Εμβόλιο, το χριστουγεννιάτικο «δώρο» μας
Το 2020 ήταν η χρονιά της πιο τρελής κούρσας ανάπτυξης εμβολίων και φαρμάκων που έχει γίνει ποτέ ενάντια σε ένα παθογόνο. Ηδη το πρώτο πολυπόθητο εμβόλιο θα ξεκινήσει να χορηγείται άμεσα και στη χώρα μας. Τα δεδομένα, οι ελπίδες και οι απογοητεύσεις των δύο «καυτών» πεδίων που θα ορίσουν το μέλλον μας τη χρονιά που έρχεται
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Οταν στις αρχές του 2020 πρωτακούσαμε – και εμείς πρωτογράψαμε – για έναν ιό του αναπνευστικού συστήματος που εξαπλώνεται στη μακρινή Κίνα, μάλλον κανένας μας δεν φανταζόταν ότι ο ιός αυτός θα αποτελέσει ουσιαστικά το μοναδικό θέμα που θα ακούμε και για το οποίο θα γράφουμε επί μία ολόκληρη χρονιά! Και όμως, ο νέος κορωνοϊός SARS-CoV-2, όπως βαφτίστηκε, ήρθε, έμεινε και μας δίδαξε πολλά. Κατ’ αρχάς, ότι οι ιοί δεν γνωρίζουν σύνορα: ο ιός της Γουχάν, όπως τον αποκαλούσαμε πριν από 11 μήνες πιστεύοντας ότι αποτελεί αποκλειστικώς κινεζική υπόθεση, έχει προκαλέσει μέχρι σήμερα περισσσότερα από 74 εκατομμύρια κρούσματα και πάνω από 1.650.000 θανάτους σε ολόκληρο τον κόσμο.
Οι πρωταγωνιστές
Από την πρώτη στιγμή, όμως, που η πανδημία έδειξε τα δόντια της βρήκε απέναντί της την επιστήμη. Και αν ο SARS-CoV-2 είναι ο πρωταγωνιστής του 2020, οι χιλιάδες επιστήμονες που εργάζονται νυχθημερόν για να αναπτύξουν εμβόλια και θεραπείες εναντίον του είναι οι συμπρωταγωνιστές (μαζί βέβαια με τους γιατρούς και τους νοσηλευτές που δίνουν καθημερινά τον δικό τους πόλεμο στα χαρακώματα των νοσοκομείων) της εφετινής χρονιάς.
Οι επιτυχίες τους ήδη μεγάλες: για πρώτη φορά στην ιστορία αναπτύχθηκαν εμβόλια για ένα νέο παθογόνο μέσα σε οκτώ μήνες! Σε Βρετανία, Καναδά, Ρωσία, ΗΠΑ αλλά και στην Κίνα έχουν ήδη ξεκινήσει οι εμβολιασμοί στον πληθυσμό, ενώ αναμένεται να ξεκινήσουν συντονισμένα στα ευρωπαϊκά κράτη αμέσως μετά τα Χριστούγεννα.
Επιστημονική νίκη
Κανένας λοιπόν, όταν ξεκινούσε το 2020, δεν φανταζόταν ότι όλη η ανθρωπότητα θα ζητούσε για εφέτος το ίδιο χριστουγεννιάτικο δώρο και μάλιστα σε συσκευασία… ένεσης: ένα εμβόλιο που θα δημιουργήσει επιτέλους συλλογική ανοσία και τελικώς θα νικήσει την πανδημία – και μαζί με αυτό αποτελεσματικές θεραπείες οι οποίες θα σώσουν τη ζωή εκατομμυρίων ατόμων που έχουν ήδη μολυνθεί με τον νέο κορωνοϊό.
Πρόκειται πράγματι για μια μεγάλη επιστημονική νίκη. Ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η αρχή του τέλους δεν σημαίνει και το τέλος το ίδιο. Διότι παρεμβάλλεται ένα άκρως δύσκολο μεσοδιάστημα, το οποίο μάλιστα, κατά τους ειδήμονες, θα διαρκέσει πολλούς μήνες. Ενα μεσοδιάστημα στο οποίο το τείχος της ανοσίας στην κοινότητα ακόμη θα χτίζεται και την ίδια στιγμή ο ιός θα συνεχίζει να… σφυροκοπά.
