Ελλάδα – Ε.Ε.: Μια πολυτάραχη σχέση
40 χρόνια από την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) το 1981 – Παρά τα προβλήματα και τις περιπέτειες, η περίοδος αυτή υπήρξε ίσως η καλύτερη στη 200ετή πορεία της χώρας
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Εφέτος, 2021, δεν συμπληρώνονται μόνο 200 χρόνια από την Ελληνική Παλιγγενεσία (1821) αλλά και σαράντα (40) χρόνια από την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ), τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) το 1981. Τα σαράντα χρόνια συμμετοχής της χώρας στην Ενωση υπήρξαν ομολογουμένως περιπετειώδη. Τα έζησα από την πρώτη στιγμή συμμετέχοντας στις διαπραγματεύσεις ένταξης δίπλα στους αείμνηστους πρέσβεις Β. Θεοδωρόπουλο και Ντ. Λυμπερόπουλο. Ελάχιστοι σήμερα (ΚΚΕ και κάποιοι άλλοι) μπορούν να αρνηθούν ότι για την Ελλάδα, παρά τα προβλήματα και τις περιπέτειες, τα σαράντα χρόνια υπήρξαν τα καλύτερα ίσως χρόνια της 200ετούς πορείας της χώρας. Η Ελλάδα ωφελήθηκε σημαντικά τόσο στον πολιτικό τομέα (εδραίωση δημοκρατίας, ενίσχυση ασφάλειας, ανεξαρτησίας, απαλλαγή από εξαρτήσεις κ.ά.) όσο και στον κοινωνικό – οικονομικό τομέα (ανάπτυξη οικονομίας, περιορισμένος εκσυγχρονισμός παραγωγής, υιοθέτηση πολιτικών προστασίας του περιβάλλοντος, δημιουργία βασικών υποδομών κ.ά.). Και κυρίως με τη συμμετοχή της στην Ενωση η χώρα απάντησε οριστικά στο υπαρξιακό ερώτημα «Πού ανήκει η Ελλάδα, σε Δύση ή Ανατολή;». Ανήκει στην Ευρώπη με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Δεν αξιοποίησε όμως η Ελλάδα την Ευρωπαϊκή Ενωση με τον τρόπο που θα μεγιστοποιούσε τα οφέλη αυτά και θα απέφευγε τα μοιραία προβλήματα και λάθη που την οδήγησαν άλλωστε και στην επώδυνη κρίση της δεκαετίας 2010-2020. Κυρίως γιατί δεν «είδε» την Ενωση ως ευκαιρία για ριζικές μεταρρυθμίσεις παρά σε ορισμένες περιορισμένες χρονικές περιόδους, όπως αυτή του 1996-2004, διακυβέρνησης Κ. Σημίτη. Παρ’ όλα αυτά η Ελλάδα εξακολουθεί και σήμερα να είναι ανάμεσα στις 35 περισσότερο ανεπτυγμένες χώρες παγκοσμίως (32η για την ακρίβεια, ΟΗΕ, Human Development Index).
Τρεις εσφαλμένες παραδοχές
Η Ελλάδα εντάχθηκε στην Ενωση το 1981 με τρεις εσφαλμένες βασικές υποθέσεις – παραδοχές. Η πρώτη υπόθεση ήταν αυτή που έλεγε ότι η χώρα ήταν «εξ ορισμού Ευρώπη» και ως εκ τούτου δεν χρειαζόταν να κάνει σχεδόν τίποτα για να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις της Ευρώπης. Αλλά και οι ξένες, ευρωπαϊκές ηγεσίες της περιόδου εκείνης ενίσχυαν την απατηλή αυτή υπόθεση λέγοντας ότι «η Ευρώπη δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς την Ελλάδα» και ότι «η Ευρώπη είναι Ελλάδα και η Ελλάδα είναι Ευρώπη». Η Ελλάδα ήταν βεβαίως Ευρώπη, αλλά όχι με τις απαιτήσεις της ενοποιούμενης Ευρώπης της ΕΟΚ του 1981. Της σύγχρονης δηλαδή ευρωπαϊκής πραγματικότητας που απαιτούσε προσαρμογές και μεταρρυθμίσεις. Η αδυναμία μεταρρύθμισης κατέστησε την Ελλάδα ένα οξύ πρόβλημα στην Ενωση, με αποτέλεσμα αρκετοί ηγέτες να εκφράζουν τη μεταμέλειά τους για την υποστήριξη που είχαν δώσει στην ένταξη ή να αναζητούν τρόπους αποβολής της χώρας από την ΕΕ. Η δεύτερη υπόθεση ήταν αυτή που έλεγε ότι η Ευρώπη θα όφειλε να προστατεύει πάντοτε την Ελλάδα απέναντι σε κάθε ξένη επιβουλή. Η Ελλάδα είδε δηλαδή την Ενωση ως ένα οιονεί υποκατάστατο των παραδοσιακών προστάτιδων δυνάμεων. Ετσι η χώρα συνεχώς ζητούσε από την Ενωση/ΕΟΚ υποστήριξη και αλληλεγγύη. Και βεβαίως η Ενωση όφειλε να στηρίζει την Ελλάδα, αλλά και η Ελλάδα από την πλευρά της όφειλε να κατανοήσει ότι η υποστήριξη/αλληλεγγύη δεν είναι μονόδρομος. Είναι δρόμος διπλής κατεύθυνσης. Θα όφειλε και η ίδια να παράσχει τη δική της υποστήριξη και αλληλεγγύη.
