Απλή εναλλαγή ή βαθιά πολιτική αλλαγή;

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Οι εκλογές της 7ης Ιουλίου μπορεί να αποδειχτούν ιστορικές. Ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνησε εντείνοντας στο έπακρο όλες τις παθογένειες της μεταπολιτευτικής μας δημοκρατίας και αποδεικνύοντας, πέραν πάσας αμφιβολίας, τα αδιέξοδά τους.
Ως αποτέλεσμα, το αίτημα της ανάπτυξης που ήταν το ζητούμενο το 2014, όταν ήδη είχε επιτευχθεί η δημοσιονομική προσαρμογή, έχει παραμείνει εκκρεμές για μια πενταετία. Αντί για ανάπτυξη, ο ΣΥΡΙΖΑ υπερφορολόγησε τη μεσαία τάξη και τα λαϊκά στρώματα για να καλύψει τη ζημιά του τυχοδιωκτισμού του, το πρώτο εξάμηνο του 2015, αλλά και για να δημιουργήσει υπερπλεονάσματα για προεκλογικά επιδόματα της υπό διαμόρφωση πελατείας του. Ηταν η λεγόμενη πολιτική ταξικής μεροληψίας, όπως αναγκάστηκε να παραδεχθεί εκ των υστέρων.
Κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης, η Ελλάδα πέτυχε να λειτουργήσει δημοκρατικά και να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ωστόσο, οικονομικά, δεν κατάφερε να συγκλίνει με την πλούσια Ευρώπη. Το ελληνικό κατά κεφαλήν εισόδημα είναι σήμερα στο 60% του γερμανικού, όπως και το 1981. Οι αιτίες αυτής της υστέρησης είναι πολλές, αλλά έχουν σίγουρα να κάνουν με τον κομματισμό, την αναξιοκρατία, την πελατοκρατία, τον κρατισμό και τον παρασιτισμό που χαρακτηρίζουν, σε μεγάλο βαθμό, τη δημόσια ζωή της.
Ωστόσο, σήμερα η Ελλάδα, μετά και την περιπέτεια της χρεοκοπίας, έχει τη μεγάλη ευκαιρία. Να αφήσει πίσω το κακό παρελθόν της και να επιχειρήσει να γίνει μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα, καλωσορίζοντας τους επενδυτές και τις επενδύσεις και επιτέλους κατανοώντας ότι χωρίς αξιοκρατία και επιχειρηματικότητα η χώρα θα παραμείνει καθηλωμένη και θα συνεχίσει να στέλνει κάθε χρόνο 50.000 Ελληνες στο εξωτερικό προς αναζήτηση ενός καλύτερου μέλλοντος, γιατί δεν θα μπορούν να το βρουν εδώ.
Προϋπόθεση για την αλλαγή πορείας είναι, κατ’ αρχήν, η κυβερνητική αλλαγή με σταθερότητα, δηλαδή η αυτοδύναμη νίκη της ΝΔ στις προσεχείς εκλογές. Ομως, η ΝΔ δεν πρέπει και δεν επιδιώκει μια απλή, συμβατική εναλλαγή διακυβέρνησης, όπως στο παρελθόν, όταν οι κυβερνήσεις άλλαζαν αλλά οι παθογένειες, άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο, διαιωνίζονταν. Η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη έρχεται στην εξουσία με πλήρη συναίσθηση της ιστορικής της ευθύνης ως φορέα της μεγάλης και βαθιάς πολιτικής αλλαγής που έχει ανάγκη ο τόπος μας για να προκόψει.
Εχοντας διδαχθεί και η ίδια από τα σφάλματα και τις παραλείψεις του παρελθόντος, η ΝΔ απευθύνεται σε όλους τους φιλοπρόοδους συμπολίτες μας, ενώνοντας δυνάμεις με ομάδες ψηφοφόρων που στο παρελθόν είχαν κάνει διαφορετικές πολιτικές επιλογές. Πέρα από την καταδίκη της λαϊκίστικης διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, η ΝΔ παρουσιάζει στον ελληνικό λαό ένα θετικό, προγραμματικό και αντιδιχαστικό αφήγημα για την ανάπτυξη της χώρας και την αντιμετώπιση όλων των αρνητικών πλευρών της Μεταπολίτευσης που τόση ζημιά έκαναν.
Οι ψηφοφόροι, πέραν της κομματικής επιλογής, έχουν την ευθύνη και της επιλογής εκείνων των προσώπων που πιστεύουν ότι έχουν την αξιοπιστία, την αποφασιστικότητα και τη συγκρότηση να πλαισιώσουν το ανορθωτικό εγχείρημα που καλείται να επιτελέσει, άμεσα και βαθιά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Με την επιλογή του, ο ελληνικός λαός μπορεί να κλείσει έναν ιστορικό κύκλο και να ανοίξει έναν νέο. Το 2019 μπορεί να αποδειχτεί ένα νέο 1974, με τη ΝΔ φορέα της ίδιας ανανεωτικής ορμής που χαρακτήρισε τη Μεταπολίτευση και έμπνευση την αναπτυξιακή δυναμική των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών που έβγαλαν την Ελλάδα από το περιθώριο και τη φτώχεια.
Ο κ. Δημήτρης Καιρίδης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων, υποψήφιος βουλευτής Βόρειου Τομέα Αθηνών με τη ΝΔ.

