Eίναι ανοιξιάτικη αλλεργία ή COVID-19;
Τα συμπτώματα της αλλεργικής ρινίτιδας που «βασιλεύει» αυτή την περίοδο συγχέονται συχνά με εκείνα της νόσου που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός – Πώς θα τα διαχωρίσουμε και τι πρέπει να ξέρουμε
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Μπορεί το πανδημικό Πάσχα που μόλις γιορτάσαμε να μη θύμιζε (για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά) την παλιά κανονική ζωή μας, ωστόσο γύρω μας η άνοιξη, που βρίσκεται στο απόγειό της, έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι η φύση ακολουθεί τον δικό της ρυθμό κανονικότητας χωρίς να υπολογίζει τον νέο κορωνοϊό. Η φύση λοιπόν οργιάζει αυτή την εποχή και μαζί της οργιάζουν – θέλοντας και μη – και οι αλλεργίες, με την αλλεργική ρινίτιδα να «μεσουρανεί». Και να πώς η COVID-19 τρυπώνει πλέον παντού, ακόμη και σε ένα «ανοιξιάτικο» θέμα, καθώς τα αρχικά συμπτώματα που προκαλεί συχνά μοιάζουν με εκείνα της αλλεργικής ρινίτιδας. Να… φτερνιστεί λοιπόν κάποιος ή να μη φτερνιστεί και αν φτερνιστεί, είναι COVID-19 ή αλλεργία; Και αν είναι αλλεργία, πού μπορεί να οφείλεται και ποιες λύσεις υπάρχουν; αναρωτιούνται πάρα πολλοί άνθρωποι ετούτη την περίοδο. Το ΒΗΜΑ-Science προσπαθεί σήμερα να ξεδιαλύνει το θολό από τη γύρη αλλεργικό τοπίο την εποχή του νέου κορωνοϊού με τη βοήθεια της αλλεργιολόγου, προέδρου της Ελληνικής Εταιρείας Αλλεργιολογίας και Κλινικής Ανοσολογίας Ζωής Δεμέστιχα.
Σύγχυση συμπτωμάτων
Οπως αναφέρει η κυρία Δεμέστιχα, «δεν είναι λίγες οι φορές που τα αρχικά συμπτώματα της COVID-19 συγχέονται από τους ασθενείς με εκείνα της αλλεργικής ρινίτιδας, η οποία εμφανίζεται με μεγάλη συχνότητα στον πληθυσμό – εκτιμάται ότι πλήττει έναν στους τέσσερις εφήβους και ενηλίκους παραγωγικής ηλικίας κατά μέσο όρο, καθώς και το περίπου 15% των ατόμων μεγαλύτερων ηλικιών». Η ειδικός εξηγεί ότι τα συμπτώματα της αλλεργικής ρινίτιδας αφορούν ρινική απόφραξη (το γνωστό μας μπούκωμα) η οποία συχνά επηρεάζει την όσφρηση και τη γεύση, ρινική καταρροή (κοινώς συνάχι) με υδαρείς και διαυγείς εκκρίσεις, παροξυσμικά φτερνίσματα και κνησμό στη μύτη, όπως και κνησμό του φάρυγγα αλλά και της μαλθακής υπερώας των αφτιών. Απόρροια αυτών των συμπτωμάτων είναι ότι το άτομο αναπνέει συνήθως από το στόμα, γεγονός που οδηγεί σε εύκολη κόπωση, κεφαλαλγία, επιπτώσεις στον ύπνο, αδυναμία συγκέντρωσης, εκνευρισμό, ψυχική αστάθεια με επακόλουθη μειωμένη απόδοση στην εργασία ή στο σχολείο. «Η μη ορθή αντιμετώπιση της νόσου προκαλεί επιπλοκές όπως παραρρινικολπίτιδα (ιγμορίτιδα) και μέση ωτίτιδα. Η νόσος σταδιακά από εποχική γίνεται χρόνια, με τον ασθενή να υποφέρει όλο το έτος από συμπτώματα και να είναι υποχρεωμένος να λαμβάνει συνεχώς φαρμακευτική αγωγή».
