Σε ασκήσεις λεπτών ισορροπιών επιδίδεται η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει τα πολλαπλά μέτωπα που ανοίγουν, εν όψει του δύσκολου χειμώνα που έρχεται. Στο επίκεντρο των προσπαθειών της βρίσκεται το ζήτημα της ενεργειακής επάρκειας και η πολιτική θωράκισης των καταναλωτών από τα δυσθεώρητα κόστη ρεύματος και φυσικού αερίου.

Σύμφωνα με τα μέτρα στήριξης που ανακοινώθηκαν για τον Οκτώβριο, διαφαίνεται ότι το φυσικό αέριο μπαίνει και πάλι στο κάδρο της θέρμανσης, με την οριζόντια επιδότηση των 9 λεπτών ανά θερμική κιλοβατώρα (kWh) που προσφέρει η ΔΕΠΑ Εμπορίας, σε συνεργασία με τους υπόλοιπους παρόχους. Το μέτρο αφορά 700.000 μετρητές (αντιστοιχούν σε περίπου 1,5 εκατ. καταναλωτές).

Μάλιστα, εάν σήμερα ξεκινούσε η περίοδος θέρμανσης, και με δεδομένο ότι η χονδρεμπορική τιμή αερίου βρίσκεται κοντά στα 200 ευρώ ανά μεγαβατώρα (MWh), στελέχη των εταιρειών προμήθειας υπολογίζουν ότι στη λιανική η κιλοβατώρα θα τιμολογούνταν περίπου στα 11 λεπτά, «ισοφαρίζοντας» την προβλεπόμενη τιμή για το πετρέλαιο θέρμανσης. Σε κάθε περίπτωση το αέριο εφέτος θα είναι σαφώς ακριβότερο από πέρυσι, οπότε άνοιξε τη σεζόν με 7 λεπτά. Ωστόσο, έως τις 15 Οκτωβρίου, οπότε ξεκινά η περίοδος θέρμανσης και με δεδομένη τη ρευστότητα της ενεργειακής αγοράς, τα πάντα ενδέχεται να ανατραπούν.

Η κλιμάκωση στις τιμές ρεύματος

Το ρεύμα πάντως παραμένει ακριβό παρά τις επιδοτήσεις, οι οποίες για το 90% των οικιακών καταναλωτών που καταναλώνουν έως 500 kWh/μήνα απορροφούν το 90% των αυξήσεων. Για αυτούς, με την επιδότηση στα 43,6 λεπτά, η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας για τον Οκτώβριο θα κυμανθεί από 12,2 έως και 17 λεπτά/kWh (συνυπολογίζοντας και την έκπτωση συνεπείας που προσφέρουν ορισμένες εταιρείες προμήθειας ρεύματος). Από 17 λεπτά και έως 31,2 λεπτά/kWh θα κυμανθούν οι χρεώσεις για τη δεύτερη κλίμακα καταναλώσεων (501 – 1.000 kWh/μήνα), ενώ ακόμη υψηλότερα θα είναι οι τιμές για τις μεγάλες καταναλώσεις άνω των 1.000 KWh που αφορούν μόλις το 2% των «ρολογιών».

Το συνολικό ύψος των κρατικών επιδοτήσεων για τους λογαριασμούς των καταναλώσεων ρεύματος και αερίου Οκτωβρίου ανέρχεται στα 1,1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 1 δισ. ευρώ προέρχεται από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης (ΤΕΜ) που τροφοδοτείται από την ανάκτηση των υπερκερδών της ηλεκτροπαραγωγής στην πηγή και τα έσοδα από τις δημοπρασίες ρύπων ενώ τα 100 εκατ. ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Ειδικό τέλος για ρεύμα με χρήση αερίου

Ωστόσο, η κυβέρνηση αποφάσισε να εμπλουτίσει τις πηγές εσόδων του ΤΕΜ και επιβάλλει ένα ειδικό τέλος ύψους 10 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα στις εταιρείες ηλεκτροπαραγωγής για τις ποσότητες φυσικού αερίου που χρησιμοποιούν αποκλειστικά για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Στόχος να συγκεντρώσει περισσότερα χρήματα ώστε να συνεχίσει την υποστήριξη ευάλωτων νοικοκυριών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση των αυξημένων τιμών ενέργειας.

Η σχετική ανακοίνωση όμως του υπουργού Ενέργειας κ. Κώστα Σκρέκα άναψε νέες «φωτιές» και τροφοδότησε σενάρια που συνδέουν το νέο «χαράτσι» με μελλοντική τροποποίηση του μηχανισμού ανάκτησης υπερεσόδων από τους ηλεκτροπαραγωγούς, δηλαδή των πλαφόν που έχει επιβάλει η κυβέρνηση στις χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας ανά τεχνολογία ηλεκτροπαραγωγής.

Κι αυτό διότι η Κομισιόν στις προτάσεις της για παρέμβαση στις ευρωπαϊκές αγορές ενέργειας έχει προτείνει την εφαρμογή ενός οριζόντιου ευρωπαϊκού πλαφόν στα 180 ευρώ ανά μεγαβατώρα στις τεχνολογίες ηλεκτροπαραγωγής, πλην εκείνης που κάνει χρήση φυσικού αερίου. Εάν ο ελληνικός μηχανισμός προσαρμοστεί στον ευρωπαϊκό, τότε το ΤΕΜ θα χάσει έσοδα της τάξεως των 1,2 δισ. ευρώ ετησίως ενώ θα εισπράξει 400 εκατ. ευρώ από την επιβολή του νέου ειδικού τέλους στις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο. Πάντως, στελέχη του ΥΠΕΝ υποστηρίζουν ότι το νέο ειδικό τέλος και ο μηχανισμός ανάκτησης των υπερκερδών θα αποτελέσουν δύο ξεχωριστές πηγές εσόδων του ΤΕΜ.

