Από το 10ετές ομόλογο στην πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ
Τι σηματοδοτεί η έκδοση των 2,5 δισ. ευρώ – Τα επόμενα βήματα και η επαναξιολόγηση του ρίσκου της χώρας
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Ως ένα θετικό βήμα στην προσπάθεια της Ελλάδας να επανέλθει σταδιακά στην κανονικότητα χαρακτηρίζουν αναλυτές και διαχειριστές κεφαλαίων την έκδοση, ύστερα από εννέα χρόνια, ενός 10ετούς ομολόγου αναφοράς με το οποίο η χώρα αντλώντας 2,5 δισ. ευρώ κάλυψε (μαζί με τα 2,5 δισ. ευρώ του 5ετούς τον Ιανουάριο) σχεδόν τα τρία τέταρτα του δανειακού της προγράμματος για το σύνολο του έτους.
Η έκδοση αυτή δείχνει να οδηγεί στον επαναπροσδιορισμό του ρίσκου χώρας καθώς, όπως εκτιμούν οι αναλυτές, ένα μέρος του επενδυτικού ενδιαφέροντος έχει να κάνει και με το γεγονός ότι οι επενδυτές θεωρούν πως ούτως ή άλλως οι επικείμενες εκλογές θα μπορούσαν να φέρουν στην εξουσία μια κυβέρνηση πιο φιλική προς τις αγορές.
Παράλληλα, όπως αναφέρεται, η έκδοση του ομολόγου αναφοράς θα βοηθήσει τις επιχειρήσεις και τις τράπεζες να αποκτήσουν φθηνότερη πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου, ενώ παράλληλα θα μπορούσε να ενισχύσει την προσπάθεια της χώρας να «χτίσει» μια ουσιαστική σχέση με τους επενδυτές, οι οποίοι μετά το (αναγκαίο) «κούρεμα» των ομολόγων του PSI παραμένουν ούτως ή άλλως επιφυλακτικοί με την Ελλάδα.
Ανοίγει ο δρόμος
Την ίδια στιγμή, φαίνεται να ανοίγει ο δρόμος μέσα στο επόμενο 2μηνο για την πρόωρη αποπληρωμή μέρους του χρέους της χώρας προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο περίπου 3,8 δισ. ευρώ (1,5 δισ. ευρώ που λήγουν εφέτος και περίπου 2,3 δισ. ευρώ που ωριμάζουν το 2020) από τα 9,7 δισ. ευρώ που οφείλει η Ελλάδα και τα οποία βαρύνονται με υψηλότερο επιτόκιο.
Η πολιτική ηγεσία, το οικονομικό επιτελείο και ο ΟΔΗΗΧ είναι έτοιμοι να προχωρήσουν στην εξαγορά του ακριβού αυτού δανεισμού, καθώς το επιτόκιο κυμαίνεται στο 5,13%, ενώ τα υπόλοιπα δάνεια του ΔΝΤ είναι με επιτόκιο 2,13% και δεν έχει νόημα η εξαγορά τους σε αυτή τη φάση. Ωστόσο, η κίνηση αυτή προϋποθέτει την έγκριση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) ώστε να επιτρέψει την πρόωρη κατ’ εξαίρεση αποπληρωμή του ΔΝΤ. Η εξαίρεση του ΔΝΤ είναι δεδομένη σε περίπτωση χρεοκοπίας της χώρας, αλλά σήμερα αν αποπληρωθεί πρόωρα το 40% των δανείων του θα μπορούσε και ο ESM να διεκδικήσει την αποπληρωμή τού 40% των δανείων που έχει δώσει στην Ελλάδα.
Αποφάσεις
Τα δεδομένα δείχνουν πως ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας θα δώσει τελικά το πράσινο φως, αφού όμως πρώτα πιέσει ώστε να ολοκληρωθούν ομαλά τα προαπαιτούμενα, η αξιολόγηση και η δόση του 1 δισ. ευρώ. Αν όλα κινηθούν ομαλά και ολοκληρωθούν οι γραφειοκρατικές διαδικασίες από τον ESM και το ΔΝΤ, η όλη διαδικασία της πρόωρης αποπληρωμής των 3,8 δισ. ευρώ θα μπορούσε να ολοκληρωθεί σε περίπου 1,5-2 μήνες. Καθώς πάντως τα ακριβά δάνεια που θα εξαγοραστούν λήγουν την ερχόμενη 2ετία, στην ουσία το άμεσο οικονομικό όφελος δεν ξεπερνά τα 60-70 εκατ. ευρώ. Ωστόσο πρόκειται για μια σημειολογική κίνηση που θα μπορούσε από τη μία πλευρά να δώσει ένα μήνυμα στις αγορές, ενώ από την άλλη να δώσει την ευκαιρία στον Αλέξη Τσίπρα, εν όψει και των επικείμενων εκλογών, να εκμεταλλευτεί πολιτικά την κίνηση αυτή.
