Από την εποχή των πρώτων χρόνων της μεγάλης καριέρας της, στην εκπνοή της δεκαετίας του 1970, η Φανί Αρντάν δεν έπαψε ποτέ να μας εκπλήσσει. Ως ηθοποιός μετρά παραπάνω από 100 ρόλους στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση και ορισμένες ταινίες της, όπως η «Γυναίκα της διπλανής πόρτας» (1981) του κάποτε συντρόφου της και στη ζωή Φρανσουά Τριφό και οι «8 γυναίκες» (2002) του Φρανσουά Οζόν, είναι σημεία αναφοράς του γαλλικού σινεμά των τελευταίων 40 και πλέον χρόνων.

Και να που σήμερα, στα 73 της χρόνια (γεννήθηκε στις 22 Μαρτίου 1949 στο Σομίρ της Δυτικής Γαλλίας), η Αρντάν εξακολουθεί να μας εκπλήσσει. Μια από τις τελευταίες ταινίες της, η οποία από την περασμένη Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου προβάλλεται στους κινηματογράφους (από τη ΝΕΟ films) είναι οι «Νεαροί εραστές» (Les jeunes amants) της Καρίν Ταρντιέ, ένα σύγχρονο δράμα με ασυνήθιστο αλλά εξαιρετικά καίριο θέμα: τον έρωτα ανάμεσα σε δύο ανθρώπους με τεράστιο ηλικιακό χάσμα. Στην ταινία η Αρντάν υποδύεται τη Σόνα, μια κομψή, καλλιεργημένη συνταξιούχο αρχιτέκτονα, της οποίας τη ζωή θα σημαδέψει ο Πιερ (Μελβίλ Πουπό), ένας σαραντάρης παντρεμένος γιατρός και πατέρας. Εμπνευσμένη από αληθινά γεγονότα, αυτή η υπέροχη ταινία είναι ένα φοβερά συγκινητικό κάλεσμα για την ολοκληρωτική απόλαυση της ζωής κόντρα στις κοινωνικές προκαταλήψεις. Και γύρω από αυτές ακριβώς τις προκαταλήψεις περιστρέφεται η συνέντευξη που μας παραχώρησε η Φανί Αρντάν.

 

Διαβάζοντας για πρώτη φορά το σενάριο της ταινίας «Νεαροί εραστές», ποια θυµάστε να είναι η πρώτη σας αντίδραση;

«Θυμάμαι ότι, γνωρίζοντας πάνω-κάτω τα βασικά στοιχεία της ιστορίας, διάβασα το σενάριο με μεγάλο ενδιαφέρον και με περιέργεια. Οφείλω να ομολογήσω ότι αγάπησα τα πάντα σε αυτό και πάνω από όλα τη μεγάλη ιστορία αγάπης που πραγματεύεται».

Υπήρξε κάτι στο σενάριο που σας ενόχλησε ή σας έκανε να νιώθετε άβολα;

«Θα πρέπει να πω ότι φοβήθηκα τις ερωτικές σκηνές της ταινίας. Δεν είχα ποτέ άνεση με τις σεξουαλικές σκηνές και το γυμνό, ακόμη και όταν ήμουν πολύ νεότερη. Οπότε σε αυτή τη φάση της ζωής μου δεν θα μπορούσα να είμαι διαφορετική και να αλλάξω στάση απέναντι σε αυτό το θέμα».

Και ποιο ήταν εκείνο το στοιχείο του σεναρίου το οποίο θεωρήσατε πολύ σηµαντικό, ακόµα και ως λόγο για τον οποίο θα έπρεπε να γυριστεί η ταινία;

«Το ότι υποστηρίζει κάτι που πάντα και εγώ πίστευα: η αγάπη είναι το μόνο ενδιαφέρον στη ζωή, πολύ περισσότερο από τη δύναμη, από την εξουσία, από τη δόξα και από τα χρήματα».

Η Σόνα δεν είναι µια συνηθισµένη ηρωίδα, ίσως επειδή ζει καταστάσεις που δεν θα µπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι θα ζήσει. Πώς την εισπράξατε, όχι µόνο ως ηθοποιός αλλά και ως άνθρωπος;

«Αυτό είναι κάτι που επίσης εκτίμησα στο σενάριο: την ευθραυστότητα και ντροπαλότητα της ηρωίδας μου. Να μια γυναίκα η οποία ακόμα και στην ηλικία που βρίσκεται, πάνω από τα 70, είναι ντροπαλή σαν έφηβη. Γιατί; Διότι, όπως πραγματικά πιστεύω, η αγάπη είναι κάτι που πάντα, ανεξαρτήτως ηλικίας, αποδυναμώνει τις άμυνές σου. Οταν αγαπάς δεν έχεις άμυνα. Η Σόνα νιώθει ότι με αυτή την αγάπη η ίδια ξεκινά ξανά τη ζωή της. Ξεκινά μια νέα ζωή».

