Ανεκμετάλλευτα τα «διαμάντια» της ελληνικής γης
Οι «ολυμπιονίκες» του αγροτικού τομέα, αν και κατάφεραν να βρεθούν στη λίστα των προϊόντων ΠΟΠ, δεν ακολούθησαν ανοδική πορεία όσον αφορά την αξία τους
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Τα «διαμάντια» της ελληνικής γεωργίας έφτασαν τα 107. Ομως αν και τα… καράτια τους αυξήθηκαν, η αξία τους δεν ακολούθησε την ίδια ανοδική πορεία. Οι «ολυμπιονίκες» του αγροτικού τομέα, αν και κατάφεραν να βρεθούν στο πιο ψηλό διατροφικό βάθρο της Ευρώπης στη λίστα των προϊόντων ΠΟΠ/ΠΓΕ (Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης και Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ενδειξης), δεν εκμεταλλεύτηκαν όλοι την αναγνώριση, με εξαίρεση κάποια ελαιόλαδα, τη φέτα, το κασέρι κ.ά.
Ετσι, πολλά προϊόντα πορεύονται με τη δύναμη της αδράνειας, την κεκτημένη ταχύτητα που, ούτως ή άλλως, τους έδινε το όνομα και η φήμη τους προτού αποκτήσουν τον τίτλο… τιμής. Αλλα πάλι συνέχισαν στην ίδια ρότα που είχαν προτού πάρουν την ευρωπαϊκή πιστοποίηση, είτε λόγω αδιαφορίας των παραγωγών ή της διοίκησης, είτε για τεχνικούς λόγους.
Πλεονεκτήματα
Η Ελλάδα κατέχει την 5η θέση μεταξύ των χωρών της ΕΕ σε αριθμό αναγνωρισμένων προϊόντων, μετά την Ιταλία (299), τη Γαλλία (248), την Ισπανία (196) και την Πορτογαλία (139). Ωστόσο παρά την καλή σειρά της χώρας μας, τα ελληνικά ΠΟΠ/ΠΓΕ μόλις που ξεπερνούν το 1% της αξίας του συνόλου των ευρωπαϊκών προϊόντων της λίστας, γεγονός που καταδεικνύει ότι δεν έχει αξιοποιηθεί η προστιθέμενη αξία της πιστοποίησης.
Σε κάθε περίπτωση, ο αριθμός των «ανενεργών» ελληνικών ΠΟΠ – ΠΓΕ για τα οποία δεν υπάρχει επιχειρηματικό ενδιαφέρον από παραγωγούς για χρήση της πιστοποίησης έχει μειωθεί. Από 12 προϊόντα το 2014, σήμερα έχουν περιοριστεί σε μόλις πέντε. Πρόκειται για το ελαιόλαδο «Αγιος Ματθαίος Κέρκυρας», την ελιά «Θρούμπα Χίου» και το μανταρίνι Χίου, τα φασόλια «γίγαντες ελέφαντες» και τα «κοινά μεσόσπερμα» Κάτω Νευροκοπίου. Οπως εξηγεί στέλεχος του ΥΠΑΑΤ, από τη στιγμή που μια ονομασία καταχωρίζεται στο ευρωπαϊκό μητρώο, δεν σημαίνει ότι a priori μπορεί να τη χρησιμοποιεί ένας παραγωγός, ακόμη κι αν παράγει ένα προϊόν με τις καθορισμένες προδιαγραφές. Πρέπει πρώτα να ενταχθεί στο σύστημα ελέγχου και πιστοποίησης του ΕΛΓΟ Δήμητρα.
Μόνο ένα θαλασσινό
Πάντως, ο μεγάλος κίνδυνος για τα πιστοποιημένα προϊόντα – πέρα από τις απομιμήσεις και τις αντιγραφές – αφορά το γεγονός ότι οι μεγαλύτερες ποσότητες διακινούνται σε χύμα μορφή, χωρίς τυποποίηση, όπως συμβαίνει με το 80% της παραγωγής ελαιολάδου. Σύμφωνα με έκθεση της McKinsey (2013), η υπεραξία που χάνει η Ελλάδα ανέρχεται σε ένα ευρώ ανά κιλό, την οποία εκμεταλλεύεται η Ιταλία, επανεξάγοντας ελληνικό ελαιόλαδο συσκευασμένο.
