Carmen Giannattasio: «Ντίβα ήταν η Κάλλας»
Μερικές εβδομάδες προτού βρεθεί στη σκηνή του Ηρωδείου για να ερμηνεύσει τη «Nόρμα» του Μπελίνι, η ιταλίδα σοπράνο υπερηφανεύεται για την καταγωγή της από τη Μεγάλη Ελλάδα και περιγράφει την αφοσίωση και τις θυσίες που απαιτεί το λυρικό θέατρο.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Ως «Νόρμα» του Μπελίνι στη νέα παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, η Κάρμεν Τζανατάζιο θα τραγουδήσει για πρώτη φορά μπροστά στο ελληνικό κοινό. Για τη διάσημη ιταλίδα υψίφωνο η εμφάνιση στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού είναι όμως, εκτός από ντεμπούτο, και επιστροφή. Η επιστροφή της σε μια χώρα που αγαπά, όπως αποκάλυψε στη συνομιλία που είχαμε μαζί της λίγο προτού φτάσει στην Αθήνα για να ξεκινήσει πρόβες: «Μπορεί να έχω πολλά χρόνια να έρθω στην Ελλάδα», λέει, «ερχόμουν όμως μαζί με τους γονείς μου όταν ήμουν παιδί σχεδόν κάθε καλοκαίρι για διακοπές, είχα έλληνες φίλους και ήξερα και αρκετές λέξεις στα ελληνικά». Τις οποίες λέξεις άρχισε να επαναλαμβάνει αφήνοντάς με άφωνο με την τέλεια προφορά της. «Μου το έχουν πει και άλλοι πως έχω καλή προφορά», γελάει, «αλλά, εδώ που τα λέμε, έχω ιδιαίτερες σχέσεις με τη χώρα σας. Κατάγομαι από τη Magna Grecia (γεννήθηκε στο Αβελίνο, μερικά χιλιόμετρα έξω από τη Νάπολι) και το επίθετό μου προκύπτει από την ένωση δύο ελληνικών ονομάτων, «Ιωάννης» και «Αναστάσιος». Σαν να λέμε είμαι η κόρη του Ιωάννη που αναστήθηκε, δηλαδή που νίκησε τον θάνατο, είμαι η κόρη του Γιάννη του Αθάνατου!». Γελάει και πάλι δυνατά, με το ανοιχτόκαρδο γέλιο που θα ακουστεί πολλές φορές κατά τη συζήτησή μας. Και δηλώνει εκ νέου ευτυχισμένη που θα έρθει στην Ελλάδα για να τραγουδήσει αλλά και «για να φάω γύρο! Το περιμένω πώς και πώς» λέει και ξαναγελάει. Η brand ambassador παγκοσμίου αναγνωρισιμότητας οίκου κοσμημάτων, για να θυμηθούμε μια επιμέρους ιδιότητα μιας υψιφώνου που εκτός από το τραγούδι της είναι διάσημη και για το κομψό ντύσιμό της, ονειρεύεται «Greek souvlaki». Ομως η Κάρμεν Τζανατάζιο, ακόμη και αν έχει χαρακτηριστεί από τον Τύπο ντίβα της νέας γενιάς, δηλώνει μια «αυτοδημιούργητη και σκληρά εργαζόμενη γυναίκα» που θέλει να ζει τη ζωή της με όλα όσα της προσφέρει, και με τις πολυτέλειες και με τις απλές καθημερινές απολαύσεις. Αν και το φορτωμένο πρόγραμμά της δεν της αφήνει και πολλές ελευθερίες, ειδικά όταν την περιμένουν ρόλοι τόσο απαιτητικοί όσο αυτός που αναμένεται να ερμηνεύσει στο Ηρώδειο.
Τελικά, είναι η «Νόρμα» ο πιο δύσκολος ρόλος στο ρεπερτόριο της σοπράνο;
«Σίγουρα! Είναι τρομακτικά δύσκολος ρόλος!».
Γιατί;
«Για πολλούς λόγους. Επειδή απαιτεί να χρησιμοποιήσεις τα πάντα στη φωνή σου, ψηλές νότες, χαμηλές νότες, κολορατούρες… Επειδή είναι πολύ μεγάλος σε διάρκεια, οπότε πρέπει να προσέξεις, να τραγουδήσεις έξυπνα, κάνοντας οικονομία στις δυνάμεις σου, αλλιώς δεν υπάρχει περίπτωση να φτάσεις στο τέλος. Επειδή υποκριτικά ζητεί να βάλεις σε αυτόν όλα σου τα συναισθήματα, όλη σου την ψυχή, πράγμα που είναι επίσης εξοντωτικό».
