Μου ζήτησε να τον βοηθήσω να ελαφρώσει τις βιβλιοθήκες του. Στις εκκαθαρίσεις είµαι αµείλικτος. Ξεφορτώνοµαι µε ευκολία ό,τι δεν είναι πλέον χρήσιµο. Οπότε γνώριζε πως το πέρασµά µου από τον χώρο του θα ήταν σαρωτικό. Αποσύραµε αρκετά βιβλία. Στον «Μεγάλο περίπατο του Πέτρου» κοντοστάθηκε. «Ηταν δώρο της νονάς µου, µήπως να τον κρατήσω;». «Η νονά σου δεν ήταν εκείνη η κυρία που δεν συµπαθούσες;». «Ναι». «Και που δεν σε συµπαθούσε ιδιαίτερα;». Ξανά «ναι». Πάρ’ τον λοιπόν και τον «Πέτρο» µέσα στην κούτα που ακολούθως θα στέλναµε στην επαρχιακή βιβλιοθήκη. Τον ακολούθησαν «Το καπλάνι της βιτρίνας», «Ο µικρός Νικόλας», η «Χάιντι», η «Οικογένεια Ροβινσώνων»…Τον είδα πως ψιλοσυγκινήθηκε. Αναµενόµενο ήταν. Ηµουν όµως αποφασισµένος να τελειώσουµε µέσα στην ηµέρα την τακτοποίηση. Διαδικασίες όπως αυτή που µπορεί και να πονέσουν ελαφρώς (κάθε βιβλίο µία ανάµνηση) πρέπει να τελειώνουν γρήγορα. Συνεχίσαµε µε τη δεύτερη κούτα. «Μόνο τον Καραγάτση µη δώσεις» µου είπε, «αυτόν θα τον κρατήσω». Δικαίως. Και εγώ τον κράτησα όταν έφτιαξα τα δικά µου ράφια. Κράτησα και το «Contre-Temps» της Μιµίκας Κρανάκη επειδή ήταν το µυθιστόρηµα το οποίο στην εφηβεία µου µε είχε συγκινήσει περισσότερο. Η τακτοποίηση στη βιβλιοθήκη του φίλου µου συνεχίστηκε για αρκετές ώρες. Παραδόξως, δεν µου έφερε πολλές αντιρρήσεις, ήταν αποφασισµένος να αποχαιρετήσει τις αναµνήσεις που κρύβονταν µέσα στις σκονισµένες σελίδες. Ανάµεσα στις οποίες βρήκαµε ένα ξεχασµένο πεντοχίλιαρο, µια λίστα µε ψώνια, κάτι λογαριασµούς του ηλεκτρικού ρεύµατος τόσο παλιούς που η παροχή έµοιαζε σχεδόν δωρεάν. Σχολιάσαµε τι όµορφα που θα ήταν να πληρωνόµασταν σε ευρώ αλλά να πληρώναµε σε δραχµές, µε τις προ 40 ετών τιµές. Κάποια στιγµή φτάσαµε στο τελευταίο ράφι, όπου βρίσκονταν η «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια». Μαύρο δερµάτινο εξώφυλλο. Πάνω του γραµµένο µε χρυσά γράµµατα: «Ιδρυτής – Ιδιοκτήτης Παύλος Δρανδάκης. Εκδοτικός Οργανισµός ο Φοίνιξ». «Αυτή δεν τη δίνω» είπε, «είναι καλή εγκυκλοπαίδεια, ο πατέρας µου την είχε περί πολλού». Ανοίγοντας τυχαία έναν τόµο, διάβασα: «Γιουγκοσλαβία: Κράτος της ΝΑ Ευρώπης αποτελούµενον από 6 οµόσπονδους λαϊκάς δηµοκρατίας». Τόσο επίκαιρη! «Ο,τι και να λες δεν τη δίνω», επέµεινε, «είναι πάντα χρήσιµη». Δεν θέλει να την αποχωριστεί επειδή του θυµίζει τον πατέρα του. Γι’ αυτό και µόνο, και ας µην το λέει. Τον καταλαβαίνω. Παρέµεινε λοιπόν στο σκονισµένο ράφι της η «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια». Οποτε µπαίνω στο σπίτι του και τη βλέπω µε πιάνει µια µικρή στενοχώρια στην ιδέα πως στην πραγµατικότητα κανένας δεν τη θέλει. Πως εκείνο που την κρατά στο ράφι της είναι η ανάµνηση του µπαµπά. Και πως και τα βιβλία γερνάνε και περνάνε στα αζήτητα. Υπάρχουν όµως άνθρωποι που τα συµπονούν, για τον έναν ή για τον άλλον λόγο, και που τα προστατεύουν. Πάντα σχολιάζω, για να πειράξω τον φίλο µου, «ακόµα εδώ είναι η παλιατζούρα;». Ωστόσο στη λέξη «παλιατζούρα» χαµηλώνω ασυναίσθητα τη φωνή µου σαν να φοβάµαι πως θα την ακούσει η εγκυκλοπαίδεια και θα πικραθεί. Κάτι συναισθηµατισµοί που µε πιάνουν κι εµένα ώρες-ώρες!