Δεν το συνειδητοποιεί κανείς σήμερα, όμως η NASA ήταν η κόρη του «Σπούτνικ». Οταν στις 4 Οκτωβρίου 1957 η ΕΣΣΔ εκτόξευσε τον πρώτο τεχνητό δορυφόρο προκαλώντας στη Δύση ένα ανάμεικτο κύμα ευφορίας για την τεχνολογική ικανότητα του ανθρώπου και φόβου ως προς τη ρωσική πρωτοπορία σε έναν τομέα που θα μπορούσε να γείρει υπέρ της την πλάστιγγα του Ψυχρού Πολέμου, τα ανώτατα πολιτικά κλιμάκια στις Ηνωμένες Πολιτείες αντιλήφθηκαν άμεσα ότι η επικοινωνιακή και ουσιαστική νίκη των Σοβιετικών απαιτούσε οργανωμένη απάντηση. Σχεδόν 10 μήνες μετά, στις 29 Ιουλίου 1958, ο πρόεδρος Ντουάιτ Αϊζενχάουερ θα υπέγραφε την κύρωση του νόμου που ίδρυε την Εθνική Υπηρεσία Αεροναυτικής και Διαστήματος των ΗΠΑ, η οποία πρωτολειτούργησε την 1η Οκτωβρίου 1958. Προικισμένη με όλο και υψηλότερα κεφάλαια, στελεχωμένη με πολιτικό, ακαδημαϊκό και στρατιωτικό προσωπικό κορυφαίου επιπέδου, η NASA θα αναδεικνυόταν τις επόμενες δεκαετίες σε εξαιρετικά αποτελεσματικό οργανισμό με ζηλευτό esprit de corps, τεχνικά μέσα, επιστημονική πληρότητα και τις δάφνες των επανδρωμένων αποστολών που κατέληξαν στην προσσελήνωση του 1969.
Δεν ήταν ωστόσο μια εύκολη γέννα αυτή του 1958. Μπορεί Βουλή και Γερουσία να μην πρόβαλαν αντιστάσεις στο σχέδιο, το έκανε όμως ο Στρατός: ένας πτέραρχος της Πολεμικής Αεροπορίας δήλωνε σε λόγο του στις αρχές του έτους ότι το Διάστημα θα έπρεπε να τελεί υπό στρατιωτική ευθύνη, καθότι «η Σελήνη παρέχει μια βάση αντιποίνων με ασύγκριτο πλεονέκτημα». Μια τέτοια βάση με πυρηνικά όπλα θα πρόσφερε στις ΗΠΑ τη δυνατότητα «βέβαιας και μαζικής καταστροφής της Σοβιετικής Ενωσης, αν επετίθετο πρώτη». Παρόμοια ήταν και η γνώμη του Βέρνερ φον Μπράουν, διακεκριμένου γερμανού πυραυλικού επιστήμονα και ανθρώπου-κλειδί στο μετέπειτα αμερικανικό διαστημικό πρόγραμμα. Ο Αϊζενχάουερ, αν και πρώην ανώτατος διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καχύποπτος απέναντι σε αυτό που αργότερα θα κατήγγελλε ως «στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα», αρνήθηκε να ενδώσει στις πιέσεις, όπως περιγράφουν στο βιβλίο τους «Epic Rivalry: The Inside Story of the Soviet and American Space Race» (εκδ. National Geographic) οι Βον Χάρντεστι και Τζιν Αϊσμαν, και έτσι η νέα Υπηρεσία τέθηκε υπό πολιτικό πρόσταγμα. Ωστόσο, ο πρόεδρος επέβαλε εξαρχής ως προτεραιότητα την εκτόξευση κατασκοπευτικών δορυφόρων. Ετσι, οι πρώτες επιτυχίες της NASA στις αρχές του 1960 έμειναν άγνωστες γιατί αφορούσαν ένα άκρως απόρρητο πρόγραμμα διαστημικών υπερπτήσεων πάνω από την άλλη υπερδύναμη.