Τι σκέφτεστε όταν τον τραγουδάτε;
«Κυρίως πώς θα καταφέρω να επιβιώσω μέχρι το τέλος της παράστασης (σ.σ.: γελάει). Είναι βεβαίως ένας ρόλος που δίνει στην ερμηνεύτρια μεγάλη χαρά, μεγάλες συγκινήσεις, οπότε προσπαθώ να είμαι όσο γίνεται πιο καλά προετοιμασμένη και ήρεμη για να τον απολαύσω».
Τι είδους γυναίκα είναι η Νόρμα, κατά τη γνώμη σας;
«Είναι, θα έλεγα, μια γυναίκα για όλες τις εποχές. Αν και η δράση τοποθετείται στην εποχή των δρυϊδών, μπορεί κάλλιστα να είναι ένας χαρακτήρας τραγωδίας στην αρχαία Ελλάδα, μπορεί ακόμη και να είναι μια γυναίκα στον σύγχρονο κόσμο η οποία έχει εξουσία, όπως και την ανάγκη να την αγαπήσουν και να αγαπήσει. Για εμένα, τελικά, δεν υπάρχει χρόνος και τόπος για τη Νόρμα, όπως και για όλες τις μεγάλες προσωπικότητες. Μπορεί να είναι παντού από πάντα και για πάντα, σε κάθε χώρα, σε κάθε περίοδο της Ιστορίας».
Ποιο είναι το μυστικό του τραγουδιού μπελκάντο, του είδους στο οποίο ανήκει και η «Νόρμα»;
«Το μυστικό είναι να αποδίδεις όμορφα, μελωδικά, αρμονικά τη μουσική γραμμή, δίνοντας όμως σημασία και στις λέξεις, αναδεικνύοντας τη σημασία του λόγου μέσα από τη μουσική. Να κατανοείς και να μεταδίδεις το συναίσθημα που γεννούν η μουσική αλλά και το κείμενο. Γιατί υπάρχουν τραγουδιστές οι οποίοι απλώς αναπαράγουν εκείνο που ακούν, τη μελωδία, σχεδόν ψυχρά, μηχανικά. Το αποτέλεσμα μπορεί να είναι ένας όμορφος ήχος, δίχως όμως ψυχή».
Αντιμετωπίζετε με παρόμοιο τρόπο το μπελκάντο του Μπελίνι και του Ντονιτσέτι και τον βερισμό με την έντονη θεατρικότητα του Πουτσίνι;
«Με έναν τρόπο, ναι. Νομίζω πως παρά τις επιμέρους διαφορές που έχουν τα διάφορα είδη, η κεντρική ιδέα, ο τρόπος με τον οποίο «παντρεύεις» μουσική και θέατρο, είναι ίδια. Σπούδασα με την κορυφαία τουρκάλα υψίφωνο Λεϊλά Γκεντσέρ που είχε μοιραστεί πολλούς ρόλους με τη Μαρία Κάλλας και υπήρξε και αυτή μια μεγάλη «Νόρμα». Μου έλεγε, λοιπόν, πως ακόμη και αν τραγουδήσεις την «Τουραντότ», έναν ρόλο όπου εύκολα παρασύρεσαι και «φωνάζεις», πάντα θα αναζητείς την ομορφιά στη μουσική. Μου έλεγε: «Δεν θα φωνάξεις ποτέ». Είναι, ξέρετε, πιο εύκολο να φωνάξεις μια ψηλή νότα που έρχεται forte παρά να την τραγουδήσεις. Αυτό προσπαθώ πάντα να κάνω κι εγώ, να βρίσκω τον όμορφο τρόπο, να τραγουδάω. Οπως στην «Τόσκα», στη δεύτερη πράξη της έχει ένα-δύο κόντρα ντο, στη σκηνή της πάλης με τον Σκάρπια, που σχεδόν τα φωνάζεις, όμως ακόμη και εκεί πρέπει να τα πεις με έναν τρόπο που να τους δίνεις νόημα, να μην ακούγονται απλώς σαν δύο κραυγές. Τουλάχιστον να είναι δύο… όμορφες κραυγές (σ.σ.: γελάει)».
