Εχουν δικαίωμα σε δεύτερη ευκαιρία οι «νύφες του Χαλιφάτου»;
Διχάζει τη Βρετανία η απόφαση της κυβέρνησης να αφαιρέσει την ιθαγένεια στη 19χρονη Σαμίμα Μπεγκούμ που σε ηλικία 15 χρόνων εντάχθηκε στο Ισλαμικό Κράτος
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Ηταν ανήλικη, μουσουλμάνα και είχε λάβει δυτική εκπαίδευση αφού γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βρετανία. Γνώριζε για τις αποτρόπαιες πράξεις του Ισλαμικού Κράτους και τους άγριους αποκεφαλισμούς κατά των «απίστων». Ομως αυτή η βαρβαρότητα την κέρδισε. Σε ηλικία 15 ετών αποφάσισε να εγκαταλείψει τη ζωή της στο Ανατολικό Λονδίνο και να ενταχθεί στους κόλπους του Χαλιφάτου στη Συρία και να ζήσει κάτω από την πιο ακραία μορφή του Ισλαμικού Νόμου, τη Σαρία.
Η Σαμίμα Μπεγκούμ ήταν μία από τις εκατοντάδες νεαρές γυναίκες, τις λεγόμενες «νύφες του Χαλιφάτου» που μέσα σε λίγους μήνες από τη γέννηση και την εξάπλωση του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και στη Συρία, εγκατέλειψαν από επιλογή τον δυτικό τρόπο ζωής και τον πολιτισμό, ώστε να παντρευτούν στο Χαλιφάτο και να φέρουν στη ζωή τη νέα γενιά των μαχητών, η οποία θα συνέχιζε το έργο της τζιχάντ.
Το 2015 η ιστορία της είχε προκαλέσει σοκ στη Βρετανία και οι φωτογραφίες της από κάμερα ασφαλείας στο αεροδρόμιο του Gatwick μαζί με άλλες δυο φίλες της που εγκατέλειπαν τη χώρα προκειμένου να φθάσουν στα οχυρά των παράφρονων μουτζαχεντίν ήταν για μέρες στα διεθνή πρωτοσέλιδα. Πολύ σύντομα από την άφιξή της στη Συρία η Σαμίμα παντρεύτηκε έναν 27χρονο ολλανδό τζιχαντιστή και γέννησε δύο παιδιά τα οποία πέθαναν από κακή διατροφή και έλλειψη ιατρικής περίθαλψης.
Χωρίς ιθαγένεια
Σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά και ενώ το Χαλιφάτο πνέει τα λοίσθια και είναι θέμα ωρών να πέσει και ο τελευταίος εναπομείνας τζιχαντιστικός θύλακας στην πόλη Μπαγκούζ στις όχθες του Ευφράτη, η 19χρονη Σαμίμα, όπως δήλωσε σε βρετανικά μέσα που την εντόπισαν στον προσφυγικό καταυλισμό Αλ Χολ στη Βόρεια Συρία, αποφάσισε ότι δεν θέλει να θέσει σε κίνδυνο και τη ζωή του τρίτου της παιδιού, ενός αγοριού που έφερε στον κόσμο πριν από λίγες ημέρες. Η ιστορία της έρχεται και πάλι στο προσκήνιο και διχάζει τη Βρετανία.
Οταν έφυγε για τη Συρία ήταν ακόμη ανήλικη και εάν μέχρι σήμερα δεν είχε ενηλικιωθεί, η Βρετανία θα ήταν νομικά υποχρεωμένη να τη δεχτεί πίσω. Ο βρετανός υπουργός Εσωτερικών Σατζίντ Τζαβίντ αποφάσισε να της αφαιρέσει τη βρετανική υπηκοότητα, προκαλώντας πλήθος αντιδράσεων στον εγχώριο Τύπο, την κοινή γνώμη και τον πολιτικό κόσμο. Επειδή οι γονείς της είναι από το Μπανγκλαντές, θα μπορούσε να πάρει τη δική τους ιθαγένεια, αλλά και το Μπανγκλαντές της αρνείται την είσοδο στη χώρα.
Καθώς το στάτους της ιθαγένειάς της παραμένει μετέωρο και η ίδια δηλώνει αμετανόητη για τις πράξεις της, η πλειονότητα των Βρετανών χαιρέτισαν την απόφαση του υπουργού λέγοντας ότι ο επαναπατρισμός της θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή των πολιτών και – ίσως – όχι άδικα. Ειδικοί αναφέρουν ότι οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που ασπάστηκαν τον ακραίο ισλαμισμό και επιστρέφουν στις πατρίδες τους έχουν χάσει τον προσανατολισμό τους ή έχουν υποστεί σε τέτοιον βαθμό ψυχικά τραύματα που η χρήση και η επανάληψη της βίας αποτελούν μονόδρομο.