Τα στοιχήματα
Και μέσα σε όλα αυτά υπάρχουν τα μεγάλα στοιχήματα που αφορούν την επόμενη μέρα της ανάπτυξης των εμβολίων. Το στοίχημα της επαρκούς διανομής τους – ήδη οι προσδοκίες για εμβολιασμό δύο εκατομμυρίων πολιτών τον πρώτο μήνα στη χώρα μας «ψαλιδίστηκαν», καθώς τον Ιανουάριο θα διατεθούν τελικώς τριακόσιες χιλιάδες δόσεις του εμβολίου των Pfizer/BioNTech – γεγονός που μεταφράζεται σε εμβολιασμό 150.000 πολιτών, αφού το εμβόλιο χορηγείται σε δύο δόσεις. Το δεύτερο αλλά εξίσου σημαντικό στοίχημα είναι το να δεχθούν οι πολίτες να εμβολιαστούν – στο συγκεκριμένο σημείο, εκτός από τους αρνητές που αποτελούν ένα μεγάλο αγκάθι σε όλη τη διάρκεια διαχείρισης της πανδημίας, υπάρχει και η διστακτικότητα μιας διόλου ευκαταφρόνητης μερίδας του πληθυσμού να λάβει ένα νέο, άγνωστο εμβόλιο.
Το σίγουρο πάντως είναι πως όλο αυτό το διάστημα φάνηκε πέρα από κάθε αμφιβολία ότι εν αρχή ην (είναι και θα είναι) η επιστήμη με τα επιτεύγματά της σε ό,τι αφορά την πορεία εξόδου μας από το μάτι του «κορωνο-κυκλώνα». Ας θυμηθούμε ορισμένα από τα βασικά αυτά επιτεύγματα στα κρίσιμα πεδία των εμβολίων και των θεραπειών για τον SARS-CoV-2, με την ευχή στο τέλος της επόμενης χρονιάς ένα απολογιστικό κείμενο σαν και τούτο να μην το μονοπωλήσει ένα και μόνο θέμα, όπως συμβαίνει τώρα. Και το βασικότερο, να μη μονοπωλήσει άλλο τις ζωές μας.
Η ελπίδα του εμβολίου
Η παραγωγή εμβολίων για τον SARS-CoV-2 και μάλιστα μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα είναι χωρίς προηγούμενο: σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), 52 εμβόλια βρίσκονται σε φάση κλινικών δοκιμών σε ανθρώπους, ενώ άλλα 162 βρίσκονται σε φάση προκλινικών δοκιμών. Επίσης, ένα εξ αυτών, το εμβόλιο των Pfizer/BioNΤech, έχει ήδη λάβει έγκριση και χορηγείται σε τρεις χώρες – Βρετανία, Καναδάς και ΗΠΑ -, ενώ λογικά έχει αυτή τη στιγμή δοθεί και η ευρωπαϊκή έγκριση για τη χρήση του, με τους εμβολιασμούς να ξεκινούν άμεσα στα κράτη-μέλη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Το εμβόλιο BNT162b2 των Pfizer/BioNTech βασίζεται σε ένα τροποποιημένο μόριο αγγελιαφόρου RNA (mRNA) που κωδικοποιεί την πρωτεΐνη επιφανείας S (Spike-ακίδα) του ιού και χρησιμοποιεί ως φορέα μεταφοράς λιπιδιακά νανοσωματίδια (LNP) – είναι το πρώτο εμβόλιο στον κόσμο βασισμένο σε αυτή την τεχνολογία που έλαβε έγκριση για ανθρώπινη χρήση.
