Εμμανουήλ Ξάνθος Ο πρωτεργάτης της Φιλικής Εταιρείας
Η γέννησή του στην Πάτμο, η οργάνωση του Αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας, οι εις βάρος του συκοφαντίες και ο άδοξος θάνατός του
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Το 2021 είναι το πολυσήμαντο έτος στη διάρκεια του οποίου γιορτάζουμε (έστω και με τις δύσκολες φετινές συνθήκες) τα 200 χρόνια από τον Αγώνα για την απελευθέρωση του έθνους μας. Από την Επανάσταση του 1821! Και η Πάτμος έχει τη δική της ιδιαίτερη σχέση με την Επανάσταση, καθώς είναι η γενέτειρα του Εμμανουήλ Ξάνθου, ενός εκ των ιδρυτών της Φιλικής Εταιρείας, μαζί με τον Νικόλαο Σκουφά και με τον Αθανάσιο Τσακάλωφ.
Ο Εμμανουήλ Ξάνθος γεννήθηκε στην Πάτμο το 1772. Γονείς του ήταν ο Νικόλαος και η Δούκαινα. Ηταν ηγετική μορφή της Φιλικής Εταιρείας και ο πιο δραστήριος από τα μέλη της.
Oπως γνωρίζουμε, μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στην Πατμιάδα του Γένους Σχολή, ο Ξάνθος, σε ηλικία περίπου 20 χρονών, μετανάστευσε στην Τεργέστη, όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο.
Στην Οδησσό
Το 1810 εγκαταστάθηκε στην Οδησσό και βρέθηκε κοντά στον μεγαλέμπορο Βασίλειο Ξένο. Εκεί στην Οδησσό ίδρυσε, το 1814, μαζί με τους Νικόλαο Σκουφά και Αθανάσιο Τσακάλωφ τη Φιλική Εταιρεία, με σκοπό την οργάνωση επαναστατικού κινήματος στην υπόδουλη Ελλάδα.
Να σημειωθεί ότι ο Ξάνθος δεν είναι μόνο συνιδρυτής της Εταιρείας αλλά και ο εμπνευστής της.
Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου το εκεί κατάστημά του έγινε η μυστική έδρα της Εταιρείας (η μετεγκατάσταση αυτή δείχνει και την τόλμη των Φιλικών καθώς η έδρα τους απέχει μόλις λίγα οικοδομικά τετράγωνα από το παλάτι του σουλτάνου). Μετά τη διεύρυνση του ηγετικού κύκλου της Εταιρείας με την εισδοχή του Παναγιώτη Αναγνωστόπουλου και του Αθανασίου Σέκερη, ο Ξάνθος είχε πια στην ιεραρχία την όγδοη θέση. Κατά τη σύσκεψη των Φιλικών στη Κωνσταντινούπολη, το 1818 ανατέθηκε στον Ξάνθο η προεργασία για την αναζήτηση μιας προσωπικότητας άξιας να αναλάβει την αρχηγία. Ταξίδεψε στη Μόσχα όπου συναντήθηκε με άλλους Φιλικούς, με τους οποίους οργάνωσε σύσκεψη για να προετοιμαστεί η Επανάσταση.
Με τον Καποδίστρια
Τον Ιανουάριο του 1820 επισκέφθηκε στην Πετρούπολη τον έλληνα τότε υφυπουργό Εξωτερικών της τσαρικής Ρωσίας, Ιωάννη Καποδίστρια.
Η συνάντηση αυτή όμως ήταν απογοητευτική για τον Ξάνθο, καθώς ο Καποδίστριας αρνήθηκε να αναλάβει την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας. Τελικά όμως η λύση δόθηκε όταν επισκέφθηκε τον στρατηγό Αλέξανδρο Υψηλάντη, υπασπιστή του τσάρου Αλεξάνδρου Α’, με τον οποίο συζήτησε και αισθάνθηκε την κοινή «φλόγα» για τον ελληνικό αγώνα να τους ενώνει.
Ετσι, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης δέχθηκε να αναλάβει την ανώτατη αρχή των Φιλικών και να στηρίξει το τολμηρό σχέδιό τους. Μαζί με τον Υψηλάντη, ο Ξάνθος ίδρυσε την «Εθνική Κάσσα», το ταμείο για την οικονομική ενίσχυση του προετοιμαζόμενου Αγώνα.
