Δημοσιονομικές πολιτικές για την ανάκαμψη από την πανδημία

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
THE PROJECT SYNDICATE
Οταν ξέσπασε η πανδημία, πριν από περίπου έναν χρόνο, οι αναμνήσεις από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 ήταν ακόμη νωπές και οι πολιτικοί χρησιμοποίησαν κάθε μέσο που είχαν στη διάθεσή τους για να διατηρήσουν την οικονομική σταθερότητα. Η αντίδραση στην προηγούμενη κρίση ήταν αργή και ασυντόνιστη, κυρίως στην Ευρώπη, διότι ουδείς τότε είχε χρειαστεί να διαχειριστεί κάτι παρόμιο στο παρελθόν. Αλλά το 2020 ήταν διαφορετικό.
Στην Ευρώπη οι κυβερνώντες παρενέβησαν μαζικά, με την ΕΚΤ να διευρύνει τον ισολογισμό της από τα 4,7 τρισ. ευρώ, που ήταν προτού ξεσπάσει η κρίση, στα 7 και πλέον τρισ. ευρώ (αντιστοιχεί στα δύο τρίτα του ΑΕΠ της ευρωζώνης). Ταυτόχρονα οι κυβερνήσεις πήραν πρωτοβουλίες για να στηρίξουν τα εισοδήματα και τις θέσεις εργασίας των πολιτών. Στις ΗΠΑ σχεδόν 40 εκατ. άνθρωποι είχαν χάσει τη δουλειά τους έως τον Μάιο του 2020, αλλά σύντομα περισσότεροι από τους μισούς είχαν βρει νέες επαγγελματικές ευκαιρίες. Εν τέλει και η Fed διεύρυνε τον ισολογισμό της.
Παρά τη δυναμική απάντηση στην κρίση, εξαιτίας της καραντίνας η Ευρώπη και οι ΗΠΑ γνώρισαν μια κάθετη πτώση της ζήτησης. Η κατανάλωση κατέρρευσε και τα νοικοκυριά αποταμίευσαν πολλή από την κρατική αρωγή που έλαβαν. Η πολιτική απάντηση στην κρίση της COVID-19 είχε ως αποτέλεσμα τη μεγάλη αύξηση της ρευστότητας των τραπεζών, που επένδυσαν στις αγορές στέλνοντας τις τιμές των μετοχών σε ύψη-ρεκόρ. Τώρα, καθώς οι καραντίνες τελειώνουν, οι κυβερνώντες πρέπει να αποφασίσουν αν θα συνεχίσουν να στηρίζουν δημοσιονομικά και νομισματικά τις οικονομίες και τους πολίτες.
Σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, ένα από τα μαθήματα από την κρίση του 2008 που εξελίχθηκε σε κοινή πεποίθηση είναι πως η σπουδή για μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων μετά το 2009 ήταν ένα λάθος. Αποδείχθηκε ότι η εξισορρόπηση των δημοσίων οικονομικών μέσω της «λιτότητας» (αυξήσεις φόρων και περικοπές δαπανών) έφερε πολύ βραδείς ρυθμούς ανάκαμψης και έξαρση του λαϊκισμού. Ακόμα και το ΔΝΤ άλλαξε θέση σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των κυβερνητικών χρεών. Αλλά οι κυβερνώντες θα πρέπει να αναρωτηθούν αν το δημοσιονομικό μάθημα της προηγούμενης κρίσης είναι εφαρμοστέο σήμερα.
Η πτώση της παραγωγής και του τζίρου σε ορισμένους τομείς δεν οφείλεται στην έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων, αλλά στους περιορισμούς των μετακινήσεων και στη διστακτικότητα πολλών καταναλωτών που φοβούνται μήπως επιμολυνθούν από τον κορωνοϊό. Υπό τις συνθήκες αυτές οι κυβερνήσεις πρέπει να συνεχίσουν να στηρίζουν τα χαμένα εισοδήματα από την πανδημία. Οταν ανοίξουν οι οικονομίες, η στήριξη αυτή μπορεί σταδιακά να αρθεί. Αλλά και τότε το χαμένο ΑΕΠ δύσκολα θα αποκατασταθεί, διότι πολλοί τομείς, όπως ο τουριστικός, θα συνεχίσουν να υπολειτουργούν.
Η εμπειρία της περυσινής χρονιάς έδειξε ότι πρόσθετες ευρείας κλίμακας μεταφορές κεφαλαίων θα αυξήσουν απλώς τις αποταμιεύσεις και δεν θα στηρίξουν τη μέση
ζήτηση. Ως εκ τούτου θα πρέπει κανείς να αποτιμά και να αξιολογεί τα ελλείμματα όχι όπως σε φυσιολογικές υφέσεις. Εν προκειμένω η χαμηλή παραγωγή και απασχόληση αποτυπώνουν τις επιπτώσεις της πανδημίας σε διάφορους τομείς και όχι μια γενική κάμψη της ζήτησης.
Υπό την έννοια αυτή, το πακέτο Μπάιντεν των 1,9 τρισ. δολαρίων δεν είναι αναγκαίο. Αν τα νοικοκυριά αποταμιεύσουν την πλειονότητα των κεφαλαίων που θα εισπράξουν, το νέο πακέτο δεν θα τονώσει πολύ τη ζήτηση. Δεν θα προκαλέσει όμως και πληθωρισμό, για τον οποίο γίνεται εσχάτως πολλή συζήτηση. Εκτιμάται ότι το πρώτο τρίμηνο του 2021 τα νοικοκυριά θα αυξήσουν κατά 8%-10% την κατανάλωσή τους, αλλά η ζήτηση αυτή δεν θα είναι ιδιαίτερα πληθωριστική διότι θα αφορά εν πολλοίς εισαγόμενα αγαθά.
Στην περίπτωση αυτή το εμπορικό ισοζύγιο των ΗΠΑ θα επιδεινωθεί περαιτέρω προς όφελος των ευρωπαίων και κινέζων παραγωγών. Ανεξάρτητα όμως από το αν θα ανεβάσει ή όχι τον πληθωρισμό, το πακέτο Μπάιντεν θα αυξήσει το αμερικανικό χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά 10 εκατοστιαίες μονάδες, με μικρό όφελος για την αμερικανική οικονομία. Το να προσπαθείς να στηρίξεις μια οικονομία που ξεκίνησε ήδη να ανακάμπτει δυναμικά είναι μια καθ’ όλα λανθασμένη ιδέα.
Ο κ. Ντάνιελ Γκρος
είναι διευθυντής του Κέντρου Ευρωπαϊκών Πολιτικών Μελετών.