Στις δεκαετίες που μεσολάβησαν από τότε έως σήμερα οικοδομήθηκε ο μύθος των «κατάλληλων ανθρώπων», όπως γλαφυρά τους παρουσιάζει στο «The Right Stuff» ο Τομ Γουλφ, εκείνων που με το σωστό μείγμα φιλοδοξίας, ικανότητας, γνώσης, δεξιοτήτων και θέλησης μπορούσαν περίπου να κάνουν θαύματα. Οπως κάθε μύθος, έτσι κι αυτός για το προσωπικό της NASA έχει τις φωτοσκιάσεις του. Δεν ήταν αλάνθαστοι (οι τραγωδίες του «Apollo 1» το 1967, του «Challenger» το 1986, του «Columbia» το 2003 θα το αποδείκνυαν με δραματικό τρόπο), είχαν όμως συλλογικά το χάρισμα να μαθαίνουν από τα λάθη τους. Δεν ήταν εξαρχής ευέλικτοι, έμαθαν όμως να προσαρμόζονται στις ανάγκες της στιγμής. Δεν ήταν οπαδοί του χαμηλού προφίλ, συμβιβάστηκαν όμως με το παρασκήνιο όταν τα φώτα της ράμπας έφυγαν από πάνω τους. Γι’ αυτό και η Υπηρεσία μπόρεσε να μεταβληθεί από ψυχροπολεμικό αντίδοτο του σοβιετικού προβαδίσματος στο Διάστημα σε αξιόπιστο εργαλείο επιστημονικής εξερεύνησης και ανάπτυξης των πιο προηγμένων μέσων ειρηνικής τεχνολογίας στην ανθρώπινη ιστορία. Αποστολές όπως αυτές του «Galileo», που έφτασε στον Δία το 1995, του «Pathfinder» που εκτοξεύθηκε για τον Αρη το 1996, του «Cassini-Huygens» που ξεκίνησε το ταξίδι του για τον Κρόνο το 1997, του «New Horizons» που εκτοξεύθηκε το 2006 με προορισμούς τον Πλούτωνα και τη ζώνη Κάιπερ προώθησαν σε μέγιστο βαθμό την κατανόηση του ηλιακού συστήματος με κλάσμα του κόστους των δαπανηρών πτήσεων στη Σελήνη.
Στα εξηκοστά της γενέθλια η NASA δεν έχει ουσιαστικούς ανταγωνιστές: το SpaceX του Ιλον Μασκ το επιδοτεί, το Blue Origin του Τζεφ Μπέζος θα κάνει υποτροχιακές πτήσεις σαν αυτές με τις οποίες ξεκίνησε η ίδια το 1961, η Ευρωπαϊκή Διαστημική Υπηρεσία θέτει στον εαυτό της περιορισμένους στόχους, το ρωσικό διαστημικό πρόγραμμα είναι σταθερή παρουσία, παραμένει κυρίως εμπορικό, όμως, για οικονομικούς λόγους. Και η εποχή των μεγάλων οραμάτων ίσως να επιστρέφει. Ο νόμος που πέρασε το Κογκρέσο και υπογράφηκε από τον πρόεδρο Τραμπ τον Μάρτιο του 2017 τής παρέχει 19,5 δισεκατομμύρια δολάρια για μια επανδρωμένη πτήση στον Αρη έως το 2033. Ενα μεγάλο βήμα για τον άνθρωπο, ένα άλμα για την ανθρωπότητα;

