Φάρος της σύγχρονης μουσικής ιστορίας της Ελλάδας
150 χρόνια από την ίδρυση του Μουσικού και Δραματικού Συλλόγου «Ωδείον Αθηνών»
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
«Προς τον κύριον Γεώργιον Νάζον.
«Γνωστοποιούμεν υμίν ευχαρίστως, ότι το Διοικητικόν Συμβούλιον του Μουσικού και Δραματικού Συλλόγου εν συνεδριάσει αυτού της 18 ενεστώτος μηνός διώρισεν υμάς εις την κενήν θέσιν του διευθυντού του Ωδείου επί μισθώ μηνιαίω δρ. διακοσίων πεντήκοντα (250). Πεποιθότες δε, ότι αι μουσικαί γνώσεις σας και η εις την μουσικήν αφοσίωσίς σας θέλουσι συντελέσει εις βελτίωσην της εν τω Ωδείο διδασκαλίας της μουσικής προς επίτευξιν πλήρη του επιδιωκόμενου υπό του Συλλόγου σκοπού, παρακαλούμεν υμάς όπως επιληφθήτε των καθηκόντων σας συμφώνως προς τον κανονισμόν του ειρημένου καταστήματος. Εν Αθήναις, 21 Ιανουαρίου 1891».
Στην πραγματικότητα η ιστορία του Ωδείου Αθηνών ξεκινάει με την ίδρυση του Μουσικού Δραματικού Συλλόγου, στην Αθήνα, το 1871. Εφέτος δηλαδή θα μπορούσαμε να πούμε πως το ίδρυμα, με την πρώτη έστω μορφή του, θα συμπληρώσει εκατόν πενήντα χρόνια ζωής. Ομως υπάρχει μία ακόμα επέτειος, που μπορεί να είναι και πιο σημαντική από την επέτειο της ίδρυσής του: Ο διορισμός το 1891 του Γιώργου Νάζου, του εκ Τήνου σπουδαγμένου στο Μόναχο καθηγητή μουσικής, στη θέση του διευθυντή, πριν από 130 χρόνια, σηματοδότησε τον εκσυγχρονισμό και την αναβάθμισή του. Και έβαλε τους πρώτους σπόρους για την ίδρυση, στα χρόνια που ήλθαν, της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Επομένως «το αρχαιότερο μουσικοθεατρικό εκπαιδευτικό ίδρυμα της νεότερης Ελλάδας» εορτάζει διπλή επέτειο εφέτος. Και αν τα γενέθλιά του συνέπεσαν με τη δύσκολη περίοδο της πανδημίας, η οποία έχει οδηγήσει ακόμα και στην αναστολή της λειτουργίας του, μουσική σαν αυτή που παράγεται στις αίθουσές του, πάντα θα δίνει το σήμα για να γιορτάσουμε, για να ζήσουμε. Γιατί, όπως κάθε τέχνη, έτσι και η τέχνη που γράφεται με τις νότες γεννάει φως. Φάρος αλλά και κιβωτός της σύγχρονης μουσικής ιστορίας της Ελλάδας, το Ωδείο Αθηνών, με όλα τα προβλήματα, με όλες τις καθυστερήσεις και τις δυσχέρειες, ετοιμάζεται, με την ολοκλήρωση των εργασιών ανακαίνισης του μοντερνιστικού κτιρίου του πρωτοπόρου αρχιτέκτονα Ιωάννη Δεσποτόπουλου όπου στεγάζεται, να περάσει στη νέα περίοδο λειτουργίας του. Ετοιμάζεται, με την πλούσια εμπειρία της υπεραιωνόβιας παρουσίας του, και με την φρεσκάδα της ανανεωμένης όψης του, να χαρίσει ακόμα περισσότερη μουσική στα (όμορφα ελπίζουμε) χρόνια που θα έρθουν.
