Για ορισμένους θεωρείται μυθική προσωπικότητα. Πρώην αξιωματικός του ισραηλινού στρατού που έζησε από την πρώτη γραμμή όλες τις μεγάλες κρίσεις που αντιμετώπισε το Ισραήλ με τους γείτονές του, αλλά και εξ απορρήτων σύμβουλος κορυφαίων πολιτικών, με τελευταίο τον πρωθυπουργό Βενιαμίν Νετανιάχου, καθώς και άνθρωπος ειδικών αποστολών, αν ο Αμος Γκιλάντ αποφάσιζε να γράψει βιβλίο με όσα έχει δει και ζήσει στη Μέση Ανατολή, θα γινόταν πιθανώς πάμπλουτος.
Επειτα από τόσα χρόνια όμως παραμένει ταπεινός και ένας άνθρωπος στον οποίο εμφανώς δεν αρέσουν οι φανφάρες – κλασικό δείγμα δηλαδή προσωπικότητας κατασταλαγμένης και σίγουρης για τον εαυτό της. «Το Βήμα» συνάντησε πριν από λίγες ημέρες τον κ. Γκιλάντ στην Αθήνα, όπου ο πρώην επικεφαλής του Γραφείου Πολιτικών και Στρατιωτικών Υποθέσεων του υπουργείου Αμυνας του Ισραήλ βρέθηκε για να μιλήσει σε διάλεξη στο πλαίσιο του 2ου Διεθνούς Συνεδρίου Χερσαίων Δυνάμεων, που πραγματοποιήθηκε πριν από μερικές ημέρες στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Σήμερα ο κ. Γκιλάντ είναι επικεφαλής του Ινστιτούτου Πολιτικής και Στρατηγικής (Institute for Policy and Strategy – IPS) του περίφημου ακαδημαϊκού ιδρύματος IDC Herzliya.

Πρωτοφανής αναβρασμός και ανατροπές

Το «μενού» της συζήτησής μας υπήρξε πλούσιο, καθώς η ευρύτερη περιοχή βρίσκεται σε πρωτοφανή αναβρασμό και ανακατάταξη. Από το 2010 και μετά ο κ. Γκιλάντ υπήρξε ένας από τους κομβικούς παίκτες στη διαμόρφωση των τριμερών συνεργασιών στην Ανατολική Μεσόγειο, μια εξέλιξη που αναμφίβολα υποβοηθήθηκε από τη ρήξη των σχέσεων Ισραήλ – Τουρκίας. Τον ρωτούμε αν οι σχέσεις Αγκυρας και Τελ Αβίβ μπορούν να επανέλθουν στο επίπεδο που βρίσκονταν ή έστω να βελτιωθούν – δεδομένων και των πρόσφατων πληροφοριών ότι οι δύο χώρες εξετάζουν την αποκατάσταση των σχέσεών τους. Ο κ. Γκιλάντ εμφανίζεται προσεκτικός και μας επισημαίνει το υψηλό διμερές εμπόριο «που ανέρχεται σε δισεκατομμύρια δολάρια, τη συνεργασία στην ενέργεια, το γεγονός ότι υπάρχουν πολύ συχνές πτήσεις από την Τουρκία προς το Ισραήλ». Και βέβαια, «στρατηγικά η Τουρκία είναι σημαντική, είναι άλλωστε χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ».
Ωστόσο, «η σχέση που υπήρχε σε θέματα ασφαλείας έχει εξαφανιστεί». Και όπως προσθέτει, «η ανανέωση αυτής της συνεργασίας με την Τουρκία είναι σήμερα δύσκολο ακόμη και να τη φανταστεί κανείς. Η Τουρκία ήταν φυσική σύμμαχος του Ισραήλ, αλλά από τότε που άλλαξε προσανατολισμό και από τότε που ανέπτυξε σχέσεις με τη Χαμάς, η κατάσταση μεταβλήθηκε». Οπως σημειώνει, με την εξαίρεση της συνεργασίας σε θέματα αντιμετώπισης της τρομοκρατίας όταν μπορούν να σωθούν ζωές, «δεν μπορώ να φανταστώ πώς η ευρύτερη συνεργασία μας στην ασφάλεια μπορεί να επανέλθει στο σημείο που ήταν – εκτός αν οι συνθήκες μεταβληθούν ξανά – διότι εκλείπει η εμπιστοσύνη».
Για τον Αμος Γκιλάντ η διαμόρφωση των τριμερών συνεργασιών στην Ανατολική Μεσόγειο και ιδιαίτερα η σύσφιγξη των σχέσεων με την Ελλάδα δεν έχει ως αφετηρία ένα μοναδικό κομβικό σημείο: «Πρόκειται για μια διαδικασία. Η Ελλάδα και το Ισραήλ έχουν πολλά κοινά λόγω πολιτισμού, Ιστορίας, στρατηγικής σημασίας της Ελλάδος για το Ισραήλ. Προσωπικά, πιστεύω ότι δεν ήταν λογικό ότι καθυστερήσαμε τόσο πολύ να λάβουμε αυτή τη στρατηγική απόφαση». Η δημιουργία μιας «βαθιάς, πολυεπίπεδης συνεργασίας στον αμυντικό τομέα, βασιζόμενης στην εμπιστοσύνη, έναντι των προκλήσεων στην ευρύτερη περιοχή» είναι αυτό που οραματίζεται.
Εμφανίζεται πάντως πιο φειδωλός στις προοπτικές κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου East Med, που από πολλούς θεωρείται κίνηση που θα άλλαζε καθοριστικά τις ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο. Αν και αναγνωρίζει την ύπαρξη ισχυρής πολιτικής βούλησης, δεν είναι βέβαιος ότι το έργο θα γίνει. «Η απόσταση είναι πολύ μεγάλη και το βάθος των υδάτων επίσης» σημειώνει. Σε ό,τι δε αφορά τις κινήσεις της Τουρκίας στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) δεν εμφανίζεται να ανησυχεί υπέρμετρα για τουρκικές προκλήσεις κατά της αμερικανικής ExxonMobil που προχωρεί προσεχώς σε γεωτρήσεις.