Εχει ενδιαφέρον να μελετήσει κανείς δημοσιεύματα που αναλύουν με τη βοήθεια ειδικών ψυχολόγων τη στάση του σώματος της νεαρής γυναίκας στη συνέντευξη που παραχώρησε στο βρετανικό δίκτυο Sky news καθώς και την εξωλεκτική της επικοινωνία. Συγκεκριμένα, η διαδικτυακή εφημερίδα «My London» φιλοξενεί την άποψη ψυχολόγου ο οποίος παραθέτει μια σειρά από λόγους βάσει των οποίων είναι δύσκολο – όπως αναφέρει – να συμπαθήσει κάποιος τη Σαμίμα.
Ούτε σημάδι μετάνοιας
Εξηγεί λοιπόν ο ειδικός ότι στην επίμαχη συνέντευξη η 19χρονη δεν δείχνει έστω ένα σημάδι μετάνοιας, λόγου χάρη δεν σπάει σε κανένα σημείο η φωνή της, δεν δακρύζει και μένει απαθής. Αντίθετα, το βλέμμα της, το ελαφρύ σήκωμα των φρυδιών και του στόματος, δείχνουν πως όχι μόνο δεν έχει μετανοήσει για την ένταξή της στο Ισλαμικό Κράτος, αλλά και πως δεν έχει καν συνειδητοποιήσει ότι η επιλογή της δεν ήταν φυσιολογική.
Η απάθεια με την οποία μιλάει για τον θάνατο της μίας εκ των τριών κοριτσιών που ταξίδεψαν μαζί ως τη Συρία, κυρίως η δήλωσή της για το ότι δεν ενοχλήθηκε όταν είδε το πρώτο πεταμένο κεφάλι από αποκεφαλισμό, μόνο συμπάθεια δεν μπορούν να δημιουργήσουν απέναντί της. Η εμπειρία της στο Χαλιφάτο την έκανε πιο δυνατή, ομολόγησε η ίδια, ενώ έφθασε στο σημείο να δικαιολογήσει την τρομοκρατική επίθεση στο Μάντσεστερ το 2017, όταν 22 νεαροί σκοτώθηκαν, λέγοντας πως αν και εκφράζει συμπάθεια για τα θύματα, το μακελειό ήταν αντίποινα για τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς κατά του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία.
Το «ελαφρυντικό» του νεαρού της ηλικίας
Υπάρχουν οι φωνές που υποστηρίζουν ότι η νεαρή Σαμίμα ζητεί μια δεύτερη ευκαιρία που θα πρέπει να της δοθεί ώστε να φτιάξει ξανά τη διαλυμένη ζωή της, προβάλλοντας ως επιχείρημα το «ελαφρυντικό» του νεαρού της ηλικίας της ή ακόμη και το γεγονός ότι ως παιδί μεταναστών δεν κατάφερε να ενσωματωθεί στη βρετανική κοινωνία.
Η προσέγγιση εξάλλου των «νυφών του Χαλιφάτου» μέσω του Διαδικτύου δεν ήταν τυχαία και πατούσε επάνω σε αυτό το αίσθημα της αδικίας και της περιθωριοποίησης, καθώς οι επίδοξες σύζυγοι των μαχητών ήταν στην πλειονότητα κόρες μεταναστών δεύτερης και τρίτης γενιάς. Τα κορίτσια πλησίαζαν διαδικτυακά συνομήλικες γυναίκες που είχαν ήδη μεταβεί στη Συρία και τους παρουσίαζαν μια ουτοπική ζωή, δίνοντάς τους ταυτόχρονα την ψευδαίσθηση συμμετοχής σε ένα κοινωνικό σύνολο και ακόμη περισσότερο, στη διαμόρφωση μιας νέας πολιτικής και κρατικής οντότητας.
Ειδικοί σε θέματα τρομοκρατίας εξηγούν ότι η σκληρή στάση της βρετανικής κυβέρνησης απέναντι στη Σαμίμα θα μπορούσε να γυρίσει σε μπούμερανγκ και να ενθαρρύνει ενδεχομένως άλλα άτομα προς τη ριζοσπαστικοποίηση. Υπέρ του επαναπατρισμού της τάχθηκε ο ηγέτης των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν, που υποστήριξε ότι η αφαίρεση της ιθαγένειας από κάποιον που γεννήθηκε στη Βρετανία είναι πολύ ακραίος χειρισμός και πως η19χρονη θα πρέπει να λάβει τη στήριξη του κράτους.
Ωστόσο, όπως οι περισσότερες δυτικές πρωτεύουσες, το Λονδίνο είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικό να δεχθεί πίσω όχι μόνο τη Σαμίμα αλλά και άλλους βρετανούς τζιχαντιστές, καθώς θεωρεί ότι μαζί με την απογοήτευση της κατάρρευσης του Ισλαμικού Κράτους κουβαλούν την ακραία ιδεολογία τους την οποία δεν μπορούν να εγκαταλείψουν από τη μια μέρα στην άλλη.