Τα αλλεργικά αυτά συμπτώματα μοιάζουν όμως με εκείνα που χαρακτηρίζουν την έναρξη της COVID-19, όπως η ρινική απόφραξη, η απώλεια όσφρησης και γεύσης, η καταρροή, οι πονοκέφαλοι. Πώς θα καταλάβει κάποιος ότι δεν πάσχει από αλλεργική ρινίτιδα, αλλά ότι πιθανώς ο νέος κορωνοϊός τού έχει χτυπήσει την πόρτα; Η κυρία Δεμέστιχα διευκρινίζει ότι τα συμπτώματα της αλλεργικής ρινίτιδας χαρακτηρίζονται από επαναληψιμότητα κάθε άνοιξη και εμφανίζονται συνήθως σε άτομα παραγωγικής ηλικίας, που καταφέρνουν όμως να εκτελούν τις καθημερινές τους δραστηριότητες χωρίς να χρειάζεται να χάσουν εργατοώρες ή να νοσηλευτούν σε νοσοκομείο. «Αντιθέτως, αυτοί που προσβάλλονται από κορωνοϊό έχουν όψη πάσχοντος και παραμένουν κλινήρεις, αφού μπορεί να παρουσιάσουν πυρετό και μάλιστα συχνά υψηλό, ρίγη, δυσκολία στην αναπνοή, κακουχία, μυαλγίες, αρθραλγίες, ξηρό βήχα, πονόλαιμο, κεφαλαλγία, δύσπνοια, διαταραχές από το γαστρεντερικό σύστημα με διάρροιες ή και εμέτους, ανοσμία και αγευσία. Οι ασθενείς αυτοί δεν μπορούν να συνεχίσουν την εργασία τους, χειρωνακτική ή πνευματική, αφού ο πυρετός και η καταβολή δυνάμεων τους καθηλώνουν».
Διαφοροδιάγνωση
Μείζονος διαφοροδιαγνωστικής σημασίας στοιχείο μεταξύ της αλλεργικής ρινίτιδας και της νόσου COVID-19 είναι ο πυρετός, η μεγάλη καταβολή δυνάμεων και οι αρθραλγίες – μυαλγίες, επισημαίνει η ειδικός. «Η αλλεργική φλεγμονή που προσβάλλει το αναπνευστικό σύστημα προκαλείται από εξωγενείς παράγοντες, ήτοι από γύρεις αεροαλλεργιογόνων, δεν προκαλείται από λοιμογόνους παράγοντες, δηλαδή από ιούς ή μικρόβια, πρόκειται για άσηπτη φλεγμονή. Στην αλλεργική ρινίτιδα θα εμφανιστεί πυρετός μόνο λόγω της ύπαρξης επιπλοκών όπως η παραρρινοκολπίτιδα (ιγμορίτιδα) ή κάποια επιμόλυνση».
Η αλλεργική ρινίτιδα, η «βασίλισσα» των αλλεργικών προβλημάτων της άνοιξης, συνήθως δεν «χτυπά» μόνη, έχει και… συνεργούς. «Στην πλειονότητα των ασθενών συνυπάρχει με αλλεργική επιπεφυκίτιδα, η οποία χαρακτηρίζεται από κνησμό, ερυθρότητα και οίδημα ματιών, δακρύρροια και φωτοφοβία. Σε σημαντικό αριθμό ασθενών με εποχική αλλεργική ρινίτιδα παρουσιάζονται επίσης συμπτώματα αλλεργικού άσθματος με ξηρό έντονο βήχα επιδεινούμενο τη νύχτα, δύσπνοια και συριγμό» σημειώνει η κυρία Δεμέστιχα και προσθέτει ότι, σύμφωνα με επιδημιολογικές μελέτες, το 45% των ασθενών με αλλεργική ρινίτιδα εμφανίζει και άσθμα ενώ το 80% των ασθματικών ασθενών έχει και αλλεργική ρινίτιδα. «Εκτιμάται πως από τους πάσχοντες από αλλεργική ρινίτιδα το 50% θα παρουσιάσει αλλεργικό άσθμα, αφού υπάρχουν παθογενετικές ενδείξεις της σχέσης των δύο νοσημάτων – για αυτόν τον λόγο και μιλάμε για «νόσο ενιαίων αεραγωγών»».