Κομβικής σημασίας το ζήτημα των S-400

Πόσο επηρεάζει τις περιφερειακές ισορροπίες η πρόσφατη προσέγγιση Μόσχας – Αγκυρας; «Αυτή είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση» μας απαντά. Κατά την άποψή του, «το κομβικό σημείο θα είναι η απόκτηση του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400 από την Τουρκία», καθώς όπως σημειώνει η Τουρκία είναι μια χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ με τεράστια στρατηγική σημασία για τη Δύση. «Θα φθάσει όμως η Αγκυρα στο σημείο να αλλάξει τελείως τον προσανατολισμό της;» αναρωτιέται ο κ. Γκιλάντ, χωρίς όμως να μας αποκαλύψει τι πιθανώς βλέπει στη «γυάλινη σφαίρα» του.
Η τελευταία μας ερώτηση αφορά το κατά πόσο αλλάζει η επαναφορά της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή τις σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο κ. Γκιλάντ εκτιμά ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν η μόνη υπερδύναμη και παρά τις προσπάθειες της Ρωσίας να επιτύχει κάποιου είδους ισότητα, δεν διαθέτει το βάθος του δικτύου που διατηρεί η Ουάσιγκτον στην περιοχή. Βέβαια», προσθέτει, «ο Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται να θέλει να αποσύρει αμερικανικές δυνάμεις από όλον τον κόσμο και η Μόσχα επιδιώκει να αξιοποιήσει τις πωλήσεις οπλικών συστημάτων και την παροχή πολιτικής (civilian) πυρηνικής τεχνολογίας». Αυτές οι κινήσεις όμως δεν αλλάζουν τη γενικότερη ισορροπία.

Η Τεχεράνη και το «συριακό αίνιγμα»

Αυτό που πραγματικά ανησυχεί τον Αμος Γκιλάντ είναι το Ιράν. Από τα λεγόμενά του καθίσταται σαφές ότι η ιρανική απειλή είναι υπαρξιακής φύσεως για το σύγχρονο Ισραήλ. Οπως μας εξηγεί, «το Ιράν πιέζει το Ισραήλ από τρεις πλευρές: από τον Λίβανο μέσω της Χεζμπολάχ, από τα Υψώματα του Γκολάν στη Συρία, όπου όπως φαίνεται η Τεχεράνη επιδιώκει να δημιουργήσει μόνιμες εγκαταστάσεις, αλλά και μέσω της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας». Οπως δε προσθέτει, «ποιος να το φανταζόταν ότι το Ιράν θα αποκτούσε πρόσβαση στις ζεστές θάλασσες», εννοώντας προφανώς τον περίφημο «ιρανικό διάδρομο» προς τη Μεσόγειο, προσθέτοντας παράλληλα ότι το Ιράν επενδύει εκτεταμένα στην κατασκευή πυραύλων.
Δεν υπάρχει αμφιβολία στο έμπειρο στρατηγικό μυαλό του ότι μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν μέσω πολύ σκληρών (crippling) κυρώσεων να παραλύσουν το Ιράν και ιδιαίτερα την οικονομία του. Από τα λόγια του μοιάζει να αδιαφορεί τελείως για την επίδραση και την επιρροή της ΕΕ επί του ιρανικού ζητήματος. Τον ρωτάμε αν οι σκληρές κυρώσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αλλαγή καθεστώτος στην Τεχεράνη. «Δύσκολο να πει κανείς» εκφράζει την αμφιβολία του.
Βλέπει ο κ. Γκιλάντ ένα τέλος στο «συριακό αίνιγμα»; Σύμφωνα με τη δική του εκτίμηση, ο Μπασάρ αλ Ασαντ θα αναδειχθεί νικητής του συριακού πολύχρονου εμφυλίου πολέμου. «Η συνδρομή της Ρωσίας, η οποία έγινε με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, υπήρξε καταλυτική. Θυμηθείτε την έκταση που έλεγχε ο Daesh (σ.σ.: γνωστός και ως ISIS). Ο Ασαντ όμως θα διατηρήσει τον έλεγχο της Συρίας, υποσχόμενος διάφορα πράγματα στις μειονότητες, π.χ. περισσότερη αυτονομία στους Κούρδους» μας τονίζει.