Εάν υπάρχει μια σκηνή που συμπυκνώνει το βαθύτερο νόημα της ταινίας «Κονκλάβιο», η οποία έκανε μεγάλη αίσθηση πέρυσι, φτάνοντας μέχρι τα Οσκαρ, είναι αναμφίβολα ο μονόλογος του καρδινάλιου Λόρενς – τον υποδύεται ο Ρέιφ Φάινς – σε μία από τις πρώτες σκηνές του έργου. Ο ιδιαίτερα αγαπητός και φιλελεύθερος πάπας έχει πεθάνει, οι καρδινάλιοι έχουν μόλις κλειστεί στην Καπέλα Σιστίνα για τις διαδικασίες εκλογής του νέου πνευματικού ηγέτη τους, και το βασικό διακύβευμα που αναφύεται είναι εάν θα βρει η προοδευτική κληρονομιά του εκλιπόντος πάπα έναν άξιο συνεχιστή ή εάν, αντιθέτως, το κονκλάβιο θα επιλέξει έναν από τους ισχυρούς συντηρητικούς καρδιναλίους.
«Ολα αυτά τα χρόνια που υπηρέτησα στην Εκκλησία, επιτρέψτε μου να πω ότι κατέληξα σε ένα αμάρτημα που φοβάμαι περισσότερο από κάθε άλλο: τη βεβαιότητα. Η βεβαιότητα είναι ο μεγάλος εχθρός της ενότητας. Η βεβαιότητα είναι ο θανάσιμος εχθρός της ανεκτικότητας. Ακόμη και ο ίδιος ο Χριστός δεν ήταν βέβαιος στο τέλος: «Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;» φώναξε εναγωνίως την ένατη ώρα στον σταυρό. Η πίστη μας είναι ένα ζωντανό πράγμα, ακριβώς επειδή πηγαίνει χέρι-χέρι με την αμφιβολία. Εάν υπήρχε μόνο βεβαιότητα και καθόλου αμφιβολία, δεν θα υπήρχε κανένα μυστήριο, και επομένως καμία ανάγκη για πίστη. Ας προσευχηθούμε στον Θεό, ώστε να μας χαρίσει έναν πάπα που έχει αμφιβολίες».
Ο εναγκαλισμός της αμφιβολίας
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να διαβάσει κάποιος τον ανωτέρω μονόλογο, ο πιο ενδιαφέρων, όμως, είναι ως μια σφοδρή κριτική στη «συντηρητική λατρεία της βεβαιότητας», όπως επεσήμανε πρόσφατα ο Τζέιμς Ε. Πόρτερ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι στο Οχάιο. Αυτή αναφέρεται στην «πεποίθηση ότι υπάρχουν ξεκάθαρες και μονοσήμαντες απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα που αφορούν την ηθική και την πίστη και ότι, συνεπώς, η αβεβαιότητα [και συνακόλουθα η ανεκτικότητα] είναι μια αδυναμία, μια ένδειξη ηθικής εξασθένισης ή ένταξης στο στρατόπεδο του woke, ένα φιλελεύθερο ελάττωμα». Ο εναγκαλισμός της αμφιβολίας συνιστά, κατά γενική ομολογία, τη μεγάλη πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει η Καθολική Εκκλησία σε συνθήκες ύστερης νεωτερικότητας, καθώς η αυξανόμενη περιπλοκότητα, η ποικιλομορφία και ο πλουραλισμός του κόσμου καθιστούν όλο και πιο δύσκολη, αν όχι ανέφικτη, την επίκληση μονοσήμαντων ηθικών προταγμάτων και άκαμπτων ιεραρχήσεων.
Για πολλούς, ο Πάπας Φραγκίσκος προσπάθησε να απαντήσει, τουλάχιστον σε έναν βαθμό, σε αυτήν ακριβώς την πρόκληση. Nα συγχρονιστεί με τους ρυθμούς και τις απαιτήσεις της εποχής, χωρίς να οδηγήσει το θρησκευτικό δόγμα σε ένα είδος ηθικού ρελατιβισμού. Ανοίχθηκε επιμελώς στη διαφορετικότητα, στα μέλη της LGBTQ κοινότητας και τους μετανάστες, αλλά και στους αδικημένους του καπιταλισμού – και λιγότερο της πατριαρχίας – με τεράστιες βεβαίως αντιφάσεις, όπως για παράδειγμα την επίμονη αντίθεσή του στις αμβλώσεις.
