«Αεί τροχάω»
Η γενεαλογία και η σημασία της έννοιας της περιστασιακότητας για τη σύγχρονη δυτική ποίηση
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Ξεκίνημα… αναπόταμα, από το τέλος αυτής της χρήσιμης μελέτης. Ο Δημήτρης Καργιώτης κλείνει την ιστορικο-θεωρητική του περιδιάβαση στους λειμώνες της περιστασιακής ποίησης μ’ ένα επίμετρο κεφάλαιο που τιτλοφορείται «Καιρός, Occasio, Περίσταση: Σχηματισμοί μιας αλληγορίας».
Δεν σώζεται ο «Υμνος εις τον Καιρόν» του Ιωνος του Χίου, μήτε ο βωμός του Καιρού στην Ολυμπία, που αναφέρει ο Παυσανίας, ή ο περίφημος Καιρός, γλυπτό του Λύσιππου του Σικυώνιου. Πρόκειται όμως για θέμα που γοήτευσε την ύστερη αρχαιότητα, τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση. Εννοια χρονική, αλλά ιδιόμορφη, καθώς δεν αναφέρεται στον χρόνο ως έκταση, αλλά ως ένταση, ο φευγαλέος καιρός, συνδυαζόμενος και με την τυχαιότητα (η φτερωτή στιγμή εμφανίζεται αναπάντεχα, δεν είναι προβλέψιμη), δυσκόλεψε τους αλληγοριστές τόσο στις πλαστικές όσο και στις γλωσσικές-λογοτεχνικές αποτυπώσεις της. Σε επίγραμμα του Ποσείδιππου (Παλατινή Ανθολογία), μια στιχομυθία με το γλυπτό του Λύσιππου, εικάζουμε τα γνωρίσματα του Καιρού («- Γιατί βαδίζεις στις μύτες; – Κινούμαι συνεχώς (αεί τροχάω). – Και γιατί έχεις φτερά στα πόδια; – Πετάω σαν τον άνεμο. – Γιατί τα μαλλιά σου σκεπάζουν το πρόσωπό σου; – Για να με αρπάξει όποιος με συναντήσει. – Γιατί είσαι πίσω φαλακρός; – Γιατί όταν τον περάσω με τα φτερωτά μου πόδια κανείς δεν μπορεί πια να με αδράξει από πίσω»). Η επιλογή του ρήματος δεν είναι τυχαία, μια και αργότερα ο Καιρός θα απεικονίζεται να ισορροπεί πάνω σε τροχό ή σε σφαίρα, συνδηλώνοντας τη δυναμική της κίνησης και συνάμα τη δυσκολία της σύλληψης. Μερικούς αιώνες αργότερα (4ος αι. μ.Χ.), σε παρεμφερές επίγραμμα (του Αυσόνιου), εντοπίζονται σημαντικές καινοτομίες. Ο Καιρός δεν είναι πια ένας νεαρός αναμαλλιάρης, αλλά γυναίκα, μια θεά, η Occasio, η Ευκαιρία – μάλιστα ακόμα αργότερα, στην Αναγέννηση, θα παρουσιαστεί και ως Opportunitas. Η στιχομυθία είναι περίπου η ίδια («- Γιατί στέκεσαι πάνω σε τροχό; – Δεν μπορώ να μείνω ακίνητη. – Γιατί φαλακρή από πίσω; – Για να μη μ’ αρπάξουν καθώς φεύγω».), αλλά η θεά συνοδεύεται από μια γυναικεία φιγούρα, τη Μετάνοια («Οταν εγώ έχω πετάξει, αυτή μένει· την κρατούν αυτοί που έχω προσπεράσει. Ακόμη κι εσύ, ενόσω ζητάς εξηγήσεις και χρονοτριβείς, θα πεις πως σού ξέφυγα μέσα απ’ τα χέρια» – εξηγεί η Ευκαιρία). Η αλλαγή φύλου παγιώνεται: η Occasio, συνδεδεμένη και με τη Fortuna, γίνεται η απρόσιτη και ιδανική Κυρά – χαρά στον που τη γραπώνει απ’ τα μαλλιά· η έκφραση τροχός της τύχης γίνεται λογοτεχνικός τόπος. Ο Μακιαβέλι, σε αντίστοιχο στιχομυθικό του ποίημα (Dell’Occasione, Περί Ευκαιρίας), αναβαθμίζει έτι περαιτέρω την Περίσταση: ο άνθρωπος της virtù ξέρει να αδράξει την occasione και να πάρει τη fortuna με το μέρος του· ο άξιος τεχνίτης μπορεί να κρίνει πότε μια στιγμή είναι ευκαιρία για δημιουργία, πότε η περίσταση, το εξ αφορμής μπορεί να γίνει ποίηση και δημιουργία. «Ολα μου τα ποιήματα είναι περιστασιακά ποιήματα» θα πει αργότερα ο Γκαίτε (Συνομιλίες με τον Εκερμαν).
Η ποίηση της περίστασης
Σε τι συνίσταται, λοιπόν, η περιστασιακότητα, η απόπειρα να καθηλωθεί μια αέναη μεταβλητότητα; Το κυρίως σώμα του βιβλίου, επιμερισμένο σε 7 κεφάλαια, αναλαμβάνει να δείξει τα τι και τα πώς αυτής της έννοιας, τις απαρχές της, τη σημασία της για τη διαμόρφωση της δυτικής ποιητικής παράδοσης (ιδιαίτερα της λατινικής κληρονομιάς), τη γενεαλογία της, τη συμβολή της στην ποίηση των τροβαδούρων, την κορύφωσή της, προς το τέλος του Μεσαίωνα, όταν με το πέρασμα από την προφορικότητα στον γραπτό λόγο, την ανάδειξη και νομιμοποίηση της δημώδους γλώσσας, την έλευση του τυπωμένου βιβλίου και την κατά μόνας, ιδιωτική ανάγνωση, μετασχηματίζονται οι όροι παραγωγής και πρόσληψης της λογοτεχνίας.
Δεν πρόκειται για μια «Ιστορία» της περιστασιακής ποίησης, ούτε μια «θεωρία» της, μολονότι συνδυάζει υποδειγματικά τα γραμματολογικά και θεωρητικά κεκτημένα, εναλλάσσοντας αποτελεσματικά την οπτική του μακρόθεν και του εκ του σύνεγγυς. Επιτελεί κυρίως εκκαθαριστικό έργο, επιχειρώντας να αποσυνδέσει την ποιητική της περιστασιακής ποίησης από ιδεολογικές, αξιολογικές ή άλλες προσχώσεις που αλλοιώνουν την ιδιαιτερότητά της. Επικαιρική, εφήμερη, φευγαλέα, συγκυριακή, πάρεργη ποίηση, απλή στιχουργία, ελάσσων, εν τέλει, σε αντιπαράθεση με μια μείζονα, υψηλή ποίηση: είναι μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που κάπως άκριτα αντλούνται από τα ερμάρια μιας παρωχημένης και στενόθωρης φιλολογίας και ανακυκλώνονται προκειμένου να αξιολογήσουν (ή μάλλον: να απαξιώσουν) αυτό το παιχνίδισμα με το momentum, την περίσταση. Με αναθεωρητική πρόθεση και προοπτική, ο Δημήτρης Καργιώτης ανοίγει ουσιαστικά μια συζήτηση πολλαπλώς ωφέλιμη για την αυτοσυνειδησία της ποιητικής πράξης.
Η Λίζυ Τσιριμώκου είναι ομότιμη καθηγήτρια στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

