Οι κοινοβουλευτικές δυνάμεις της χώρας δεν έδειξαν τις προηγούμενες ημέρες την ωριμότητα που απαιτείται όταν σε μια δυσεπίλυτη πολιτική εξίσωση μπαίνει ο παράγοντας «παιδιά». Το πολιτικό παιχνίδι που εξελίσσεται γύρω από τη συμφωνία των Πρεσπών εισέβαλε αναπάντεχα την εβδομάδα που πέρασε στα σχολικά κτίρια και εκεί οι πολιτικές δυνάμεις αντιπαρατάχθηκαν με όπλο τους μαθητές. Με τις ακροδεξιές ομάδες να στέλνουν SMS σε μαθητές και να ξεσηκώνουν κύματα εθνικιστικού μένους μέσα στα σχολεία, κυβέρνηση και αντιπολίτευση ξιφούλκησαν εντός και εκτός Κοινοβουλίου αναζητώντας… ποιος από τους δύο έχει τελικά την ευθύνη.

Οι εκπρόσωποι της αξιωματικής αντιπολίτευσης τάχθηκαν κατά των καταλήψεων στα σχολεία, αναφέροντας ωστόσο ότι «οι μαθητές έχουν κάθε δυνατότητα να επιλέγουν πώς θα αντιδράσουν». Η κυβέρνηση απαντώντας σχολίασε ότι η ΝΔ ταυτίζεται με την πολιτική της Χρυσής Αυγής. Το ερώτημα που διατυπώθηκε ωστόσο από όλους ήταν: «Ποιος χαρίζει τους μαθητές στη Χρυσή Αυγή;».

Ωριμότεροι και στο κέντρο αυτής της αντιπαράθεσης οι εκπαιδευτικοί δήλωναν όλες τις προηγούμενες ημέρες ότι το μεγάλο διακύβευμα είναι η ασφάλεια των παιδιών. Και πράγματι. Τα σχολεία της Βόρειας Ελλάδας «σκοτείνιασαν» τις προηγούμενες ημέρες και το συναίσθημα του πατριωτισμού φαίνεται ότι αναμείχθηκε επικίνδυνα με εκείνο του εθνικισμού, αποδεικνύοντας εκ νέου πόσο θολά μπορούν να είναι τα όρια σε κοινωνίες που δεν έχουν ξεκάθαρες κατευθύνσεις.

Κύμα καταλήψεων στη Βόρεια Ελλάδα

«Τι ξέρει ένα παιδί του γυμνασίου ή και του λυκείου για τη συμφωνία των Πρεσπών; Είναι προφανές ότι ακροδεξιές ομάδες προσπάθησαν να εκμεταλλευθούν το κλίμα πατριωτισμού που υπήρχε στην κοινωνία, με αυτό το αποτέλεσμα» λέει η εκπρόσωπος της Ε’ ΕΛΜΕ Θεσσαλονίκης κυρία Πόπη Σαϊδάρη σχολιάζοντας το κύμα καταλήψεων που εκδηλώθηκε σε σχολεία της περιοχής την περασμένη εβδομάδα. Με «ορόσημο» την 29η Νοεμβρίου, οπότε και δόθηκε «εντολή» για καταλήψεις σε σχολεία όλης της χώρας ενάντια στη συμφωνία των Πρεσπών, το κύμα μαθητικών κινητοποιήσεων φούσκωσε και… ξεφούσκωσε την επόμενη μέρα, αφήνοντας ωστόσο μια ανησυχία για τις παρενέργειες που μπορεί να προκαλέσει.

«Από όλα αυτά ζημιώνεται η δημόσια εκπαίδευση» λέει ο πρόεδρος της ΕΛΜΕ Ημαθίας κ. Θ. Κακαγιάννης μιλώντας στο «Βήμα». «Είναι λογικό νομίζω να υπάρχει μια ευαισθησία της κοινωνίας στην περιοχή μας στο θέμα, όπως υπάρχει σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα για τη συμφωνία των Πρεσπών. Κάποιοι όμως προσπάθησαν να την οικειοποιηθούν και είναι χρέος μας να αποκαλύψουμε αυτούς τους εξωσχολικούς παράγοντες» τονίζει. Από την άλλη πλευρά, ο κ. Κακαγιάννης βρίσκει υπερβολική και την αντίδραση εκπροσώπων του υπουργείου Παιδείας, κρίνοντας ότι στοχοποιήθηκαν τελικά και οι μαθητές.