Ολα τα εμβόλια είναι σχεδιασμένα να εκπαιδεύουν το ανοσοποιητικό σύστημα ώστε να παράγει αντισώματα ενάντια σε συγκεκριμένα τμήματα ενός παθογόνου (τα αντιγόνα). Σε αντίθεση με τα συμβατικά εμβόλια που περιέχουν τμήματα του ίδιου του παθογόνου παράγοντα, το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech δεν περιέχει κάποιο αντιγόνο, αλλά μόρια mRNA, στα οποία έχουν αποθηκευτεί οι γενετικές οδηγίες για τη σύνθεση πρωτεϊνών που λειτουργούν ως αντιγόνα. Μέσω του εμβολιασμού τα ανθρώπινα κύτταρα μπαίνουν σε διαδικασία παραγωγής πρωτεϊνών του ιού SARS-CoV-2, τις οποίες στη συνέχεια το ανοσοποιητικό σύστημα αναγνωρίζει για να παραγάγει αντισώματα εναντίον τους. Ενα μεγάλο πλεονέκτημα αυτού του τύπου εμβολίων είναι ότι δεν απαιτούν την καλλιέργεια του παθογόνου και την απομόνωση αντιγόνων, με αποτέλεσμα να επιταχύνεται σημαντικά η διαδικασία ανάπτυξης και δοκιμών. Υπάρχει όμως και ένα βασικό μειονέκτημα: με δεδομένο ότι τα μόρια mRNA είναι πολύ ευαίσθητα, τα εμβόλια πρέπει να διατηρούνται σε θερμοκρασίες -70 βαθμών Κελσίου έως ότου γίνει η χρήση τους (εξ ου και η προμήθεια ειδικών καταψυκτών για τη φύλαξή τους σε όλες τις χώρες, όπως και στην Ελλάδα). Πάντως οι παρασκευαστές του εμβολίου αναφέρουν ότι εργάζονται τώρα επάνω σε μια νέα εκδοχή του που θα αποθηκεύεται σε απλό ψυγείο.
Αποτελεσματικότητα
Το συγκεκριμένο εμβόλιο, με βάση τα τελικά αποτελέσματα δοκιμών φάσης ΙΙΙ, που βασίστηκαν σε στοιχεία σχετικά με περίπου 38.000 συμμετέχοντες ηλικίας 16 ετών και άνω (οι μισοί έλαβαν το εμβόλιο και οι άλλοι μισοί εικονικό εμβόλιο) και αποτέλεσαν το «διαβατήριο» για την έγκρισή του, δείχνει αποτελεσματικότητα της τάξεως του 95% στην πρόληψη της COVID-19 – στα άτομα 55 ετών και άνω, τα οποία θεωρούνται και τα πιο ευάλωτα για σοβαρή νόσηση, η αποτελεσματικότητα ήταν της τάξεως του 93,8%.
Παρενέργειες
Σε ό,τι αφορούσε τις ανεπιθύμητες ενέργειες, οι πιο συχνές ήταν αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης (84,1%), κόπωση (62,9%), κεφαλαλγία (55,1%), μυϊκός πόνος (38,3%), ρίγη (31,9%), πόνος στις αρθρώσεις (23,6%), πυρετός (14,2 %). Από σοβαρές παρενέργειες αυτές που κυρίως αναφέρθηκαν ήταν η λεμφαδενοπάθεια (64 περιπτώσεις στην ομάδα του εμβολίου έναντι 6 στην ομάδα του εικονικού εμβολίου) και η παράλυση του προσωπικού νεύρου (παράλυση Bell – 4 περιπτώσεις μόνο στην ομάδα του εμβολίου). Σε ό,τι αφορά τη λεμφαδενοπάθεια, η ανάλυση έδειξε ότι σχετίζεται εύλογα με το εμβόλιο, ενώ σχετικά με τις περιπτώσεις παράλυσης Bell θεωρήθηκε ότι το ποσοστό εμφάνισής τους ήταν σύμφωνο με την εμφάνιση στον γενικό πληθυσμό.