Στις παροικίες
Μετά την αποτυχία του κινήματος στη Μολδοβλαχία (Φεβρουάριος 1821), ο Ξάνθος ταξίδεψε στα κέντρα των ελληνικών παροικιών, προσπαθώντας να εξασφαλίσει την οικονομική ενίσχυση του Αγώνα, που είχε ήδη αρχίσει στην Ελλάδα. Τον Ιούνιο του 1823 πήγε μαζί με τον Τσακάλωφ από την Τεργέστη στην επαναστατημένη Πελοπόννησο. Διέμεινε για ένα μικρό διάστημα στην Τρίπολη κοντά στον Δημήτριο Υψηλάντη, ο οποίος τον έπεισε να αναχωρήσει στο Μόχατς της Ουγγαρίας, ώστε να οργανώσει την απόδραση του κρατούμενου, στις εκεί φυλακές, Αλέξανδρου Υψηλάντη. Ο τελευταίος τελικά αρνήθηκε να εγκαταλείψει τους συγκρατούμενούς του και ο Ξάνθος επέστρεψε στην Πελοπόννησο όπου και έλαβε μέρος στην Επανάσταση. Γύρω στο 1827, λίγο πριν από την αναμενόμενη άφιξη του Καποδίστρια, ο Ξάνθος αναχώρησε για Βουκουρέστι όπου και ιδιώτευσε. Διέκοψε κάθε επαφή με την Ελλάδα, ώστε να πιστεύεται ότι είχε πεθάνει. Αυτό πίστευε και ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος, όταν το 1834 κατηγόρησε, μέσω της εφημερίδας «Αιών», τον Ξάνθο για κατάχρηση των χρημάτων της «Εθνικής Κάσσας». Προκειμένου να διαψεύσει την κατηγορία, ο Ξάνθος εγκαταστάθηκε το 1837 στην Αθήνα.
Η απάντησή του
Στα απομνημονεύματά του (1845) ισχυρίστηκε με επαρκή στοιχεία ότι όσα του αποδόθηκαν περί κατάχρησης της εθνικής κάσσας ήταν συκοφαντίες. Ακόμη και ο Φιλήμων που στην ιστορία του για τη Φιλική Εταιρεία τον κατηγόρησε, αναγκάστηκε να ανασκευάσει και να γίνει ένας από τους φανατικότερους φίλους του, γράφοντας μάλιστα πως ζούσε στη χειρότερη καταδίκη, αυτή του ζητιάνου, αυτός που έδωσε όλο το βιος του για την πατρίδα.
Πράγματι ο Ξάνθος έζησε παραγκωνισμένος και πάμπτωχος σε έναν οικίσκο στην οδό Νικοδήμου 27 στην Πλάκα.
Τιμήθηκε για τις υπηρεσίες του στον Αγώνα με τον Χρυσό Σταυρό του Σωτήρα και ένα (πενιχρό) επίδομα, το οποίο ποτέ δεν έλαβε.
Το άδοξο τέλος
Μέχρι τέλους της ζωής του ο Εμμανουήλ Ξάνθος ενδιαφερόταν για την πατρίδα του και συχνά παρακολουθούσε τις συνεδριάσεις της Βουλής, ώστε να ενημερώνεται για τα τεκταινόμενα.
Στις 29 Νοεμβρίου 1851, ημέρα Πέμπτη, βρισκόταν στο θεωρείο των δημοσιογράφων για να παρακολουθήσει μια θυελλώδη συνεδρίαση. Τα αίματα άναψαν και οι βουλευτές πιάστηκαν στα χέρια, αναγκάζοντας τον πρόεδρο να διακόψει τη συνεδρίαση. Ο γέροντας Ξάνθος παρασύρθηκε στις σκάλες και έπεσε από ύψος 10 μέτρων στο λιθόστρωτο. Καταλαβαίνει πως είχε φτάσει το τέλος, προσεύχεται και ζητά να κοινωνήσει. Μεταφέρθηκε στο στρατιωτικό νοσοκομείο, όπου άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 79 ετών, έχοντας θυσιάσει τα πάντα για την πατρίδα του. Αυτό ήταν το τέλος ενός από τους πρώτους «αποστόλους» και πρωταγωνιστές της εθνεγερσίας.
Ο συμβολισμός πίσω από το τέλος του
Στον θάνατο του Εμμανουήλ Ξανθού υπάρχει ένας έντονος συμβολισμός. Εχασε τη ζωή του πέφτοντας από τα σκαλιά της Βουλής. Από το οικοδόμημα δηλαδή για το οποίο είχε θυσιάσει τα πάντα και είχε μοχθήσει. Η κόρη του Ασπασία συνέχισε τη ζωή της παίρνοντας τη σύνταξη του πατέρα της, δηλαδή 150 δραχμές, όταν ο μηνιαίος μισθός των βουλευτών ήταν 3.000 δραχμές.

