Η ανασφάλεια που αισθάνονται οι πολίτες λόγω της αδυναμίας των κυβερνήσεών τους να τους προστατεύσουν είναι ίσως το σοβαρότερο πρόβλημα των ευρωπαϊκών δημοκρατιών σήμερα, υπογραμμίζει στη συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα» ο Ρόμπιν Νίμπλετ. Διευθυντής του Chatham House (γνωστού ως Βασιλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων), μιας από τις σπουδαιότερες δεξαμενές σκέψης παγκοσμίως, από το 2007, ο κ. Νίμπλετ βρέθηκε στην Αθήνα προσκεκλημένος του Policy Lab του οργανισμού έρευνας και ανάλυσης diaNEosis. Το Policy Lab είναι μια ομάδα που απευθύνεται σε λίγους αυστηρά επιλεγμένους Ελληνες ηλικίας κάτω των 45 ετών, καταξιωμένους στη δημόσια σφαίρα. Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Νίμπλετ μίλησε με θέμα τις «Απειλές για την Οικονομική και Πολιτική Ανάκαμψη της Ευρώπης», ενώ στη συζήτησή του με «Το Βήμα» άγγιξε μια ευρεία γκάμα ζητημάτων διεθνούς και ευρωπαϊκής πολιτικής.
Τον ρωτάμε αρχικά για τον όρο της «ανήσυχης νέας κανονικότητας», τον οποίο έχει χρησιμοποιήσει σε πρόσφατο άρθρο του για να περιγράψει όσα συμβαίνουν στον κόσμο σήμερα. «Ουσιαστικά πρόκειται για μια μορφή ανταγωνιστικής γεωπολιτικής» μας λέει και εξηγεί: «Σήμερα ζούμε σε έναν κόσμο απόλυτης ελευθερίας, πολύ ανταγωνιστικό, χωρίς κεντρική ηγεσία και χωρίς προβλεψιμότητα. Η εμφάνιση του Τραμπ είναι η τελευταία πράξη μιας σταδιακής απόσυρσης των Ηνωμένων Πολιτειών τουλάχιστον από την ηγεσία της Δύσης. Εχουμε μια μετάβαση από τη ρήση της Μάντλιν Ολμπραϊτ περί «απαραίτητου έθνους» σε έναν μονοπολικό κόσμο, μετά σε μια ηγεσία που «καθοδηγεί από πίσω» και ύστερα στη μη ηγεσία».
Κατά τον κ. Νίμπλετ, αυτή η «νέα κανονικότητα» δεν σημαίνει ότι θα επιστρέψουμε σε μια προηγούμενη δομή. «Στις Ηνωμένες Πολιτείες υπάρχει μια αίσθηση του λαού ότι έχουν χαθεί τα οφέλη από την άσκηση ηγεσίας από τη χώρα αυτή. Και αυτή δεν είναι εύκολο να δημιουργηθεί ξανά, με δεδομένο τον τρόπο με τον οποίο ο κόσμος αλλάζει». Σε ένα πρώτο επίπεδο, αυτό σημαίνει ότι οι Αμερικανοί κοιτάζουν περισσότερο το δικό τους συμφέρον, είναι λιγότερο μεγαλόψυχοι, άρα και λιγότερο ηγεμονικοί. «Ενας ηγεμόνας αναγνωρίζει τη δική του κυρίαρχη θέση και επιτρέπει στους άλλους να επωφεληθούν από αυτήν –ακόμη και με κόστος» σημειώνει. Σε ένα δεύτερο επίπεδο όμως η «νέα κανονικότητα» αφορά την αντίδραση των υπολοίπων δρώντων του διεθνούς συστήματος.

