Έντυπη Έκδοση Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους Την είσοδό του στην πεζογραφία (χωρίς έκτοτε να εγκαταλείψει ποτέ την ποίηση) ο Χάρης Βλαβιανός την έκανε προ πενταετίας με το μυθιστόρημα Το αίμα νερό (2015). Συνομιλώντας με αυτό που ονομάζουμε «εξομολογητικό μυθιστόρημα», ο Βλαβιανός σπεύδει να αποκαλύψει στο πρώτο πεζογραφικό του βιβλίο τρεις βαθμούς εξορίας του αυτοβιογραφικού του εγώ: πρώτα ο διάπλους του Ατλαντικού από τον πατέρα και η εγκατάστασή του στη Βραζιλία, ύστερα η απομάκρυνση και η ψυχρότητα της μάνας στην Ιταλία και κατόπιν το σχολείο των Αναβρύτων του γιου στην Αθήνα, το οποίο καλύπτει με τα τείχη του όλη την εξωτερική πραγματικότητα του ήρωα-αφηγητή.
Με το «μυθοπλαστικό ντοκουμέντο» (όπως ο ίδιος εύστοχα το έχει χαρακτηρίσει) Το κρυφό ημερολόγιο του Χίτλερ. Φυλακές Λάντσμπεργκ, Νοέμβριος 1923-Δεκέμβριος 1924 (2016), ο Βλαβιανός θα προχωρήσει σε μια μελέτη η οποία ενσωματώνει στον φανταστικό ιστό της τις μεγάλες γραμμές και τις μικρές λεπτομέρειες της ιστορικής έρευνας για τον Χίτλερ (από τη μια ο διαβόητος Αγών μου, ο Νίτσε και ο Ρόζενμπεργκ και από την άλλη η αποστροφή για το αλκοόλ και η λατρεία των γλυκών), χωρίς να απομακρύνεται ούτε βήμα από τα πορίσματά της. Ο Χίτλερ αποτελεί εν προκειμένω, λιγότερο από λογοτεχνικό πρόσωπο, ένα φερέφωνο του αρχειακού εαυτού του – ένα ιστορικό αντηχείο της ιδεολογίας του.
Με μικροπερίοδες, παντελώς αδιακόσμητες φράσεις, που επιτρέπουν στη φωτιά των αισθημάτων του να καίει μόνο κάτω από την επιφάνεια των λέξεων, αλλά και με τη δύναμη να φτιάχνει χαρακτήρες, ο Βλαβιανός μεταμορφώνει στο Αίμα νερό το βίωμα της πατρικής και της μητρικής απουσίας σε χαμηλόφωνο δράμα: ένα δράμα το οποίο ακριβώς εξαιτίας των χαμηλών του τόνων αγγίζει προσεκτικά και σε βάθος τον οποιονδήποτε παραλήπτη.
Ιδιος πυρήνας
Από αυτόν ακριβώς τον πυρήνα προέρχεται και το δεύτερο αμιγώς πεζογραφικό και αυτοβιογραφικό βιβλίο του Βλαβιανού, το πρόσφατο Τώρα θα μιλήσω εγώ, που είναι μια αφήγηση για τη θανατηφόρα εμπλοκή της ετεροθαλούς αδελφής του Μαρίνας με τον κόσμο των ναρκωτικών. Και τα τρία πεζά του Βλαβιανού βασίζονται στον πρωτοπρόσωπο λόγο του αφηγητή: στο Αίμα νερό μιλάει ο αποσυνάγωγος γιος, στο Κρυφό ημερολόγιο, όπως είδαμε, ο έγκλειστος Χίτλερ, προτού περάσει τις πύλες της καγκελαρίας, και στο Τώρα θα μιλήσω εγώ, η επίσης αποσυνάγωγη και παντελώς εγκαταλελειμμένη Μαρίνα.
Η Μαρίνα ζει καθημερινά στο πετσί της την αποξένωση και την εξορία, όπως και ο αδελφός της στο Αίμα νερό, με τη διαφορά πως ελλείψει του οποιουδήποτε εσωτερικού και εξωτερικού στηρίγματος οδηγείται με σχεδόν μαθηματική ακρίβεια στην ήττα. Αν ο αδελφός βρίσκει καταφύγιο και διέξοδο στην τέχνη, διατηρώντας μια έστω συμβατική επαφή με τον πατέρα του στη Λατινική Αμερική, εκείνη ξεκόβει τελείως από τον δικό της πατέρα (ή μάλλον ο ίδιος την αφήνει στη μέση του πουθενά) και στρέφεται με βαθύ μίσος εναντίον της μητέρας της, κατηγορώντας την κυρίως για τον αθεράπευτο εγωκεντρισμό της. Και η σχέση με τον αδελφό, εν τούτοις, που δεν διαβρώθηκε ποτέ από αρνητικά αισθήματα, θα μείνει στα αζήτητα αφού τα ναρκωτικά μπορούν να διαμελίσουν το σύμπαν.
Εκείνο που πρωτίστως πετυχαίνει ο Βλαβιανός στο βιβλίο του είναι να επιτρέψει στον μονόλογο της Μαρίνας να πάει πέρα από το μίσος κατά της μάνας, εφόσον μετά το τέλος της η ίδια θα καταλήξει στην πλήρη απόγνωση και στον θάνατο – έναν θάνατο ο οποίος λίγο απέχει από την αυτοκτονία και μέσω του οποίου η αφήγηση κατορθώνει εν τέλει να λυτρώσει το σπαραγμένο της υποκείμενο – όχι με καταγγελίες και φωνές και ενδοοικογενειακή μεμψιμοιρία, αλλά σαν ένα βαθύ πένθος για όσα χάθηκαν δίχως το παραμικρό κέρδος, σαν μια ελεγεία για την αλόγιστη και την ανεπανόρθωτη απώλεια.