«Είναι πρόωρο να μιλήσουμε για νέο κόμμα» λέει στην αποκλειστική συνέντευξή του προς «Το Βήμα» ο κ. Γεώργιος Σουφλιάς, για να αποσαφηνίσει όμως ότι η Νέα Δημοκρατία του κ. Κώστα Καραμανλή «είναι ένα άλλο κόμμα ιδιοκτησιακής αντίληψης, ξένο προς την παράταξη». Προφανώς αυτό το κόμμα δεν αφορά πλέον τον κ. Σουφλιά, ο οποίος στοχεύει στην «αναγέννηση της φιλελεύθερης παράταξης». Ο κ. Σουφλιάς δεν αποκλείει μια ευρύτερη ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού. Υποστηρίζει, όμως, ότι θα καταλήξει και πάλι σε «δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας». Είναι σαφής για τον δικό του ρόλο: «Υπήρξα γέννημα θρέμμα της παράταξης, ο δημιουργός του προγραμματικού λόγου της. Την υπηρέτησα με πάθος, ανιδιοτέλεια και αυταπάρνηση». Αρα τι θα κάνει ο κ. Σουφλιάς που ούτως ή άλλως βομβαρδίζεται στη Βεντήρη με χιλιάδες παροτρύνσεις από όλη την Ελλάδα «να προχωρήσει»; Θα προχωρήσει προφανώς αργά ή γρήγορα. Αλλά απαντά σε όσους προσδοκούν ότι θα είναι καταλύτης μιας προσέγγισης με το ΠαΣοΚ: «Δικός μου στόχος είναι η αναγέννηση και η ανασύνθεση της φιλελεύθερης παράταξης. Η ανασύνθεση του σοσιαλιστικού χώρου είναι δουλειά άλλων».


­ Κύριε Σουφλιά, όταν πριν από ένα χρόνο διεκδικούσατε την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, αναφερθήκατε στην παθογένεια των ομάδων που τυραννά το κόμμα. Μήπως οι διαγραφές λύτρωσαν το κόμμα από αυτή την παθογένεια;


«Το αντίθετο. Οι διαγραφές επικυρώνουν την παθογένεια του κόμματος και είναι αποτέλεσμα αυτής της παθογένειας. Αποδεικνύουν ακριβώς ότι μια μικρή ομάδα, σκεπτόμενη με ιδιοκτησιακή αντίληψη για το κόμμα, με πολιτικά και ηθικά ανεπίτρεπτη μεθόδευση, συρρίκνωσε το κόμμα στα μέτρα της και έφτιαξε ένα «άλλο κόμμα». Δεν είναι η Νέα Δημοκρατία πια στη Ρηγίλλης. Διότι αυτή η πολιτική αντίληψη, συμπεριφορά και πρακτική μιας μικρής ομάδας δεν έχει καμία σχέση με το ήθος, το εύρος και την παράδοση της παράταξης».


­ Ο κ. Καραμανλής λέει ότι εσείς με την πολιτική συμπεριφορά σας δώσατε δεκανίκι στο ΠαΣοΚ.


«Νομίζω ότι είναι ηλίου φαεινότερον πως εμείς που υποστηρίξαμε τις πάγιες θέσεις, τις σύγχρονες θέσεις της Νέας Δημοκρατίας, δεν δώσαμε κανένα δεκανίκι σε κανέναν παρά πράξαμε για το συμφέρον του κόμματος, της παράταξης και του τόπου. Αντίθετα, η πράξη της διαγραφής για την επικύρωση προειλημμένων αποφάσεων που δημιούργησε αυτό το τεράστιο πρόβλημα στη Νέα Δημοκρατία έδωσε στήριγμα στο ΠαΣοΚ που παραπαίει…


Θα μου επιτρέψετε όμως να επισημάνω την πολιτική ασυνέπεια της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας στο θέμα των ΔΕΚΟ. Είναι ανεπίτρεπτο στις 19 Ιανουαρίου να τίθεται το θέμα των ΔΕΚΟ, να αρχίζουν οι κινητοποιήσεις και απεργίες και μόνον στις 28 του μηνός να εμφανίζεται ο αρχηγός του κόμματος στη Βουλή με θέση επί του θέματος η οποία ταυτιζόταν με τις θέσεις του κ. Κολλά. Ως τότε ορισμένα στελέχη, μεταξύ αυτών και εγώ, δημόσια υποστηρίξαμε τις πάγιες θέσεις της Νέας Δημοκρατίας, ότι δεν μπορούν να έχουν βέτο οι συντεχνίες των ΔΕΚΟ για τα προνόμιά τους και τις εργασιακές τους σχέσεις.


