Διάλογος με ρεαλισμό
ΓΝΩΜΗ

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Στην πολιτική και στη διπλωματία γενικά είναι κακό να προτρέχεις ως προς τις εξελίξεις. Γιατί πίσω από κάθε επιφαινόμενο υπάρχει παρασκήνιο και γιατί οι πρωταγωνιστές συνήθως ελίσσονται και αναδιαμορφώνουν τις θέσεις τους ανάλογα με τα στοιχεία που προκύπτουν. Κατά τον καγκελάριο Μπίσμαρκ «πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού», αλλά αυτός ο ορισμός, μερικές δεκαετίες αργότερα, μετεξελίχθηκε από τον αμερικανό πρόεδρο Τζον Κένεντι.
Σε κάτι που ταίριαζε περισσότερο σε έναν κόσμο πιο περίπλοκο, διαμορφωμένο κατά βάση από τον Β’ Μεγάλο Πόλεμο:
«Η πολιτική δεν είναι η τέχνη του εφικτού, αλλά της ισορροπίας ανάμεσα στο δυσάρεστο και το καταστροφικό» είπε ο Κένεντι, και νομίζω πως η αναφορά του αυτή απεικονίζει ίσως καλύτερα από οτιδήποτε άλλο την κατάσταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Παρότι οι κοινωνίες, και στις δύο χώρες, είναι υπέρ του διαλόγου για τη διευθέτηση των διαφορών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, τίποτε θετικό δεν προοιωνίζεται από την επίσημη επίσκεψη του κ. Μεβλούτ Τσαβούσογλου στην Αθήνα. Και δεν είναι μόνο το γεγονός ότι ο κ. Τσαβούσογλου επέλεξε να επισκεφθεί σήμερα το πρωί τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, πριν από την επίσημη επίσκεψή του στην Αθήνα και τις συναντήσεις που θα έχει αύριο με τον έλληνα πρωθυπουργό και τον ομόλογό του υπουργό των Εξωτερικών. Πράξη που αντιβαίνει στις βασικές αρχές της διπλωματίας, και επιβαρύνεται περισσότερο από το ότι αγνοήθηκε και σχετική «παραίνεση» της ελληνικής κυβέρνησης να μην το επιχειρήσει.
Είναι και το ότι η επίσκεψη πραγματοποιείται σε μια περίοδο κατά την οποία οι τόνοι στις ελληνοτουρκικές σχέσεις εξακολουθούν να είναι υψηλοί.
Θα έπρεπε πιστεύω να προηγηθεί η απόσυρση της λεκτικής πολεμικής και των προκλήσεων σε θάλασσα και αέρα, πριν από οτιδήποτε άλλο.
Οι Τούρκοι όμως επιμένουν στον ίδιο λανθασμένο δρόμο, παρότι γνωρίζουν πόσο καταστροφικό είναι αυτό και για τις δύο οικονομίες.
Δεν είμαι αισιόδοξος λοιπόν για τα αποτελέσματα της επίσκεψης Τσαβούσογλου. Φοβούμαι ότι γίνεται τη λάθος στιγμή, χωρίς καν να έχει σβήσει ο απόηχος των όσων συνέβησαν κατά την επίσκεψη του υπουργού κ. Δένδια στην Αγκυρα, προ 40ημέρου.
Τι διασφαλίζει ότι ο κ. Τσαβούσογλου δεν θα επιχειρήσει να «ανταποδώσει» τη στάση του έλληνα υπουργού των Εξωτερικών στην έδρα του; Αν σκέφτονται κάποιοι ότι θα το αποφύγει για να δείξει τη «διαφορά», λ.χ. στην Ευρώπη που παρακολουθεί με ενδιαφέρον την προσέγγιση, θεωρώ πως είναι εκτός τόπου. Γιατί ξεχνούν ότι στην Τουρκία υπάρχει μια σκληροπυρηνική πολιτική τάξη, στην οποία θα κληθεί ο κ. Τσαβούσογλου να απολογηθεί αν δεν ανταποδώσει το «χτύπημα».
Εν τέλει, χωρίς να παραγνωρίζονται οι θετικές πλευρές αυτών των συναντήσεων, είναι απολύτως απαραίτητο να επικρατεί ρεαλισμός: κανένας διάλογος ποτέ και πουθενά δεν μπορεί να ευδοκιμήσει όταν ο ένας απαιτεί και ο άλλος απορρίπτει. Και εδώ έχουμε την Τουρκία να απαιτεί από την Ελλάδα παραχωρήσεις, τις οποίες καμία κυβέρνηση και κανένας πρωθυπουργός δεν μπορεί να κάνει δεκτές. Ούτε ως πλαίσιο συζήτησης. Οπότε τι διάλογος μπορεί να είναι αυτός;

