Έντυπη Έκδοση Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους Η ίδρυση της «Αλληλεγγύης» είναι ένα από τα πλέον σημαντικά γεγονότα, σε επίπεδο Πολωνίας, αλλά και για όλον τον κόσμο, στο τέλος του 20ού αιώνα. Υπήρξε η στιγμή που άλλαξε τη φύση του λενινιστικού συστήματος. Προηγουμένως, το Kομμουνιστικό Kόμμα είχε το μονοπώλιο στην εξουσία. Με την έλευση της «Αλληλεγγύης» όλα ανατράπηκαν. Η γενιά των αγωνιστών που δημιουργήθηκε τότε θα διεξαγάγει αργότερα τις διαπραγματεύσεις της Στρογγυλής Τράπεζας και θα παίξει έναν ρόλο-κλειδί σε μια δημοκρατική πλέον Πολωνία. Χωρίς τις συμφωνίες του Αυγούστου 1980 και χωρίς την «Αλληλεγγύη» οι γενικές εκλογές της 4ης Ιουνίου 1989 δεν θα είχαν ποτέ πραγματοποιηθεί.
Η νομική σύσταση της «Αλληλεγγύης», την 31η Αυγούστου 1980, ήταν σημαντική για τρεις λόγους. Πρώτον, ήταν μια ένδειξη ότι ο κομμουνισμός δεν θα διατηρούνταν αιωνίως. Προηγουμένως, φαινόταν ανίκητος και έλειπε η φαντασία για να βρεθεί κάποια εναλλακτική. Δεύτερον, η «Αλληλεγγύη» κατέδειξε ότι είχε γεννηθεί μια νέα Πολωνία. Διότι παράλληλα με το κομμουνιστικό κράτος, υπήρχε η πολωνική κοινωνία η οποία δεν ταυτιζόταν με αυτό. Και, τρίτον, αποδείκνυε την ύπαρξη στην Πολωνία μιας πραγματικής κοινωνίας των πολιτών, η οποία συζητούσε για τις αξίες της και τις κατευθύνσεις της ανάπτυξής της. Και η «Αλληλεγγύη» καθιστούσε αυτές τις συζητήσεις δυνατές.
Οι πολωνοί αγωνιστές πέρασαν τη δάδα της διαμαρτυρίας από γενιά σε γενιά. Το να μπορεί κανείς να μοιραστεί τις εμπειρίες του την εποχή όπου θα επικρατούσαν η συνεργασία και η δημιουργία δεσμών αποτελούσε εξαιρετικά πολύτιμο κεφάλαιο. Οι απεργίες δεν αποτέλεσαν μόνο μια μορφή διαμαρτυρίας, καθώς σκοπός τους ήταν και η δημιουργία ενός νέου κινήματος, νέων δομών. Αυτή ήταν η ίδια η ουσία των γεγονότων του Αυγούστου 1980 στα ναυπηγεία του Γκντανσκ. Δεν θα πρέπει λοιπόν να αντιλαμβάνεται κανείς τις απεργίες μόνο ως εξέγερση κατά του κομμουνιστικού καθεστώτος επειδή η «Αλληλεγγύη» είχε εν γνώσει της μακροπρόθεσμους στόχους.
Η πτώση του κομμουνισμού ήταν επίσης συνέπεια της πολιτικής που ακολούθησε ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Ο σοβιετικός ηγέτης δεν είχε προφανώς αντιληφθεί σε ποιον βαθμό η εξωτερική αυτοκρατορία της ΕΣΣΔ αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος ολόκληρου του συστήματος. Σήμερα, οι Ρώσοι επικρίνουν τον Γκορμπατσόφ για τις αποφάσεις που ελήφθησαν στο τέλος της δεκαετίας του 1980. Ωστόσο, η κριτική αυτή είναι υπερβολική. Ασφαλώς, διέπραξε σφάλματα τακτικής, αλλά οι πολιτικές αντιλήψεις του αποτελούσαν ένα πολύ τολμηρό πείραμα: το να επιτραπεί σε κάθε χώρα του σοβιετικού μπλοκ να επιλέξει η ίδια την πορεία ανάπτυξής της. Είναι αυτό που ανέφερε σε όλες τις επιστολές του στον κομμουνιστή ηγέτη της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας Εριχ Χόνεκερ. Αυτό το γεγονός ήταν αναμφίβολα μια κρίσιμη ιστορική απόφαση. Ηταν ένα σφάλμα τακτικής υπό την έννοια ότι υπήρχαν ήδη στην Πολωνία αγωνιστές έτοιμοι να αδράξουν τις ευκαιρίες που τους παρουσιάζονταν. Επιπλέον, το κομμουνιστικό καθεστώς – σύμφωνα με τις οδηγίες του Γκορμπατσόφ – είχε καθήκον να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις και στην Πολωνία υπήρχε συνομιλητής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ξεκίνησαν οι διεργασίες οι οποίες οδήγησαν στο ξήλωμα του κομμουνισμού.
Οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης εκμεταλλεύθηκαν πλήρως τις δυνατότητες που τους προσέφερε η πτώση του καθεστώτος. Με μία επιφύλαξη όμως: στην πορεία των μεταρρυθμίσεων απώλεσαν την κληρονομιά της πολιτικής σκέψης που είχε γεννηθεί στις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Μετά το 1989 εφάρμοσαν τα απλούστερα δυνατά σχέδια δράσης: ανάγοντας την πολιτική μόνο στα οικονομικά ζητήματα έφτασαν στο σημείο να μην υποστηρίζουν παρά την ελεύθερη αγορά η οποία υποτίθεται ήταν ικανή να λύσει όλα τα προβλήματα. Αλλά δεν είναι έτσι. Δεν μπορούμε στην πράξη να λησμονούμε την πολιτική όταν εφαρμόζουμε κανόνες της ελεύθερης αγοράς. Και αυτό ήταν που έλειπε κατά τη δεκαετία του 1990. Πολύ γρήγορα και η Πολωνία και οι άλλες χώρες της περιοχής άρχισαν να αγνοούν την αλληλεγγύη. Το έτος 1989 δεν θα είχε ποτέ λάβει χώρα χωρίς την «Αλληλεγγύη» ως κίνημα, ούτε χωρίς την καθαρή και απλή αλληλεγγύη μεταξύ των ανθρώπων. Το γεγονός ότι χάθηκε η επαφή με αυτήν κατά τις μεταρρυθμίσεις της δεκαετίας του 1990 έφερε αρνητικές συνέπειες οι οποίες είναι εμφανείς ακόμη και σήμερα σε όλες τις χώρες της περιοχής.
Ο Τίμοθι Σνάιντερ είναι αμερικανός ιστορικός με ειδίκευση στην Iστορία της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, κάτοχος της έδρας Ιστορίας Ρίτσαρντ Λέβιν στο Πανεπιστήμιο Γέιλ. Το κείμενο δημοσιεύεται ταυτόχρονα στο πολωνικό μηνιαίο περιοδικό «Wszystko co Najważniejsze».