Ειρήνη Σταματοπούλου
Ψιλή κυριότητα
Εκδόσεις Απόπειρα
σελ. 241, τιμή 13,78 ευρώ
Το ζήτημα των διαπροσωπικών σχέσεων (φιλικοί δεσμοί, ερωτικές σχέσεις, οικογενειακό πλέγμα) έχει απασχολήσει εν εκτάσει την πεζογραφία των τελευταίων δεκαετιών. Προς την ίδια κατεύθυνση έχει κινηθεί και η Ειρήνη Σταματοπούλου με τα δύο προηγούμενα μυθιστορήματά της, τον Κανόνα του παιχνιδιού (2015) και το Αυτί της Αριάδνης (2016), που επιστρέφει τώρα με ένα καινούργιο μυθιστορηματικό πόνημα το οποίο τη βοηθάει να εστιάσει πιο συγκεκριμένα στα θέματά της, να οργανώσει εντελέστερα την πλοκή της και να επεξεργαστεί καλύτερα τους χαρακτήρες της βασισμένη σε ένα σαφώς λειτουργικό, πιραντελικής υφής εύρημα.
Κατά τη διάρκεια ενός παρατεταμένου ταξιδιού στην Ιταλία, η Λουίζα ανακαλύπτει με τεράστια έκπληξη πως κάποια άγνωστη έχει καταλάβει το σπίτι της στην Αθήνα: μια γυναίκα που εναλλάσσοντας το θράσος και την αναίδεια με ένα παράδοξο πλην εξαιρετικά σταθερό πνεύμα συνεννόησης και καταλλαγής, την καλεί στο κινητό για να ανακοινώσει απερίφραστα την απόφασή της να εγκατασταθεί στον χώρο της χωρίς πολλές εξηγήσεις, ούτε για την προέλευσή της ούτε για το τι ακριβώς επιζητεί με τον σφετερισμό μιας ξένης καθημερινότητας. Το αμφίρροπο και ελαφρώς ακατανόητο ή και παράλογο κλίμα διατηρείται σε όλο το μήκος της αφήγησης χωρίς να καταλήγει σε κάποια λύση και δίχως να προφέρει την οποιαδήποτε διέξοδο, εφοδιάζοντας το βιβλίο με ένα προκαταβολικό σασπένς.
Δεν πρόκειται φυσικά για ιστορία μυστηρίου και υπό αυτή την έννοια δεν θα πρέπει να περιμένουμε συγκλονιστικές εκπλήξεις. Ο προσανατολισμός της Σταματοπούλου είναι υπαρξιακός και επικεντρώνεται στο ζήτημα της ταυτότητας. Τι αντιπροσωπεύει σε ένα τέτοιο πλαίσιο η Ολια; Είναι το alter ego της Λουίζας; Το είδωλό της σε έναν νοερό καθρέφτη; Μια σκιά που της μοιάζει; Ή μήπως ένα φάσμα που την ακολουθεί κατά πόδας; Απάντηση δεν θα δοθεί αλλά η Ολια θα μπλεχτεί για τα καλά στα πόδια της. Οι φίλοι της Λουίζας στην Αθήνα, η μάνα και η αδελφή της, καθώς και μια σειρά από ανδρικά πρόσωπα που βρίσκονται σε μάλλον λοξή σχέση μαζί της δεν εντοπίζουν την παραμικρή διαφορά ανάμεσα στην ίδια και την Ολια. Με άλλα λόγια, η Ολια είναι η Λουίζα και η Λουίζα είναι η Ολια σε μια συνεχή διαδικασία συνταύτισης που μοιάζει εκ παραλλήλου με υπόγεια διεργασία αποξένωσης ή αποπροσωποποίησης. Ενας αδιάκοπος διχασμός τον οποίο συχνά επιτείνουν το όνειρο, ο εφιάλτης, η ψευδαίσθηση και η αυταπάτη. Μπορεί άλλωστε στο τέλος όλα αυτά να μην είναι παρά φαντασιωτικές προβολές τού «εγώ», παραλλαγές ενός εαυτού σε μόνιμη σύγχυση καθώς προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα ερωτικά του προβλήματα και να απαντήσει σε ερωτήματα όπως ποιο είναι το νόημα της μητρότητας ή το κόστος της γυναικείας μοναξιάς.
Το αναντίρρητο προνόμιο του βιβλίου της Σταματοπούλου είναι η ατμόσφαιρα αιώρησης, αμφιβολίας και εκκρεμότητας που διαχέεται σε όλες τις σελίδες του. Τα εμπόδια στα οποία σκοντάφτει φανερά από την άλλη μεριά η συγγραφέας είναι η δυσκινησία και οι επαναλήψεις του μύθου της που γίνονται υπέρβαρες όταν τα λόγια των ηρώων γεμίζουν με φιλοσοφικού τύπου αποφάνσεις ή μετατρέπονται αίφνης σε παρένθετα δοκίμια περί ζωής και τέχνης. Παρά την εμφανή πρόοδο σε σύγκριση με τα προγενέστερα βιβλία, η αίσθηση της αφηγηματικής οικονομίας εξακολουθεί να μην είναι ισχυρή. Αν η Σταματοπούλου έσφιγγε περισσότερο τα λουριά, αν μάζευε το μέγεθος των σκηνών, τον αριθμό των επεισοδίων και την έκταση των διαλόγων της, θα μπορούσε να οδηγηθεί σε ένα πολύ πιο πυκνό και δραστικό αποτέλεσμα.