Η άγνωστη ιστορία ενός μνημείου
Χαμένος ανάμεσα στις πολυκατοικίες του κέντρου, ο ναός με την περίφημη χορωδία και τις σημαντικές αγιογραφίες υποδέχεται τους πιστούς εδώ και αιώνες και έχει την τιμητική του στις ημέρες της μεγάλης Εβδομάδας και του Πάσχα.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Για εμάς τους δημοσιογράφους που εργαστήκαμε στο «Βήμα» και στα «ΝΕΑ» την εποχή που τα γραφεία των δύο εφημερίδων βρίσκονταν στην οδό Χρήστου Λαδά και που το παρηκμασμένο σήμερα κέντρο της Αθήνας έσφυζε από ζωή, η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου Καρύκη (ή Καρύτση, κατά το γλωσσικό φαινόμενο του τσιτακισμού όπου το «κ» προφέρεται «τσ») και η μικρή πλατεία που την περιβάλλει αποτελούν τοπόσημα με ιδιαίτερη συναισθηματική αξία. Γιατί μας συνδέουν με το παρελθόν μας. Δεν είναι θέμα πίστης, είναι θέμα αναμνήσεων: Της ανάμνησης του τραγουδιού της χορωδίας του ναού, που και τις ημέρες του Πάσχα «δραπέτευε» από την ανοιχτή πόρτα και έφτανε, μεταφυσικός ψίθυρος, ως τα παράθυρα των γύρω γραφείων. Και του πλήθους που συγκεντρωνόταν για τον Επιτάφιο τη στιγμή που εμείς τρέχαμε να τακτοποιήσουμε τις τελευταίες εκκρεμότητες του φύλλου προτού πάει στο τυπογραφείο, για να προφτάσουμε να κατέβουμε, άλλοι για «να κόψουν κίνηση» καπνίζοντας ένα τσιγάρο στο πεζοδρόμιο, κάτω από τις ανθισμένες και μοσχομυριστές νεραντζιές, και άλλοι για να ανάψουν το κεράκι τους. Δεν ήταν λίγοι οι συνάδελφοι που δουλεύοντας ακόμα και το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου (άλλα τα ωράρια, άλλος ο τρόπος δουλειάς, άλλες οι ανάγκες της έκδοσης εκείνη την εποχή) κατέβαιναν στις 12 παρά πέντε στην πλατεία, έκαναν Ανάσταση και στη συνέχεια ανέβαιναν στα γραφεία τους για να συνεχίσουν να εργάζονται. Αυτές είναι οι δικές μου αναμνήσεις από την εκκλησία. Εναν ναό κρυμμένο σήμερα (από τις πολυκατοικίες που έχουν υψωθεί) σε μια γωνιά όπου μυρίζει ακόμα παλιά Αθήνα.
Αν δεν ήταν και η εφετινή Μεγάλη Εβδομάδα ειδικών προδιαγραφών λόγω της COVID-19 που μας αποτρέπει ακόμα και από το να δώσουμε το φιλί της αγάπης, θα σας πρότεινα να περάσετε για λίγο από τον Αγιο Γεώργιο, όσοι θέλετε να συμμετάσχετε στο θρησκευτικό τυπικό των ημερών αλλά και όσοι θέλετε να πάρετε μια γεύση των αστικών πασχαλινών παραδόσεων. Εξάλλου ο ναός περιλαμβάνεται, όλα αυτά τα χρόνια, πάντα στα αφιερώματα του Τύπου για τις ομορφότερες εκκλησίες όπου μπορεί όποιος έχει μείνει στην Αθήνα να κάνει Πάσχα. Δεδομένης της κατάστασης, το μόνο που μπορώ είναι να ευχηθώ το ερχόμενο Πάσχα να το γιορτάσουμε χωρίς περιορισμούς, με τον Αγιο Γεώργιο, όπως και με όλες τις άλλες εκκλησίες, ορθάνοιχτο, με την πλατεία γύρω του γεμάτη παιδιά με λαμπάδες και με τον ουρανό φωτισμένο από τα βεγγαλικά. Μπορώ όμως και να σας διηγηθώ μια ιστορία, από αυτές που είναι χρήσιμο να τις γνωρίζουμε όσοι νοιαζόμαστε την πόλη μας. Πρόκειται για το χρονικό μιας εκκλησίας που στέκεται στο ίδιο σημείο εδώ και αιώνες, αυτόπτης μάρτυρας της ιστορίας και της εξέλιξης (αν και αυτό είναι μια μάλλον στενόχωρη κουβέντα) της πρωτεύουσας.
