Από τις βουβές εκλογές της 21ης Μαΐου προέκυψε το πιο εκκωφαντικό εκλογικό αποτέλεσμα. Η ελληνική κοινωνία υπερψήφισε την πλέον αισιόδοξη εκδοχή των πραγμάτων, αρνούμενη τον λαϊκίστικο προστατευτισμό και την άμετρη παροχολογία, καταψηφίζοντας κατά βάση εκείνους που υπόσχονταν αλόγιστα τα περισσότερα.

Ψήφισαν επιστροφή σε ομαλότερες συνθήκες

Επειτα από πολλά χρόνια συνεχών δοκιμασιών και επάλληλων οικονομικών, υγειονομικών και ενεργειακών κρίσεων που κλόνισαν τις βεβαιότητες και εγγυήσεις ασφαλείας της κοινής ζωής μας, η πλειονότητα των πολιτών απόδιωξε τα μεταδιδόμενα από πολλούς σενάρια καταστροφής και προτίμησε εκείνα που ήθελαν την επιστροφή σε κανονικές, ομαλότερες συνθήκες. Αναγνώρισε τα όποια μεταπανδημικά βήματα προόδου, είδε το ποτήρι μισογεμάτο παρά μισοάδειο, αξιολόγησε τη μεταβολή των συνθηκών και το γενικευμένο κλίμα βελτίωσης των οικονομικών συνθηκών και επέλεξε να συνταχθεί με εκείνους που μετέδιδαν θετικά σήματα και υπόσχονταν ένα καλύτερο μέλλον με τις λιγότερες δυνατές παρεμβάσεις. Ηταν ένα μάθημα πολιτικής πολύ διαφορετικό από τα συνήθη.

Είχε προηγηθεί, είναι αλήθεια, η επίτευξη υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης, η δημιουργία εκατοντάδων χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας, η επανάκαμψη του ισχυρού τουριστικού ρεύματος, η άνθηση της παραπαίουσας επί χρόνια αγοράς ακινήτων, η υπερτίμηση των ελληνικών αξιών και η εμφανής διεκδίκησή τους από εγχώριους και ξένους επενδυτές, που συνέτειναν στη διαμόρφωση θετικού κλίματος και ανάκαμψης των δραστηριοτήτων. Ακόμη και ο υψηλότερος πληθωρισμός προσέφερε ευκαιρίες συντονισμού των πολλών μικρών και μεγάλων συμφερόντων στην ελληνική επικράτεια, διαμορφώνοντας και αυτός περιβάλλον θετικών προσδοκιών και οικονομικής αναγέννησης.

Οι περισσότεροι των πολιτών λοιπόν συντονίστηκαν με αυτή την εκδοχή των θετικών προοπτικών και στήριξαν μαζικά το κόμμα του κ. Μητσοτάκη, απορρίπτοντας κατά τρόπο σαφή και κατηγορηματικό τις θολές και γκρίζες κατά βάση εκδοχές των άλλων κομμάτων και ιδιαιτέρως του ΣΥΡΙΖΑ, που αρνιόταν τη νέα συνθήκη και επέμεινε στο κλασικό υπόδειγμα της αέναης κρατικής παρέμβασης και ενίσχυσης.

Δεν διάβασαν στο κόμμα του κ. Τσίπρα τη μεταβολή των συνθηκών, δεν αναγνώρισαν την κινητικότητα της κοινωνίας, δεν αποδέχθηκαν την επιθυμία της πλειονότητας των πολιτών για παραγωγική αναγέννηση και οικονομική ανασύνταξη. Οι περισσότεροι των πολιτών αξιολόγησαν ως απολύτως ενθαρρυντικές τις μεταπανδημικές συνθήκες και επέλεξαν να ψηφίσουν τους εγγυητές μιας σταθερής πορείας προς ομαλότερες οικονομικές συνθήκες, παρά εκείνους που δεν τις αναγνώριζαν και επέμειναν σε παρεμβάσεις άκαιρες και εν πολλοίς καταδυναστευτικές και οικονομικά αβέβαιες.

