Αποκρυπτογραφώντας τον Τιούρινγκ
Ο δημοφιλής ηθοποιός μιλάει για τη μεταφορά στιγμών της ζωής του μεγάλου βρετανού μαθηματικού στη σκηνή, τη διαφορετικότητα και την παγίδα των social media
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Τέσσερις μήνες πέρασαν από την τελευταία φορά που ο Ορφέας Αυγουστίδης ανέβηκε στη σκηνή. Ηταν με την παράσταση «Περιμένοντας τον Γκοντό» σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα, όπου απέδωσε με μια σπάνια σωματικότητα έναν από τους πιο αινιγματικούς ρόλους του παγκόσμιου ρεπερτορίου, τον σχεδόν άλαλο Λάκι. Τέσσερις μήνες πέρασαν, με τα θέατρα να ανοίγουν μόλις για λίγες ήμερες, για να ρίξουν έπειτα ξανά αυλαία, με τις λέξεις lockdown και κρούσματα να στοιχειώνουν την καθημερινότητά μας και με τις ζωές μας να βρίσκονται σε παρατεταμένο διάλειμμα. Και όμως όταν μιλάμε στο τηλέφωνο, ένα βροχερό απόγευμα Κυριακής, η κουβέντα μας έχει μια επίφαση κανονικότητας. Γιατί ο Ορφέας Αυγουστίδης έχει μόλις γυρίσει από την πρόβα του και συζητούμε για την παράσταση «Η μηχανή του Τιούρινγκ» που ανεβαίνει, κορωνοϊού πάντα επιτρέποντος, σε σκηνοθεσία Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου στο θέατρο Βασιλάκου.
Πρόκειται για ένα έργο του Μπενουά Σολές που παίζεται με μεγάλη επιτυχία στη Γαλλία από το 2018 έχοντας αποσπάσει 4 βραβεία Μολιέρ. Στο επίκεντρο βρίσκεται ο αινιγματικός βρετανός μαθηματικός Αλαν Τιούρινγκ, ο πατέρας της επιστήμης των υπολογιστών, ο άνθρωπος που έθεσε τα θεμέλια της τεχνητής νοημοσύνης και που έσωσε εκατομμύρια ζωές, σπάζοντας τον μυστικό κωδικό Εnigma των Γερμανών στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δηλωμένα άθεος και ομοφυλόφιλος σε μια εποχή που η ομοφυλοφιλική δραστηριότητα ήταν παράνομη στη Βρετανία, καταδικάστηκε το 1952 για προσβολή των ηθών. Για να γλιτώσει τη φυλακή δέχθηκε να υποστεί ορμονοθεραπεία που τον κατέστησε ανίκανο. Απελπισμένος δύο χρόνια αργότερα, στα 41 του, δάγκωσε ένα μήλο ποτισμένο με υδροκυάνιο, ίσως σε μια γκροτέσκα αναπαράσταση σκηνής από την αγαπημένη του ταινία κινουμένων σχεδίων «Χιονάτη» της Ντίσνεϊ.
«Και σε αυτό το σημείο, λίγο πριν από το τέλος της ζωής του, τον συναντώ» αναφέρει ο Ορφέας Αυγουστίδης μιλώντας στο «Βήμα». «Τη στιγμή που έχει αποφασίσει ότι δεν δέχεται να ζήσει άλλο με τους όρους που του επιβάλλουν. Και έχει ανάγκη να γυρίσει πίσω, να αναμετρηθεί με τη ζωή του».
Τη διασκευή του γαλλικού κειμένου υπογράφει ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος. «Ο Οδυσσέας μπόλιασε το κείμενο και με άλλα στοιχεία από την προσωπική του ζωή, αποσπάσματα από γραπτά του, από την ποίηση που του άρεσε» εξηγεί ο Ορφέας Αυγουστίδης. «Είχαμε ανάγκη και οι δυο μας να συνδεθούμε περισσότερο μαζί του. Δεν μας ενδιαφέρει μια πιστή παρουσίαση στιγμών της ζωής του. Δεν θέλουμε ο θεατής να λυπηθεί τον Τιούρινγκ, αλλά να νιώσει ενδεχομένως κάτι από αυτά που μπορεί να ένιωσε και εκείνος».
Το έργο δεν είναι μονόλογος. Πέρα από τον Τιούρινγκ, υπάρχουν τρία ακόμη πρόσωπα. Ο Ορφέας Αυγουστίδης θα είναι όμως μόνος στη σκηνή. «Δεν ακολουθήσαμε την προσέγγιση ενός ηθοποιού που παίζει όλους τους ρόλους» ξεκαθαρίζει. «Θα είναι ένας Τιούρινγκ επί σκηνής που θυμάται τους άλλους. Που επισκέπτεται τις μνήμες του, που συνομιλεί με τις «ανησυχίες» του μυαλού του, αυτού του μυαλού που δεν ησύχαζε ποτέ, που κουβαλούσε το τραύμα της απώλειας του εφηβικού του έρωτα που έφυγε ξαφνικά από τη ζωή και εκείνος δεν σταμάτησε ποτέ να τον ψάχνει. Ισως για αυτό αναρωτιόταν αν ένα μηχάνημα μπορεί να αντικαταστήσει τη νοημοσύνη ενός ανθρώπου. Κουβαλούσε πάντα έναν πυρετό στη ζωή του. Είχε επίγνωση ότι σκεφτόταν διαφορετικά, και για αυτό διερωτώνταν «αν κάποιος σκέφτεται διαφορετικά, σημαίνει ότι δεν σκέφτεται;»».