Εν συνεχεία, στις 2 Φεβρουαρίου, ο αρχηγός του κόμματος αλλάζει θέση, λίγες ώρες μόλις πριν από την ψηφοφορία στη Βουλή. Η θέση αυτή στον πυρήνα της προσομοίαζε με την τροπολογία της κυβέρνησης· τροπολογία που ήταν αναγκαία για να διορθωθεί ένα τραγικό λάθος του ίδιου του ΠαΣοΚ που είχε κάνει με νόμο το 1996 και το οποίο είχε καταψηφίσει τότε η Νέα Δημοκρατία. Δεν φθάνουν δε αυτές οι παλινωδίες του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας αλλά, χωρίς να θέσει εκ των προτέρων θέμα κομματικής πειθαρχίας, παραπέμπει στο Πειθαρχικό και διαγράφει αυτούς που επέδειξαν συνέπεια στις πάγιες θέσεις της Νέας Δημοκρατίας και στο σωστό.


Αφού, λοιπόν, γνώριζε ότι στελέχη του κόμματός του, με δεδομένο ότι δεν έθεσε θέμα κομματικής πειθαρχίας, θα συνέχιζαν να υποστηρίζουν την αρχική θέση τους, γιατί ζήτησε ονομαστική ψηφοφορία; Για να εκτεθούν και να τους διαγράψει; Το πιθανότερο…».


­ Αν ήσασταν εσείς αρχηγός, δεν θα θέλατε ενιαία η Κοινοβουλευτική Ομάδα σας να στηρίζει τη θέση σας;


«Θα το ήθελα. Αλλά υπάρχουν ορισμένες προϋποθέσεις: το κόμμα που εκφράζεται μέσω του αρχηγού να έχει καθαρή και συγκεκριμένη θέση, την οποία γνωρίζουν οι βουλευτές και η ελληνική κοινωνία. Αντίθετα εδώ, με τις ΔΕΚΟ, παρουσιάστηκε το φαινόμενο ο ανεπαρκής σε θέσεις αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας να εμφανισθεί σε 15 ημέρες με τρεις διαφορετικές θέσεις. Οταν, λοιπόν, υπάρχει μια τέτοια σύγχυση στην έκφραση του κόμματος μέσω του αρχηγού, τότε δεν μπορεί να περιμένεις την ενιαία έκφραση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Θα έπρεπε να την περιμένεις αν ετίθετο θέμα κομματικής πειθαρχίας».


­ Το συμπέρασμά σας, κύριε Σουφλιά, είναι ότι ο κ. Καραμανλής «σας την έστησε», όπως λέμε απλά;


«Θεωρώ ότι η διαγραφή ήταν προειλημμένη απόφαση. Θεωρώ ότι κάποτε θα γινόταν. Τη διάσπαση δεν την κάναμε εμείς. Η Νέα Δημοκρατία είναι σήμερα θύμα μιας μικρής ομάδας που επέλεξε τη διάσπαση και τη συρρίκνωση με τις διαγραφές μας. Θεωρώ ότι κύριος στόχος της μεθόδευσης ήμουν εγώ».


­ Γιατί εσείς;


«Εγώ, κύριε Ευθυμίου, σιώπησα επί εννέα μήνες. Δεν δημιούργησα κανένα θέμα στο κόμμα ούτε ήθελα να δημιουργήσω. Ουδέποτε υπονόμευσα κανέναν ούτε συνωμότησα με κανέναν. Και αυτό ισχύει για όλους τους διαγραφέντες. Στη Νέα Δημοκρατία γνωρίζουμε ο ένας τον άλλον καλά. Και όλοι γνωρίζουν ότι από το 1974 δούλεψα με πάθος και συνέπεια γι’ αυτή την παράταξη. Δεν ανήκα ποτέ σε ομάδες ούτε έφτιαξα ομάδες και το ίδιο έπραξα και τώρα, μετά το συνέδριο. Νομίζω όμως ότι η σημερινή ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, μέσα στην ανασφάλεια και στην απραξία της, με αντιμετώπιζε πάντοτε ως απειλή, ιδιαίτερα όταν είδε ότι δεν πάει καλά. Και διότι, σε τελευταία ανάλυση, όπως είπε ο ίδιος ο κ. Καραμανλής σε συνέντευξή του, η αντίληψη είναι, όταν χάσει τις εκλογές, αυτός να παραμείνει αρχηγός. Αρα το θέμα που απασχολεί τη Ρηγίλλης δεν είναι να κερδίσει τις εκλογές αλλά να κρατήσει το κόμμα αυτή η μικρή ομάδα που μεθόδευσε τις διαγραφές γελοιοποιώντας κανόνες και αξίες.