Το μεγάλο «όπλο» των ευρωπαϊκών πόρων

Επίσης οι πολίτες αντελήφθησαν τη σημασία και την αξία της ταχείας αξιοποίησης των δεκάδων δισεκατομμυρίων του Ταμείου Ανάκαμψης, του ΕΣΠΑ και των άλλων διαρθρωτικών ευρωπαϊκών ταμείων. Η αντιπολίτευση δεν αξιολόγησε επαρκώς το βάρος αυτών των πόρων, ούτε τις διαδικασίες ταχείας απορρόφησής τους. Ειδικώς οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης έχουν συγκεκριμένους σκοπούς και συγκεκριμένη διάρκεια. Αν δεν κατευθυνθούν σε συγκεκριμένα έργα και επενδύσεις ψηφιακής και πράσινης μετάβασης μέχρι το 2027 θα χαθούν.

Είχε λοιπόν σημασία η έγκαιρη απορρόφησή τους, όπως και η επίδραση που η διάθεση αυτών των πόρων ασκεί στην οικονομική δραστηριότητα και στις προσδοκίες βεβαίως. Ηδη γύρω από το Ταμείο Ανάκαμψης χτίζεται ένας ισχυρός κύκλος δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, ικανός να αλλάξει από μόνος του την πορεία των πραγμάτων. Οπως λένε οι γνωρίζοντες, αυτή την ώρα μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις διψούν στην κυριολεξία για επενδύσεις.

Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι πρόσφατα σε ένα πρόγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης ύψους 600 εκατ. ευρώ αποκλειστικά για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που προέβλεπε το 40% των επενδυτικών δανείων άτοκο, κατατέθηκαν χιλιάδες αιτήσεις δανειοδότησης συνολικού ύψους 42 δισ. ευρώ! Είναι τόσο μεγάλο το ενδιαφέρον που πλέον στο υπουργείο Οικονομικών αναζητούν τρόπους διεύρυνσης του σχετικού προγράμματος.

Εκτιμάται ότι μετά τις δεύτερες εκλογές θα υπάρξουν δυνατότητες αύξησης τόσο των συνολικών πόρων όσο και ειδικότερα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Οπως και προβλέπεται διαδικασία αναθεώρησης πτυχών του Ταμείου Ανάκαμψης, ακόμη και προϋπολογισμών επιμέρους έργων, είτε επειδή ο πληθωρισμός μετέβαλε το κόστος είτε επειδή οι συνθήκες άλλαξαν το περιβάλλον. Π.χ. τα κονδύλια της επανακατάρτισης των εργαζομένων τελούν υπό αίρεση και αναθεώρηση επειδή οι συνθήκες στην αγορά εργασίας μετεβλήθησαν. Είτε επειδή οι άνεργοι έχουν περιοριστεί και οι προς επανακατάρτιση εργαζόμενοι δεν έχουν πλέον τον ίδιο χρόνο στη διάθεσή τους είτε επειδή προκύπτουν άλλες ανάγκες.

Ο οικονομικός μετασχηματισμός

Αντιστοίχως όλες οι μεγάλες επιχειρήσεις παραμένουν επενδυτικά κινητικές ακόμη και στη διάρκεια της διπλής προεκλογικής περιόδου. Περισσεύουν τούτο τον καιρό οι συμφωνίες, οι συνεργασίες και οι εξαγορές ακόμη σε όλους τους τομείς. Ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, απορρίμματα, βιομηχανία, μεταφορές, δημόσια έργα, τουρισμός, ακίνητα τελούν σε κατάσταση ετοιμότητας.