Μετά την έγκριση και έναρξη του εμβολιασμού στον πληθυσμό κατεγράφησαν και κάποια – πολύ σπάνια – περιστατικά αλλεργικών επεισοδίων τόσο στη Βρετανία όσο και στις ΗΠΑ, τα οποία ήταν όμως διαχειρίσιμα. Εχουν πλέον εκδοθεί ενημερωμένες οδηγίες για τη διαχείριση αυτών των οξέων αλλεργικών αντιδράσεων (αναφυλαξία), σύμφωνα με τις οποίες κάθε άτομο με ιστορικό αναφυλαξίας άμεσης έναρξης σε εμβόλιο, φάρμακο ή τροφή δεν πρέπει να λάβει το εμβόλιο BNT162b2.
Moderna και…
Το εμβόλιο των Pfizer/BioNΤech ακολουθούν κατά πόδας και άλλα: το εμβόλιο της εταιρείας Μοderna (το οποίο επίσης βασίζεται στην τεχνολογία mRNA), που αναπτύχθηκε σε συνεργασία με τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ (ΝΙΗ), έλαβε την προηγούμενη εβδομάδα το «πράσινο φως» για κατεπείγουσα χρήση στις ΗΠΑ. Στην Ευρώπη αναμένεται να δοθεί έγκριση για χρήση του την πρώτη εβδομάδα του νέου έτους.
Το συγκεκριμένο εμβόλιο (mRNA-1273) έχει δείξει 94,1% αποτελεσματικότητα σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, σύμφωνα με αποτελέσματα κλινικών δοκιμών φάσης ΙΙΙ που περιελάμβαναν 30.000 άτομα, ενώ δεν έχει συνδεθεί με σοβαρές παρενέργειες. Μάλιστα, από πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση «The New England Journal of Medicine» προέκυψε ότι το εμβόλιο οδηγεί στην παραγωγή αντισωμάτων τα οποία συνεχίζουν να υπάρχουν για 90 ημέρες μετά τον εμβολιασμό (η διάρκεια προστασίας αναμένεται να είναι βέβαια μεγαλύτερη, ωστόσο αυτά ήταν τα πρώτα δεδομένα που συνελέγησαν και επιβεβαιώθηκαν ανεξάρτητα από επιστημονική επιθεώρηση) – σε επίπεδα μάλιστα υψηλότερα από εκείνα που προσφέρει η φυσική ανοσία σε άτομα που έχουν αναρρώσει από COVID-19. Ενα σημαντικό πλεονέκτημα αυτού του εμβολίου έναντι του εμβολίου των Pfizer/BioNΤech, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση, είναι ότι μπορεί να φυλαχθεί σε θερμοκρασίες ψυγείου – 2 ως 8 βαθμών Κελσίου – επί τριάντα ημέρες, γεγονός που καθιστά πιο εύκολη τη διαδικασία της ασφαλούς διάθεσής του.
…AstraZeneca
Στην κούρσα των εμβολίων δυναμικό «παρών» έδωσε εξαρχής και το εμβόλιο του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, που συνεργάστηκε με τη φαρμακευτική εταιρεία AstraZeneca για την ανάπτυξή του. Σημειώνεται ότι το συγκεκριμένο εμβόλιο χρησιμοποιεί διαφορετική τεχνολογία από τα δύο προηγούμενα. Παρασκευάζεται με βάση έναν αδενοϊό, σαν αυτούς που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα, ο οποίος απομονώθηκε από χιμπαντζήδες και τροποποιήθηκε έτσι ώστε να μην αναπαράγεται πλέον στα κύτταρα. Οταν εγχέεται, το εμβόλιο δίνει «πληροφορίες» στα ανθρώπινα κύτταρα ώστε να παραγάγουν την πρωτεΐνη-ακίδα του SARS-CoV-2, που αποτελεί τον κύριο στόχο του ανοσοποιητικού συστήματος κατά των κορωνοϊών. Στις 8 Δεκεμβρίου οι παρασκευαστές του συγκεκριμένου εμβολίου που διατηρείται σε θερμοκρασία ψυγείου έγιναν πάντως οι πρώτοι που δημοσίευσαν αποτελέσματα δοκιμών φάσης ΙΙΙ με βάση δεδομένα από 11.636 εθελοντές από τη Βρετανία και τη Βραζιλία σε ιατρική επιθεώρηση, συγκεκριμένα στη «The Lancet». Σύμφωνα με αυτά, η μέση αποτελεσματικότητα του εμβολίου ήταν 70,4%. Στην πλειονότητα των εθελοντών χορηγήθηκαν δύο πλήρεις δόσεις του εμβολίου με την αποτελεσματικότητα να είναι 62%, ενώ σε μια πολύ μικρότερη ομάδα εθελοντών, στην οποία χορηγήθηκε αρχικώς (από λάθος) η μισή δόση του εμβολίου και στη συνέχεια μια πλήρης δόση, η αποτελεσματικότητα έφτασε το 90%. Δεν παρατηρήθηκαν πάντως σοβαρές παρενέργειες από τη χορήγηση του εμβολίου. Στη Βρετανία είναι πιθανό μέχρι τη στιγμή που διαβάζετε αυτές τις γραμμές το συγκεκριμένο εμβόλιο να είναι ήδη διαθέσιμο για χρήση στον πληθυσμό, ενώ αναμένεται από το ερχόμενο έτος η έγκρισή του στην ΕΕ.