Οικογένεια αρχοντική με στενές σχέσεις με την Εκκλησία, η οικογένεια Καρύκη (μέλος της οποίας ήταν και ο Θεοφάνης Καρύκης που το 1597 εκλέχτηκε Οικουμενικός Πατριάρχης) κατείχε μεγάλη έκταση γης στον κέντρο της Αθήνας. Σε ένα από τα οικόπεδά της έχτισε τον 11ο αιώνα μια μικρή εκκλησία. Η οποία στην πορεία άλλαξε μορφή με διάφορες προσθήκες, χτίστηκε, ξαναχτίστηκε, για να απομείνει όμως ερείπιο, σχεδόν γκρεμισμένη, μετά την Επανάσταση του 1821. Εκεί, στα χαλάσματά της, μαζεύτηκαν στις 25 Ιανουαρίου 1833 πεντακόσιοι Αθηναίοι για να ορίσουν την αντιπροσωπεία που θα πήγαινε να συναντηθεί με τον βασιλιά Οθωνα, ο οποίος εκείνη την ημέρα είχε φτάσει στο Ναύπλιο. Κατά την προσφιλή τακτική των Ελλήνων, η συγκέντρωση εξελίχθηκε σε φοβερό καβγά. Υπό το βλέμμα του ετοιμόρροπου Παντοκράτορα.
Το νέο κτίριο
Ο Οθωνας και η Αμαλία τα πρώτα χρόνια τους στην Αθήνα, δηλαδή έως το 1843, τα έζησαν δίπλα σχεδόν στον Αγιο Γεώργιο, στο αρχοντικό του χιώτη τραπεζίτη και εμπόρου Σταμάτη Δεκόζη-Βούρου, που βρίσκεται στον αριθμό 7 της οδού Ιωάννη Παπαρρηγοπούλου (πλατεία Κλαυθμώνος) και όπου σήμερα στεγάζεται το Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών.
Την περίοδο 1845-1849, και ενώ το βασιλικό ζεύγος είχε μετακομίσει στα ολοκαίνουργια ανάκτορα (στη σημερινή Βουλή), ο ναός ξαναχτίστηκε. Τα σχέδια εκπόνησε ο σημαντικός αρχιτέκτονας Λύσανδρος Καυταντζόγλου, ο οποίος έχει βάλει την υπογραφή του (κατασκευάζοντας εκ βάθρων ή κάνοντας μετατροπές και προσθήκες) σε κτίρια όπως το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Οφθαλμιατρείο Αθηνών, ο ναός της Αγίας Ειρήνης στην οδό Αιόλου, ο ναός του Αγίου Κωνσταντίνου στον ομώνυμο δρόμο. Ενώ τα έργα είχαν ολοκληρωθεί, κατέρρευσε ο τρούλος, ο οποίος στη συνέχεια στηρίχθηκε με την προσθήκη πλευρικών τοίχων. Ο ξυλογλύπτης Ιωάννης Μαγιάσης φιλοτέχνησε το 1895 το τέμπλο και το 1901 τον αρχιερατικό θρόνο. Ο εκ Τήνου Δημήτριος Γεωργαντάς, μαθητής του Νικηφόρου Λύτρα και του Νικόλαου Γύζη, ο οποίος στη συνέχεια ασχολήθηκε με την αγιογραφία, φιλοτέχνησε τους Ευαγγελιστές, ενώ ο Πολυχρόνης Λεμπέσης αγιογράφησε κατά τη δεκαετία του 1890 την Πλατυτέρα των Ουρανών. Ο Δημήτριος Πελεκάσης είναι ένας ακόμα από τους σημαντικούς καλλιτέχνες που έβαλαν την υπογραφή τους στην αγιογράφηση του ναού. Στον βόρειο τοίχο υπάρχει και μια ελαιογραφία με θέμα την παραβολή του τυφλού, την οποία φιλοτέχνησε ο αρχαιολόγος, μεταξύ άλλων διευθυντής των Αρχαιολογικών Μουσείων Αθηνών και Ολυμπίας, Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς.