Μόλις το βράδυ της 25ης Ιουνίου εκλείψει το στοιχείο του πολιτικού κινδύνου και σημάνει λήξη του πολιτικού συναγερμού θα έχουμε έναρξη του φαινομένου οικονομικού μετασχηματισμού της χώρας. Αμέσως μετά τις εκλογές αναμένεται πυρετός συμφωνιών και έναρξης νέων δραστηριοτήτων. Ηδη στις τράπεζες προετοιμάζονται για τους μεγάλους διαγωνισμούς της Αττικής και της Εγνατίας Οδού, όπως και για την αποεπένδυση του ΤΧΣ από τις ίδιες.

Επίσης εκτιμάται ότι γύρω από τα ακίνητα που κατέχει το κράτος και ιδιαιτέρως εκείνα που διατηρούν ο ΕΦΚΑ, τα δημόσια νοσοκομεία μέσω των κληροδοτημάτων, ο στρατός, άλλοι κρατικοί οργανισμοί και βεβαίως η Εκκλησία της Ελλάδος θα στηθεί μεγάλος χορός επενδύσεων. Ιδιαίτερη βάση δίνεται και στο πρόγραμμα για τη στέγαση των νέων. Οι αιτήσεις από νέα ζευγάρια έφτασαν τις 33.000 και ήδη έχουν εγκριθεί περίπου 3.000 δάνεια. Η ζήτηση είναι μεγάλη και κοινή είναι η πεποίθηση ότι το πρόγραμμα θα διευρυνθεί, οι όροι θα απλοποιηθούν και η αναζήτηση κατοικιών θα διευκολυνθεί.

Οι πολίτες θέλουν ένα μέλλον χωρίς εκπλήξεις

Ολα μαζί συνθέτουν έναν ολοένα και διευρυνόμενο κύκλο δραστηριοτήτων που εξηγεί και τη στάση των ψηφοφόρων. Οι εκλογείς επέλεξαν με σαφή και καθαρό τρόπο ότι δεν επιθυμούν διαταραχή των συνθηκών, ότι επιλέγουν σταθερή και αδιατάρακτη πορεία προς την οικονομική αναγέννηση της χώρας. Επιθυμούν την εφαρμογή ενός καθαρού και λογικού οικονομικού σχεδίου για το μέλλον, χωρίς φορολογικές και άλλες εκπλήξεις, μια πορεία κατά το δυνατόν αδιατάρακτη και υποτυπωδώς βέβαιη. Δεν έλκονται οι ψηφοφόροι από θολά, γκρίζα, υπερφίαλα και δημοσιονομικά αστήρικτα σχέδια.

Το δυστύχημα είναι ότι η αντιπολίτευση δεν συμφιλιώθηκε με αυτές τις βασικές αρχές που το εκλογικό σώμα συντονίστηκε. Επιμένει σε μίζερες προσεγγίσεις, απευθύνεται στον μικρότερο δυνατό κύκλο του εκλογικού σώματος, δεν μπορεί να απορροφήσει ούτε να εκφράσει τη μεταβολή των οικονομικών συνθηκών και να παρουσιάσει ένα σχέδιο πειστικό, συνεκτικό και οργανωμένο, ικανό να δώσει ασφαλείς απαντήσεις για το μέλλον.

Ισως επειδή δεν μπορεί να αποδεχθεί τη μεταβολή των συνθηκών, γιατί θίγει τον πυρήνα των βασικών απόψεών της και δεν δύναται να αρνηθεί την ύπαρξή τους. Ετσι όμως οφείλει να γνωρίζει ότι θα ηττηθεί ξανά στις εκλογές της 25ης Ιουνίου και τα κόμματά της θα περιοριστούν σε ένα αγώνα περιχαράκωσης για τα πρωτεία μιας μικρής αριθμητικά και πολιτικά ασθενούς αντιπολίτευσης. Ουδέποτε άλλωστε ευδοκίμησαν στην Ελλάδα σχήματα και δυνάμεις χωρίς όραμα και χωρίς ευκρινές σχέδιο από τον ελληνικό λαό…