Θεραπείες: η «ασπίδα» ενάντια στην COVID-19
Αν για την ανάλυση των εμβολίων ενάντια στον νέο κορωνοϊό θα απαιτούνταν μια ολόκληρη εφημερίδα, για την ανάλυση των θεραπειών που έχουν εγκριθεί ή μελετώνται ενάντια στην COVID-19 θα απαιτούνταν… δύο. Σε γενικό πλαίσιο πάντως πρέπει να σημειωθεί πως παρά τις χιλιάδες δοκιμές που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη σχετικά με διάφορες υποψήφιες θεραπείες, δεν έχει, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, βρεθεί εκείνη η «μαγική» θεραπεία για τη νόσο που θα κάνει τη διαφορά. Παράλληλα, φάρμακα που στην αρχή έδωσαν πολλές υποσχέσεις, αποδείχθηκαν στην πράξη κατώτερα των προσδοκιών.
Οι κύριες θεραπευτικές προσεγγίσεις εμπίπτουν σε δύο κύριες κατηγορίες: τα αντι-ιικά φάρμακα τα οποία αποτρέπουν τον πολλαπλασιασμό του ιού εντός του ανθρώπινου οργανισμού και τα ανοσοτροποποιητικά φάρμακα που βοηθούν το ανοσοποιητικό σύστημα να πολεμήσει τον ιό ή καταστέλλουν την υπέρμετρη αντίδρασή του εναντίον του SARS-CoV-2.
Αντι-ιικά
Ενα από τα πιο πολυσυζητημένα φάρμακα του 2020 ήταν το αντι-ιικό ρεμδεσιβίρη, το οποίο έχει λάβει έγκριση για χορήγηση σε νοσηλευόμενους ασθενείς με πνευμονία που έχουν ανάγκη χορήγησης οξυγόνου τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ. Ωστόσο πρόσφατα στοιχεία μελετών – με κυριότερη τη μελέτη SOLIDARITY που διεξήχθη από ανεξάρτητες ομάδες ερευνητών υπό την επίβλεψη του ΠΟΥ – έδειξαν ότι η συγκεκριμένη θεραπεία έχει ελάχιστη έως καθόλου επίδραση στη θνησιμότητα εξαιτίας της COVID-19.
Στο πρώτο πανδημικό κύμα χρησιμοποιήθηκαν ευρέως σε ασθενείς ανά τον κόσμο – και στη χώρα μας – τα ανθελονοσιακά φάρμακα χλωροκίνη και υδροξυχλωροκίνη. Ωστόσο μεταγενέστερες μελέτες έδειξαν ότι τα φάρμακα αυτά δεν προσφέρουν οφέλη ούτε σε ό,τι αφορά την πρόληψη ούτε σε ό,τι αφορά τη θεραπεία της COVID-19, ενώ παράλληλα συνδέονται με πρόκληση καρδιακών αρρυθμιών. Το αποτέλεσμα ήταν να σταματήσουν σε χώρες όπως η Βρετανία οι δοκιμές που περιελάμβαναν τα δύο φάρμακα, ενώ ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) εξέδωσε προειδοποίηση για χρήση των δύο ουσιών εκτός νοσοκομείου εξαιτίας των καρδιολογικών προβλημάτων με τα οποία συνδέονται. Στο πεδίο των αντι-ιικών θεραπειών υπάρχουν και αρκετές άλλες που δοκιμάζονται. Ωστόσο μέχρι σήμερα καμία δεν έχει δώσει σημαντικά αποτελέσματα.