Είστε αυστηρή στην επιλογή του ρεπερτορίου; Πώς αποφασίζετε τι θα τραγουδήσετε;
«Συνήθως δεν κάνω σχέδια, και τολμώ να πω πως δεν αποφασίζω σχεδόν τίποτα στη ζωή μου. Τα πράγματα έρχονται. Θα ακουστεί παράξενο, αλλά ακόμη και το να γίνω τραγουδίστρια δεν το αποφάσισα εγώ, άλλος το αποφάσισε. Με ενδιέφεραν οι κλασικές σπουδές, ήθελα να γίνω δημοσιογράφος. Τότε όμως με ανακάλυψε η Γκεντσέρ και είπε «θα γίνεις τραγουδίστρια». Το έκανα και συνεχίζω. Ονειρεύομαι πάντα ρόλους και αισθάνομαι τυχερή που η φωνή μου μού επιτρέπει να τραγουδάω ένα εξαιρετικά ευρύ ρεπερτόριο, από τη «Στέψη της Ποππαίας» του Μοντεβέρντι έως τον «Χορό μεταμφιεσμένων» του Βέρντι. Βεβαίως, πάντα προσέχω να μη βλάψω τη φωνή μου. Επίσης, δεν συμμετέχω σε παραγωγές που η σκηνοθεσία δεν μου αρέσει, όπου αισθάνομαι πως δεν μπορώ να την εξυπηρετήσω. Τότε λέω: «Με συγχωρείτε, αυτό δεν μπορώ να το κάνω»».
Υπάρχει κάποιος ρόλος που απολαμβάνετε περισσότερο από τους άλλους;
«Αυτή τη στιγμή, επειδή έχω τραγουδήσει την «Τόσκα», θα σας πω την Τόσκα. Είναι μια ενδιαφέρουσα και μοντέρνα, με έναν τρόπο, γυναίκα. Είναι όμως και η «Νόρμα» αγαπημένος ρόλος».
Ποιος από τους ρόλους σας δεν σας αρέσει;
«Υπάρχουν και μερικοί τέτοιοι ρόλοι (σ.σ.: γελάει), αλλά δεν θα σας τους πω γιατί τους τραγουδάω και δεν είναι ευγενικό ούτε για εκείνους που μου τους δίνουν, ούτε για το κοινό που έρχεται για να με ακούσει».
Λένε πως οι λυρικοί τραγουδιστές είστε σαν τους αθλητές, πρέπει να προσέχετε τη φυσική σας κατάσταση, να ασκείτε διαρκώς τη φωνή σας… Μελετάτε καθημερινά;
«Μπορεί να μελετήσω μια παρτιτούρα, αλλά όχι, δεν τραγουδώ καθημερινά, αυτό για εμένα είναι αδύνατον. Παλαιότερα ο Πλάθιντο Ντομίνγκο με είχε συμβουλεύσει: «Θα τραγουδάς μέρα παρά μέρα» και αυτό τηρώ μέχρι σήμερα».
Σας έχουν χαρακτηρίσει «ντίβα της νέας γενιάς». Τι σημαίνει για εσάς ο όρος «ντίβα»;
«Σημαίνει τη γυναίκα, την προσωπικότητα, που με την ξεχωριστή παρουσία και με το έργο της, με την προσφορά της, εμπνέει τους άλλους. Ντίβα ήταν η Κάλλας, η οποία εξακολουθεί τόσα χρόνια μετά τον θάνατό της να μας δίνει μαθήματα με το καλλιτεχνικό ήθος και το τραγούδι της. Είναι πολύ λίγες οι πραγματικές ντίβες».
Είστε brand ambassador των οίκων Bvlgari, Antonio Riva και Carthusia – Ι Profumi di Capri. Πόσο άνετα αισθάνεστε σε αυτούς τους ρόλους;
«Λοιπόν, και πάλι, όπως συνέβη με την καριέρα μου, δεν το κυνήγησα. Ετυχε να αρέσω σε αυτές τις φίρμες και με πλησίασαν – έτσι απλά».
Σας ενδιέφερε όμως η μόδα, δεν σας ενδιέφερε;
«Είμαι γυναίκα και όπως σε πολλές γυναίκες μου αρέσουν τα όμορφα κοσμήματα και τα όμορφα ρούχα. Τέτοιες μικρές πολυτέλειες θα με ενδιέφεραν ακόμη και αν δεν είχα γίνει τραγουδίστρια. Αισθάνομαι λοιπόν εξαιρετικά τυχερή που μεγάλα ονόματα στον χώρο της μόδας μού εμπιστεύονται τα προϊόντα τους και φροντίζουν την εικόνα μου στα ρεσιτάλ μου, στις δημόσιες εμφανίσεις μου».
Τι κάνετε όταν δεν τραγουδάτε;
«Ξεκουράζομαι, το έχω τόσο μεγάλη ανάγκη!».
