Γιατί «καίγεται» και προκαλεί διαρκώς ο Ερντογάν
Η επιλογή να χαρακτηρίσει τις δημοτικές εκλογές ζήτημα πολιτικής ύπαρξης και επιβίωσης, τα προβλήματα στην οικονομία, η ένταση στις σχέσεις με τις ΗΠΑ και οι γέφυρες με τη Ρωσία
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Το σκηνικό ήταν άψογα στημένο, ώστε να αρμόζει σε έναν σουπερστάρ. Και όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, ο σουπερστάρ βγαίνει τελευταίος στη σκηνή. Πριν από μερικές ημέρες, το κυβερνών κόμμα της Τουρκίας, το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), πραγματοποίησε τη μεγάλη προεκλογική του συγκέντρωση στην Αγκυρα εν όψει των τοπικών εκλογών που διεξάγονται σήμερα στην Τουρκία. Ηταν μια κοινή συγκέντρωση του ΑΚΡ με το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, το κόμμα-απόγονο των «Γκρίζων Λύκων». Τα δύο κόμματα κατεβαίνουν στις εκλογές με κοινούς υποψηφίους, συνεχίζοντας την αγαστή συνεργασία των τελευταίων ετών. Πρώτος στη σκηνή ανέβηκε ο Μεχμέτ Οζασεκί, ο υποψήφιος δήμαρχος των ΑΚΡ και ΜΗΡ για την Αγκυρα. Ακολούθησε ο κ. Μπαχτσελί. Τελευταίος εμφανίστηκε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Το τραγούδι που συνόδευσε την εμφάνισή του στη σκηνή μιλούσε για την αγάπη και τον έρωτα και ο κ. Ερντογάν δεν είχε το παραμικρό πρόβλημα να το τραγουδήσει μαζί με το ενθουσιασμένο πλήθος και αργότερα να ανοίξει και διάλογο μαζί του, «οργώνοντας» κυριολεκτικά την εξέδρα.
Η πόλωση στα ύψη
Πόση σημασία μπορεί να έχουν αυτές οι δημοτικές εκλογές για τον κ. Ερντογάν, ο οποίος, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, έχει επικρατήσει σε κάθε εκλογική αναμέτρηση στη γειτονική χώρα τα τελευταία 17 χρόνια; Οσο κι αν ηχεί παράξενα, η σημασία του αποτελέσματος είναι πολύ μεγάλη, σε μια περίοδο που ο τούρκος πρόεδρος επιδιώκει την πλήρη εμπέδωση του νέου προεδρικού πολιτεύματος σε ένα γεωπολιτικό περιβάλλον ρευστό και αβέβαιο, αλλά και με μια οικονομία ασταθή. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι στην Τουρκία έχουν λάβει χώρα κατακλυσμιαία γεγονότα από τον Ιούλιο του 2016 και μετά, όταν εκδηλώθηκε η αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος. Επίσης, η χώρα μοιάζει να βρίσκεται σε διαρκή προεκλογική περίοδο, διότι μετά το 2014 έχουν διεξαχθεί επτά εθνικές εκλογικές αναμετρήσεις (απλές εκλογές ή δημοψηφίσματα). Αυτό έχει οδηγήσει την πόλωση στα ύψη, κυρίως λόγω της πολιτειακής αλλαγής. Η ελπίδα πολλών είναι ότι εφόσον το εκλογικό ημερολόγιο προβλέπεται καθαρό μέχρι το 2023 πλέον, η κοινωνική και πολιτική ένταση μπορεί να καταλαγιάσει, με ευεργετικά αποτελέσματα για την οικονομία, τις εξωτερικές σχέσεις της χώρας και, ίσως, το Κουρδικό.
Στις προηγούμενες παρατηρήσεις οφείλει όμως να προστεθεί το γεγονός ότι ο κ. Ερντογάν βλέπει όλες τις εκλογές με τον ίδιο τρόπο, με όρους άσπρου – μαύρου. Από την άποψη αυτή, δεν είναι τυχαίο ότι τις έχει χαρακτηρίσει ζήτημα ύπαρξης και επιβίωσης τόσο προσωπικά όσο και πολιτικά. Και φυσικά, το μείζον διακύβευμα είναι η διατήρηση των κεκτημένων, αλλά και η επικράτηση με κάθε μέσο (ακόμη και με την επίκληση της σφαγής στο τέμενος του Κράιστσερτς της Νέας Ζηλανδίας, με έναν τρόπο απεχθή κατά πολλούς, αλλά άκρως αποτελεσματικό) στις δύο από τις τρεις μεγαλουπόλεις της χώρας, συγκεκριμένα στην Κωνσταντινούπολη και στην Αγκυρα. Λιγότερο από έναν χρόνο μετά την εγκαθίδρυση του προεδρικού συστήματος, η έκβαση των τοπικών εκλογών λαμβάνει χαρακτήρα δημοψηφίσματος.
