«Δεν με γοητεύει ιδιαιτέρως το επίκαιρο»
Η σκηνοθέτις και ηθοποιός μιλάει στο «Βήμα» για την παράσταση «Ματωμένος γάμος» στο Εθνικό Θέατρο και εξηγεί με ποιους τρόπους η δική της φεμινιστική ματιά εισχώρησε στον Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Μια δεκαετία έχει περάσει από την πρώτη σκηνοθεσία της Μαρίας Μαγκανάρη. Ηταν το 2012 η παράσταση «Μεσοπόλεμος». Η ελληνική λογοτεχνία μιας δραματικής περιόδου συνδιαλέχθηκε με την πολύπλευρη κρίση του παρόντος μας. Οι φιλολογικές σπουδές της ιδίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων αποτέλεσαν το υπόστρωμα για εκείνο «το βήμα παραπέρα», που, εν τω μεταξύ, είχε ασφαλώς προετοιμαστεί στη Δραματική Σχολή Βεάκη και αρκούντως δοκιμαστεί στη θεατρική ομάδα «Κανιγκούντα» ήδη από το 2005.
«Δεν ήταν έκπληξη το πέρασμά μου στη σκηνοθεσία. Πιστεύω ότι η συγκεκριμένη ματιά προϋπήρχε. Προτού ακόμη ασχοληθώ με το θέατρο, πολύ πιο πριν, υπήρχε μέσα μου η τάση για τη συστηματική ανάγνωση των κειμένων και την κατά μόνας μελέτη τους. Σε μεγάλο βαθμό η σκηνοθεσία είναι και αυτό. Τώρα σκέφτομαι ότι δεν είναι καθόλου τυχαίο που και στο θέατρο ξεκίνησα και συνέχισα εμπνεόμενη από την πεζογραφία (Χένρι Τζέιμς, Αλφρεντ Ντέμπλιν), επειδή ήταν αρχικά η λογοτεχνία εκείνη που μου αποκάλυψε με ποιους τρόπους η τέχνη, λοξά και ανατρεπτικά και δημιουργικά, ακτινογραφεί αυτό που λέμε πραγματικότητα. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στους κόλπους μιας τρίτεκνης οικογένειας στη Νέα Φιλαδέλφεια. Ο περίγυρος δεν μου έδινε καλλιτεχνικά ερεθίσματα αλλά σεβόταν τη μόρφωση, τη γνώση, τα βιβλία. Κάτι όμως δεν μου ήταν αρκετό, στην πορεία κάτι μου έλειπε. Και αυτό που, εν τέλει, με ώθησε πλήρως προς το θέατρο (και όχι μια ακαδημαϊκή διαδρομή) ήταν το σώμα και η παρουσία του, μια ανάγκη δηλαδή να βιώνεται κάτι σωματικά, η οποία με ορίζει μέχρι σήμερα. Το θέατρο είναι ακριβώς αυτός ο μαγικός χώρος που συγκεντρώνει συγχρόνως το πνεύμα μας, το σώμα μας, τις ανθρώπινες ανάγκες μας, ο χώρος που μας κάνει να αισθανόμαστε ζωντανοί» είπε στο «Βήμα» η σκηνοθέτις που, προσώρας, δεν αρνείται εντελώς και την ιδιότητα της ηθοποιού.
Η τολμηρή προσέγγιση του Λόρκα
Από το 2019, με τον «Θείο Βάνια» του Τσέχοφ, μια παράσταση που συζητήθηκε πολύ και στην οποία «διακινήθηκε ένα έντονο ψυχικό φορτίο μεταξύ ηθοποιών και θεατών», η Μαρία Μαγκανάρη πέρασε αναμφίβολα σε μια νέα φάση της καριέρας της. Και πλέον συνεργάζεται με το Εθνικό Θέατρο, σκηνοθετώντας τον «Ματωμένο γάμο» του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, ένα από τα κορυφαία έργα της νεότερης δραματουργίας.
«Τα τελευταία χρόνια θεωρήθηκε από πολλούς κάπως παρωχημένος ο Λόρκα. Προσκολλήθηκε πάνω του μια πατίνα ηθογραφική και φολκλορική, η οποία θεωρητικά δεν ταιριάζει με τις συντεταγμένες της εποχής μας. Το κατανοώ αυτό, εν μέρει. Πλην όμως διάβασα, διάβασα ξανά, προσεκτικά. Στο τέλος η Νύφη ζητεί από τη Μάνα να την αφήσει να κλάψει μαζί της. Η Μάνα το επιτρέπει, της λέει μεν να κλάψει, αλλά στην πόρτα… Αυτός ο διάλογος με συγκίνησε βαθιά, όπως παλιά. Δεν βλέπουμε το αναμενόμενο μιας συγκρουσιακής συνθήκης αλλά μια παράξενη συμφιλίωση ανάμεσά τους. Κάτι αναγνωρίζει η Μάνα (που έχει καταστεί ένας φοβερός φορέας της πατριαρχίας) στη Νύφη (στη δική της συμπεριφορά, στη φυγή της, στην οπτική της), παρότι τη θεωρεί υπεύθυνη για τον θάνατο του γιου της, του Γαμπρού, του οποίου η ίδια κατά τα λοιπά, η Μάνα δηλαδή, όπλισε το χέρι. Στη θρηνητική τελετουργία του πένθους οι γυναίκες (τρεις, μαζί με τη γυναίκα του Λεονάρντο, το υπενθυμίζω), ενώ έχουν κάθε λόγο να επιτεθούν η μία στην άλλη, δεν το κάνουν, αντιθέτως συνυπάρχουν, διότι αντιλαμβάνονται ότι συντελείται εκείνη τη στιγμή κάτι δομικό για τη γυναικεία μοίρα, η οποία σφραγίζει τα ανθρώπινα όρια, από τη γέννηση και το νανούρισμα ως την ταφή και το μοιρολόι. Η τολμηρή προσέγγιση του Λόρκα αγγίζει πια σφαίρες αρχέγονες, αρχετυπικές. Αυτό το μέρος του έργου μού άσκησε μια απίστευτη έλξη (ένιωθα ότι κάτι μου ζητείται εδώ, ότι κάτι με ψάχνει) και μου φανέρωσε πόσο φοβερά προοδευτική και προχωρημένη είναι η ματιά του Λόρκα πάνω στο γυναικείο ζήτημα γενικά και στη γυναικεία ψυχοσύνθεση ειδικά. Είναι ελάχιστοι οι άνδρες συγγραφείς που το έχουν καταφέρει αυτό και στην περίπτωση του Λόρκα (με τις αμέτρητες εμβληματικές ηρωίδες του) η απέραντη κατανόηση έχει ισχυρές συναισθηματικές αναλογίες, λόγω και της ομοφυλοφιλίας του».