Και η τρίτη υπόθεση ήταν αυτή που έλεγε ότι, αν και Ευρώπη, η Ελλάδα ήταν ταυτόχρονα και μια «ειδική περίπτωση» (Special case) και επομένως χρειαζόταν ειδική μεταχείριση, ειδικά μέτρα και προγράμματα για τη στήριξή της (Μνημόνιο 1982 – Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα, ΜΟΠ κ.ά.). Ουσιαστικά η αναφορά σε «ειδική περίπτωση» ήταν ένα επιχείρημα από πλευράς Ελλάδας προκειμένου να αποφύγει τις επώδυνες μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο η Ελλάδα ως μέλος συνέβαλε στην ανάπτυξη της Ενωσης σε σημαντικούς τομείς, από τη διεύρυνση (Κύπρος, Βαλκάνια, κ.λπ.) μέχρι τον εμπλουτισμό των πολιτικών της ΕΕ (διαθρωτική πολιτική συνοχής, κοινή αμυντική πολιτική, ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής κ.λπ).
Βαθύτερη ενοποίηση
Και το σημαντικό είναι ότι παρά τα προβλήματα η Ελλάδα κατάφερε να παραμείνει στον εσωτερικό πυρήνα της Ενωσης με συμμετοχή σε όλες τις ενοποιητικές διαδικασίες, από την ευρωζώνη (ΟΝΕ) μέχρι την αμυντική πολιτική κ.λπ. Ενώ παράλληλα έχει διαμορφώσει βασική πολιτική συναίνεση υπέρ της συμμετοχής στην ΕΕ και υπέρ της βαθύτερης ενοποίησης. Από εδώ και πέρα (και ενώ αρχίζει η Ευρωπαϊκή Συνέλευση των Πολιτών για το Μέλλον της Ευρώπης) η Ελλάδα θα πρέπει να εστιάσει σε τρεις βασικούς τομείς για την παραπέρα βαθύτερη ενοποίηση:
1. Ευρωπαϊκή δημοκρατία – θεσμοί ΕΕ, συμμετοχή πολιτών κ.ά.
2. Ευρωπαϊκή άμυνα, κοινή εξωτερική πολιτική. Η ανάπτυξη της ευρωπαϊκής άμυνας θα πρέπει να συμπεριλάβει ως κύριο στόχο και την εγγύηση – όχι απλώς προστασία – των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ.
3. Κοινωνική Ευρώπη με όλες τις συνοδευτικές πολιτικές (συνοχή, υγεία, κλιματική αλλαγή κ.ά.).
Στο τέλος της επόμενης 40ετίας, όταν κάποιος θα γράφει ένα παρεμφερές κείμενο, ελπίζω να μπορεί να διαπιστώσει ότι η Ενωση υπάρχει ως ολοκληρωμένη ομοσπονδία με την Ελλάδα ως ισχυρό μέλος της…
+++++++
Ο κ. Παναγιώτης Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος του ΥΠΕΞ και μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Από τις εκδόσεις Θεμέλιο κυκλοφορεί το νέο βιβλίο του «Επιτεύγματα και στρατηγικά λάθη της εξωτερικής πολιτικής της Μεταπολίτευσης».

