Τα Σκόπια δεν ζήτησαν ποτέ τον αποκλεισμό της Αθήνας από τις πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση του Προσφυγικού στα Δυτικά Βαλκάνια, δηλώνει στη συνέντευξή του στο «Βήμα» ο Γκιόργκι Ιβανόφ. Ο πρόεδρος των Σκοπίων προσθέτει ότι η κυβέρνησή του ζήτησε τον συντονισμό με την Αθήνα, αλλά η ανταπόκριση της ελληνικής πλευράς υπήρξε ελάχιστη, ενώ η αστυνομική συνεργασία παραμένει ανεπαρκής. Ο κ. Ιβανόφ απορεί που δεν μπορεί καν να συναντηθεί με τον έλληνα ομόλογό του, ενώ σε σχέση με το ονοματολογικό τονίζει ότι πρέπει να προηγηθεί η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης.
Η Ελλάδα έχει κατηγορήσει τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων για μονομερείς ενέργειες στο Προσφυγικό σε ό,τι αφορά το κλείσιμο της βαλκανικής οδού. Πώς απαντάτε; Μήπως θα έπρεπε η Αθήνα να συμπεριληφθεί σε μια λύση για τις προσφυγικές ροές;
«Η «Δημοκρατία της Μακεδονίας», ως χώρα μη μέλος της ΕΕ που δεν είναι και τελικός προορισμός των ασυλούχων, δεν υπήρξε ποτέ μέρος της απόφασης να περιοριστεί η κίνηση κανενός. Δεν υπήρξε ποτέ δικό μας αίτημα ο αποκλεισμός της Αθήνας από τέτοιες πρωτοβουλίες και ποτέ δεν υποστηρίξαμε τέτοια κίνηση. Αυτό το κατέστησα απόλυτα σαφές σε πολλές περιπτώσεις που μίλησα για την κρίση, από τις Βρυξέλλες, το Λονδίνο, το Παρίσι, το Μόναχο, την Πράγα. Οι χώρες προορισμού των ασυλούχων και των οικονομικών μεταναστών πάντα έθεταν την ατζέντα. Εμείς απλώς εξορθολογίσαμε τις πολιτικές μας με βάση την τρέχουσα πραγματικότητα. Οταν οι χώρες προορισμού ήταν πρόθυμες να δεχθούν πρόσφυγες και μετανάστες, ήμασταν το πιο εργατικό, αποτελεσματικό και ανθρώπινο μέρος του περάσματος. Από τη στιγμή που άρχισαν να εφαρμόζουν περιορισμούς και ανακοίνωσαν ότι θα σταματήσουν να δέχονται νέες αφίξεις, θα κατακλυζόμασταν από ένα πρόβλημα που ουσιαστικά μπορούσε να διαχειριστεί μόνο η ΕΕ, της οποίας δεν είμαστε μέλος και γνωρίζετε ποιος μας αποτρέπει και για ποιον λόγο. Ανεξαρτήτως αυτών των γεγονότων και της κληρονομιάς των «ελληνο-μακεδονικών σχέσεων», από την πρώτη στιγμή καλέσαμε την Ελλάδα να συνεργαστούμε, καλώντας παράλληλα τους υπολοίπους να συμπεριλάβουν την Αθήνα σε ένα πανευρωπαϊκό, περιφερειακό, επίσημο ή και λιγότερο επίσημο σχήμα, για την αντιμετώπιση της κρίσης. Και στις δύο περιπτώσεις, υπήρξε ελάχιστη ή και καμία ανταπόκριση από την ελληνική πλευρά. Η ελληνική κοινή γνώμη πρέπει να γνωρίζει ότι το κλείσιμο του βαλκανικού διαδρόμου δεν είναι εις βάρος της Ελλάδος, αλλά αντιθέτως προς όφελός της».
