Ο Γιώργος Σεφέρης δεν υπήρξε «αντιστασιακός» κατά την περίοδο της απριλιανής δικτατορίας, όπως τόσοι και τόσοι, επώνυμοι και μη, πολλοί από τους οποίους εξαγόρασαν την όποια «αντίστασή» τους με αξιώματα, μισθούς και χειροκροτήματα. Ο Σεφέρης, επίσης, ουδέποτε τιμήθηκε από το ελληνικό κράτος ενόσω ζούσε, ούτε του έτυχε να μιλήσει μπροστά σε χιλιάδες ακροατές. Ούτε ακαδημαϊκός έγινε, μολονότι λέγεται ότι του προτάθηκε κάποια στιγμή.
Το χειρότερο: καθώς συνέβη να πεθάνει μεσούσης της δικτατορίας, δεν είδε την επάνοδο της δημοκρατίας το 1974 – ασχέτως της τροπής που έχουν πάρει τα πολιτικά πράγματα από τότε ως σήμερα. Στη χώρα του τιμήθηκε μετά θάνατον. Κυριολεκτικά: μόλις πέθανε. Στις 22 Σεπτεμβρίου 1971, ημέρα της κηδείας του, όσοι έτυχε να βρεθούν στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών είδαν, είδαμε, πως ο θάνατος ενός ποιητή μπορεί να εμπνεύσει και να καθοδηγήσει τα πλήθη. Μπορεί να δώσει φωνή και δύναμη στους πολλούς. Ομως την τιμή αυτή προς το πρόσωπό του ο Γιώργος Σεφέρης δεν την είδε. Ούτε και είδε να εμπνέει τα πλήθη αυτός ο απόμακρος. Το έφερε όμως έτσι το πονηρό πνεύμα της ιστορίας τον μαύρο Σεπτέμβρη του 1971 στην κηδεία του ώστε να επαναληφθούν όσα συνέβησαν στην κηδεία του δασκάλου του Κωστή Παλαμά τον μαύρο Φλεβάρη του 1943.
Δεν είδε λοιπόν ο Σεφέρης και δεν χάρηκε την αποκατάσταση της δημοκρατίας, όπως την είδαν και τη χάρηκαν άλλοι ποιητές του Εθνους. Ο Οδυσσέας Ελύτης, λ.χ., και ο Γιάννης Ρίτσος. Ειδικά ο Γιάννης Ρίτσος ευτύχησε, εν τέλει, να ζήσει και να περπατήσει ελεύθερος και τιμημένος στη χώρα του. Εχοντας όμως πρώτα βιώσει, με τον χειρότερο τρόπο, όχι μόνο την ύβριν της δικτατορίας, αλλά και, πριν από αυτήν, αλλεπάλληλες εξορίες, φυλακίσεις, εκτοπισμούς. Πάντως, δεν μπορώ να γνωρίζω πώς θα έκρινε τα σημερινά πολιτικά πράγματα ο συνετός Ρίτσος. Υποπτεύομαι ότι και αυτός θα είχε την αίσθηση ότι η Ιστορία τον ξεγέλασε. Οπως και άλλους πολλούς…
Ο ρόλος των μεγάλων ποιητών του Εθνους ουδέποτε περιορίστηκε στην ποιητική δημιουργία. Ολοι οι σημαντικοί ποιητές μας υπήρξαν, αν όχι πρόσωπα πολιτικά, πάντοτε κήρυκες σταθεροί της εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης, διαμορφωτές της κοινωνίας, στον βαθμό φυσικά που τους επετράπη. Από τον Σολωμό και τον Κάλβο ως τον Παλαμά, τον Σικελιανό, τον Καρυωτάκη. Ας μην ξινίσουν τα μούτρα τους οι τα φαιά φορούντες και οι «ευπρεπείς», αλλά ο Κ.Π. Καβάφης και ο Ανδρέας Εμπειρίκος, εκτός από μείζονες ποιητές, υπήρξαν και καθοδηγητές της προσωπικής μας ελευθερίας και απελευθέρωσης! Οι άξιοι ποιητές μας υπηρετούν πάντοτε την Πολιτεία τους. Πάντοτε όμως μέσα από την τέχνη τους.