Η ευκαιρία επιρροής του «τραμπισμού»
Κοιτάζοντας ωστόσο το διεθνές σύστημα και τους πολιτικούς συσχετισμούς σήμερα, η μορφή του μοιάζει μάλλον να είναι μειοψηφική, κινούμενη στον αντίποδα της τόσο δημοφιλούς πια εικόνας του strongman. Οι καιροί και τα δεδομένα έχουν σαφώς αλλάξει. Και θα ήταν κανείς αφελής να θεωρήσει ότι οι ιδεολογικοί αυτοί μετασχηματισμοί δεν θα μπορούσαν να επηρεάσουν ενδεχομένως ακόμη και τα εσωτερικά της Καθολικής Εκκλησίας. Οπως τονίζει ο διευθυντής σύνταξης των διεθνών εκδόσεων της «Die Zeit» Πάτρικ Σβαρτς, η εκλογή του νέου πάπα θα μπορούσε να αποδειχθεί για τον Τραμπ, αλλά και γενικότερα για τον τραμπισμό και στις δύο μεριές του Ατλαντικού, μια πρώτης τάξεως ευκαιρία επέκτασης της επιρροής του, καθώς τυχόν ανάδειξη ενός υπερ-συντηρητικού υποψηφίου θα προσέφερε έναν σημαντικό διεθνή σύμμαχο. Η πολιτική δύναμη του πνευματικού ηγέτη του Καθολικισμού, ο οποίος «συνομιλεί» με 1,3 δισεκατομμύρια πιστούς ανά τον κόσμο, είναι εξάλλου αδιαμφισβήτητη.
Ο Πάπας Φραγκίσκος δεν έκρυψε ποτέ την αντιπάθειά του για το πρόσωπο του Τραμπ. Κατά τη διάρκεια της αμερικανικής προεκλογικής εκστρατείας του 2016 δήλωσε ανοιχτά ότι όποιος ονειρεύεται να χτίσει τείχη, αντί για γέφυρες, δεν μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του χριστιανό. Μνημειώδης δε έχει καταστεί η φωτογραφία που τραβήχτηκε έναν χρόνο αργότερα, μετά από συνάντηση των δύο ανδρών, στην οποία ο πάπας, εντελώς ανέκφραστος, στέκεται δίπλα σε έναν περιχαρή Ντόναλντ Τραμπ. Τα αισθήματα ήταν βεβαίως αμοιβαία. Μια από τις πρώτες κινήσεις που έκανε ο νέος αμερικανός πρόεδρος όταν ανέλαβε ξανά την εξουσία ήταν να ορίσει ως πρέσβη των ΗΠΑ στο Βατικανό έναν καταιγιστικό επικριτή του πάπα, τον Μπράιαν Μπραντς. Πρόεδρος της υπερ-συντηρητικής οργάνωσης Catholic Vote, πατέρας εννέα παιδιών και πολέμιος των αμβλώσεων και της αντισύλληψης, o Μπραντς διατηρεί άριστες σχέσεις με τη Συνομοσπονδία Καθολικών Ιερέων των ΗΠΑ. Οπως αναφέρει ο Σβαρτς στην «Die Zeit», τα τελευταία 12 χρόνια, μετά την εκλογή του Πάπα Φραγκίσκου και τη λεγόμενη «φιλελεύθερη στροφή», η σκληρή δεξιά πτέρυγα της Καθολικής Εκκλησίας, που συμπαρατάσσεται με τον Τραμπ, έχει επιδοθεί σε μια διεθνή εκστρατεία αντιστροφής των συσχετισμών, δημιουργώντας κοσμικές και εκκλησιαστικές συμμαχίες, δίκτυα και επαφές, παράλληλα με αντίστοιχες κινήσεις «ανθρώπων του προέδρου» όπως ο Στιβ Μπάνον.
