Μέσα σε δέκα ημέρες και χάρη στην κρίση που πυροδότησε ο Ερντογάν, η κυβέρνηση κατάφερε να ρεφάρει χοντρά. Και μάλιστα να ρεφάρει με το μοναδικό ζήτημα που της δημιουργούσε έως τώρα πονοκέφαλο: το Μεταναστευτικό.

Το 76% των Ελλήνων στηρίζει την πολιτική της κυβέρνησης στον Εβρο. Η ΝΔ κινείται δημοσκοπικά στο 39%, δεκατέσσερις μονάδες μπροστά από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο Μητσοτάκης προηγείται 19 μονάδες του Τσίπρα στην επιλογή Πρωθυπουργού. Γενικά δηλαδή η κυβερνητική παράταξη βρίσκεται πάνω από τις επιδόσεις που τον Ιούλιο του 2019 την έφεραν στην εξουσία.

Και η εξήγηση;

Το 84% ανησυχεί για την Τουρκία και το 83% για το Μεταναστευτικό-Προσφυγικό (δημοσκόπηση Pulse, Σκάι, 5/3).

Να δεχτώ ότι ο Ερντογάν έκανε λάθος και ότι η κυβέρνηση αντέδρασε καίρια και άμεσα. Να δεχτώ ότι ανταποκρίθηκε στο κοινό αίσθημα και στο εθνικό φρόνημα της πλειοψηφίας.

Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Δεν είναι τυχαίο πως κάθε φορά που η μπάλα παίζεται στο γήπεδο του έθνους και της πατρίδας ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει «πολλά με λίγα».

Την πάτησε με τις Πρέσπες. Το παθαίνει ξανά στον Εβρο. Ακριβώς όπως με τις Πρέσπες νόμιζαν ότι υπήρχε μια δεοντολογία των πραγμάτων που θα υποχρέωνε τη ΝΔ να συνταχτεί μαζί τους, έτσι και τώρα πίστεψαν ότι η δεοντολογία αυτή δεν θα επέτρεπε στην κυβέρνηση να αντιδράσει όπως αντέδρασε.

Μόνο που τέτοιες δεοντολογίες δεν υπάρχουν. Στη δημοκρατία ο καθένας τραβάει τον δρόμο του και κρίνεται.

Οταν λοιπόν το 80%-85% των Ελλήνων ανησυχεί, δεν μπορεί η απάντηση μιας σοβαρής πολιτικής δύναμης να είναι τα «τάγματα εφόδου» (!) και οι μωρομάνες. Ολοι καταλαβαίνουν ότι το θέμα είναι αλλού.

Εχω την αίσθηση ότι ο Τσίπρας είδε τη φάκα και προσπάθησε να μην πάει στο γήπεδο που τον έσπρωχνε ο Μητσοτάκης.

Εστω και διστακτικά, έστω και με πιο ήπιες εκφράσεις, υιοθέτησε τον πυρήνα της λογικής που διατυπώνει η κυβέρνηση και η οποία αποδείχτηκε τελικά η λογική της μεγάλης πλειοψηφίας.

Οτι το πρόβλημα δεν είναι προσφυγικό, ούτε ανθρωπιστικό, αλλά πρόβλημα της Τουρκίας. Οτι αποτελεί μια «σύνθετη και δύσκολη κρίση», η οποία «παίρνει χαρακτήρα γεωπολιτικής κρίσης» (Τσίπρας, ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, 5/3).

Κατόπιν αυτού είναι άνευ σημασίας αν θα το ονομάσουμε «εισβολή», «ασύμμετρη απειλή» ή «μαζική απόπειρα εισροής» (Τσίπρας, Mega, 3/3).

[Μόνο ο οξύνους Ραγκούσης κατάλαβε ότι η προσχώρηση του Τσίπρα στον Μητσοτάκη ήταν η αποδόμηση της πολιτικής του Μητσοτάκη «σε 33’»! Στον αέρα το έπιασε..]

Η εύλογη όμως προσπάθεια του Τσίπρα να μην πληρώσει πάλι τον λογαριασμό ακυρώθηκε από την υστερία ενός πολιτικού και δημοσιογραφικού κόσμου της παράταξής του που σε μια εθνική κρίση μιλάει με όρους «εθνικισμού», «μισαλλοδοξίας», «ρατσισμού», «Ακροδεξιάς» κι ένα σωρό ανοησίες ή ιδεολογήματα που δεν συγκινούν παρά μια ισχνή μειοψηφία ενός λαού που ανησυχεί.

Ακόμη και τη διατύπωση του άλλαξαν. Το «αυτονόητο κλείσιμο των συνόρων» (Τσίπρας, Mega, 3/3) έγινε «φύλαξη των συνόρων» στον κομματικό Τύπο και στην Πολιτική Γραμματεία (4/3).

Προφανώς έχουν μια άλλη αντίληψη. Μια αντίληψη που (μετράω τα λόγια μου με επιείκεια) προσλαμβάνει το εθνικό και το πατριωτικό με διαφορετικούς όρους από τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού.

Αποδείχτηκε στις Πρέσπες. Αποδείχτηκε ξανά και στον Εβρο. Διπλό στραπάτσο.

Ετσι η απόπειρα απεγκλωβισμού του Τσίπρα κατέληξε άδοξα. Επέστρεψε στην αγκαλιά μιας αλλόκοτης μειοψηφίας που θεωρεί ότι η εθνική πολιτική είναι κάτι σαν Μη Κυβερνητική Οργάνωση για δικαιώματα αλλοεθνών και αξιολογείται με όρους ευσυγκινησίας.