Η ταινία θίγει ένα πολύ σοβαρό ζήτηµα, τον έρωτα δύο ανθρώπων µε µεγάλη διαφορά ηλικίας. Εσείς αντιµετωπίσατε ποτέ αυτό το ταµπού ως πρόβληµα;

«Οχι! Ποτέ! Η αγάπη είναι πάντα πιο δυνατή απέναντι στην κοινωνία. Και είναι πάντα η κοινωνία που επιτρέπει ή απαγορεύει.
Η αγάπη δεν χρειάζεται το «ναι» της κοινωνίας. Η κοινωνία ήταν, είναι και πάντα θα είναι κομφορμιστική».

Πώς ορίζετε την έννοια του κοµφορµισµού της κοινωνίας πάνω στο συγκεκριµένο θέµα;

«Είναι πολύ πιο εύκολο για την κοινωνία όταν όσοι ανήκουν σε αυτήν ακολουθούν τα συνηθισμένα μοτίβα τους χωρίς να αναρωτιούνται γιατί το κάνουν ή αν τους αρέσει ή όχι που το κάνουν. Oμως δεν ερωτεύεσαι για να ευχαριστήσεις τους άλλους. Δεν χτίζεις τη ζωή σου για να μείνεις στην «τάξη». Η αγάπη είναι κίνδυνος, αλλά το να αρνηθείς την αγάπη και να υπακούς τυφλά την «κανονικότητα» σημαίνει ότι βρίσκεσαι ένα βήμα πριν από τον θάνατο. Αρνηση στην αγάπη σημαίνει αρχή θανάτου».

Αρα µπορούµε να υποθέσουµε ότι πιστεύετε στη ρήση που λέει ότι ο έρωτας δεν ξέρει τι σηµαίνει ηλικία;

«Ναι, ο έρωτας δεν κοιτάζει ηλικίες. Οι αρχαίοι Eλληνες ήταν εξάλλου οι πρώτοι που παρουσίασαν ήρωες ερωτευμένους χωρίς φόβους. Eνα παράδειγμα είναι η Φαίδρα. Ακόμα και ο φτωχός Οιδίποδας είναι ερωτευμένος με μια γυναίκα γερασμένη σαν τη μητέρα του. Ολη η γαλλική λογοτεχνία του 19ου αιώνα, από τον Μπαλζάκ ως τον Σταντάλ, καταπιάνεται με αυτό το θέμα. Είναι πραγματικά παράξενο που σε μια κοινωνία όπως αυτή των καιρών μας, όπου υποτίθεται ότι δεν υπάρχουν ταμπού, αυτό το ταμπού εξακολουθεί να είναι τόσο ισχυρό».

Χαρακτηριστικό παράδειγµα σχέσης παρόµοιας µε αυτή που βλέπουµε στην ταινία «Νεαροί εραστές» είναι εκείνη του προέδρου της Γαλλίας Εµανουέλ Μακρόν µε την κατά 24 χρόνια µεγαλύτερη σύζυγό του Μπριζίτ Τρονιέ. Πιστεύετε ότι αυτή η σχέση συνέβαλε θετικά ή αρνητικά σε όσους είχαν ή έχουν προκαταλήψεις σε αυτά τα θέµατα;

«Ελπίζω πως δεν συνέβαλε καθόλου και σε τίποτα. Θα ήταν λάθος να ακολουθήσουμε τον τρόπο ζωής ενός προέδρου, μόνο και μόνο επειδή είναι ο πρόεδρος. Είναι καλύτερα να ακολουθείς το ένστικτο και το θάρρος σου για να πολεμήσεις τη στενότητα της αντίληψης, τη μικρή ιδέα της ζωούλας μας μπροστά στη μεγάλη ιδέα της προστασίας της αγάπης σου».

Δύο ταινίες που έπαιξαν τεράστιο ρόλο στην καριέρα σας είναι η «Γυναίκα της διπλανής πόρτας» και το «Οπωσδήποτε την Κυριακή», αµφότερες του Φρανσουά Τριφό, ο οποίος πέθανε έναν χρόνο µετά τη δεύτερη, το 1984. Οποτε σκέφτεστε τον δηµιουργό τους, ο οποίος έπαιξε µεγάλο ρόλο και στη ζωή σας, ποιο είναι το συναίσθηµα που κατακλύζει την ψυχή και τις σκέψεις σας;

«Μια μεγάλη χαρά και μια βαθιά μελαγχολία».

Και για να κλείσουµε µε µια ερώτηση για κάτι καινούργιο στην καριέρα σας: αν σας επιτρέπεται να µιλήσετε για αυτό, πώς θα περιγράφατε την ατµόσφαιρα που επικρατούσε στα γυρίσµατα της ταινίας «The Palace» του Ρόµαν Πολάνσκι στην οποία συµµετέχετε;

«Επικρατούσε το πάθος τού να κάνεις σινεμά».