H Μυρτώ Σταμπούλου και το «Φαινόμενο Γκρούεν»
Με αφορμή τη νέα ατομική της έκθεση η εικαστικός μιλάει για το «παιχνίδι» με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της χειραγώγησης της επιθυμίας.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
«Ανοδική πτώση». «Μελαγχολία τέλος». «Πρόκλησή μας είναι η εγκατάσταση πρόθεσης και επιθυμίας σε αυτό το ρομπότ». Αυτοί ήταν οι τρεις υποψήφιοι τίτλοι για την έκθεση της Μυρτώς Σταμπούλου στην γκαλερί Ζουμπουλάκη και θα ήταν όλοι τους ταιριαστοί με τα υπερμεγέθη, ως επί το πλείστον, ζωγραφικά έργα που κατακλύζουν τον υπόγειο εκθεσιακό χώρο στην πλατεία Κολωνακίου. Λουλούδια που ουρλιάζουν, ένα fembot που μαθαίνει να λέει «ΑΑΑΑ», μια μποντιμπίλντερ με το αφύσικα φουσκωμένο σώμα της να αναδύεται από εξίσου διογκωμένα φρούτα για την προέλευση των οποίων κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος, μια τεράστια τρύπα που απειλεί να ρουφήξει όλο το Σύμπαν μέσα της, το τοπίο από τις Σκουριές. Τελικά επικράτησε ο τίτλος «The Gruen Effect». Οπου «Gruen» ο αυστριακός, εβραϊκής καταγωγής αρχιτέκτονας Βίκτορ Γκρούεν ο οποίος, όταν τράπηκε σε φυγή το 1938 για να ξεφύγει από τη ναζιστική απειλή, βρέθηκε στη Νέα Υόρκη και άλλαξε για πάντα τον τρόπο με τον οποίο ψωνίζουμε. Ηταν εκείνος που συνέλαβε την ιδέα του εμπορικού κέντρου τη δεκαετία του ’50 ως έναν τόπο που θα έδινε στα αμερικανικά προάστια την αίσθηση της κοινότητας. Οπως γνωρίζουμε, ήταν μια ιδέα που έπιασε τόπο στην οικονομικά αναπτυσσόμενη Αμερική, αλλά ο ίδιος ήρθε να την αποκηρύξει μαζί με την υδροκεφαλία της τη δεκαετία του ’70, καθώς τελικά είχε γίνει συνώνυμη με τις τακτικές χειραγώγησης των καταναλωτών.
«Βρίσκω ενδιαφέρον από πού ξεκίνησε ο Γκρούεν και κατέληξε να συνδέσει για πάντα το όνομά του με τη χειραγώγηση του καταναλωτή και με τον αμερικανικό ναό της κατανάλωσης. Με ενδιαφέρει πώς η αρχιτεκτονική και ο σχεδιασμός ενός χώρου υποβάλλει το άτομο και τα κοινωνικά σύνολα σε συγκεκριμένους ρόλους και λειτουργίες. Στο περιβάλλον εμπορευματοποίησης τα αντικείμενα και οι υπηρεσίες προς πώληση υποκαθιστούν πραγματικές ανάγκες και επιθυμίες στον βαθμό που οι πραγματικές πλέον δεν αναγνωρίζονται καν. Στο τέλος γίνονται σαν τα προϊόντα τα οποία ξέρουμε πια μόνο με το όνομα της μάρκας που τα μονοπώλησε, όπως έχει συμβεί με το μπλάνκο, το τζακούζι και το γκουγκλάρω» σχολιάζει η Σταμπούλου, η οποία ήρθε σε επαφή με το φαινόμενο το 2007 διαβάζοντας για τον σχεδιασμό των εμπορικών κέντρων. Το «Gruen Effect» ως κάτι που αιχμαλωτίζει την προσοχή και χειραγωγεί την επιθυμία προς όφελος του κέρδους έγινε ο τίτλος μιας έκθεσης όπου τα έργα έχουν δημιουργηθεί από κολάζ φωτογραφιών τα οποία στη συνέχεια η Σταμπούλου τα έχει μεταφέρει σε σχέδιο μεγάλης κλίμακας. Ανάμεσά τους και ένα με τον Βίκτορ Γκρούεν επί το έργον να μελετά τη δημιουργία ενός εμπορικού κέντρου μαζί με έναν συνεργάτη του σε ένα διχοτομημένο έργο στο οποίο συγκατοικεί με τη Λίντα Λάβλεϊς, άλλη μία τραγική περίπτωση χειραγώγησης και εκμετάλλευσης προς όφελος του κέρδους.