O έμπειρος παρατηρητής αντιλαμβάνεται ότι αυτή η επιλογή περιλαμβάνει την αξιοποίηση και εργαλειοποίηση της εξωτερικής πολιτικής. Η γεωπολιτική σκακιέρα της Συρίας αλλά και οι σχέσεις της Αγκυρας με την Ουάσιγκτον και τη Μόσχα διαμορφώνουν ένα «τρίγωνο του διαβόλου» που θα καθορίσει με κομβικό τρόπο το μέλλον της Τουρκίας και τη θέση που αυτή θα επιδιώξει να διεκδικήσει σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να ενταχθούν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, το Κυπριακό και οι ενεργειακές εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, για να αναφερθεί κανείς στα θέματα στενού ελληνικού ενδιαφέροντος. Ωστόσο, είτε αρέσει σε ορισμένους στην Αθήνα είτε όχι, το παιχνίδι στο οποίο έχει εμπλακεί ο κ. Ερντογάν, και μαζί του η Τουρκία, τα τελευταία χρόνια υπερβαίνει κατά πολύ τις υπερπτήσεις στο Αγαθονήσι ή στο Φαρμακονήσι, αλλά και τις «κορόνες» για την αλλαγή του καθεστώτος της Αγια-Σοφιάς, ανεξαρτήτως αν το παιχνίδι αυτό κρύβει μέσα του τους καρπούς απρόβλεπτων και επικίνδυνων εξελίξεων για την Αγκυρα και τις γεωπολιτικές φιλοδοξίες της. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα καθοριστούν σε μεγάλο βαθμό από όσα θα συμβούν στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ η Αθήνα δεν θα πρέπει, σημειώνουν υψηλόβαθμες πηγές, να συρθεί άθελά της στην αντιπαράθεση Τουρκίας – Ισραήλ, έτσι όπως προσωποποιείται στους κ.κ. Ερντογάν και Νετανιάχου.
Κωνσταντινούπολη
και Αγκυρα
Δεν υπάρχει πάντως αμφιβολία ότι οι εκλογές για την ανάδειξη των 81 «περιφερειαρχών» (πρόκειται ουσιαστικά για τους επικεφαλής μητροπολιτικών δήμων) και των σχεδόν 1.000 δημάρχων στις σημερινές τοπικές εκλογές δεν θα είναι περίπατος για τον κ. Ερντογάν. Αυτό τουλάχιστον λένε οι δημοσκοπήσεις. Σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας Sonar σε δέκα μητροπολιτικούς δήμους, η «Συμμαχία του Λαού» του ΑΚΡ και του ΜΗΡ έχει το προβάδισμα σε Κωνσταντινούπολη, Αδανα, Καισάρεια, Προύσα και Μάνισα. Από την άλλη πλευρά, η «Συμμαχία του Εθνους», την οποία έχουν διαμορφώσει το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) του «άχρωμου» Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου και το Καλό Κόμμα (Iyi Parti) της Μεράτ Ακσενέρ, άλλοτε ηγετικού στελέχους του ΜΗΡ, εμφανίζεται να προηγείται σε Αγκυρα, Σμύρνη, Αϊδίνιο και Τεκιρντάγ. Η εταιρεία επισημαίνει ότι στην Αττάλεια (εκλογική περιφέρεια του υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου) η διαφορά των δύο συνασπισμών κινείται εντός του ορίου του στατιστικού λάθους του +/-2%.
Πηγές από την Τουρκία αλλά και αναλυτές εταιρειών εκτίμησης πολιτικού κινδύνου θεωρούν ότι τόσο η μάχη για τη δημαρχία της Αγκυρας όσο και για τη δημαρχία της Κωνσταντινούπολης ενδέχεται να κρύβουν δυσάρεστες εκπλήξεις για τον κ. Ερντογάν. Σε ό,τι αφορά τη δεύτερη, η οποία έχει για τον τούρκο πρόεδρο μεγαλύτερη σημασία, η επιλογή να… στρατολογήσει τον πρώην πρωθυπουργό και πρόεδρο της Εθνοσυνέλευσης Μπιναλί Γιλντιρίμ είναι ενδεικτική της υποχρεωτικής νίκης. Ωστόσο ο κ. Γιλντιρίμ, παρά την αναγνωρισιμότητά του και την κεντρική υποστήριξη που λαμβάνει, αισθάνεται την «καυτή ανάσα» του αντιπάλου του Εκρέμ Ιμάμογλου. Η εκτίμηση είναι πάντως ότι ο κ. Γιλντιρίμ δεν θα αντιμετωπίσει πρόβλημα να εκλεγεί δήμαρχος στη μεγαλούπολη των 15 εκατομμυρίων κατοίκων.