Μια πράξη ουτοπικής ελευθερίας
Το ερμηνευτικό κλειδί για τη Μαρία Μαγκανάρη (η οποία βασίζεται όχι μόνο στην εξονυχιστική έρευνα αλλά και στο ένστικτό της, αποδεχόμενη πάντοτε το ρίσκο) εντοπίζεται στην τρίτη πράξη του έργου, όπου μεταξύ άλλων το Φεγγάρι (σύμβολο πολύσημο) μιλά και «κατά συνέπεια πυρπολεί ένα φαινομενικά ως τότε νατουραλιστικό σύμπαν». Ο λυρισμός του Ισπανού συνοδεύεται από μια πληθωρική εικονοποιία και έναν μουσικό ρυθμό, στοιχεία εξόχως χαρακτηριστικά, στα οποία η σκηνοθέτις απέδωσε βαρύνουσα σημασία, στην όλη αισθητική της παράστασης, «η οποία συνομιλεί με τον πυρήνα της ποιητικής του Λόρκα εν γένει, το εφήμερο, τον κύκλο της ζωής, την προσωρινότητά μας, αυτή την ένδοξη θνητότητα». Και συμπλήρωσε: «Τι είναι αυτό που κάνει τη Νύφη να το σκάσει με τον Λεονάρντο μετά τον γάμο; Συχνά ο «Mατωμένος γάμος» αντιμετωπίζεται ως ένα έργο ανεξέλεγκτου πάθους και έρωτα. Στα δικά μου τα μάτια, αυτό που πραγματώνει η Νύφη είναι κάτι άλλο, μια πράξη ακραίας και ουτοπικής ελευθερίας, η οποία βεβαίως είναι αυτοκαταστροφική μέσα στο δεδομένο πλαίσιο. Είναι, με άλλα λόγια, μια πράξη αντικοινωνική η οποία οργανώνει, εν προκειμένω, και την ίδια την τραγωδία. Βλέπω τον «Ματωμένο γάμο» ως μια έκφραση της γυναικείας επιθυμίας, ως ένα άλμα προς την αυτοδιάθεση με κάθε κόστος, ακόμη και τον αφανισμό».
Η σύνθεση και οι αποχρώσεις
Η Μαρία Μαγκανάρη παραμένει προσηλωμένη στη δική της καλλιτεχνική αναζήτηση. «Δεν με γοητεύει ιδιαιτέρως το επίκαιρο. Δηλαδή, όσο σημαντικό και κρίσιμο και ωφέλιμο ήταν το πρόσφατο ξέσπασμα του MeToo, δεν θα με οδηγούσε ποτέ από μόνο του στον Λόρκα. Νομίζω ότι αν ένα εγχείρημα δεν έχει ερείσματα εσώτερα, εξαντλείται γρήγορα, είτε πρόκειται για καταγγελία είτε για μαχητική διεκδίκηση. Πλέον με ενδιαφέρουν η σύνθεση και οι αποχρώσεις. Και το παρελθόν μονάχα στον βαθμό που, συνδεόμενο με ένα δικό μου αίτημα, ανατροφοδοτείται μέσα από μια καινούργια μορφή, κάτι που μπορεί να αφήσει το διαχρονικό να αναδυθεί ως νόημα στο σήμερα. Το ζήτημα της θέσης που έχει η γυναίκα μέσα στην οικογένεια και στην κοινωνία το φέρω μέσα μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, είναι κομμάτι μου, από τότε που πρωτοδιάβασα Σιμόν ντε Μποβουάρ στο γυμνάσιο, χωρίς απαραιτήτως να καταλαβαίνω πολλά, νιώθοντας ωστόσο πολύ περισσότερα».
«Ματωμένος γάμος» του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, σε σκηνοθεσία Μαρίας Μαγκανάρη, στο Εθνικό Θέατρο (Κτίριο Τσίλλερ – Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος»). Περισσότερα στοιχεία για τους συντελεστές, τις μέρες και τις ώρες των παραστάσεων στην ιστοσελίδα: https://www.n-t.gr/el/events/matwmenos_gamos