Ανοσοτροποποιητικά
Οι ελπίδες στρέφονται λοιπόν περισσότερο προς τις ανοσοτροποποιητικές θεραπείες. Μια από τις πιο πολυσυζητημένες το τελευταίο διάστημα αφορά το κοκτέιλ μονοκλωνικών αντισωμάτων της εταιρείας Regeneron (REGN-COV2, αντισώματα casirivimab και imdevimab), το οποίο έγινε διάσημο παγκοσμίως μετά τη λήψη του από τον απερχόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ όταν νόσησε με COVID-19. Τόσο αυτό το κοκτέιλ όσο και ένα άλλο μονοκλωνικό αντίσωμα (bamlanivimab) της εταιρείας Eli-Lilly έχουν ήδη λάβει έγκριση για κατεπείγουσα χρήση στις ΗΠΑ, ενώ αναμένεται σύντομα να συζητηθεί η έγκρισή τους και στην Ευρώπη – η χώρα μας έχει μάλιστα καταθέσει φάκελο για ένταξη ασθενών σε κλινική δοκιμή του κοκτέιλ της Regeneron με αποτέλεσμα να είναι πιθανό σύντομα έλληνες ασθενείς να λάβουν τα αντισώματα.
Τα μονοκλωνικά αντισώματα είναι εργαστηριακές πρωτεΐνες που μιμούνται τη δράση του ανοσοποιητικού συστήματος όταν καταπολεμά παθογόνα όπως οι ιοί. H χορήγηση τέτοιου είδους θεραπειών ενδείκνυται σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια συμπτώματα που κινδυνεύουν να εμφανίσουν σοβαρή νόσο. Καθώς οι θεραπείες αυτές σταματούν τον πολλαπλασιασμό του ιού, θεωρείται ότι μπορούν να βάλουν «φρένο» στη μόλυνση όσο είναι ακόμη νωρίς, προτού χρειαστεί νοσηλεία του ασθενούς. Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι πρόκειται για φάρμακα ακριβά (κοστίζουν περί τα 1.000-1.200 ευρώ) ενώ παράλληλα η παραγωγή τους είναι δύσκολη, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να είναι – τουλάχιστον μέχρι στιγμής – πολύ μεγάλη.
Το στεροειδές δεξαμεθαζόνη, το οποίο μειώνει τη φλεγμονή και έχει λάβει βρετανική έγκριση για χρήση σε βαριά νοσηλευόμενους ασθενείς με COVID-19, είναι το πρώτο φάρμακο που αποδείχθηκε να αυξάνει την επιβίωση στη βαριά νόσο. Συγκεκριμένα, αποτελέσματα της κλινικής δοκιμής RECOVERY έδειξαν ότι μειώνει τους θανάτους κατά 35% στους διασωληνωμένους ασθενείς και κατά 20% στους ασθενείς στους οποίους χορηγείται οξυγόνο εντός του νοσοκομείου αλλά δεν είναι διασωληνωμένοι.
Από τις θεραπείες που αρχικώς φάνηκαν πολλά υποσχόμενες ήταν το πλάσμα αίματος από αναρρώσαντες ασθενείς, το οποίο περιέχει αντισώματα ενάντια στον νέο κορωνοϊό.