Εχουμε ακούσει και διαβάσει για προσπάθειες από τα Σκόπια να προσεγγιστεί η Αθήνα για ενισχυμένο συντονισμό, ειδικά για την ανταλλαγή πληροφοριών και την αστυνομική συνεργασία λόγω της προσφυγικής κρίσης, αλλά η ελληνική πλευρά αντέδρασε απρόθυμα. Θέλετε να μας πείτε τι συνέβη, λαμβάνοντας υπόψη τα πρόσφατα γεγονότα της Ειδομένης;
«Η μεταναστευτική κρίση επηρεάζει και τις δύο χώρες. Από την έναρξή της επιμείναμε σε ενίσχυση της συνεργασίας σε όλα τα επίπεδα. Επειτα από προσωπική μου επιμονή προς τον πρωθυπουργό Τσίπρα, κατόπιν σισύφειας προσπάθειας, καταφέραμε να εγκαθιδρύσουμε μια διμερή αστυνομική συνεργασία. Ωστόσο, εξαιτίας της ανεύθυνης συμπεριφοράς μέρους των ελληνικών Αρχών, η αμοιβαία επικοινωνία παραμένει μη ικανοποιητική. Η Ελλάδα επέτρεψε τη δημιουργία αυτοσχέδιων προσφυγικών καταυλισμών ακριβώς στη μεθόριο με τη «Δημοκρατία της Μακεδονίας», που ενθάρρυνε μετανάστες να χρησιμοποιήσουν παράνομα περάσματα, θέτοντας άμεσα σε κίνδυνο την εθνική μας ασφάλεια. Επιβεβαίωση αυτού ήταν το επεισόδιο της 14ης Μαρτίου, όταν περίπου 2.500 άτομα, παρανόμως και με συνοδεία, μπήκαν σε «μακεδονικό έδαφος». Τρεις μετανάστες έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας της ριψοκίνδυνης τακτικής να εκφοβίσουν τη συνοριοφυλακή μας, η οποία φυσικά κατάφερε να απαντήσει με συγκρατημένο, επαγγελματικό τρόπο. Η τραγωδία είναι ότι αυτή η πρακτική συνεχίζεται. Παρά τον κλειστό διάδρομο, κάθε βράδυ καταγράφουμε περί τις 100 απόπειρες παράνομης εισόδου. Φαίνεται ότι συγκεκριμένοι πολιτικοί στην Ελλάδα αποτυγχάνουν να συλλάβουν τη σοβαρότητα των κινδύνων ασφαλείας που προκύπτουν από την κρίση. Υπάρχουν ήδη ενδείξεις ότι ορισμένοι από τους συλληφθέντες αλλά και τους υπόπτους για τρομοκρατικές υποθέσεις χρησιμοποίησαν τη βαλκανική οδό. Ας κοιτάξουμε αυτό το παράδοξο. Η Ελλάδα, αν και μέλος της ΕΕ και της ζώνης Σένγκεν, επέτρεψε στους πρόσφυγες να περάσουν χωρίς να σεβαστεί τους κανόνες εισόδου σε αυτήν. Η «Δημοκρατία της Μακεδονίας», αν και μη μέλος του Σένγκεν, πέτυχε να εγκαθιδρύσει έναν ρυθμό καταγραφής 99% των παράνομων μεταναστών με δικές της προσπάθειες και ίδια μέσα. Τα αιτήματά μας για πρόσβαση στη Σένγκεν, στην ΕΕ και στα δεδομένα του EURODAC ώστε να ανταποκριθούμε σωστά και να αποτρέψουμε τις συνέπειες πιθανών κινδύνων ασφαλείας δεν έγιναν δεκτά με ασήμαντες προφάσεις. Το παράδοξο μεγαλώνει, λαμβανομένης υπόψη της αρνητικής εκστρατείας εναντίον της «Μακεδονίας» στην Ελλάδα. Οι έλληνες πολίτες θα έπρεπε να πληροφορηθούν ότι τόσο δημόσια όσο και σε συζητήσεις με συνομιλητές μου από την ΕΕ ζήτησε να βοηθηθεί η Ελλάδα. Η μεταναστευτική κρίση είναι μια ευκαιρία για τις γειτονικές μας χώρες να ξεπεράσουν τη δυσπιστία και να συνεργαστούν».
Μπορείτε να μας περιγράψετε τις επιπτώσεις του Προσφυγικού στη χώρα σας; Είστε ικανοποιημένος από τη συνδρομή της ΕΕ;
«Οχι, δεν είμαστε ικανοποιημένοι. Για ποια συνδρομή ακριβώς μιλάτε; Ποιος την έδωσε, πότε, για ποιον σκοπό και σε ποιον; Το μόνο που λάβαμε ήταν υποσχέσεις, την υλοποίηση των οποίων ακόμη αναμένουμε. Είναι αλήθεια ότι διανεμήθηκαν κονδύλια μέσω διεθνών οργανισμών που αποκλειστικά ασχολούνται με την ανθρωπιστική πτυχή της κρίσης. Υπάρχουν κονδύλια μέσω του προγράμματος προενταξιακής βοήθειας (ΙΡΑ) που χορηγήθηκαν ή θα χορηγηθούν με σκοπό την ανάπτυξη. Ωστόσο, ούτε τα μεν ούτε τα δε έχουν σκοπό την κάλυψη του κόστους της πτυχής ασφαλείας της κρίσης. Οι προσπάθειες να παρουσιαστούν αυτά τα κονδύλια ως χρήματα που δόθηκαν με σκοπό την αντιμετώπιση της κρίσης είναι μάλλον υποκριτικές. Από την έναρξη της προσφυγικής κρίσης, η «Δημοκρατία της Μακεδονίας» δαπάνησε 25 εκατομμύρια ευρώ από τον δικό της προϋπολογισμό. Θέλω να καταστήσω σαφές ότι ζητήσαμε τεχνική και λογιστική υποστήριξη από τις Βρυξέλλες, π.χ. εξοπλισμό συνοριακής προστασίας και για την επαρκή καταγραφή των μεταναστών. Λάβαμε διμερή βοήθεια από ορισμένες φιλικές χώρες, που επίσης έστειλαν αστυνομικές δυνάμεις στα βόρεια και νότια σύνορά μας, για το οποίο είμαστε ευγνώμονες. Η «Δημοκρατία της Μακεδονίας» θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις της μεταναστευτικής κρίσης υπεύθυνα και επαγγελματικά».