Και τι μουσική ακούτε όταν ξεκουράζεστε, πάλι όπερα;
«Ακούω όλα τα είδη μουσικής, δεν ακούω όμως ποτέ όπερα όταν χαλαρώνω. Οταν π.χ. μαγειρεύω, προτιμώ oldies από τα 50s, γαλλικά τραγούδια…».
Μαγειρεύετε συχνά;
«Μου αρέσει πάρα πολύ να μαγειρεύω, επειδή όμως περνώ το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου στα δωμάτια των ξενοδοχείων, σπάνια ασχολούμαι. Ομως, σας διαβεβαιώνω, όποτε ετοιμάζω φαγητό για φίλους, το κάνω πολύ καλά!».
Απολαμβάνετε τα επαγγελματικά ταξίδια σας;
«Οταν ήμουν νεότερη τα απολάμβανα με όλη την καρδιά μου, γιατί μέσα από τη δουλειά μου μού δόθηκε η δυνατότητα να γνωρίσω όλον τον κόσμο. Τελευταίως, όλο αυτό το πηγαινέλα έχει γίνει αρκετά στρεσογόνο. Ειδικά αυτή την περίοδο, που είμαι διαρκώς με μια βαλίτσα στο χέρι, μου λείπει το σπίτι μου. Θα ήθελα να ταξιδεύω λιγότερο. Ημουν στο Αμβούργο για τον «Χορό μεταμφιεσμένων», μετά στο Βερολίνο για την «Τόσκα», μετά στο Μόναχο, πάλι για τον «Χορό μεταμφιεσμένων», από το Μόναχο θα πετάξω στην Αθήνα για τη «Νόρμα», από την Αθήνα θα πάω στην Κρακοβία… Μεγάλη κούραση! Αφήστε το πρόβλημα με τις βαλίτσες. Στη Γερμανία ήταν περίπου άνοιξη με λίγο κρύο, στην Ελλάδα θα έχει ζέστη, στην Κρακοβία θα βρέχει και θα κάνει κρύο… Πρέπει να έχεις ρούχα για όλες τις εποχές μαζί σου. Με τρεις βαλίτσες πηγαινοέρχομαι!».
Πώς θα περιγράφατε τον εαυτό σας;
«Πολύ απλά, σαν μια γυναίκα που εργάζεται σκληρά, γιατί εργάζομαι πάρα πολύ».
Χρόνος για προσωπική ζωή υπάρχει;
«Δυστυχώς ελάχιστος. Η δουλειά που κάνω απαιτεί μεγάλη αφοσίωση, δεν αφήνει πολλά περιθώρια για άλλα πράγματα. Ετσι δεν κατάφερα να κάνω τη δική μου οικογένεια και να αποκτήσω παιδιά. Δεν παραπονιέμαι όμως γι’ αυτό, γιατί είχα και έχω μια όμορφη και ενδιαφέρουσα ζωή. Είναι χαρά να βρίσκομαι στη σκηνή και να προσπαθώ να κάνω το καλύτερο που μπορώ. Εχω μια φιλοσοφία: Βλέπω το κοινό που έρχεται στο θέατρο και σκέφτομαι πως ακόμη και αν δεν αρέσει σε όλους αυτό που κάνω, ακόμη και αν οι περισσότεροι στην πραγματικότητα δεν με χρειάζονται, αν καταφέρω να συγκινήσω, να εμπνεύσω έστω έναν θεατή – το νιώθεις όταν συμβαίνει -, τότε ναι, νιώθω ικανοποιημένη!».
Πώς βλέπετε το μέλλον σας στην όπερα;
«Σκοπεύω να συνεχίσω να τραγουδώ όσο με βοηθά η φωνή μου. Με το που θα διαπιστώσω πως αρχίζουν τα προβλήματα θα αποσυρθώ, θέλω να φύγω αφήνοντας καλές εντυπώσεις, με το κεφάλι ψηλά και να αφήσω πίσω μου μια ωραία και αξιοπρεπή εικόνα».
Είστε πολύ νέα, έχετε αρκετά χρόνια ακόμη μπροστά σας…
«Κανείς δεν ξέρει!».
INFO: «Νόρμα»: Ωδείο Ηρώδου Αττικού, στις 5, 7, 9 και 11 Ιουνίου, με ελληνικούς και αγγλικούς υπέρτιτλους (η Κάρμεν Τζανατάζιο θα ερμηνεύσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στις 5, 9 και 11 του μήνα και η Μάρτζορι Οουενς στις 7).