Το επόμενο διάστημα εξάλλου ο Πρωθυπουργός θα πρέπει να πάρει τις αποφάσεις του σχετικά με το αν θα πάει σε εκλογές στα τέλη Μαΐου, όπως εκτιμούν αναλυτές και αγορές, ή αν θα αποφασίσει να το «τραβήξει» ως τον Οκτώβριο. Η Ελλάδα θα επιδιώξει επίσης να αυξηθεί το όριο που έχει θέσει η ΕΚΤ για αγορά και διακράτηση ελληνικών κρατικών ομολόγων από τις εγχώριες τράπεζες. Ενδεχόμενη χαλάρωση του ορίου θα βοηθήσει τις τράπεζες να ενισχύσουν τα μελλοντικά τους έσοδα και την προ προβλέψεων κερδοφορία τους, αλλά και να παίξουν σημαντικό ρόλο στην ομαλοποίηση της δευτερογενούς αγοράς.
Σήμερα οι τέσσερις συστημικές τράπεζες κατέχουν ελληνικά ομόλογα συνολικής αξίας 7,5 δισ. ευρώ, ενώ καλό θα ήταν να αυξηθεί το όριο ως τα 12,5 δισ. ευρώ τουλάχιστον, αν και εκτιμάται πως η Φρανκφούρτη δεν θα συναινέσει για αύξηση του ορίου πέραν των 2 δισ. ευρώ. Αν πάντως αυξηθούν τα όρια, ο ρόλος τους στη δευτερογενή αγορά θα καταστεί πιο ουσιαστικός αποτρέποντας εξαιτίας της ρηχής εγχώριας αγοράς τις περίεργες στρατηγικές ορισμένων hedge funds.
Το 2020 η επενδυτική διαβάθμιση
Οι «καλής ποιότητας» επενδυτές αποτέλεσαν τη συντριπτική πλειοψηφία των συμμετεχόντων στην έκδοση του «ομολόγου benchmark», όπως αποκαλούνται οι 10ετείς τίτλοι, καθώς τα κερδοσκοπικά hedge funds περιορίστηκαν στο 11%. Στο θετικό κλίμα βοήθησε επίσης και η αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου κατά δύο βαθμίδες από τη Moody’s, αν και με την κίνηση αυτή «ισοφαρίζει» την αξιολόγηση της S&P, με τη Fitch να αξιολογεί το ελληνικό αξιόχρεο μια βαθμίδα υψηλότερα. Αυτό σημαίνει πως για να βρεθεί η χώρα σε επενδυτική διαβάθμιση (επίπεδο «Investment Grade») ώστε τα ελληνικά ομόλογα να γίνονται ευρέως δεκτά στις διεθνείς αγορές και δεδομένου ότι απαιτείται δύο από τους τρεις μεγάλους οίκους αξιολόγησης να δώσουν αυτό το στάτους, η χώρα θα πρέπει να αναβαθμιστεί επιπλέον τρεις ως τέσσερις φορές, κάτι που αναμένεται να επιτευχθεί (αν όλα πάνε καλά με την οικονομία) ως το 2020.
Μήνυμα από την Ελλάδα
Η αγορά αντιμετωπίζει
κατ’ αρχήν θετικά την έκδοση του 10ετούς ομολόγου αναφοράς, αλλά όπως εκτιμούν διαχειριστές κεφαλαίων, σε αυτή τη φάση η Ελλάδα έχει περισσότερο ανάγκη να στείλει ένα μήνυμα ότι διατηρεί μια σχετική πρόσβαση στην αγορά, παρά την κάλυψη των άμεσων χρηματοδοτικών της αναγκών από το μαξιλάρι ρευστότητας που διαθέτει. Παράλληλα, οι «πολιτικοί» πανηγυρισμοί και οι αντεγκλήσεις αντιμετωπίζονται μάλλον με σκεπτικισμό από την αγορά, καθώς το κόστος δανεισμού της χώρας είναι πολλαπλάσιο σήμερα σε σχέση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης. Επίσης, ακόμη και οι αναφορές ότι το προηγούμενο 10ετές ομόλογο, αυτό του Μαρτίου του 2010, εκδόθηκε ακριβά (6,39%), καθώς η χώρα ήταν ένα βήμα πριν από τα μνημόνια, ήταν άτοπες. Τότε το spread π.χ. με το αντίστοιχο γερμανικό ομόλογο που λειτουργεί ως δείκτης αναφοράς στην ευρωζώνη είχε διαμορφωθεί στις 305 μονάδες βάσης, ενώ σήμερα με δεδομένο ότι η απόδοση του 10ετούς γερμανικού ομολόγου κυμαίνεται στο 0,163% και του νέου ελληνικού 10ετούς εκδόθηκε στο 3,9% το αντίστοιχο spread είναι υψηλότερο στις 373 μονάδες βάσης. Οπότε σε αυτή τη φάση το σημαντικό για την Ελλάδα είναι να «χτίσει» τη σχέση της με τις αγορές, κάτι που θα είναι μακροπρόθεσμα το ζητούμενο με κάθε κυβέρνηση.

