Έντυπη Έκδοση Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους Η έρευνα του ΕΛΙΑΜΕΠ αναδεικνύει παθογένειες του πολιτικού συστήματος που επηρεάζουν αρνητικά την άσκηση εξωτερικής πολιτικής και την προώθηση εθνικών στόχων. Τα ευρήματα δείχνουν αισθητή αποδυνάμωση των μαξιμαλιστικών απόψεων της περιόδου των διαπραγματεύσεων, που ήταν ημέρες πόλωσης και συναισθηματικής φόρτισης. Το ποσοστό πλήρους απόρριψης του όρου Μακεδονία έχει πέσει στο 52%, σχεδόν σε χαμηλά τριακονταετίας. Η δε διαφορά μεταξύ αυτών που υποστηρίζουν έναν συμβιβασμό και αυτών που απορρίπτουν κάθε χρήση του όρου «Μακεδονία» βρίσκεται στο 8%, από 49% που ήταν πριν δύο χρόνια. Πρόκειται για τη δεύτερη μικρότερη διαφορά από το 1991.
Τούτων δοθέντων θα ανέμενε κανείς θετικότερες στάσεις έναντι της Συμφωνίας των Πρεσπών. Αντίθετα, βλέπουμε ότι δύο στους τρεις ερωτώμενους (65%) να θεωρούν ότι η Ελλάδα επωφελήθηκε λίγο ή καθόλου από τη Συμφωνία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και μεταξύ αυτών που αποδέχονται συμβιβαστικές λύσεις, το 45,5% βλέπει αρνητικά τη Συμφωνία των Πρεσπών. Με δεδομένο ότι η Συμφωνία των Πρεσπών εξασφάλισε τα περισσότερα οφέλη για την ελληνική πλευρά από όλα τα σχέδια συμβιβασμού από το 1992 και μετά, το καίριο ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί η κοινή γνώμη παραμένει τόσο αρνητική. Είναι ζήτημα που θα πρέπει να απασχολήσει πρώτα και κύρια όσους είχαν την κυβερνητική ευθύνη την περίοδο των Πρεσπών, αλλά και συνολικά την πολιτική μας τάξη.
Ο κ. Ιωάννης Αρμακόλας είναι ο επικεφαλής Προγράμματος Νοτιοανατολικής Ευρώπης
του ΕΛΙΑΜΕΠ.