Εκφράστηκαν πολλές ελπίδες αφού η Αθήνα και τα Σκόπια συμφώνησαν επί Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ). Φαίνεται όμως ότι η διαδικασία κόλλησε. Τι συνέβη;
«Πολλά ειπώθηκαν και υψηλές ελπίδες καλλιεργήθηκαν από αυτή τη διαδικασία που, και αυτό είναι ελάχιστα γνωστό στην Ελλάδα, έχει προταθεί από εμάς εδώ και 6-7 χρόνια. Με τη νέα ελληνική κυβέρνηση φάνηκε να υπάρχει ετοιμότητα να αντιμετωπιστεί η αναγκαιότητα εγκαθίδρυσης βασικών συνδέσμων, αν και η διαδικασία έχει μάλλον πομπώδες όνομα που δόθηκε από την ελληνική πλευρά: ΜΟΕ. Μιλάμε για συνεργασία μεταξύ πανεπιστημίων, σε περιβαλλοντικά ζητήματα, στον πολιτισμό, στη συνοριακή διαχείριση κ.ά. Αν υπήρξε μια «μονομερής πράξη» από την πλευρά μας τα τελευταία χρόνια, ήταν ακριβώς αυτή: το ότι κάναμε τα πάντα για να οικοδομήσουμε γέφυρες με την ελληνική κοινωνία, ακόμη και όταν η ελληνική κυβέρνηση έκανε τα πάντα για να αποφύγει, ακόμη και να υποβαθμίσει, τέτοια συνεργασία. Μιλώντας προσωπικά, επί της επταετούς προεδρίας μου, φιλοξένησα δεκάδες ελληνικές επιχειρηματικές και ακαδημαϊκές αποστολές. Η τελευταία ήταν τον περασμένο Νοέμβριο όταν καλωσόρισα τον δήμαρχο Θεσσαλονίκης κ. Μπουτάρη. Επί μια επταετία επιβλέπω επίσης μια υποτροφία ώστε «μακεδόνες φοιτητές» να κάνουν μεταπτυχιακές σπουδές διοίκησης επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ και στο City College στη Θεσσαλονίκη. Επιπλέον, υπάρχουν όλες οι αποτυχημένες προσπάθειες να συναντηθώ με τον νυν αλλά και τον πρώην Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ξεπερνά τη λογική γιατί οι πρόεδροι δύο γειτονικών χωρών δεν έχουν ποτέ συναντηθεί. Οταν δύο χώρες έχουν διαφορές, αυτές μπορούν να ξεπεραστούν μόνο με διάλογο και συνήθως τα πρώτα βήματα γίνονται από τον πρόεδρο ή κάποιους βουλευτές πέραν της καθημερινής πολιτικής. Είναι εκπληκτικό αλλά ως σήμερα δεν υπήρξε θετική ανταπόκριση από την Αθήνα για να συναντηθώ με τον έλληνα Πρόεδρο και δεν επιμένουμε ούτε στον τόπο, στον χρόνο ή στη μορφή της συνάντησης ούτε στα προς συζήτηση θέματα. Θα ήταν ουσιώδες αν ως πρόεδροι δείχναμε τον δρόμο στους άλλους ότι μέσω διαλόγου όλες οι διαφορές τελικά επιλύονται.