Η δύναμη της πράξης
Από τη μία φαντάζει αδιανόητο ότι πριν από μόλις 70 χρόνια άνθρωποι υποβάλλονταν σε ορμονοθεραπείες εξαιτίας των σεξουαλικών τους προτιμήσεων. Την ίδια στιγμή όμως πόσο περήφανοι μπορεί να είμαστε για την πρόοδο της κοινωνίας όταν ακόμη θέματα διαφορετικότητας είναι σημείο αντιπαραθέσεων; «Το πρόβλημα νομίζω ξεκινά από την αρχέγονη ανάγκη του ανθρώπου να ορίζει κάτι ως διαφορετικό ώστε να μπορεί να συνδέει τις κοινωνίες που δημιουργεί» απαντά ο Ορφέας Αυγουστίδης. «Αλλοτε είναι ένας κοινός φόβος, άλλοτε μια κοινή ελπίδα, ένας θεός που ενώνει, μια κοινή μόδα, μια κοινή σεξουαλικότητα, ένας κοινός τρόπος ζωής. Και ξεκαθαρίζω: αυτή την ανάγκη δεν την αποδέχομαι ως σωστή. Πρέπει να κάνουμε βήματα μπροστά».
Με ποιον τρόπο όμως; «Πράττοντας περισσότερο, παρά δηλώνοντας» αναφέρει. «Δεν χρειάζεται να κουνάμε σημαίες στο Facebook. Kαι δεν μιλώ απαραίτητα για κάτι συλλογικό. Ας ξεκινήσει ο καθένας από το πώς διάγει τον βίο του. Από το τι πράττει στο σπίτι του, από το πώς μεγαλώνει το παιδί του, από το αν θα κορνάρει σε αυτόν που ξεπαρκάρει μπροστά του και καθυστερεί».
Tα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όμως δεν οδήγησαν σε έναν μεγαλύτερο εκδημοκρατισμό της κοινωνίας; «Οχι απαραίτητα» απαντά. «Γιατί πλέον το βλέμμα μας από την πολλή πληροφορία συνηθίζει και δημιουργείται έτσι μια ανοχή, με αποτέλεσμα το σημαντικό να μην παίρνει τη θέση που του αξίζει. Βλέπεις ένα βίντεο με έναν τύπο που κλωτσά έναν σκύλο. Γράφεις κάτι και εκτονώνεσαι εκείνη τη στιγμή, ο ψυχικός μεταβολισμός σου λειτουργεί στα χίλια για μερικά λεπτά και τελικά τίποτα δεν εισχωρεί βαθιά μέσα σου, δεν γίνεται προσωπικό. Ψάχνεις απλά τις λέξεις για να εκφραστείς γλαφυρά, αλλά αυτό που παρακολούθησες δεν σε στοιχειώνει. Για παράδειγμα, να το δεις ξανά στον ύπνο σου το βράδυ, όχι επειδή το είδες κάνοντας scrolling πριν κοιμηθείς, αλλά επειδή δεν μπορείς να το ξεχάσεις, επειδή δεν έχουν μεσολαβήσει χιλιάδες άλλες εικόνες με χαρούμενα γατάκια και παιδάκια και μανούλες και τούμπες και αστεία και 200 σχόλια στο Facebook».
Πανδημία και πολιτισμός
Αυτή τη στιγμή λοιπόν βρίσκεται σε πρόβες χωρίς να γνωρίζει την ημερομηνία που θα ανεβεί η παράσταση. «Τι να πω; Δεν είναι ωραίο. Αλλά τι να γίνει; Να μην προετοιμαστείς; Να μην ονειρευτείς; Να ξεχάσεις εντελώς τη δουλειά που κάνεις και να θεωρήσεις και εσύ ότι είσαι μια μη απαραίτητη δομή, όπως οι ιθύνοντες; Να πεις «εντάξει, θα πάω να κάνω κάτι άλλο για να ζήσω;». Και όταν έρθει η όποια ομαλότητα πώς θα αντικρίσεις ξανά τη δουλειά σου που την πρόδωσες;» διερωτάται.
Ενας ηθοποιός σκεπτόμενος, που δεν παγιδεύτηκε ποτέ στο καλούπι του ζεν πρεμιέ, λατρεύει πάντα τον κινηματογράφο και δεν αποκλείει κάποια στιγμή να σκηνοθετήσει. Αλλωστε σκηνοθέτης ξεκίνησε να γίνει. Πριν από λίγο καιρό έκλεισε τα 35. Τον απασχολεί ο χρόνος που περνά; «Τίποτα μέσα μου δεν μου λέει ότι απομακρύνομαι από τα νιάτα. Εχω περισσότερη διάθεση για παιχνίδι, για ζωή. Από την άλλη, η όψη μου αλλάζει λίγο-λίγο κάθε μέρα, μικρές φθορές, όχι γήρας. Αλλά έτσι συμβαίνει. Τίποτα δεν μένει άφθαρτο. Ακόμη και ο πυρήνας της γης».
«Η μηχανή του Τιούρινγκ». Νέο Θέατρο Βασιλάκου: Προφήτου Δανιήλ 3 και Πλαταιών, Κεραμεικός. Πρεμιέρα με την έναρξη λειτουργίας των θεατρικών σκηνών.