Κομβικής σημασίας για την τόσο διαδεδομένη αλλεργική ρινίτιδα είναι η σωστή διάγνωση και θεραπεία της. Η πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αλλεργιολογίας και Κλινικής Ανοσολογίας εξηγεί ότι η διάγνωση βασίζεται στο ιστορικό του ασθενούς και στην αντικειμενική εξέτασή του. «Ο ασθενής υποβάλλεται σε δερμοαντιδράσεις διά νυγμού σε μείζονα και ελάσσονα αεροαλλεργιογόνα. Σημαντική είναι η αξιολόγηση των τεστ από αλλεργιολόγο, που με βάση τη βαθιά γνώση αεροβιολογίας και ανοσολογίας εκτιμά ποιο ή ποια είναι τα αλλεργιογόνα που προκαλούν τη νόσο».
Θεραπεία αλλεργιών
Με βάση τα αποτελέσματα των τεστ επιλέγεται η θεραπευτική προσέγγιση και η διάρκειά της. «Η θεραπεία έχει δυο πυλώνες: ο πρώτος είναι η φαρμακευτική αγωγή που στοχεύει στην υποχώρηση των συμπτωμάτων και ο δεύτερος η απευαισθητοποίηση». Η απευαισθητοποίηση (ανοσοθεραπεία) είναι μια θεραπεία που χτυπά το πρόβλημα στη ρίζα του. «Είναι αιτιολογική θεραπεία αφού στοχεύει στην αιτία που δημιουργεί τα συμπτώματα» λέει η κυρία Δεμέστιχα και περιγράφει ότι ο ασθενής ύστερα από εύλογο διάστημα από την έναρξη της θεραπείας μπορεί να εκτίθεται στα ενοχοποιούμενα αλλεργιογόνα χωρίς να εμφανίζει συμπτώματα. Εκτός όμως από την εξάλειψη των συμπτωμάτων της αλλεργικής ρινίτιδας, η ανοσοθεραπεία προσφέρει ένα επιπλέον τεράστιο όφελος στον ασθενή, αφού τον προστατεύει από το άσθμα. «Το άσθμα σε πολλές περιπτώσεις δημιουργεί βλάβες μη αναστρέψιμες και, όπως προείπαμε, το ποσοστό των ατόμων που έχουν αλλεργική ρινίτιδα και θα εμφανίσουν συγχρόνως άσθμα είναι μεγάλο». Τα σκευάσματα απευαισθητοποίησης υπάρχουν σε ενέσιμη μορφή και σε υπογλώσσιες σταγόνες. Η επιλογή γίνεται από τον αλλεργιολόγο με τη σύμφωνη γνώμη του ασθενούς και η θεραπεία διαρκεί μια πενταετία. «Η γνώση και η εμπειρία του αλλεργιολόγου μαζί με τη συμμόρφωση του ασθενούς είναι στοιχεία-«κλειδιά» για την επιτυχία της ανοσοθεραπείας. Η ανοσοθεραπεία δεν έχει βλαπτικές συνέπειες για τον ασθενή, δεν επηρεάζει την υγεία ή την καθημερινότητά του – αντιθέτως τον προστατεύει και δίνει λύση στο πρόβλημά του. Στους έχοντες χρόνιο πρόβλημα και ειδικά σε αυτούς που πάσχουν από σοβαρό αλλεργικό άσθμα χορηγούνται μονοκλωνικά αντισώματα που τους εξασφαλίζουν καλύτερη ποιότητα ζωής» λέει η ειδικός.
