Σφίγγει η τανάλια της ΕΚΤ σε οικονομία και τράπεζες μετά τις αποφάσεις του Μάριο Ντράγκι για το ευρωπαϊκό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και την ένταξη των ελληνικών τραπεζών στον έκτακτο μηχανισμό άντλησης ρευστότητας ELA. Με μια «χειρουργική απόφαση», όπως τη χαρακτηρίζουν κοινοτικές πηγές, ο ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης χωρίς να παρεμβαίνει άμεσα στις ελληνικές εκλογές ξεκαθαρίζει τις προθέσεις της ΕΚΤ απέναντι στην «ελληνική ιδιαιτερότητα», διατυπώνοντας ταυτόχρονα το πλαίσιο των προθέσεων των δανειστών. Αν και συμπεριέλαβε υπό όρους την Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης μέσω του οποίου θα ενισχύσει τις χώρες της ευρωζώνης με 1,1 τρισ. ευρώ, πρακτικά κρατάει τη χώρα μας εκτός ώσπου η νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές να κλείσει την αξιολόγηση με την τρόικα και να υποχωρήσει στο θέμα του «κουρέματος» του χρέους.
Μηδενικά περιθώρια


Η απόφαση προβλέπει ότι η ποσοτική χαλάρωση θα αρχίσει να τρέχει την 1η Μαρτίου, οπότε και θα έχει λήξει η τωρινή παράταση του ελληνικού προγράμματος. Αρα για να είναι μέσα και η Ελλάδα είτε θα πρέπει να έχει κλείσει την αξιολόγηση ως τότε, πράγμα πρακτικά αδύνατο για μια νέα κυβέρνηση, είτε να έχει ζητήσει και λάβει παράταση του Μνημονίου. Πρόκειται για ιδιαίτερα ασφυκτικά περιθώρια ιδιαίτερα για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα που έχουν σαφές προβάδισμα να είναι η επόμενη κυβέρνηση.
Επιπλέον, η απόφαση αναφέρει ότι χώρες που βρίσκονται σε αξιολόγηση, όπως η Ελλάδα, μένουν εκτός προγράμματος όσο διαρκεί η αξιολόγηση και μπαίνουν ξανά μόλις αυτή ολοκληρωθεί με θετικό αποτέλεσμα. Αλλά και τότε δεν σημαίνει ότι μπορούν να επωφεληθούν της ποσοτικής χαλάρωσης. Διότι η ΕΚΤ δεν μπορεί να διακρατεί πάνω από το ένα τρίτο των ομολόγων μιας χώρας. Ο όρος και το ποσοστό αυτό φωτογραφίζουν την Ελλάδα. Με δεδομένο ότι το μεγαλύτερο μέρος του χρέους αφορά δάνεια με κράτη και οργανισμούς, τα ελληνικά ομόλογα σε κυκλοφορία είναι περί τα 59 δισ. ευρώ. Από αυτά, η ΕΚΤ έχει στο χαρτοφυλάκιό της περίπου 20 δισ. ευρώ, δηλαδή πάνω από το ένα τρίτο. Βεβαίως τίθεται το ερώτημα ότι από τη στιγμή που βρίσκονται «παρκαρισμένα» στο χαρτοφυλάκιο της ΕΚΤ δεν μπορούν να χαρακτηριστούν εμπορεύσιμα (tradable), όπως λέει η απόφαση.
Ο Μάριο Ντράγκι απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις είπε ότι το όριο αγορών κρατικών ομολόγων του 33% ανά εκδότη σημαίνει ότι «θα μπορούσαμε να αγοράσουμε ελληνικά ομόλογα τον Ιούλιο όταν υπάρχουν μεγάλες λήξεις». Εννοώντας ότι αφού η Ελλάδα ξεπληρώσει στην ΕΚΤ ομόλογα ύψους 2,1 δισ. ευρώ τα οποία λήγουν, η ΕΚΤ θα μπορούσε να αγοράσει καινούργια που θα εκδώσει το Ελληνικό Δημόσιο. Τον ίδιο μήνα λήγουν 1,4 δισ. ευρώ που κατέχουν ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες, ενώ τον Αύγουστο άλλα 3 δισ. ευρώ που κατέχει η ΕΚΤ.
Και όλα αυτά υπό την προϋπόθεση ότι θα έχει ολοκληρωθεί θετικά η αξιολόγηση. Διότι για να αποπληρώσει η Ελλάδα τα ομόλογα που λήγουν θα πρέπει να πάρει τη δόση των 7,5 δισ. ευρώ, η οποία εκκρεμεί. Και αυτό θα είναι ακόμη μια δοκιμασία για μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Οπως επανειλημμένως έχουν πει ευρωπαίοι αξιωματούχοι, η διαπραγμάτευση θα πρέπει να ξεκινήσει από εκεί που την είχε αφήσει η προηγούμενη κυβέρνηση και όχι από το μηδέν, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ομως οι προϋποθέσεις ένταξης στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης δεν σταματούν εδώ. Η Ελλάδα θα πρέπει να υποχωρήσει από αξιώσεις σαν και αυτές που προτάσσει ο ΣΥΡΙΖΑ για «κούρεμα» χρέους. Διότι το μήνυμα του Μάριο Ντράγκι ήταν σαφές: δεν είναι δυνατό η ΕΚΤ να δεχθεί «κούρεμα» και την ίδια στιγμή να στηρίζει με αγορές της τα ελληνικά ομόλογα.
Η αναφορά του προέδρου της ΕΚΤ στις λήξεις ομολόγων τον Ιούλιο στην ουσία υποδεικνύει το χρονικό περιθώριο μέσα στο οποίο θα πρέπει να έχει επιτευχθεί η νέα συμφωνία με την ελληνική κυβέρνηση. Πράγμα που σημαίνει ότι για να προλάβει να μπει στο πρόγραμμα το συντομότερο δυνατόν, η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να ξεκινήσει άμεσα τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα ώστε να κλείσει το review.
Πίεση ρευστότητας