Συνολικά, στα 107 αναγνωρισμένα ελληνικά προϊόντα περιλαμβάνονται κυρίως ελαιόλαδα, τυριά και ελιές, αλλά και ιδιαίτερα προϊόντα, όπως η μαστίχα Χίου και ο κρόκος Κοζάνης. Τελευταίο προϊόν που αναγνωρίστηκε είναι η «Αγκινάρα Ιρίων», στα τέλη Νοεμβρίου. Πρόκειται για το 107ο ελληνικό προϊόν ΠΟΠ/ΠΓΕ.
Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτο ότι μια θαλάσσια χώρα, σαν την Ελλάδα, έχει καταχωρίσει στον κατάλογο των ΠΟΠ-ΠΓΕ μόνο ένα θαλασσινό, το Αβγοτάραχο Μεσολογγίου, όταν υπάρχουν πολλά ξεχωριστά προϊόντα, όπως είναι το συμιακό γαριδάκι, η σαρδέλα Καλλονής, ο τόνος Αλοννήσου κ.λπ.
Στην αρμόδια ευρωπαϊκή υπηρεσία βρίσκονται και νέα αιτήματα καταχώρισης ονομασιών για άλλα έξι προϊόντα. Πρόκειται για τα φασόλια Κατταβιάς (Λόπια) Ρόδου, το ελαιόλαδο Μάκρης, το Κρασοτύρι Κω (ή τυρί της Πόσιας), το ρόδι Ερμιόνης, το τυρί Αρσενικό Νάξου και το ελαιόλαδο Κρίτσα. Αίτημα τροποποίησης προδιαγραφών έχει κατατεθεί για τη φάβα Σαντορίνης, ενώ έχει προωθηθεί φάκελος και για το πρώτο ελληνικό Εγγυημένο Παραδοσιακό Ιδιότυπο Προϊόν, τον γύρο. Ενταξη στα ΠΟΠ διεκδικούν, με αφορμή επιστημονική έρευνα που κατέδειξε την υψηλή διατροφική τους αξία, η γαρίδα, η σαρδέλα και η κουτσομούρα Αμβρακικού.
Επίσης, τελευταία φαίνεται ότι ξανανοίγει το θέμα της ΠΟΠ ελιάς Καλαμάτας.
Η ελιά Καλαμάτας
Σύμφωνα με τα όσα έχουν διαρρεύσει, οι υπηρεσίες του υπουργείου προκειμένου να αποφασίσουν για τυχόν αλλαγές, επεξεργάζονται τέσσερις προτάσεις για τροποποίηση των προδιαγραφών (συμπεριλαμβανόμενης και της επέκτασης σε όμορες περιοχές της Μεσσηνίας), ώστε να αξιοποιηθεί μεγαλύτερο ποσοστό της ελληνικής παραγωγής.
Η πιστοποίηση των προϊόντων αν χρησιμοποιηθεί σωστά μπορεί να τους δώσει μια δυναμική στο ράφι. «Ερευνες κοινής γνώμης δείχνουν ότι υπάρχει σαφής στροφή του καταναλωτικού κοινού στα πιστοποιημένα προϊόντα. Οι αγορές πλέον επιζητούν προϊόντα τα οποία, πέραν των υποχρεωτικών ενδείξεων, διαθέτουν επιπλέον χαρακτηριστικά», επισημαίνει η Προϊστάμενη Τμήματος Πιστοποίησης Αγροτικών Προϊόντων στον ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ κυρία Βιργινία Φυντανή. Και προσθέτει: «Τα προϊόντα ΠΟΠ/ΠΓΕ έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα οποία οφείλονται τόσο στις περιβαλλοντικές συνθήκες του τόπου στον οποίο παράγονται όσο και στον ιδιαίτερο τρόπο παραγωγής τους. Επίσης, συμμορφώνονται σε συγκεκριμένες προδιαγραφές, ελέγχονται συστηματικά και φέρουν σήματα ποιότητας».