Κλείνοντας η κυρία Δεμέστιχα επιθυμεί να τονίσει ότι οι αλλεργιολόγοι έχουν στη φαρέτρα τους αποδεδειγμένες επιστημονικώς θεραπευτικές λύσεις με τις οποίες μπορούν να προσφέρουν καλύτερη ποιότητα ζωής στα εκατομμύρια αλλεργικά άτομα. «Οι αλλεργικοί ασθενείς δεν θα πρέπει να παραμελούν τη θεραπεία τους ή να δέχονται να υποθεραπεύονται, διότι η αλλεργική φλεγμονή δεν εξαλείφεται και το πρόβλημά τους θα διογκώνεται με την πάροδο του χρόνου». Οι λύσεις λοιπόν προς την «ελευθερία» από τις αλλεργίες υπάρχουν, φτάνει τα αλλεργικά άτομα να τις ακολουθήσουν για να μη μένουν εγκλωβισμένα σε ένα πρόβλημα που θα έρχεται και θα επανέρχεται, ακόμη και όταν η COVID-19 παρέλθει (τουλάχιστον με τη δριμύτητα που μας χτυπά σήμερα)…
Οι κύριοι «ένοχοι» για την έξαρση των συμπτωμάτων
Η χώρα μας έχει μια πλουσιότατη χλωρίδα που αριθμεί περί τα 6.000 είδη φυτών. Με τέτοιο φυτικό πλούτο είναι επόμενο κάθε άνοιξη η ανθοφορία, που οδηγεί σε αυξημένη γυρεοφορία, να έχει ως «παράπλευρη απώλεια» την έξαρση των συμπτωμάτων στα αλλεργικά άτομα. «Μεταξύ των φυτών της χώρας μας υπάρχουν και μείζονα αλλεργιογόνα φυτά – πρόκειται για αυτά που με την αερομεταφερόμενη γύρη τους προκαλούν αναπνευστική αλλεργία στο μεγαλύτερο ποσοστό των αλλεργικών ατόμων μιας χώρας» αναφέρει η κυρία Δεμέστιχα και εξηγεί ότι τα μείζονα αλλεργιογόνα φυτά στον ελλαδικό χώρο είναι οι αγρωστίδες (αγριοσιτηρά – πόες – γρασίδια), η ελξίνη – παριετάρια (περδικάκι – παρθενούλι – κολτσίδα) και τα δέντρα με πρωταγωνιστή για τη Μεσόγειο την ελιά. Μελέτη που είχε διεξαχθεί σε ατοπικούς ευαισθητοποιημένους σε αεροαλλεργιογόνα κατοίκους της Αττικής (Κοντού – Φίλη – Δεμέστιχα, Λαϊκό Νοσοκομείο, 2001-2002) είχε δείξει ότι η ελξίνη – παριετάρια ήταν η κύρια «ένοχη» για αλλεργίες πλήττοντας το 47,6% των πασχόντων από αναπνευστική αλλεργία, ενώ ακολουθούσαν τα αγρωστώδη (38,8%) και η ελιά (36,8%). «Και τα τρία μείζονα αλλεργιογόνα, ήτοι αγρωστώδη, παριετάρια και ελιά, ανθοφορούν και κυκλοφορούν οι γυρεόκοκκοί τους τον Απρίλιο και τον Μάιο – πρόκειται για την περίοδο κατά την οποία καταγράφεται και η μεγαλύτερη έξαρση των αλλεργικών συμπτωμάτων. Πρέπει να σημειωθεί ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των αλλεργικών ατόμων είναι πολυευαίσθητα και παρουσιάζουν ευαισθησία σε δύο ή περισσότερα αλλεργιογόνα» λέει η αλλεργιολόγος.