H NASA σε αριθμούς

Ετος ίδρυσης: 1958
Προϋπολογισµός: 20,7 δισ. δολάρια (το 2018)
Ποσοστό επί του προϋπολογισµού των ΗΠΑ: 0,5%
Προσωπικό: 17.381 άτοµα
Μείζονα κέντρα έρευνας και εκτόξευσης: 10

Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΟΥ   ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ

Οι μεγάλοι δεύτεροι(1961)
Oι πρώτοι αστροναύτες της NASA ήταν και οι δηµοφιλέστεροι του αµερικανικού κοινού – παρά το γεγονός ότι ήρθαν σχεδόν σε όλα δεύτεροι. Ο Αλαν Σέπαρντ υπήρξε ο πρώτος Αµερικανός στο Διάστηµα πραγµατοποιώντας µια υποτροχιακή πτήση στις 5 Μαΐου 1961, τον είχε προλάβει όµως ο Γιούρι Γκαγκάριν στις 12 Απριλίου. Ο Τζον Γκλεν έκανε τρεις περιστροφές γύρω από τη Γη στις 20 Φεβρουαρίου 1962, όµως ο Γκέρµαν Τίτοφ είχε ήδη ολοκληρώσει 17 στις 6 Αυγούστου 1961. Παρά την υστέρηση του αµερικανικού προγράµµατος «Ερµής» («Mercury»), η επικοινωνιακή διαχείριση από το περιοδικό «Life» ήταν άψογη όσον αφορά την παρουσίαση των Σκοτ Κάρπεντερ, Αλαν Σέπαρντ, Τζον Γκλεν, Γκας Γκρίσοµ, Γουόλι Σιρά, Γκόρντον Κούπερ και Ντικ Σλέιτον ως νεαρών, ικανών, πατριωτών πιλότων του Διαστήµατος και συνέβαλε στην εξιδανίκευση της έννοιας του αστροναύτη: µετά την πτήση του ο Αλαν Σέπαρντ έτυχε αποθεωτικής υποδοχής σε µια παρέλαση στη Νέα Υόρκη παρουσία 250.000 ανθρώπων.
Η Θάλασσα της Γαλήνης (1969)
«Ηταν µεγάλη τιµή για εµένα όταν ο Νιλ Αρµστρονγκ µου ζήτησε να αναλάβω καθήκοντα ελέγχου αποστολής. Είχα τα ίδια καθήκοντα στην προηγούµενη αποστολή, του «Apollo 10″, και µου ζήτησε να τα επαναλάβω και στη δική τους πτήση». Ο Τσαρλς Ντιουκ, ο οποίος αργότερα θα γινόταν ο 10ος άνθρωπος που πάτησε στη Σελήνη, µου εξηγούσε στη συζήτησή µας για το BHΜΑgazino το 2007 πόσο σηµαντικό ήταν για οποιονδήποτε στη NASA να σχετίζεται µε την ιστορική αποστολή των Νιλ Αρµστρονγκ, Μπαζ Ολντριν και Μάικλ Κόλινς που στις 20 Ιουλίου 1969 θα προσεδαφιζόταν στο φεγγάρι. Αποκορύφωµα µιας δαπάνης 25 δισεκατοµµυρίων δολαρίων (107 δισ. σε σηµερινές τιµές) και προϊόν εργασίας περίπου 400.000 ατόµων που δούλεψαν συνολικά για την αποπεράτωση του προγράµµατος, έκανε τον κόσµο να κρατά τη ανάσα του για 8 ηµέρες, απέφερε 21,5 κιλά υλικού από έναν άλλον πλανήτη και µια εµβληµατική φράση του 20ού αιώνα: «Ενα µικρό βήµα για τον άνθρωπο, ένα µεγάλο βήµα για την ανθρωπότητα».
Διάσωση εν πτήσει (1970)
Η περίπτωση του «Apollo 13» τυπικά δεν αποτελεί επιτυχία. Η σοβαρή δυσλειτουργία, ωστόσο, που έθεσε σε κίνδυνο τις ζωές των Τζιμ Λόβελ, Τζακ Σουίγκερτ και Φρεντ Χέιζ από τις 13 έως τις 17 Απριλίου 1970, έδειξε τα ύψη της οργανωτικής ικανότητας και της επιχειρησιακής ετοιμότητας που είχε επιτύχει η ΝΑSA μέσα σε μόλις 12 χρόνια. Αναπροσαρμόζοντας τη χρήση της σεληνακάτου, μειώνοντας την κατανάλωση ενέργειας και επινοώντας μια πατέντα για τη δέσμευση του διοξειδίου του άνθρακα, όταν τα επίπεδά του άρχισαν να ανεβαίνουν εξαιτίας του ατυχήματος 56 ώρες μετά την εκτόξευση της 11ης Απριλίου, οι επιστήμονες της Υπηρεσίας κατόρθωσαν μια εντυπωσιακή εξ αποστάσεως διάσωση.
Εργαστήριο στον ουρανό (1973)
Η εκτόξευση του «Skylab» στις 14 Μαΐου 1973 έκανε προσωρινά πραγµατικότητα το όνειρο ενός διαστηµικού σταθµού. Τελευταία παράσταση του θρυλικού πυραύλου «Κρόνος 5» που πραγµατοποίησε τις αποστολές στη Σελήνη, σηµατοδότησε όχι µόνο τη µακρότερη έως τότε συνεχή παραµονή ανθρώπων εκτός γήινης ατµόσφαιρας (84 ηµέρες), αλλά και την πρώτη φορά που έγιναν εκτεταµένες επισκευές σε διαστηµικό περιβάλλον, µια και το σκάφος είχε υποστεί ζηµιές κατά την αναχώρηση. Πρόγευση σε µικρό µέγεθος του Διεθνούς Διαστηµικού Σταθµού, έπεσε στη Γη το 1979.
 