Η πρωτεύουσα του Κεμάλ
Η Αγκυρα είναι μια διαφορετική περίπτωση. Η «πρωτεύουσα του Κεμάλ Ατατούρκ», η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Τουρκίας με πληθυσμό 5.000.000, μπορεί να μην ενθουσιάζει τον κ. Ερντογάν, αλλά η συμβολική της σημασία είναι υψηλή. Η «Συμμαχία του Εθνους» υποστηρίζει τον Μανσούρ Γιαβάς, ο οποίος ήταν επίσης υποψήφιος το 2014 και είχε χάσει τη δημαρχία για 1%. Ο κ. Γιαβάς κατηγορεί το ΑΚΡ για διαφθορά στην πόλη, ενώ την ίδια στιγμή εκφράζει την ανησυχία του για πιθανή εκλογική νοθεία, στην οποία είχε αποδώσει και την ήττα του πριν από πέντε χρόνια. Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι ο κ. Ερντογάν ασκεί ένα είδος «ψυχολογικού πολέμου» στους αναποφάσιστους ψηφοφόρους. Το μήνυμα είναι ότι ο καθένας μπορεί να ψηφίσει όποιον θέλει, αλλά την ίδια στιγμή δεν πρέπει να λησμονεί ότι οι προϋπολογισμοί των δήμων εγκρίνονται απευθείας από το Προεδρικό Μέγαρο – με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Το Κουρδικό και ο παράγοντας «οικονομία»
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ψήφος των Κούρδων θα είναι κομβική και σε αυτές τις εκλογές. Μετά την απόπειρα πραξικοπήματος τον Ιούλιο του 2016 και με δεδομένη τη συμμαχία του με τον κ. Μπαχτσελί, ο κ. Ερντογάν έχει προβεί σε απηνείς διώξεις εναντίον των Κούρδων και της ηγεσίας του κόμματος HDP, όλα τα μέλη της οποίας βρίσκονται στη φυλακή, με πρώτο τον Σελαχατίν Ντεμιρτάς. Tο HDP αποφάσισε να μην κατεβάσει υποψηφίους σε Κωνσταντινούπολη, Αγκυρα και Σμύρνη, κίνηση που κρίθηκε από τον κ. Ερντογάν ως υποστηρικτική προς τους κοινούς υποψηφίους που στηρίζουν ο κ. Κιλιτσντάρογλου και η κυρία Ακσενέρ. Στη Νοτιοανατολική Τουρκία το HDP αναμένεται και πάλι να κερδίσει τις μεγάλες πόλεις. Ωστόσο, δεν αποκλείεται οι νέοι κούρδοι δήμαρχοι να έχουν την ίδια τύχη με αυτή των προκατόχων τους, εφόσον «βρεθούν» να έχουν σχέση με τρομοκρατικές δραστηριότητες: να αντικατασταθούν με άλλους που θα επιλέξει ο κ. Ερντογάν.
Ο σημαντικότερος πονοκέφαλος για τον κ. Ερντογάν είναι όμως η οικονομία, όπου τα σύννεφα παραμένουν. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η τουρκική οικονομία εισήλθε σε ύφεση αυτόν τον μήνα, κάτι που σημαίνει ότι δεν σημείωσε ανάπτυξη για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο. Αυτό συνιστά πλήγμα για την εικόνα του προέδρου Ερντογάν, ο οποίος έχει στηρίξει μεγάλο μέρος της δημοφιλίας του στην οικονομική ανάπτυξη. Επιπλέον, ο πληθωρισμός έχει ανέβει στο 25%, το υψηλότερο ποσοστό της τελευταίας 15ετίας, ενώ η ανεργία ανήλθε σε 13,5%. Τόσο ο κ. Ερντογάν όσο και ο υπουργός Οικονομίας (και γαμπρός του) Μπεράτ Αλμπαϊράκ προσπαθούν με κάθε τρόπο να μεταστρέψουν την εικόνα. Ορισμένα από τα μέτρα που έχουν υιοθετηθεί είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού και των επιδομάτων, η μείωση των έμμεσων φόρων, η χορήγηση φθηνών στεγαστικών δανείων από τις κρατικές τράπεζες, ακόμη και η επιδότηση της αγοράς τροφίμων. Σε ορισμένους δήμους που ελέγχονται από το ΑΚΡ πωλούνται ακόμη και λαχανικά σε τιμές χαμηλότερες της αγοράς, καθώς παρατηρείται άνοδος των τιμών των τροφίμων ύψους 13% τους πρώτους δύο μήνες του 2019.