Η μεγαλύτερη απελευθέρωση γυρεοκόκκων γίνεται τις πρωινές ώρες (9-10 π.μ.), αφού για να εκτοξευτούν οι γυρεόκοκκοι χρειάζονται τη θερμότητα της ηλιακής ακτινοβολίας. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν υπάρχουν αλλεργιογόνες γύρεις όταν επικρατούν χαμηλές θερμοκρασίες.
Σαν να μην έφτανε η ανοιξιάτικη γύρη που πλανάται παντού γύρω ταλαιπωρώντας τα αλλεργικά άτομα, η κατάσταση γίνεται ακόμη χειρότερη στα αστικά περιβάλλοντα λόγω των ατμοσφαιρικών ρύπων. Η κυρία Δεμέστιχα περιγράφει ότι «οι ατμοσφαιρικοί ρύποι επηρεάζουν δυσμενώς την αλλεργιογόνο δράση των γυρεοκόκκων αφού αλλάζουν την πρωτεϊνική σύνθεσή τους. Η προσκόλληση των ρύπων στην επιφάνεια των γυρεοκόκκων τους καθιστά ερεθιστικούς και πιο διεισδυτικούς, με αποτέλεσμα να προκαλούν μεγάλης βαρύτητας συμπτώματα σε εύρος και σε ένταση και να οδηγούν σε περαιτέρω επιβάρυνση του αναπνευστικού συστήματος των αλλεργικών ατόμων».
Τι πρέπει να αποφεύγουν την άνοιξη οι πάσχοντες
Επειδή τα αεροαλλεργιογόνα βρίσκονται στον ατμοσφαιρικό αέρα είναι αδύνατον να τα αποφύγουμε πλήρως, ακόμη και φορώντας μάσκα. Για αυτό η πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αλλεργιολογίας και Κλινικής Ανοσολογίας συστήνει στους πάσχοντες από αλλεργική ρινίτιδα:
- Να μη συχνάζουν σε περιοχές με μεγάλο αλλεργιογονικό φορτίο όπως πάρκα, ελαιώνες.
- Να αποφεύγουν σημεία όπου κουρεύεται το γκαζόν.
- Να μην ασχολούνται με κηπουρικές εργασίες την άνοιξη.
- Να προτιμούν τις επισκέψεις στις παραθαλάσσιες περιοχές.
- Να φορούν κράνος κλειστού τύπου όταν οδηγούν μοτοσικλέτα.
- Να φορούν γυαλιά ηλίου γιατί τα μάτια αποτελούν όργανο-«στόχο» των αλλεργιογόνων.
- Να έχουν κλειστά τα παράθυρα στο αυτοκίνητο.
- Να χρησιμοποιούν κλιματιστικά στο σπίτι και στο αυτοκίνητο.
- Να μην αερίζουν το σπίτι 9 με 10 το πρωί, οπότε και λαμβάνει χώρα η απελευθέρωση της γύρης.
- Να είναι προσεκτικοί στις μετεωρολογικές αλλαγές, όπως όταν επικρατούν συνθήκες με αυξημένη θερμοκρασία, σχετική ξηρασία και αέρα, καθώς τότε υπάρχει μεγαλύτερη μεταφορά γύρης.