 
«Apollo»και «Soyuz»  (1975)
«Εφόσον έχει να κάνει μόνο με το Διάστημα, κάντε ό,τι θέλετε». Η έγκριση του υπουργού Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ στην πρωτοβουλία της NASA να ζητήσει από τη Σοβιετική Ακαδημία Επιστημών μια κοινή αποστολή ήταν δείγμα του ότι όσον αφορά την «κούρσα του Διαστήματος» ο ανταγωνισμός των υπερδυνάμεων είχε τελειώσει. Στις 17 Ιουλίου 1975 τα δύο τροχιακά οχήματα «Apollo» και «Soyuz» συνδέθηκαν για 44 ώρες κοινών επιστημονικών πειραμάτων και καλής θέλησης. Πέρα από την επίδειξη τεχνικής αρτιότητας με τη διασύνδεση δύο ολοκληρωτικά διαφορετικών τεχνολογιών, η συνάντηση έφερε σε επαφή δύο από τα ιστορικότερα πρόσωπα του προγράμματος, τον βετεράνο αστροναύτη Ντικ Σλέιτον με τον ομόλογό του κοσμοναύτη Αλεξέι Λεόνοφ.
 
Διαστρικοί ταξιδιώτες(1977)
Με βάρος περίπου 820 κιλά τα δίδυµα «Voyager» που εκτοξεύτηκαν το 1977 αποτελούν δύο ελάχιστα αντικείµενα στην απεραντοσύνη του Διαστήµατος. Εν τούτοις, 41 χρόνια µετά την έναρξη της αποστολής τους και αφού φωτογράφισαν Δία, Κρόνο, Ουρανό και Ποσειδώνα, είτε βρίσκονται πια εκτός του ηλιακού συστήµατος («Voyager 1»), είτε πλησιάζουν τα όριά του («Voyager 2»). Αθλοι ποιοτικής κατασκευής, αναµένεται στο µέλλον να δώσουν τα πρώτα άµεσα στοιχεία για τη σύσταση του διαστρικού υλικού.
 
 
Η καταστροφή του «Challenger»(1986)
Διάδοχος των πυραύλων της ηρωικής εποχής, το διαστηµικό λεωφορείο υπήρξε πιθανόν το οµορφότερο όχηµα που σχεδίασε στα 60 χρόνια της η NASA. Παράλληλα, υπήρξε και ένα από τα πιο προβληµατικά εξαιτίας της πολύπλοκης κατασκευής του. Οταν στις 28 Ιανουαρίου 1986 το διαστηµικό λεωφορείο «Challenger» ανατινάχθηκε 73 δευτερόλεπτα µετά την εκτόξευσή του παρασύροντας στον θάνατο πλήρωµα επτά ατόµων, η καταστροφή σηµάδεψε το οριστικό τέλος της αισιόδοξης προοπτικής της επανδρωµένης εξερεύνησης του Διαστήµατος. Υπολογίστηκε ότι το 17% των Αµερικανών είδε σε ζωντανή µετάδοση το γεγονός και η εικόνα της έκρηξης υπήρξε µία από τις πιο αναγνωρίσιµες της δεκαετίας του ’80. Παρά την τριακονταετή υπηρεσία (1981-2011) και τις 135 αποστολές των πέντε οχηµάτων («Columbia», «Challenger», «Discovery», «Atlantis», «Endeavour»), η απώλεια του «Challenger» όπως και η αντίστοιχη του «Columbia» το 2003 έδειξαν τη λεπτότητα των ορίων εντός των οποίων ο άνθρωπος κινείται εκτός του πλανήτη.
 