Η ανεπάρκεια γάλακτος απειλεί παραδοσιακά προϊόντα
Οταν το τυρί Μετσοβόνε έγινε ΠΟΠ, το 1996, η κτηνοτροφία στο Μέτσοβο ήταν ανεπτυγμένη και μπορούσε να βρεθεί ντόπιο γάλα για την παραγωγή του. Στις μέρες μας όμως, ελέω και της οικονομικής ύφεσης, ο κλάδος έχει συρρικνωθεί και δεν υπάρχουν οι απαραίτητες ποσότητες γάλακτος. Ετσι χρησιμοποιείται πρώτη ύλη από άλλες περιοχές, με συνέπεια να μην μπορεί να γίνεται χρήση του χαρακτηρισμού ΠΟΠ. Ηδη έχει ζητηθεί ο αποχαρακτηρισμός του καθώς, παρά τις προσπάθειες, δεν έχει ακόμη βρεθεί μια λύση από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ).
Το ζήτημα της ανεπάρκειας του ελληνικού γάλακτος μπορεί να θέσει σε κίνδυνο και άλλα παραδοσιακά προϊόντα, όπως είναι η φέτα, το κασέρι, η γραβιέρα, η κεφαλογραβιέρα. Σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ), το 2008 υπήρχαν 120.000 εκμεταλλεύσεις αιγοπροβατοτροφικές και το 2018 μόνο 81.400. Στην αγελαδοτροφία, τη δεκαετία 2006-16 οι εκμεταλλεύσεις μειώθηκαν κατά 53,1% και το παραγόμενο γάλα κατά 18,5%. Αλλωστε, ένα από τα αιτήματα των αγροτών, που αυτές τις ημέρες βρίσκονται και πάλι στους δρόμους, είναι να μπει φρένο στις «ελληνοποιήσεις» εισαγόμενου γάλακτος που έχουν οδηγήσει σε κατάρρευση τιμών και σε τεράστια οικονομική ζημιά τον κτηνοτροφικό κλάδο. Δεν είναι τυχαίο ότι η συζήτηση το τελευταίο οκτάμηνο για τις προσπάθειες πιστοποίησης του γιαουρτιού ως ΠΓΕ βρίσκει αντίλογο στο γεγονός ότι το ελληνικό γάλα δεν επαρκεί ούτε για το φρέσκο γάλα που φτάνει καθημερινά στο ράφι. Προ δεκαημέρου ανατέθηκε από τον ΕΛΓΟ «Δήμητρα» (Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός «Δήμητρα») στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών η εκπόνηση μελέτης και η σύνταξη του φακέλου για την πιστοποίηση του ελληνικού γιαουρτιού, με δεδομένο ότι το γάλα από το οποίο θα παράγεται θα είναι ελληνικό. Σήμερα όμως περίπου το 80% του γάλακτος από το οποίο παράγεται το γιαούρτι που εξάγεται είναι εισαγόμενο. Αυτό, όπως αναφέρουν πηγές της αγοράς, σημαίνει ότι την επόμενη μέρα που το προϊόν θα κατοχυρωθεί ως ΠΓΕ, οι εξαγωγές θα αντιμετωπίσουν τεράστιο πρόβλημα, γιατί δεν θα μπορούν να χρησιμοποιούν τον όρο «ελληνικό γιαούρτι».
Την προσπάθεια πάντως στηρίζει ο ΣΕΚ προκειμένου να τονωθεί η ελληνική κτηνοτροφία. Μοναδικό αγκάθι, η στάση που θα κρατήσουν, κατά το στάδιο αξιολόγησης του φακέλου, ανταγωνίστριες χώρες που παράγουν «greek yogurt», όπως η Τσεχία. Πάντως, όπως αναφέρει ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων του Γεωπονικού Πανεπιστημίου κ. Θεόφιλος Μασούρας, που έχει αναλάβει την εκπόνηση της μελέτης, ο φάκελος που θα ετοιμαστεί – εκτιμάται σε ένα εξάμηνο – θα αφορά όλα τα είδη ελληνικού γιαουρτιού από όλα τα είδη ελληνικού γάλακτος. Δηλαδή το παραδοσιακό (με την πέτσα), το στραγγιστό και το γιαούρτι συνεκτικής δομής (με λεία επιφάνεια).