Στο 4ο Λύκειο Βέροιας ένας εκπαιδευτικός επίσης στοχοποιήθηκε τις προηγούμενες ημέρες, αυτή τη φορά από ακροδεξιούς εξωσχολικούς κύκλους που, όπως λέει ο κ. Κακαγιάννης, «εκμεταλλεύθηκαν πραγματικές αγωνίες και ανησυχίες των μαθητών και χρησιμοποίησαν ως πρόσχημα το Μακεδονικό για να επιδοθούν σε πατριδοκαπηλία». Ο καθηγητής του σχολείου Δημήτρης Ταχματζίδης κατηγορήθηκε ότι χρησιμοποίησε ακραίες εκφράσεις για να αναφερθεί στο θέμα του φασισμού στο σχολείο και στοχοποιήθηκε από βουλευτή της Χρυσής Αυγής, κάτι το οποίο ωστόσο δεν αποδείχθηκε, καθώς και το υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε ότι καμία διοικητική έρευνα δεν διεξάγεται εις βάρος του. «Η έλλειψη στην ελευθερία της έκφρασης άλλωστε δεν είναι μια μορφή φασισμού;» αναρωτιέται ο κ. Κακαγιάννης επαναφέροντας το θέμα των… ορίων. «Τα παιδιά κάτι ζητάνε» λέει η κυρία Σαϊδάρη. «Και πάντα υπάρχουν εκείνοι που προσπαθούν να τα εκμεταλλευθούν». 

Για όλα αυτά η ΟΛΜΕ εξέδωσε αυστηρή ανακοίνωση, καλώντας τις ενώσεις καθηγητών σε όλη τη χώρα να αντιδράσουν. Η Ομοσπονδία των καθηγητών ζήτησε από τους εκπαιδευτικούς «να προχωρήσουν σε συσκέψεις συλλόγων διδασκόντων, να οργανώσουν συζητήσεις με γονείς και μαθητικές κοινότητες, να αποκαλύψουν τον φασιστικό και εθνικιστικό σχεδιασμό και τους κινδύνους που φέρνει, συζητώντας και για τη διεκδίκηση των σημερινών μορφωτικών και εργασιακών δικαιωμάτων της νέας γενιάς».

«Η δημοκρατία θέλει διάλογο»

«Εχουμε υποχρέωση να στηρίζουμε μέσα στα σχολεία τις διαχρονικές αξίες της συνεργασίας, της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας. Και ειδικά η δημοκρατία θέλει διάλογο» λέει η κυρία Ελένη Ζωγραφάκη από το ΔΣ της ΟΛΜΕ. «Ολοι ακούγαμε γύρω μας δηλώσεις βουλευτών των Χρυσής Αυγής που έλεγαν ότι «οι μαθητές θα μας σώσουν και θα πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους». Η αυθόρμητη αντίδραση των νέων στα μηνύματα των καιρών είναι εύκολο να πέσει θύμα καπηλείας από πολιτικές ομάδες. Από την πλευρά μας πρέπει να καταγγείλουμε τον διχασμό, το μίσος και τις φασιστικές αντιλήψεις που ξεπροβάλλουν γύρω μας. Δεν πρέπει να επιτρέψει η ελληνική κοινωνία να ανθήσουν τέτοια φαινόμενα» αναφέρει.

Κάλεσμα σε αντιφασιστική δράση

Πάντως στον αντίλογο των παραπάνω, δεκάδες ήταν και τα σχολεία των οποίων οι μαθητές πήραν θέση καταγγέλλοντας τις καταλήψεις ως εθνικιστικές και ξεκινούν μάλιστα συλλογή υπογραφών, καλώντας σε αντιφασιστική δράση. Ο εκπαιδευτικός κ. Γιάννης Λαθήρας από τη Γ’ ΕΛΜΕ κατήγγειλε ότι σε κάποια σχολεία επικράτησε «ο νόμος του φόβου» και στοχοποιήθηκαν όσοι διαφωνούν με τις καταλήψεις. «Τους κρεμάνε στα μανταλάκια ακόμη και με ανάρτηση φωτογραφιών τους στο Διαδίκτυο» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Να σημειωθεί ωστόσο ότι πολλές καταλήψεις έγιναν τις προηγούμενες ημέρες σε σχολεία της Βόρειας Ελλάδας ή της Κρήτης με βασικό αίτημα τις ελλείψεις καθηγητών και μάλιστα σε βασικές ειδικότητες παρότι φτάνουμε ήδη στην περίοδο των Χριστουγέννων. Μέσα σε αυτές ωστόσο παρεισέφρησαν και εθνικιστικά συνθήματα συνδέοντας την κινητοποίηση με το Μακεδονικό ζήτημα, έτσι ώστε να αυξηθούν οι «αριθμοί» των μαθητικών κινητοποιήσεων ανά τη χώρα, που τελικά όπως ανακοίνωσε το υπουργείο Παιδείας δεν ξεπέρασαν το 13,5% του συνόλου των σχολικών συγκροτημάτων της χώρας.