Τα έκδοχα των κορωνο-εμβολίων και οι κίνδυνοι
Μεγάλο «πονοκέφαλο» για τα αλλεργικά άτομα αποτελεί αυτή την περίοδο ο εμβολιασμός για τον νέο κορωνοϊό, καθώς έχουν καταγραφεί, έστω και σπάνιες, αλλεργικές αντιδράσεις μετά τη λήψη των εμβολίων. Πότε αντενδείκνυται ο εμβολιασμός για τον SARS-CoV-2 στα άτομα με αλλεργίες; Οπως απαντά η κυρία Δεμέστιχα «αντένδειξη για εμβολιασμό έχουν τα άτομα με ιστορικό αλλεργικών αντιδράσεων σε προηγούμενους εμβολιασμούς ή/και σύνδρομο ενεργοποίησης μαστοκυττάρων/ιδιοπαθή αναφυλαξία. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί και στα άτομα με επιβεβαιωμένη αλλεργία στα έκδοχα των εμβολίων». Τα εμβόλια mRNA που κυκλοφορούν διαθέτουν ένα λιπιδικό νανοσωματίδιο το οποίο κλείνει μέσα του το ευαίσθητο «φορτίο», που δεν είναι άλλο από το mRNA – το λιπιδικό αυτό νανοσωματίδιο περιέχει το έκδοχο πολυαιθυλενογλυκόλη (PEG) που κατά τη διεθνή βιβλιογραφία μπορεί να προκαλέσει αναφυλακτικές αντιδράσεις. Το συγκεκριμένο έκδοχο βοηθά να μην υποβαθμιστεί ενζυμικά το mRNA ενώ συγχρόνως δρα ως σταθεροποιητής προσφέροντας παράταση του χρόνου κυκλοφορίας και προστασία από την ανοσοαποδόμηση. Η ουσία PEG δεν είναι νέα – περιέχεται εδώ και χρόνια σε οδοντιατρικά είδη, σε καλλυντικά και σε οικιακά προϊόντα καθώς και σε φαρμακευτικά σκευάσματα, σε φάρμακα προετοιμασίας του εντέρου, σε ωσμωτικά καθαρτικά και σε μετεγχειρητικά είδη.
Η ειδικός σημειώνει ότι την προ-COVID-19 εποχή οι αναφυλακτικές αντιδράσεις που οφείλονταν στο PEG ήταν σπάνιες – είχαν αναφερθεί μόλις 74 περιστατικά παγκοσμίως από το 1977 ως το 2010. «Ωστόσο με βάση τις διεθνείς βιβλιογραφικές αναφορές, το PEG ενοχοποιήθηκε για αναφυλακτικές αντιδράσεις που προέκυψαν κατά τη διάρκεια των εμβολιασμών με τα mRNA εμβόλια. Οι αναφυλακτικές αντιδράσεις από τα εμβόλια είναι γενικώς της τάξεως των 1,31 περιστατικών ανά 1 εκατομμύριο δόσεις και η αναλογία αυτή έφθασε με τα εμβόλια για τον νέο κορωνοϊό στα 5 περιστατικά ανά 1 εκατομμύριο δόσεις. Τα άτομα με ιστορικό αλλεργικών αντιδράσεων επιβάλλεται να αξιολογηθούν από αλλεργιολόγο».
Τα άτομα πάλι με συνήθεις αλλεργίες σε φάρμακα, τροφές, αεροαλλεργιογόνα (γύρεις, ακάρεα, μύκητες, επιθήλια οικόσιτων), δηλητήρια υμενοπτέρων (μέλισσα, σφήκα) δεν έχουν αυξημένη πιθανότητα σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό να εμφανίσουν αλλεργική αντίδραση από το κορωνο-εμβόλιο, επισημαίνει η κυρία Δεμέστιχα προσθέτοντας ωστόσο ότι η επικαιροποίηση του ιστορικού τους από αλλεργιολόγο είναι απαραίτητη για τον ασφαλή εμβολιασμό τους. Τέλος, τονίζει πως τα άτομα που παρουσίασαν αναφυλακτική αντίδραση κατά την πρώτη δόση του εμβολίου αντενδείκνυται να κάνουν τη δεύτερη δόση. Σε ό,τι αφορά τα άτομα που εμφάνισαν στην πρώτη δόση αλλεργική αντίδραση όπως κνίδωση, αγγειοοίδημα κ.ά. θα πρέπει να συμβουλευθούν αλλεργιολόγο προτού λάβουν τη δεύτερη δόση του εμβολίου.