Είναι κοινή συνείδηση, νομίζω, ότι αυτούς τους εννέα μήνες μετά το συνέδριο υπήρχε μια αβουλία, μια αδυναμία χάραξης πολιτικής από τη Νέα Δημοκρατία. Θα ρωτήσω: Θυμάται κανείς ποιες είναι οι θέσεις της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας σε ένα σωρό μεγάλα θέματα που προέκυψαν αυτό το διάστημα; Σε όλα οι θέσεις του κόμματος ήταν «ήξεις – αφήξεις», σε ένα κλίμα λαϊκίστικο, του λεγόμενου «κομματικού κόστους», χαϊδεύοντας αφτιά, κάτι που δεν ταιριάζει σε αυτή την παράταξη.


Τα κόμματα οφείλουν να λένε την αλήθεια στον λαό: ότι χρειάζεται όλοι, κατ’ αναλογία, να καταβάλουμε το κόστος για την ισότιμη και ανταγωνιστική συμμετοχή μας στην ευρωπαϊκή ενοποίηση. Και, φυσικά, τη μεγαλύτερη ευθύνη έχει πρώτη η ανήμπορη και ανίκανη κυβέρνηση του ΠαΣοΚ. Αλλά έπρεπε να το καταστήσει σαφές και η Νέα Δημοκρατία ως αξιωματική αντιπολίτευση. Με καθαρές θέσεις, με την πολιτική του γενναίου και του συγκεκριμένου. Οχι με λαϊκίστικες θέσεις».


­ Είπατε πριν ότι η Νέα Δημοκρατία είναι ένα «άλλο κόμμα». Σημαίνει αυτό ότι η Νέα Δημοκρατία δεν μπορεί να διαδραματίσει αυτόν τον ρόλο;


«Από τη στιγμή που κινείται, εκφράζεται και λειτουργεί χωρίς γενναία, υπεύθυνη και καθαρή πολιτική που να υπηρετεί τον τόπο, φυσικά και δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτόν τον ρόλο. Μπορεί να ανταποκριθεί, βεβαίως, στον ρόλο τον ιδιοκτησιακό στον οποίο κάποιοι θέλουν να τη συρρικνώσουν. Γι’ αυτό και λέω πλέον ότι είναι ένα άλλο κόμμα».


­ Διαχωρίζετε με όσα λέτε το «άλλο κόμμα», τη Νέα Δημοκρατία, από την παράταξη. Θα προχωρήσετε σε νέο κόμμα;


«Θα μου επιτρέψετε πρώτα μια γενική επισήμανση. Σύγχρονες πολιτικές, πολιτικές αναγκαίες για τον τόπο, υπάρχουν στον πυρήνα αυτής της παράταξης, της οποίας κομματική έκφραση ήταν η Νέα Δημοκρατία. Αντίθετα, δεν υπάρχουν στον πυρήνα του ΠαΣοΚ. Το ΠαΣοΚ υπέστη διάφορες μεταλλάξεις. Αλλες εξ αυτών με μικρά βήματα παρακολούθησαν τις σύγχρονες εξελίξεις, άλλες όμως δεν κατάφεραν να παρακολουθήσουν το σήμερα. Γι’ αυτό και υπάρχει η σταθερή εσωτερική σύγκρουση στο ΠαΣοΚ. Η ρητορεία του μπορεί να είναι άλλη φορά αριστερή και άλλη φορά φιλελεύθερη και η πράξη του να είναι λίγο απ’ όλα. Ετσι όμως δεν λύνονται τα προβλήματα. Διαιωνίζονται.