Ιδού λοιπόν, για να επανέλθουμε στο θέμα μας, ένα άλλο παράδοξο της Ιστορίας. Ιδού μια άλλη ειρωνική διάστασή της. Ο πάντοτε προσεκτικός, ο πάντοτε συνετός «υπάλληλος» Σεφεριάδης συνέβη να υπερβεί, έστω και μετά θάνατον, έναν ρόλο που υποδυόταν, χωρίς να το θέλει, χρόνια ολόκληρα. Του χαρίστηκαν οι ουρανοί ώστε ακριβώς αμέσως μετά τον θάνατό του να πάψει να υπηρετεί τους δύο «αφεντάδες» του βίου του, όπως υποστήριζε πάντοτε. Εμεινε «αφέντης» και κύριος του έργου του και μέσα από αυτό ποιητής διδακτικός. Διδάσκαλός μας. Πολλαπλώς. Γράφει στις Μέρες Α’, Τρίτη 1 Μάρτη (1927): «Φρίκη· πάντα οι δύο αφεντάδες. Απ’ εδώ όλες μου οι αντιφάσεις. Δε θέλω να γίνω μήτε δικηγόρος, μήτε δημοσιογράφος, μήτε μποέμ. Η μόνη κλίση που έχω είναι να φτιάξω ποιήματα, υπομονετικά, πεισματάρικα, δουλεύοντας μήνες και χρόνους, σαν Κινέζος ή μανιακός χειροτέχνης. Η εξωτερική υποτέλεια θα με πληγώνει σ’ όλη μου τη ζωή· θα με κρατά εντειχισμένο. Κι όμως η παραμικρή σταγόνα ζωής φέρνει μια τέτοια διαστολή στη ζωή μου».
Δεν χρειάζεται να επιμείνουμε άλλο σε πράγματα που είναι γνωστά. Δεν χρειάζεται να δοξολογούμε κάποιον που, μάλλον, απεχθανόταν τις δοξολογίες. Τελικά αυτό που έμεινε από τον Σεφέρη είναι το Εργο του, παρά την «εξωτερική υποτέλεια» από την οποία υπέφερε. Αυτό το Εργο είναι που τον κατέστησε έναν από τους μείζονες ποιητές των χρόνων μας. Τα Ποιήματά του είναι εδώ. Oι ημερολογιακές Μέρες του, οι Δοκιμές, οι Μεταγραφές, οι τόμοι του Πολιτικού Ημερολογίου, το Χειρόγραφο Σεπ. ’41, το Χειρόγραφο Οκτ. ’68. Η Αλληλογραφία του, οι Αντιγραφές κ.λπ. Ο ποιητής μας είναι εδώ. Παρών.
Θα τελειώσω παραθέτοντας δύο μάλλον ευτράπελα συμβάντα που αφορούν τον ποιητή και δείχνουν πολλά. Και τα δύο σχετίζονται με εκείνον τον σκοτεινό άνθρωπο των παρασκηνίων, τον Π. Πιπινέλη. Το ένα αφορά την υπαλληλική ζωή του Σεφέρη. Το άλλο τα ποιήματά του. Γράφει ο Σεφέρης στο Πολιτικό Ημερολόγιο Β’, Δευτέρα 14 Ιουλίου 1947: «Είδα Πιπινέλη (…) Μου είπε για την Αγκυρα. Του είπα για το σκάνδαλο του προβιβασμού μου. Αρχισε να μιλά για «καταιονισμό παραπόνων» και πως του ζητούσα κάτι «αντιαισθητικό» (αυτός). Κατεργάρης, κομματάρχης και γαϊδούρι – όπως αρμόζει άλλωστε…». Μετά τη γνωστή δήλωση του Σεφέρη εναντίον της απριλιανής δικτατορίας (28.3.1969), ο Πιπινέλης, υπουργός Εξωτερικών της Χούντας (Νοέμβριος 1967 – Ιούλιος 1970), αφαίρεσε από τον ποιητή τον τίτλο του «Πρέσβη επί τιμή», όπως και το διπλωματικό του διαβατήριο. Ο λόγος σύμφωνα με τον Πιπινέλη: η δήλωση του Σεφέρη μεταδόθηκε από σοβιετικούς και άλλους σταθμούς της Ανατολικής Ευρώπης και, συνεπώς, αποτελούσε «αντεθνική προπαγάνδα».
Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.