Ωστόσο πρόσφατα αποτελέσματα ήλθαν να μετριάσουν την αρχική αισιοδοξία. Μια από τις ελάχιστες δημοσιευμένες μελέτες για τη συγκεκριμένη θεραπεία που εμφανίστηκε στα τέλη Νοεμβρίου στην επιθεώρηση «The New England Journal of Medicine» και αφορούσε 333 νοσηλευόμενους ασθενείς με σοβαρή πνευμονία εξαιτίας COVID-19 στην Αργεντινή, έδειξε ότι η πειραματική θεραπεία με πλάσμα επιζώντων δεν βελτίωσε την κατάσταση των ασθενών, ούτε μείωσε την πιθανότητα θανάτου περισσότερο από ό,τι η χορήγηση placebo. Πάντως, παρά τις περιορισμένες ενδείξεις για την αποτελεσματικότητά της, η θεραπεία πλάσματος συνεχίζεται να εφαρμόζεται σε ασθενείς σε διάφορες χώρες.
Ελληνικό φάρμακο
Και ενώ κάποια αποτελέσματα απογοητεύουν, άλλα γεννούν αισιοδοξία, όπως αυτά που αφορούν ένα ελληνικό φάρμακο που δοκιμάζεται σε έξι νοσοκομεία της χώρας μας σε βαριά ασθενείς που νοσηλεύονται με COVID-19 και εμφανίζουν σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας. Πρόκειται για το καινοτόμο πειραματικό φάρμακο ΑΜΥ-101 της ελληνικής φαρμακευτικής εταιρείας Amyndas, το οποίο στοχεύει το συμπλήρωμα, έναν κομβικό μηχανισμό φυσικής ανοσίας του οργανισμού, και συγκεκριμένα μια κεντρική πρωτεΐνη του συμπληρώματος, τη C3. Πλήθος στοιχείων έχουν δείξει τον καταλυτικό ρόλο που παίζει η ανεξέλεγκτη ενεργοποίηση του συμπληρώματος στην υπεραντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος – πρόκειται για την αποκαλούμενη «καταιγίδα κυτταροκινών» – και τις θρομβωτικές επιπλοκές που σχετίζονται με την εμφάνιση βαριάς COVID-19. Η έγκριση για κλινική δοκιμή του φαρμάκου στην Ελλάδα ήλθε μετά από ανάλογες εγκρίσεις που έλαβε η θεραπεία για δοκιμές τόσο στις ΗΠΑ όσο και στη Γερμανία, ενώ ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη δοκιμή σε νοσηλευόμενους με COVID-19 ασθενείς στην Ιταλία στο πλαίσιο παρηγορητικής χρήσης με άκρως ενθαρρυντικά αποτελέσματα.
Ακρως αισιόδοξα είναι και τα πολύ πρόσφατα αποτελέσματα της γερμανικής εταιρείας βιοτεχνολογίας Formycon σχετικά με θεραπεία της, η οποία εμποδίζει την είσοδο του νέου κορωνοϊού στα κύτταρα προσφέροντας μέγιστη προστασία από μεταλλάξεις του. Σύμφωνα με ανακοίνωση της εταιρείας, ο αναστολέας του ιού FYB207 φάνηκε ότι μπορεί να σταματήσει σχεδόν πλήρως την εξέλιξη των συμπτωμάτων της λοίμωξης με τον νέο κορωνοϊό. Η εταιρεία αναμένεται να ξεκινήσει συζητήσεις για έγκριση της θεραπείας της με τις αμερικανικές και τις ευρωπαϊκές αρχές το ερχόμενο τρίμηνο και ελπίζει να λάβει άδεια κυκλοφορίας της στις αρχές του 2022.
Στην πραγματικότητα, ο κατάλογος των υποψήφιων θεραπειών, πολλών διαφορετικών κατηγοριών, είναι όμως ατελείωτος. Πολλά κεράσια, μικρό καλάθι; Το μέλλον θα δείξει.