Το σενάριο ενός «τραμπικού πάπα»
Πόσο πιθανό είναι, λοιπόν, τo σενάριο ενός «τραμπικού πάπα»; Η σύνθεση του επικείμενου κονκλαβίου μπορεί ίσως να δώσει ορισμένες ενδείξεις. Για πρώτη φορά στην ιστορία, λιγότεροι από τους μισούς καρδιναλίους-εκλέκτορες προέρχονται από την Ευρώπη, κάτι που ίσως ευνοήσει τη δυναμική υποψηφίων από την Ασία ή την Αφρική. Στη δε συντριπτική πλειοψηφία τους, οι καρδινάλιοι ορίστηκαν από τον Πάπα Φραγκίσκο, γεγονός που προδικάζει για κάποιους το αποτέλεσμα. Εν τούτοις, ο πάπας δεν πρόλαβε να κάνει τις απαραίτητες συστάσεις, γνωρίζοντας τον έναν καρδινάλιο στον άλλον. Επιπλέον, δεν ανήκουν όλοι οι διορισθέντες στο προοδευτικό στρατόπεδο. Αρκετοί, προερχόμενοι από αναπτυσσόμενες χώρες, έχουν ένα συντηρητικό προφίλ. Τέλος, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η συστράτευση κάποιων καρδιναλίων με τις ιδέες του εκλιπόντος πάπα θα συνεχιστεί και μετά τον θάνατό του.
Τούτων δοθέντων, παρότι δεν αποτελεί το επικρατέστερο σενάριο, τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί. Ανάμεσα στους επίδοξους δελφίνους συναντά κανείς τον ντε φάκτο επικεφαλής της ριζοσπαστικοποιημένης συντηρητικής αντιπολίτευσης και εκλεκτό του Τραμπ, τον αμερικανό καρδινάλιο Ρέιμοντ Λίο Μπερκ. Ο τελευταίος είχε συγκρουστεί κατ’ επανάληψη με τον Φραγκίσκο, κατηγορώντας τον για woke ατζέντα και «εκθηλυσμό» της Καθολικής Εκκλησίας. Μια άλλη περίπτωση είναι εκείνη του ούγγρου καρδιναλίου Πέτερ Ερντο, ειδήμονα του εκκλησιαστικού δικαίου, συμμάχου του πρωθυπουργού της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπαν και θιασώτη μιας σκληρής μεταναστευτικής πολιτικής.
Πριν από περίπου έξι αιώνες, ο θεμελιωτής της διάκρισης της πολιτικής από τη θρησκευτική σφαίρα έγραφε σε ένα μικρό – αλλά εξαιρετικά επιδραστικό – εγχειρίδιο ότι ο ηγεμόνας δεν χρειάζεται να ακολουθεί πιστά όλες τις αρετές που οι άνθρωποι θεωρούν σημαντικές, διότι μπορεί να χρειαστεί να πράξει τα αντίθετα από αυτές, για να διατηρήσει την εξουσία του. Πρέπει, όμως, να φαίνεται ότι το κάνει. «Τίποτα δε», τόνιζε ο Μακιαβέλι στο κεφάλαιο 18 του Ηγεμόνα, έχοντας προφανώς στο νου του την ηθική νομιμομοποίηση (ή απονομιμοποίηση) που μπορεί να προκαλέσει στην πολιτική σφαίρα το θρησκευτικό στοιχείο, «δεν είναι περισσότερο απαραίτητο από το να φαίνεται ότι διαθέτει αυτή την τελευταία αρετή, την ευσέβεια. Γενικά οι άνθρωποι κρίνουν περισσότερο βασιζόμενοι στα μάτια, παρά στις πράξεις, διότι όλοι δύνανται να δουν, αλλά λίγοι κατανοούν». Ο Φραγκίσκος υπήρξε μια από τις πιο ισχυρές ηθικές φωνές ενάντια στον αμερικανό πρόεδρο σε κάποια ζητήματα. Απομένει να δούμε εάν ο διάδοχός του θα κινηθεί στην ίδια γραμμή ή εάν η ιδεολογία του τραμπισμού θα επεκταθεί και στη θρησκευτική σφαίρα, προσφέροντας σε επιλήψιμες πολιτικές ένα άλλοθι ευσέβειας.