της Αλβανίας είχε έντονα απασχολήσει και τη συνάντηση Τσίπρα – Μέρκελ κατά την επίσκεψή της στην Αθήνα.
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, η Αθήνα δεν θα επιθυμούσε να δοθεί ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων στη Βόρεια Μακεδονία, αλλά όχι στην Αλβανία. Η εκτίμηση είναι ότι σε αυτή την περίπτωση θα χαθεί κάθε μοχλός πίεσης προς την κυβέρνηση Ράμα, ώστε να υπάρξουν κάποιες παραχωρήσεις σε ζητήματα ελληνικού ενδιαφέροντος. Τα βασικότερα εξ αυτών είναι η αποτροπή ή έστω το πάγωμα της υφαρπαγής ελληνικών περιουσιών στη Χειμάρρα και η αλλαγή των νομοθετικών προτάσεων για την αναγνώριση μελών μειονοτήτων στην Αλβανία. Φυσικά, δεν υπάρχουν αυταπάτες ότι θα σημειωθεί πρόοδος στη Συμφωνία για τις Θαλάσσιες Ζώνες, καθώς αυτή έχει απόλυτα εμπλακεί στην αντιπαράθεση του Ράμα με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Ιλίρ Μέτα. Αλλωστε, η κυβέρνηση σχεδιάζει να φέρει το προσεχές διάστημα στη Βουλή νόμο για την επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια στο Ιόνιο Πέλαγος, συμπεριλαμβανομένης της περιοχής με την Αλβανία. Η κίνηση αυτή θα περιορίσει αυτόματα και το επίδικο αντικείμενο νεότερων ελληνοαλβανικών συνομιλιών για την οριοθέτηση.
Το ραντεβού Ζάεφ με την ΕΕ και οι συνομιλίες Σερβίας – Κοσόβου
Η Αθήνα θα ήθελε να αποφευχθούν επιπλοκές στην ευρωπαϊκή προοπτική της Βόρειας Μακεδονίας. Αν η κυβέρνηση του Ζόραν Ζάεφ χάσει και αυτό το «ραντεβού» για έναρξη ενταξιακών συνομιλιών με την ΕΕ, λόγω μάλιστα εμπλοκής με την Αλβανία, τότε θα αρχίσει η γκρίνια στο εσωτερικό της χώρας. Ουδείς μπορεί επίσης να αποκλείσει και εμπλοκή στις συνομιλίες Βελιγραδίου – Πρίστινας. Σήμερα ο κ. Ράμα είναι ο βασικός υποστηρικτής της προσπάθειας του κοσοβάρου προέδρου Χασίμ Θάτσι να επιτύχει συμφωνία, ακόμη και με αλλαγή συνόρων, με τον σέρβο πρόεδρο Αλεξάνταρ Βούτσιτς. Αντίθετα, ο Ιλίρ Μέτα στηρίζει τον κοσοβάρο πρωθυπουργό Ραμούς Χαραντινάι. Ο κ. Ράμα ήδη ακολουθεί μια πολιτική «εθνικού κέντρου» και ενδομύχως ίσως να μη δίνει τόσο μεγάλη προτεραιότητα στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας του. Ωστόσο, αν η Αλβανία δεν αρχίσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις, δεν μπορεί να αποκλειστεί περαιτέρω εθνικιστική στροφή του.