Και εκεί η πίεση ρευστότητας θα είναι μεγάλη για τη νέα κυβέρνηση, πιθανότατα του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία θα πρέπει να αλλάξει τα σχέδιά της για τη διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους. Και τούτο διότι η απόφαση της ΕΚΤ να εντάξει τις ελληνικές τράπεζες στον έκτακτο μηχανισμό ΕLA θα επαναξιολογείται από το διοικητικό συμβούλιο της ευρωτράπεζας κάθε 15ήμερο, αντί για κάθε μήνα που ίσχυε παλαιότερα. Αυτό σημαίνει ότι την 5η Φεβρουαρίου η ΕΚΤ θα κληθεί να ανανεώσει τον ΕLA. Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές εκτιμάται ότι κάθε φορά θα εγκρίνει όρια πολύ κοντά ή και χαμηλότερα από τις ανάγκες του συστήματος ώστε να κρατάει την πίεση όσο διαρκούν οι διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση.
Ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης, γνωρίζοντας τις υψηλές ανάγκες του Δημοσίου το επόμενο δίμηνο, έχει ζητήσει από την ΕΚΤ να αυξήσει κατά 5 δισ. ευρώ το ύψος των εντόκων που μπορούν να αγοράζουν οι τράπεζες καθώς έχουν εξαντλήσει το όριο των 15 δισ. ευρώ.
Ταυτόχρονα, ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) της ΕΚΤ που ασκεί την εποπτεία των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, με επιστολή του επισημαίνει ότι θα πρέπει να επενδύουν μόνο σε αξίες οι οποίες είναι εύκολα ρευστοποιήσιμες (high liquid assets). Και τα έντοκα, όπως αναφέρουν τραπεζικές πηγές, στην παρούσα φάση δεν θεωρούνται τέτοιου είδους επενδύσεις.
Την περασμένη εβδομάδα συνεχίστηκαν οι αναλήψεις μετρητών από τους καταθέτες, με το φαινόμενο να γίνεται εντονότερο την Τετάρτη και την Πέμπτη, όταν οι ημερήσιες εκροές ήταν της τάξεως του 1 δισ. ευρώ. Αυτό οδήγησε τις τράπεζες στο να μη δίνουν άμεσα πάνω από 3.000 ή 5.000 ευρώ και να εκταμιεύουν μεγαλύτερα ποσά έπειτα από προειδοποίηση κάποιων ημερών.


Τόνωση
Τι φέρνει το σχέδιο της ΕΚΤ

Το σχέδιο ποσοτικής χαλάρωσης είναι μια προσπάθεια της ΕΚΤ για να τονώσει την οικονομική δραστηριότητα στην Ευρώπη, αυξάνοντας το ποσό των χρημάτων που κυκλοφορούν στην αγορά.
Με το πρόγραμμα δίνει τη δυνατότητα στις κυβερνήσεις να αυξήσουν τον δανεισμό τους εκδίδοντας ομόλογα και να επενδύσουν σε έργα που αποσκοπούν στην αύξηση της ανάπτυξης και στη μείωση της ανεργίας.
Τα ομόλογα πωλούνται στην αγορά και οι επενδυτές γνωρίζουν ότι μπορούν να τα ρευστοποιήσουν στις κεντρικές τράπεζες των κρατών-μελών της ευρωζώνης. Με τον τρόπο αυτόν οι κεντρικές τράπεζες είναι σαν να τυπώνουν χρήματα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες το έκαναν το 2008. Εκτός από το δημόσιο χρέος, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αγόρασε επίσης εταιρικό χρέος και η αμερικανική οικονομία εμφάνισε ανάπτυξη 5% το τρίτο τρίμηνο του 2014. Η ΕΚΤ θα αγοράζει μόνο ομόλογα που εκδίδονται από κυβερνήσεις χωρών της ευρωζώνης, κρατικούς οργανισμούς και ευρωπαϊκά ιδρύματα.
Ομως οι διαφορές με τις ΗΠΑ δεν σταματούν εδώ. Ενώ στις ΗΠΑ η Fed τύπωνε χρήμα και αγόραζε τους τίτλους, η ΕΚΤ θα εκτυπώσει τα χρήματα, αλλά οι κεντρικές τράπεζες κάθε χώρας της ευρωζώνης θα αγοράσουν τίτλους η κάθε μία της κυβέρνησής της. Η ΕΚΤ το κάνει με αυτόν τον τρόπο διότι πολλές χώρες της ευρωζώνης δεν θέλουν να πληρώσουν τις ζημιές από τυχόν χρεοκοπία κάποιας άλλης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