Στις κλίμακες της δημιουργίας
Ολα λοιπόν ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 1871, με την ίδρυση του Μουσικού και Δραματικού Συλλόγου «Ωδείον Αθηνών», στο πρώτο καταστατικό του οποίου καθορίζονταν ως σκοποί «η σύσταση Ωδείου, η συγκρότηση θεάτρου και η κατάρτιση δραματολογίου, η αποστολή υποτρόφων στο εξωτερικό, η απονομή βραβείων και η εκτέλεση συναυλιών και παραστάσεων». Αρχικά τα Ωδείο λειτουργούσε (από το 1872) με πέντε δασκάλους και με έφορο τον συνθέτη και μαέστρο Αλέξανδρο Κατακουζηνό. Παράλληλα ξεκίνησε και η λειτουργία της Δραματικής Σχολής του, όπου δίδαξαν κορυφαίοι θεατράνθρωποι όπως, μεταξύ άλλων, ο Αιμίλιος Βεάκης, ο Δημήτρης Ροντήρης και ο Κώστας Μουσούρης. Ο Γεώργιος Νάζος το ανέλαβε σε μια περίοδο δύσκολη, για να εφαρμόσει συστήματα και θεωρίες που είχε μάθει κατά τις σπουδές του στη Γερμανία, να εξασφαλίσει την οικονομική βοήθεια επιφανών Ελλήνων (ανάμεσά τους και του Γεωργίου Αβέρωφ) και να προσλάβει υψηλού επιπέδου διδακτικό προσωπικό. Στις 29 Μαΐου 1893 διηύθυνε ο ίδιος την πρώτη συναυλία καθηγητών και σπουδαστών του ιδρύματος με το «Stabat Mater» του Περγκολέζι. Το 1894 η ορχήστρα του Ωδείου έδωσε την πρώτη συμφωνική συναυλία της, ενώ στα χρόνια που ακολούθησαν με τη συμβολή σημαντικών μουσικών, όπως του βέλγου μαέστρου και συνθέτη Αρμάνδου Μαρσίκ (πρώτου δασκάλου του Δημήτρη Μητρόπουλου, οποίος υπήρξε επίσης μαθητής του Ωδείου), αναπτύχθηκε για να μετεξελιχθεί το 1942, κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, στην Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. Το 1903 ξεκίνησε και η λειτουργία της Σχολής Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής που το 1936 αναγνωρίστηκε η μόνη «επίσημος της Εκκλησίας και του Κράτους Σχολή Βυζαντινής Μουσικής».
Τα λαμπερότερα αστέρια
Στη μελοδραματική σχολή του Ωδείου σπούδασαν μερικοί από τους σημαντικότερους έλληνες λυρικούς τραγουδιστές, οι πρωτεργάτες της Εθνικής Λυρικής Σκηνής αλλά και σταρ που έλαμψαν στις διεθνείς σκηνές, με κορυφαία ανάμεσά τους τη Μαρία Κάλλας. Μερικοί μόνο από τους διαπρεπείς μουσικούς που πέρασαν ως μαθητές από τις αίθουσες του ήταν ο Σπυρίδων Σαμάρας, ο Νίκος Σκαλκώτας, η Αλεξάνδρα Τριάντη, η Τζίνα Μπαχάουερ, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Αρης Χριστοφέλλης και ο Δημήτρης Σγούρος. Δεδομένης της πλούσιας δράσης του, ιδιαίτερα σημαντικό είναι το αρχείο του, «η πολυτιμότερη (και, για μερικές περιόδους, η μοναδική σχεδόν) πηγή πληροφοριών για την ιστορία της μουσικής και θεατρικής κίνησης στην ελληνική πρωτεύουσα και ταυτόχρονα το πλουσιότερο και σημαντικότερο μουσικό αρχείο στη χώρα μας». Την ταξινόμηση, καταγραφή και ψηφιοποίηση του υλικού του ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2013 το Εργαστήριο Ελληνικής Μουσικής του Ιονίου Πανεπιστημίου. Η διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη.