Προφανώς ο Μητσοτάκης το έχει αντιληφθεί. Του αρκεί κάθε φορά να μεταφέρει κάθε ζήτημα στο εθνικό πεδίο και να μετράει τα θύματα των άλλων.

Υποψιάζομαι όμως ότι πλέον το έχει αντιληφθεί και ο Τσίπρας. Να δούμε αν μπορεί να κάνει και κάτι.

Ο δώσας του δώσαντος

Πρώτα ο Παπαγγελόπουλος «έδωσε» τον Παππά. «Με παρακάλεσε ο κ. Παππάς να συναντηθούμε στο γραφείο του με τον κ. Μιωνή επικαλούμενος πιέσεις από την ισραηλινή κυβέρνηση» (26/2).
Υστερα ο Παππάς «έδωσε» τον Τσίπρα. Είπε ότι ο πρώην πρωθυπουργός του ζήτησε να οργανώσει τη συνάντηση με τον Μιωνή για την υπόθεση Φιλιππάκη ύστερα από μια επίσκεψή του στο Ισραήλ (5/3).
Ο Τσίπρας επισκέφθηκε το Ισραήλ στις 25 Νοεμβρίου 2015. Το ραντεβού στο Μαξίμου έγινε στις 10 Μαρτίου 2016. Συνεπώς μάλλον καθυστέρησε ο Παππάς να ικανοποιήσει την επιθυμία του πρωθυπουργού.
Η όλη υπόθεση με τον έναν που δίνει τον άλλο θυμίζει «Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο». «Εγώ κοιτούσα τη Γιαδικιάρογλου που κοιτούσε την Πετροπούλου που κοιτούσε τη Χρυσοπούλου και την Πετροβασίλη να μιλάνε…».
Κανείς δεν είδε, ούτε ξέρει, ούτε κατάλαβε, ούτε θυμάται πώς δυο υπουργοί έστηναν… εξωδικαστικούς συμβιβασμούς μεταξύ δυο ιδιωτών σε γραφεία του Μέγαρου Μαξίμου – και με το αζημίωτο!
Διότι αυτή είναι η μία εκδοχή, η πιο αθώα. Η άλλη θα προκύψει από το οπτικοακουστικό υλικό. Και θα δούμε αν επιβεβαιώνει την πρώτη.
Πάμε στα εξίσου σοβαρά. Το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής απορρίπτει την επιστροφή της δικογραφίας στη Δικαιοσύνη (όπως ζητούσε ο ΣΥΡΙΖΑ) και ζητεί να πάει απευθείας στην Ολομέλεια της Βουλής για ενδεχόμενη διεύρυνση του κατηγορητηρίου.
Αναμενόμενο. Αυτό που ήταν λιγότερο αναμενόμενο είναι ότι η Επιστημονική Υπηρεσία ζητεί από την προανακριτική επιτροπή όχι μόνο να διευρύνει το κατηγορητήριο μέσω της Ολομέλειας (αν υπάρχουν φυσικά στοιχεία..) αλλά και «να διερευνήσει τους συμμετόχους, ήτοι όσους φέρονται να συνέδραμαν τον Δ. Παπαγγελόπουλο».
Δηλαδή τους εισαγγελείς, τους δικαστικούς, τους εκδότες, τους δημοσιογράφους ή ενδεχομένως και άλλους πολιτικούς που έχουν κατονομαστεί έως τώρα από τους μάρτυρες.
Να δούμε πώς θα προχωρήσει η υπόθεση. Το κατηγορητήριο ασφαλώς θα διευρυνθεί. Αλλά υπάρχει ένα ερώτημα αν οι φερόμενοι ως συμμέτοχοι στο κύκλωμα Παπαγγελόπουλου θα παραπεμφθούν από την Προανακριτική ή από την τακτική Δικαιοσύνη – η οποία επίσης ερευνά…
Ούτως ή άλλως, πάντως, τίποτα δεν εμποδίζει να καθίσουν στο ίδιο εδώλιο και ο Παπαγγελόπουλος και οι φερόμενοι ως συμμέτοχοι στο κύκλωμα.
Και τότε τίποτα δεν αποκλείει να ανοίξουν στοματάκια να πουν πολλά τραγουδάκια. Ο δώσας του δώσαντος!

Προπαγάνδα
Είναι προφανές ότι κανένας ανεξάρτητος Τύπος δεν πρέπει να καταπίνει αμάσητη την κυβερνητική προπαγάνδα, ακόμη και στο όνομα κάποιας εθνικής ορθότητας. Είναι επίσης προφανές όμως ότι δεν πρέπει να καταπίνει αμάσητη ούτε την προπαγάνδα των απέναντι. Στην κρίση του Εβρου είδαμε να συμβαίνει μερικές φορές το πρώτο. Δυστυχώς όμως βλέπουμε στο όνομα μιας δήθεν αντικυβερνητικής αλήθειας να συμβαίνει και το δεύτερο. Ωραία η αναζήτηση της αλήθειας. Αλλά αν το ένα είναι επαγγελματικά μεμπτό, το άλλο είναι όχι μόνο μεμπτό αλλά και άθλιο. Δεν θα έδινα σημασία, αλλά πολύ φοβάμαι ότι υπάρχουν κάποιοι ανάμεσά μας που δεν αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητα της διαφοράς.