«Τα κομμάτια των φωτογραφιών που χρησιμοποιώ έχουν ένα φορτίο το οποίο προσπαθώ κάπως να διαχειριστώ. Τα ενώνω έτσι ώστε να δημιουργούν διαφορετικές εντάσεις, σκέψεις και συναισθήματα από ό,τι το κάθε τμήμα από μόνο του. Είναι μια μέθοδος να σκέφτομαι επιπλέον για ένα θέμα με έναν πολύ πρακτικό τρόπο. Eτσι, έχω την αίσθηση ή ψευδαίσθηση ότι τα διαχειρίζομαι και επικοινωνώ μέσα από αυτά τα υβρίδια κάτι από την αντίφαση, το ρήγμα, την ομορφιά, την οργή, τη δυνατότητα και τη δύναμη μέσα σε ζοφερές συνθήκες και άλλα που δεν μπορώ να εκφράσω με λέξεις».
Φαντασία offline
Η γενική αφετηρία για τα έργα είναι η επιστημονική φαντασία, αν και περισσότερο μάλλον του δυστοπικού είδους. «Ο Φρέντερικ Τζέιμσον λέει πως «η ουτοπική μορφή είναι αφ’εαυτής στοχασμός […] σε βαθμό που να μην μπορούμε να φανταστούμε οποιαδήποτε θεμελιώδη αλλαγή στην κοινωνική μας ύπαρξη που να μην έχει ήδη εκσφενδονίσει ουτοπικά οράματα σαν ένα πλήθος σπινθήρων από έναν κομήτη» (Οι αρχαιολογίες του μέλλοντος», εκδ. Τόπος, 2008). Συγκρίνοντας τον φυσικό κόσμο με φανταστικούς και ψηφιακούς έβλεπα πώς αλληλοτροφοδοτούνται και αλληλοεπηρεάζονται, σχηματίζοντας κάποιες φορές ένα κλειστό κύκλωμα. Κοιτάζω πόσο δέσμια είναι η φαντασία σε αυτό που ήδη υπάρχει και υπήρξε, και αναρωτιέμαι τι είδους φανταστικά ή φυσικά τοπία και εμπειρίες μπορούν να κάνουν τη φαντασία να ανοίξει προς μια κατεύθυνση ουσιαστικής κοινωνικής αλλαγής» θα πει η Σταμπούλου.
Πάντως είναι ενδιαφέρον στην περίπτωσή της ότι χρησιμοποιεί τα πιο πρωτόγονα υλικά, μολυβοκάρβουνα και χαρτί, για να εκφράσει τα ανησυχητικά μηνύματα του παρόντος που συνιστούν από ό,τι φαίνεται το βέβαιο και καθόλου ειδυλλιακό μέλλον. Και ας έχει χρησιμοποιήσει και πιο σύγχρονα μέσα στη δουλειά της, όπως το βίντεο, το animation ή τις εγκαταστάσεις: «Βρίσκω μεγάλη ανακούφιση στην αμεσότητα και στην υλικότητα της ζωγραφικής, γενικά στη ζωή και στη δράση offline. Το σχέδιο και το ίχνος που παράγει ένα αιχμηρό αντικείμενο (μολύβι, εργαλείο χαρακτικής κ.λπ.) πάντα με συγκινούσαν. Η δική μου σωματική σχέση με την επιφάνεια, η επανάληψη του ίχνους, οι ρυθμοί του που αντανακλούν την ένταση και την κίνηση του σώματός μου, είναι εξίσου σημαντικά με την ίδια την εικόνα, αν όχι περισσότερο. Δεν νομίζω ότι η ζωγραφική και η γλυπτική μπορούν να πάψουν να είναι βασικά μέσα έκφρασης όσο έχουμε σωματικότητα».
INFO
«The Gruen Effect»: Γκαλερί Ζουμπουλάκη, πλ. Κολωνακίου 20, έως τις 8 Φεβρουαρίου.