«Αρμονικός εκκλησιαστικός χορός»
Το 1897 ο Θεμιστοκλής Πολυκράτης ίδρυσε την περίφημη χορωδία του Αγίου Γεωργίου, η οποία ακολούθως πήρε το όνομά του. Ο ελάχιστα γνωστός σήμερα συνθέτης «συνέθεσε πλήρες σύστημα τετραφώνου εκκλησιαστικής μουσικής για ανδρική, κατά βάσιν, χορωδία έχοντας ως έμπνευση τις συνθέσεις του δασκάλου του (Αλέξανδρου Κατακουζηνού). Το σύστημα αυτό ο ίδιος ο Πολυκράτης το εφάρμοσε σε τρεις κεντρικούς και σημαντικούς ναούς των Αθηνών: του Αγίου Γεωργίου Καρύκη, του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου στο Κολωνάκι και τέλος της Μητροπόλεως. Ο αρμονικός εκκλησιαστικός χορός του Πολυκράτους όπως και όλοι οι τετράφωνοι εκκλησιαστικοί χοροί έψαλλαν πάντοτε στη δεύτερη Θεία Λειτουργία των Κυριακών και ορισμένων άλλων ημερών, καθώς και εμβόλιμα σε ορισμένες ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδος» (από το άρθρο «Μια πιθανή έκδοση έργων εκκλησιαστικής μουσικής του Θεμιστοκλέους Πολυκράτους που δεν πραγματοποιήθηκε» του Νικόλαου Βάλσαμου, «Μουσικός Ελληνομνήμων», τεύχος 20). Η χορωδία «Θεμιστοκλής Πολυκράτης» έχει πάρει μέρος σε εκδηλώσεις και σε φεστιβάλ στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και έχει αποσπάσει πολλά βραβεία. Ενα από τα πιο επιφανή μέλη της υπήρξε ο διεθνούς φήμης βαθύφωνος Νίκος Ζαχαρίου.
Τα πέριξ
Ενδιαφέρον όμως δεν έχει μόνο ο ναός αλλά και η γύρω περιοχή. Ακριβώς απέναντι από τον Αγιο Γεώργιο δημιουργήθηκε το 1865 και στεγάζεται μέχρι σήμερα ο Φιλολογικός Σύλλογος «Παρνασσός», ο οποίος έπαιξε σημαντικό ρόλο στην καλλιτεχνική ζωή της Αθήνας και της Ελλάδας γενικότερα. Λίγο πιο κάτω βρίσκεται το Θέατρο Μουσούρη, που φέρει το όνομα του δημιουργού του, του σκηνοθέτη και ηθοποιού Κώστα Μουσούρη. Θεωρείται η μακροβιότερη, σε συνεχή λειτουργία, αθηναϊκή σκηνή ιδιωτικού θεάτρου, καθώς άρχισε να λειτουργεί (ως Θέατρο Αλίκη προς τιμήν της Αλίκης Θεοδωρίδη-Νορ, κόρης της Κυβέλης και συζύγου του Μουσούρη) το 1934. Ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη (ΔΟΛ) στεγάστηκε από τις αρχές της δεκαετίας του ’50 έως και το 2004 απέναντι από το Θέατρο Μουσούρη, στην οδό Χρήστου Λαδά. Πρόκειται για έναν μικρό δρόμο που πήρε το όνομά του από τον πολιτικό Χρήστο Λαδά, ο οποίος είχε το σπίτι του αλλά και δολοφονήθηκε εκεί. Ο Λαδάς που ως υπουργός Δικαιοσύνης (στην κυβέρνηση συνασπισμού του Θεμιστοκλή Σοφούλη) είχε εισηγηθεί νόμο που προέβλεπε τη διάλυση του ΚΚΕ, το πρωί της 1ης Μαΐου 1948 – Μεγάλο Σάββατο ήταν – είχε μεταβεί για σύντομο εκκλησιασμό στον Αγιο Γεώργιο. Οταν βγήκε, και ενώ έμπαινε στο υπηρεσιακό αυτοκίνητό του, δέχθηκε επίθεση με χειροβομβίδα από τον 22χρονο κομμουνιστή Ευστάθιο Μουτσογιάννη, μέλος της ΟΠΛΑ (Οργάνωση Προστασίας Λαϊκών Αγωνιστών). Λίγο αργότερα υπέκυψε στα τραύματά του. Η κυβέρνηση κήρυξε στρατιωτικό νόμο. Για αντίποινα εκτελέστηκαν 154 οπαδοί του ΚΚΕ. Ο Μουτσογιάννης δεν εκτελέστηκε γιατί, όπως ανακοινώθηκε, έδειξε μεταμέλεια. Καταδικάστηκε σε ισόβια, για να αποφυλακιστεί το 1964.
Αφήνοντας όμως πίσω τις θλιβερές στιγμές της νεότερης Ιστορίας μας και συνεχίζοντας και ολοκληρώνοντας τη βόλτα μας, λίγο πιο κάτω από τα γραφεία του ΔΟΛ (και από τα τυροπιτάδικα, τα cafés, τα μπαρ και τα εστιατόρια όπου σύχναζαν οι δημοσιογράφοι), αρχικά στην Ανθιμου Γαζή και στη συνέχεια στον μικρό πεζόδρομο της πλατείας Καρύκη στεγάστηκε και το πρακτορείο Ελληνικά Φωτογραφικά Νέα – Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου, του κορυφαίου έλληνα φωτορεπόρτερ. Παραδίπλα (Ανθιμου Γαζή 7), σε ένα υπέροχο κτίριο του 1876, λειτουργούσαν (έως το 1997) τα γραφεία και το ατμοσφαιρικό τυπογραφείο της εφημερίδας «Εστία». Ενας και εγώ από εκείνους που περνούσαν κάθε μέρα από τον δρόμο για πολλά χρόνια, ακόμα και σήμερα, όποτε με φέρνουν τα βήματά μου στην περιοχή, νομίζω πως μυρίζω την έντονη οσμή του μελανιού και πως ακούω ακόμη τις μηχανές που δούλευαν με θόρυβο. Αναμνήσεις, είπαμε, που όσο μεγαλώνεις γίνονται πιο έντονες. Ομως, τώρα πια, την εποχή της θλίψης, στην πλατεία Καρύκη και στα πέριξ αυτής, από όλα όσα θυμάμαι, ανοικτός, εν λειτουργία (έστω με το απαραίτητο προσωπικό και με τους λίγους πιστούς που επιτρέπεται να μπουν) παραμένει μόνο ο Αγιος Γεώργιος – αφού λόγω COVID-19 και το Θέατρο Μουσούρη και ο «Παρνασσός» παραμένουν κλειστά. Ο Αγιος Γεώργιος Καρύκης ή Καρύτσης! Μια μικρή εκκλησία που είναι κάτι περισσότερο από ένας ακόμη χώρος λατρείας. Είναι η τρυφερή εικόνα της παλιάς Αθήνας μέσα στη σύγχρονη, πνιγμένη στο μπετόν και πληγωμένη από την απαξίωση πρωτεύουσα.