 
Κοιτάζοντας το Σύµπαν (1990)
Επί 28 χρόνια το τηλεσκόπιο «Χαµπλ» παρατηρεί το ορατό, το υπεριώδες και το υπέρυθρο φάσµα από τη χαµηλή γήινη τροχιά του, αποτελώντας την ενσάρκωση ενός επιστηµονικού οράµατος. Η ιδέα του ενυπάρχει από το 1923 και πράγµατι η απελευθέρωση από τα ατµοσφαιρικά φαινόµενα επέφερε επαναστατικές αλλαγές στη γνώση µας για τις απαρχές του κόσµου και τις τεκµηρίωσε µε φωτογραφίες της απαράµιλλης οµορφιάς του Σύµπαντος. Ο διάδοχός του, το πολύ µεγαλύτερο «Τζέιµς Γουέµπ», που θα τεθεί σε τροχιά το 2021, έχει στοιχίσει µέχρι στιγµής 9,6
δισεκατοµµύρια δολάρια.
 
 
Σπίτι στο Διάστηµα (1998)
Διεθνής πρωτοβουλία που όµως κατά βάση έγινε πραγµατικότητα χάρη στην αµερικανική και τη ρωσική τεχνογνωσία, ο Διεθνής Διαστηµικός Σταθµός (ISS), σε τροχιά µεταξύ 330 και 435 χιλιοµέτρων πάνω από τη Γη, συνιστά το αρτιότερο ίσως τεχνολογικό επίτευγµα της διεθνούς συνεργασίας. Λειτούργησε τµηµατικά µεταξύ 1998 και 2011, αρχικά µε τη συνδροµή των διαστηµικών λεωφορείων, µετά την απόσυρσή τους µε αυτή των ρωσικών πυραύλων «Soyuz», πρόσφατα µε εκείνη των «Dragon» του SpaceX. Υπήρξε πρότυπο δοκιµής µεγάλης κατασκευής (72,8 µέτρα µήκος και 108,5 µέτρα πλάτος) σε εξωατµοσφαιρικές συνθήκες και κατοικείται µονίµως από πλήρωµα 6 ατόµων – από την 1η Ιουνίου 2018 οι ένοικοί του είναι τρεις Αµερικανοί, δύο Ρώσοι και ένας Γερµανός.
 
 
Η εποχή των ροµπότ (2011)
Η εικόνα ενός μικρού οχήματος να διασχίζει τους αμμόλοφους του Αρη μπορεί να θεωρηθεί πειστική αποτύπωση της NASA του 21ου αιώνα. Μετά τις δραματικές περικοπές του προϋπολογισμού της από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 και μετά, η Υπηρεσία χρειάστηκε να στραφεί στην αναζήτηση εξωτερικής χρηματοδότησης, στη συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα και στην έξυπνη χρήση των κονδυλίων. Το μήκους 2,9 και πλάτους 2,4 μέτρων ρόβερ «Curiosity», έχοντας ταξιδέψει εκατομμύρια χιλιόμετρα, οργώνει τον Κόκκινο Πλανήτη από τον Αύγουστο του 2012 και υποδεικνύει ότι η ρομποτική εξερεύνηση αποτελεί σήμερα τη λυσιτελέστερη εκδοχή της ανθρώπινης προσπάθειας για γνώση. Χωρίς την επικοινωνιακή λάμψη του παρελθόντος, η NASA αποδύεται σήμερα σε ένα πρόγραμμα υπερπτήσεων, δορυφόρων και οχημάτων που σπάνια εξάπτει το κοινό, συσσωρεύει όμως αέναα υλικό για το τι περιβάλλει τη μικρή γειτονιά της Γης.