Η Νέα Δημοκρατία, που υπήρξε ιστορικά ο εκφραστής αυτών των σύγχρονων ιδεών που επικράτησαν σε όλο τον κόσμο, δεν ανταποκρίνεται με γενναιότητα στις αναγκαίες τομές και ρήξεις. Σήμερα αυτό το κόμμα που δημιουργήθηκε στη Ρηγίλλης, στα μέτρα μιας ιδιοκτησιακής λογικής μιας μικρής ομάδας, δεν μπορεί να είναι ο κομματικός εκφραστής της μεγάλης φιλελεύθερης παράταξης».


­ Ποιος είναι ο δικός σας ρόλος σε αυτό το σκηνικό, κύριε Σουφλιά;


«Συμπυκνώνεται στην αυθεντική έκφραση των σύγχρονων πολιτικών της παράταξης και στην ανάγκη να αποκτήσει αξιοπιστία η πολιτική ζωή μας. Με ρωτήσατε πριν για ίδρυση κόμματος. Πιστεύω ότι όλοι γνωρίζουν πως δεν πράττω «εν θερμώ». Θεωρώ ότι είναι νωρίς ακόμη να συζητάμε για κόμμα. Αισθάνομαι όμως την ανάγκη, και θα το κάνω πράξη και έχω όρεξη πολλή για δουλειά, να εκφρασθούν κυριαρχικά αυτές οι σύγχρονες πολιτικές θέσεις. Θα εργασθώ σκληρά για την αξιοπιστία της πολιτικής πρότασης και πράξης. Θα εργασθώ σκληρά για να πεισθεί η ελληνική κοινωνία, ιδιαίτερα τα νέα παιδιά, ότι υπάρχουν γενναίες προτάσεις και γενναίες λύσεις στα προβλήματα και ότι η πολιτική δεν είναι αναξιόπιστη αλλά δύναμη μετασχηματισμού της χώρας και της ζωής μας. Θα εργασθώ σκληρά για να υπάρξει έμπνευση και πάθος συμμετοχής και όχι μιζέρια στα κομματικά γραφεία για τη νομή της εξουσίας. Αυτό μόνον μπορώ να πω για την ώρα».


­ Πιστεύετε ότι θα υπάρξει μια ευρύτερη ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού;


«Υπάρχει πράγματι η κοινωνική πίεση για κάτι καινούργιο. Αυτό είναι ένα βασικό στοιχείο που διατρέχει όλη την ελληνική κοινωνία. Αλλά η χώρα μας πιστεύω ακράδαντα ότι έχει ανάγκη από δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας και φυσικά θα υπάρχουν με τον ρόλο τους και τα μικρά κόμματα. Οταν όμως τα μεγάλα κόμματα δεν ανταποκρίνονται σε αυτό που έχει ανάγκη ο τόπος, θα πρέπει να παραμένουν αυτά ως μεγάλα κόμματα; Θα μου πείτε: Η δημιουργία πολλών μικρών κομμάτων πού θα οδηγήσει; Θα οδηγήσει σε πολυκομματισμό; Πιστεύω ότι, ακόμη και αν συμβεί αυτό, η ανάγκη των δύο ισχυρών κομμάτων εξουσίας θα προκαλέσει ανασύνθεση που θα καταλήξει στη δημιουργία δύο νέων κομμάτων. Και δεν ξέρω πότε και αν αυτό μπορεί να γίνει».


­ Εσείς θα συμβάλετε σε μια παρόμοια εξέλιξη;


«Δεν συμφωνώ με την ιταλοποίηση της πολιτικής ζωής της χώρας. Αλλά, εκεί όπου έχει φθάσει το πολιτικό μας σκηνικό, αν θέλουμε ειλικρινά να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι το παρόν κομματικό και πολιτικό σύστημα πρέπει να αλλάξει και να απαλλαγεί από την παθογένεια που έχει. Δεν μπορώ να προβλέψω τα ενδιάμεσα στάδια αυτών των αλλαγών. Αλλά τονίζω και πάλι ότι πεποίθησή μου είναι πως πρέπει να καταλήξουμε σε δύο προτάσεις εξουσίας. Δική μου στόχευση δεν είναι τίποτε άλλο από την ανασύνθεση και την αναγέννηση της μεγάλης φιλελεύθερης παράταξης, της οποίας είχα την τιμή να επεξεργασθώ τον προγραμματικό λόγο, της οποίας είμαι γέννημα θρέμμα και από την οποία κανένας δεν μπορεί να με διαγράψει.


Είναι θέμα άλλων να επιχειρήσουν την ανασύνθεση και την αναγέννηση του σοσιαλιστικού χώρου».