Κανένα πρόβλημα δεν επιλύεται αγνοώντας το και αποφεύγοντας την επικοινωνία. Ούτε το Προσφυγικό θα λυθεί έτσι, ούτε το ονοματολογικό. Οι εγωισμοί και οι παρελθούσες επιθετικές πολιτικές πρέπει να θαφτούν για τα καλά και προς το όφελος και την ευημερία των νεότερων γενεών πρέπει τα προβλήματα να αντιμετωπιστούν στη ρίζα και όχι τρέχοντας μακριά τους. Στις 25 Μαρτίου, με την ευκαιρία του εορτασμού της ημέρας της Ελληνικής Ανεξαρτησίας, παραβρέθηκα για δεύτερη φορά στη δεξίωση του έλληνα πρέσβη στα Σκόπια. Μοιάζει αδιανόητη μια ανάλογη κατάσταση στην Αθήνα. Την επόμενη ημέρα μάλιστα ο έλληνας ομόλογός μου Πρόεδρος Παυλόπουλος αντέδρασε με άλλη μια προσβλητική δήλωση για τη χώρα μου. Ελπίζω και είμαι πεπεισμένος ότι οι περισσότεροι Ελληνες θα συνειδητοποιήσουν ότι η «Δημοκρατία της Μακεδονίας» δεν είναι εχθρός αλλά αντίθετα ένα έθνος με το οποίο η Ελλάδα μοιράζεται πολύ περισσότερα από όσα γενικά φαίνονται. Θα έλεγα ότι όσον αφορά παραδόσεις, νοοτροπία, ζέση για τη ζωή ίσως είμαστε τα δύο εγγύτερα έθνη από όλους τους γείτονές μας. Μακάρι ένας επαρκής αριθμός ελλήνων πολιτικών στην Αθήνα να είχε το θάρρος να το αναγνωρίσει αυτό, συνδυάζοντάς το με το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι μια ασφαλής, σταθερή, ευημερούσα χώρα στο βόρειο σύνορό της, ένα μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ θα ήταν προς το καλύτερο στρατηγικό συμφέρον της Ελλάδος».

Το όνομα
«Ο,τι δεν λύθηκε τόσο καιρό δεν θα λυθεί εν μιά νυκτί»

Υπάρχει μια αίσθηση ότι η στάση των Σκοπίων στο Προσφυγικό θα μπορούσε να αναζωογονήσει την ενταξιακή τους διαδικασία σε ΝΑΤΟ και ΕΕ. Τον Ιούλιο διεξάγεται Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ. Είστε αισιόδοξος;

«Το ερώτημα επαναλαμβάνεται πριν από κάθε Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ. Αρχίζει να ακούγεται κυνικό. Η «Μακεδονία» εγκατέλειψε την αισιοδοξία το 2008. Σήμερα είμαστε ρεαλιστές. Η πραγματικότητα είναι η εξής: υπάρχουν δύο νομικές πράξεις. Η πρώτη είναι η Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995, που πολλοί μοιάζουν να έχουν ξεχάσει. Το δεύτερο έγγραφο είναι η νομικά δεσμευτική απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (ΔΔΧ). Υπάρχουν όμως δύο προβλήματα. Πρώτον, η Ελλάδα δεν σέβεται ούτε την Ενδιάμεση Συμφωνία ούτε την απόφαση του ΔΔΧ, εξακολουθώντας να εμποδίζει την ένταξή μας σε ΝΑΤΟ και ΕΕ. Δεύτερον, η Ελλάδα δεν έχει καμία επίπτωση για αυτή την ανεύθυνη προσέγγιση και έλλειψη σεβασμού στο Διεθνές Δίκαιο. Ολα αυτά τα χρόνια, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ δεν κατάφεραν να βρουν έναν τρόπο να απεμπλέξουν τη διαδικασία και να επιτρέψουν στη «Μακεδονία» να πραγματοποιήσει την ένταξη που αξίζει στη Συμμαχία και στην ΕΕ. Η θέση ότι η «Μακεδονία» προσπαθεί να χρησιμοποιήσει τον ρόλο της στο Προσφυγικό για να διαπραγματευθεί στην ένταξή της στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ είναι γελοία».
Οι διαπραγματεύσεις για το όνομα μοιάζουν τελματωμένες. Αποτελεί συνέπεια του πρόσφατου «παγώματος» στις διμερείς σχέσεις ή επιλογή των δύο πλευρών;
«Οι συναντήσεις μου με τον πρωθυπουργό Τσίπρα υπήρξαν ενθαρρυντικές. Είμαι έτοιμος να συναντήσω οποιοδήποτε πολιτικό ή δημόσιο πρόσωπο από την Ελλάδα. Η επιβληθείσα διαφορά για το όνομα είναι βάρος επί 2,5 δεκαετίες. Ωστόσο, ό,τι δεν λύθηκε τόσο καιρό δεν θα λυθεί εν μιά νυκτί. Είναι απαραίτητη η οικοδόμηση εμπιστοσύνης και η δημιουργία κατάλληλου κλίματος. Οσοι εμπλέκονται στην επίλυση της διαφοράς πρέπει να είναι ρεαλιστές και αφοσιωμένοι στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης. Η πραγματικότητα είναι ότι η «Δημοκρατία της Μακεδονίας» είναι κυρίαρχο και ανεξάρτητο κράτος. Με λύσεις μονομερείς και επιβληθείσες θα είναι αδύνατον να τερματιστεί η διαφορά».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