Σχέδιο έκτακτης ανάγκης με εξοικονόμηση

Στον φαύλο κύκλο της κρίσης το ενεργειακό επιτελείο της κυβέρνησης αντιπροτείνει την εξοικονόμηση ενέργειας όχι μόνο ως λύση για τον περιορισμό του ενεργειακού κόστους, αλλά και για την ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας ώστε να περιοριστούν οι πιθανότητες μπλακ άουτ.

Ετσι, πέρα από την εθελοντική εξοικονόμηση των νοικοκυριών που τη συνδέει με τις επιδοτήσεις, εντός των επόμενων ημερών η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ αναμένεται να παραλάβει τη μελέτη του ΑΔΜΗΕ για τον τρόπο που θα εφαρμοστεί στη χώρα μας η υποχρεωτική μείωση της κατανάλωσης ρεύματος κατά 5%, με το μεγαλύτερο βάρος να πέφτει στη βιομηχανία. Η μελέτη, σύμφωνα με πληροφορίες, προτείνει τη διενέργεια δημοπρασιών στις οποίες θα συμμετέχουν όσοι επιθυμούν να περικόψουν την κατανάλωσή τους ζητώντας μια εύλογη αμοιβή.

Το σκεπτικό είναι ότι περιορίζοντας τη ζήτηση σε ρεύμα, μειώνεται και η ανάγκη λειτουργίας των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο. Οι περικοπές ηλεκτρικής ενέργειας θα αφορούν τόσο τις ώρες αιχμής της ζήτησης που κατά τη χειμερινή περίοδο είναι μεταξύ 6-9 μ.μ. ή 7-10 μ.μ. (ανάλογα τον μήνα) αλλά και τις ώρες αιχμής των τιμών στο Χρηματιστήριο Ενέργειας, δηλαδή το πρωί 9 π.μ. με 10 π.μ.

Πριμ για εξοικονόμηση 15% στις μεγάλες καταναλώσεις

Το πριμ των 5 λεπτών/kWh που προβλέπεται στα μέτρα για τον Οκτώβριο και θα δίνεται σε περίπτωση εξοικονόμησης 15% στην κατανάλωση ρεύματος αφορά μόνο τις δύο κατηγορίες των μεγάλων καταναλώσεων (άνω των 500 kWh/μήνα) που συνολικά αντιπροσωπεύουν το 10% των οικιακών καταναλωτών, ενώ για το υπόλοιπο 90% δεν δίνεται κίνητρο για μείωση της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας.

Πεπερασμένες οι δυνατότητες του λιγνίτη

Πέρα από την εξοικονόμηση ενέργειας, στον κυβερνητικό σχεδιασμό επανήλθε και ο λιγνίτης προκειμένου να καλύψει μέρος του ενεργειακού ελλείμματος που θα προκύψει στην περίπτωση αναταραχής των εισαγωγών αερίου. Ωστόσο, οι δυνατότητες που υπάρχουν είναι πεπερασμένες. Κατ’ αρχάς, σύμφωνα με πηγές της ΔΕΗ, το δωδεκάμηνο πλάνο εξορύξεων της επιχείρησης υπολείπεται του αρχικού σχεδιασμού περί διπλασιασμού των εξορύξεων, γεγονός που αποδίδεται στις μεγάλες καθυστερήσεις που απαιτούνται στο άνοιγμα νέων ορυχείων ή σε «αγκυλώσεις» που αφορούν την εκμετάλλευση υφιστάμενων όπως του λιγνιτωρυχείου της Αχλάδας. Ετσι, δύσκολα θα επιτευχθούν οι στόχοι εξόρυξης των 1,15 εκατ. τόνων λιγνίτη ανά μήνα το φθινόπωρο, των 1,4 εκατ. τόνων ανά μήνα τον χειμώνα και των 1,8 τόνων στο τέλος του δωδεκαμήνου.
Ωστόσο, το πρόβλημα δεν έγκειται μόνο στον διαθέσιμο λιγνίτη αλλά και στη λειτουργία των επτά υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων, οι οποίες βρίσκονται σε καθεστώς εξαίρεσης της ευρωπαϊκής οδηγίας 2010/75/EE, με πλαφόν στις ώρες λειτουργίας, οι οποίες εξαντλούνται στις τρεις μονάδες το 2023 και στις τέσσερις το 2025. Σύμφωνα με στοιχεία της ΔΕΗ, στις μονάδες Αγίου Δημητρίου «1» και «2» απομένουν μόνο 1.315 ώρες λειτουργίας, στον «Αγιο Δημήτριο 3» 7.202 ώρες, στον «Αγιο Δημήτριο 4» 7.161 ώρες, στον «Αγιο Δημήτριο 5» 31.966 ώρες, στη «Μελίτη» 7.912 ώρες και στη «Μεγαλόπολη 4» 30.348 ώρες.
Για να λειτουργήσουν περισσότερες ώρες η ΔΕΗ θα πρέπει να προχωρήσει σε αναβαθμίσεις, οι οποίες απαιτούν χρόνο και χρήμα. Αφετέρου, η επιχείρηση δεσμεύεται με ρήτρες βιωσιμότητας (συνδέονται με μείωση των εκπομπών CΟ2), που συνοδεύουν τα ομολογιακά δάνεια που έχει λάβει.