Ρωσία, Κίνα και όχι μόνο, σε έναν αγώνα ταχύτητας
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι πριν από μερικές ημέρες η AstraZeneca και η Ρωσία ανακοίνωσαν κοινές κλινικές δοκιμές, στις οποίες θα συνδυάζονται τα εμβόλιά τους κατά της COVID-19. Το ρωσικό εμβόλιο, που ονομάζεται Sputnik V (έλαβε την ονομασία του από τον πρώτο ρωσικό δορυφόρο που εκτοξεύθηκε στο Διάστημα), αναπτύχθηκε από το Ινστιτούτο Επιδημιολογίας και Μικροβιολογίας Gamaleya και παράγεται επίσης με βάση αδενοϊό – χορηγείται σε δύο δόσεις με 21 ημέρες απόσταση μεταξύ τους. Σύμφωνα με τους παρασκευαστές του, δείχνει αποτελεσματικότητα της τάξεως του 96%. Το εμβόλιο αυτό είναι ένα από τα πολλά που αναπτύσσει η Ρωσία για τον νέο κορωνοϊό και ένα από τα δύο που βρίσκονται σε φάση ΙΙΙ κλινικών δοκιμών, οι οποίες όμως δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί. Ηδη πάντως η Ρωσία έχει ξεκινήσει τον εμβολιασμό του πληθυσμού της με το Sputnik V – μέχρι στιγμής έχουν εμβολιαστεί περισσότερα από 200.000 άτομα, με προτεραιότητα στα επαγγέλματα πρώτης γραμμής όπως είναι οι γιατροί και οι νοσηλευτές.
Στη μάχη των εμβολίων έχει ριχθεί και η Κίνα. Το πρώτο εμβόλιο που αναπτύχθηκε στη χώρα ενάντια στον νέο ιό της εταιρείας Sinovac έχει μάλιστα λάβει άδεια κυκλοφορίας για περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης και εκτιμάται ότι έχει ήδη χορηγηθεί σε εκατοντάδες χιλιάδες Κινέζους – κυρίως γιατρούς, νοσηλευτές και στρατιωτικούς –, χωρίς ωστόσο να έχουν ολοκληρωθεί οι δοκιμές του. Μια δεύτερη εταιρεία, η Sinopharm, ανακοίνωσε αποτελεσματικότητα 86% του εμβολίου της που βρίσκεται σε τελική φάση κλινικών δοκιμών.
Πολλές άλλες εταιρείες τρέχουν σε αυτόν τον αγώνα (απίστευτης) ταχύτητας: άλλες βρίσκονται πιο κοντά στο νήμα και άλλες πιο μακριά (είναι αδύνατον να αναλυθεί το σύνολο των προσπαθειών αφού θα χρειαζόταν ολόκληρη η εφημερίδα…). Πρόκειται για έναν αγώνα μετ’ εμποδίων που επιφυλάσσει και απογοητεύσεις. Χαρακτηριστικό το πρόσφατο παράδειγμα του εμβολίου της γαλλικής Sanofi και της βρετανικής GlaxoSmithKline, το οποίο δεν προκάλεσε επαρκή ανοσοαπόκριση με αποτέλεσμα οι δύο εταιρείες να σχεδιάζουν τώρα την ανάπτυξη ενός αποτελεσματικότερου εμβολίου ως το τέλος του 2021. Ακόμη πιο χαρακτηριστικό ένα άλλο πρόσφατο παράδειγμα εμβολίου από την Αυστραλία, το οποίο αναπτύχθηκε από το Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ σε συνεργασία με την αυστραλιανή εταιρεία βιοτεχνολογίας CSL. Το εμβόλιο αυτό, στο οποίο είχαν επενδυθεί περί τα 750 εκατομμύρια δολάρια, εγκαταλείφθηκε καθώς ορισμένοι εθελοντές βρέθηκαν ψευδώς θετικοί στον ιό HIV – το εμβόλιο περιείχε μια πρωτεΐνη που υπάρχει σε πολλούς ρετροϊούς, συμπεριλαμβανομένου του ιού του AIDS, προκειμένου να αυξηθεί η σταθερότητά του. Αρκετοί εθελοντές της φάσης Ι των κλινικών δοκιμών ανέπτυξαν αντισώματα στην πρωτεΐνη και βρέθηκαν θετικοί σε τεστ για τον HIV παρότι δεν είχαν μολυνθεί με τον ιό.