Η Κίνα και τα φιλόδοξα σχέδια της Γαλλίας


«Αν είσαι η Κίνα, προφανώς και δεν θα αποδεχθείς μια απλή συνέχιση της αμερικανικής ηγεμονίας. Κατ’ ελάχιστον»
, μας εξηγεί, «η Κίνα απαιτεί κοινή ηγεσία στη δική της περιφέρεια, ιδανικά θα ήθελε να είναι η κυρίαρχη οικονομική δύναμη σε αυτήν. Κι άλλες χώρες όμως προσαρμόζονται ήδη στο γεγονός ότι δεν μπορούν να εξαρτώνται από τις ΗΠΑ. Κατά την άποψή μου αυτό είναι υγιές. Δεν πιστεύω ότι πρέπει να επιμένουμε σε μια επιστροφή στην εποχή της αμερικανικής ηγεσίας ή στην πρωτοκαθεδρία των δυτικών θεσμών. Υπήρξε αυτή μια φυσική εξέλιξη μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οδήγησε σε πρωτοφανή οικονομική ανάπτυξη, αλλά πλέον και σε ανισορροπίες που δεν μπορούν να διορθωθούν με τις παλαιές δομές. Ακόμη και οι καλύτεροι σύμμαχοι των ΗΠΑ συνειδητοποιούν ότι πρέπει να πάρουν τη μοίρα στα δικά τους χέρια. Δεν θα επιστρέψουμε φυσικά στις δεκαετίες του 1920 και του 1930, η οικονομική αλληλεξάρτηση, ιδιαίτερα η κίνηση κεφαλαίων είναι καθοριστική. Οι Ευρωπαίοι όμως πρέπει πλέον να ασχοληθούν περισσότερο με την ασφάλειά τους. Από μία άποψη, η εμφάνιση Τραμπ έχει καθαρτική επιρροή».
Η άποψή του αυτή μας φέρνει στο ερώτημα κατά πόσο υπάρχει στη σημερινή Ευρωπαϊκή Ενωση η συναίνεση να γίνουν βήματα βαθύτερης ολοκλήρωσης σε τομείς όπως η άμυνα και η ευρωζώνη. Εκ των πραγμάτων, η συζήτηση αγγίζει τα φιλόδοξα σχέδια του Εμανουέλ Μακρόν. «Αν δείτε την ομιλία του Μακρόν στη Σορβόννη, είναι τόσο πλήρης και συνεκτική που μοιάζει αδύνατο να πιστεύει κανείς ότι μπορεί να καταφέρει τα πάντα την ίδια στιγμή. Ωστόσο», προσθέτει, «νομίζω ότι ο Μακρόν δεν χρειάζεται την Ευρώπη για λόγους φιλοδοξίας, αλλά για λόγους άμυνας. Θέλει την ΕΕ περισσότερο ως Ευρώπη-φρούριο διότι η βασική του προτεραιότητα είναι να ανοικοδομήσει τη Γαλλία. Για αυτό ήρθε στην εξουσία. Αμυνα λοιπόν από την άποψη της ασφάλειας, από την άποψη της προστασίας από την οικονομική διείσδυση της Κίνας, από την άποψη της προστασίας των εξωτερικών συνόρων. Η μεταρρύθμιση της ευρωζώνης δεν είναι πρώτιστη προτεραιότητα». Βέβαια, οι Αμερικανοί δεν θα αποσυρθούν πλήρως. Θα βρίσκονται εκεί αν συμβεί κάτι τρομερό, αλλά η παρουσία τους θα μοιάζει περισσότερο «με ασφαλιστική πολιτική έσχατης ανάγκης».

Το χάσμα Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης

Τον απασχολεί το διαφαινόμενο χάσμα μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης σε θέματα δημοκρατίας; «Η βασικότερη ανησυχία μου αφορά την ελευθερία του Τύπου και την υποβάθμιση της Δικαιοσύνης, διότι χωρίς αυτά τα δύο δεν υπάρχει δημοκρατία» μας λέει. Παρ’ όλα αυτά, ο ύψιστος προβληματισμός του είναι η ευρύτερη αίσθηση ανασφάλειας που έχει κυριεύσει τους ευρωπαίους πολίτες και η οποία έχει δημιουργηθεί «από κυβερνήσεις που έχουν χάσει τον έλεγχο. Η φράση «Να πάρουμε πίσω τον έλεγχο» έφερε τον Τραμπ στην εξουσία, τη Μαρίν Λεπέν στον δεύτερο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών, οδήγησε την Ιταλία να είναι διαιρεμένη μεταξύ δύο λαϊκιστικών κομμάτων». Το αποτέλεσμα είναι τα ανελεύθερα ένστικτα να απηχούν την αίσθηση ανασφάλειας εξαιτίας της απώλειας της ικανότητας των κυβερνήσεων να προστατεύουν τους πολίτες, πρωτίστως σε θέματα ευημερίας και κουλτούρας. «Θέλω να δω τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να ανακτούν την αξιοπιστία τους στα μάτια των λαών τους, να βάλουν το σπίτι τους σε τάξη. Η Δύση πρέπει να διορθώσει τον εαυτό της προτού προωθήσει το μοντέλο της αλλού» προσθέτει με πάθος.

«Δεν πρέπει να παίξουμε το παιχνίδι τους»

Η τελευταία μας ερώτηση αφορά τη Ρωσία. Το Λονδίνο άλλωστε έχει κινηθεί αρκετά επιθετικά έναντι της Μόσχας εσχάτως. «Δεν νομίζω ότι ασκούμε υπερβολική κριτική στη Ρωσία» μας λέει ο κ. Νίμπλετ. «Πιστεύαμε, λανθασμένα, ότι η Ρωσία θα εκσυγχρονιζόταν με έναν τρόπο που θα την ωθούσε να γίνει σαν κι εμάς. Αλλά αγνοήσαμε ορισμένα δομικά ζητήματα». Η μεγαλύτερη απειλή που αισθάνεται η Ρωσία προέρχεται από την ΕΕ και όχι από το ΝΑΤΟ. Η ΕΕ αποτελεί σοβαρότερη απειλή λόγω του δημοκρατικού τρόπου διακυβέρνησης, που είναι εντελώς διαφορετικός από τον κλεπτοκρατικό που επικρατεί στη Ρωσία.

Για τον ίδιο, αυτό καθιστά τη Ρωσία ανασφαλή, με αποτέλεσμα να αναζητεί συνεχώς εξωτερικούς εχθρούς. Για αυτό και επιθυμεί αδύναμα κράτη γύρω της. «Πρέπει να αποκαλυφθεί η Ρωσία για όσα κάνει» τονίζει, διότι σε αυτή την περίπτωση η Δύση και η Ρωσία θα είναι απόλυτα ειλικρινείς και θα μπορούν ακόμη και να συνεργαστούν σε τομείς όπως η ενέργεια. «Αυτό όμως πρέπει να γίνει με διαφάνεια, με τους δικούς μας κανόνες, όχι να επιτρέπουμε να επηρεάζεται το πολιτικό σύστημα μιας χώρας. Δεν πρέπει να παίξουμε το δικό τους παιχνίδι, το παιχνίδι τού “όλοι είναι ίδιοι”» καταλήγει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