Η αγορά S-400 και F-35
Ο κ. Ερντογάν δεν εμφανίζεται διατεθειμένος να αποκλίνει από τον στόχο που έχει θέσει για τη «Νέα Τουρκία» ως ισχυρό περιφερειακό και παγκόσμιο παίκτη. Αυτή την περίοδο, πάντως, οι σχέσεις του με τις Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται ότι βρίσκονται σε οριακό σημείο λόγω της επικείμενης αγοράς του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400 που έχει εξοργίσει συγκεκριμένους κύκλους στην Ουάσιγκτον. Ο τούρκος πρόεδρος φέρεται αποφασισμένος να ολοκληρώσει την αγορά, ωστόσο μένει να αποδειχθεί τι θα συμβεί με την επιχειρησιακή ανάπτυξη του συστήματος. Στις Ηνωμένες Πολιτείες υπάρχουν σφοδρές αντιδράσεις στο Κογκρέσο αλλά και σε κύκλους του ΝΑΤΟ, όπου η πιθανή προμήθεια των S-400 συνδέεται με ακύρωση της παράδοσης των μαχητικών αεροσκαφών 5ης γενιάς F-35 στην Τουρκία. Η Αγκυρα έχει παραγγείλει άνω των 100 F-35, ενώ παράλληλα συμμετέχει στην κοινοπραξία της παραγωγής τους. Αμερικανικές πηγές δήλωσαν μάλιστα τις τελευταίες ημέρες ότι έχουν βρεθεί και τρόποι να καλυφθεί η πιθανή αποχώρηση της Τουρκίας από τη γραμμή παραγωγής, ενώ και η καθυστέρηση που θα προκληθεί στην κατασκευή των αεροσκαφών δεν θα ξεπεράσει τους τρεις μήνες.
Σε πρόσφατη ανάλυσή της η αμερικανική δεξαμενή σκέψης Center for American Progress συμπυκνώνει τη συζήτηση περί της αναγκαιότητας αναθεώρησης των σχέσεων ΗΠΑ και ΝΑΤΟ με την Τουρκία εφόσον προχωρήσει η προμήθεια των S-400. Αναγνωρίζει ότι η Αγκυρα θα συνεχίσει να επιδιώκει μια πιο ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική και σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται οι σχέσεις με τη Ρωσία και η «συναλλακτική προσέγγιση» που ακολουθεί στις σχέσεις της με την ΕΕ , τις ΗΠΑ ή την Κίνα. Η Ουάσιγκτον πρέπει όμως, εφόσον προχωρήσει η προμήθεια, να διαμηνύσει στην Αγκυρα ότι δεν θα είναι αξιόπιστος σύμμαχος και να αναζητήσει εναλλακτικές λύσεις για τη στρατιωτική της παρουσία στην ευρύτερη περιοχή, ενδεχομένως αποχωρώντας από τη βάση του Ιντσιρλίκ και να βάλει φραγμούς στη μεταφορά στρατιωτικής τεχνολογίας.
Η πραγματικότητα είναι ότι η τουρκορωσική συνεργασία διευρύνεται στον στρατιωτικό και αμυντικό τομέα, όπως έδειξε και η πρόσφατη κοινή άσκηση των δύο χωρών στη Μαύρη Θάλασσα, αλλά και στον εμπορικό τομέα. Ωστόσο, το σημείο-κλειδί θα είναι οι εξελίξεις στη Συρία, όπου τίποτα δεν είναι δεδομένο. Βασική προτεραιότητα της Αγκυρας είναι ο έλεγχος των κουρδικών επιδιώξεων και η «συναλλακτική προσέγγιση» στο Συριακό θα κυριαρχήσει. Η Αγκυρα δεν έχει μπορέσει να βρει ένα «modus vivendi» με την Ουάσιγκτον εν όψει της αποχώρησης σημαντικού μέρους των αμερικανικών στρατευμάτων, ούτε φυσικά μπορεί να αγνοήσει τη Μόσχα. Δεν πρέπει πάντως να λησμονείται ότι στο αμερικανικό κατεστημένο υπάρχουν θύλακες (π.χ. στο Πεντάγωνο και στη CIA) που εξακολουθούν να θεωρούν την Τουρκία κομβική χώρα για τα δυτικά συμφέροντα.

