Υπάρχει μια βαθιά υποκριτική αντίληψη για την πολιτική, που κάλλιστα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «ερντογανική». Συνίσταται στη σχετικοποίηση του πολιτικού κινδύνου που αντιπροσωπεύει, για παράδειγμα, η ισλαμιστική (και όχι ισλαμική) τρομοκρατία, η στάση της συγκατάβασης, του καλοπιάσματος, η αναγωγή του «προβλήματος» σε κοινωνικο-οικονομικά αίτια, σε ζητήματα ενσωμάτωσης των μεταναστών, κ.λπ. Ερντογανική αντίληψη, διότι ουσιαστικά θεωρεί ότι το «θηρίο» μπορεί να εξημερωθεί, να αναδειχθεί η «μετριοπαθής» όψη του, να τιθασευθεί μέσω, ας πούμε, ενός «διαλόγου πολιτισμών», κατανόησης και διαρκών συμβιβασμών. Η θέση αυτή παραγνωρίζει ότι η ισλαμιστική τρομοκρατία είναι σκληρή πολιτική επιλογή εκείνων που την ασκούν, ένα προϊόν επιτελικής οργάνωσης και ιδεολογικής πίστης, ιδεολογικής εργαλειοποίησης του «ισλάμ». Δεν οφείλεται στην εξέγερση «της γης των κολασμένων», όπως αφελώς ή και δολίως θεωρούν ορισμένοι, εξέγερση η ιδεολογία της οποίας υποτίθεται είναι η «θρησκεία των φτωχών», το «ισλάμ». Πρόκειται, με άλλα λόγια, όχι για «πολιτισμικό», αλλά για ιδεολογικό πόλεμο που μια ορισμένη πολιτική ορθοέπεια αδυνατεί να κατανοήσει, κρύβοντας, ενίοτε εκουσίως, αυτή τη ζοφερή αλήθεια.
Ορισμένοι, κυρίως μέσα στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς, θεωρούν ότι το σημερινό τρομοκρατικό φαινόμενο έχει τις ρίζες του στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους της Δύσης στην «ισλαμική γη», κ.λπ. Οτι είναι η «απελπισμένη απάντηση» των θυμάτων και ότι, σε κάθε περίπτωση, η αντιμετώπιση της τρομοκρατίας δεν πρέπει να «στιγματίζει» τους ειρηνικούς πληθυσμούς μεταναστών στην Ευρώπη ή και μουσουλμανικής θρησκείας ευρωπαίων πολιτών. Αν για αυτή τη δεύτερη παρατήρηση δεν μπορεί φυσικά να υπάρχει αντίρρηση (αρκεί ο υπαρκτός κίνδυνος του εν λόγω στιγματισμού να μη θεσπίζει ατύπως την αυτολογοκρισία, δηλαδή την πρακτική απαγόρευση της κριτικής στη θρησκεία, σε κάθε θρησκεία), ο πρώτος ισχυρισμός φαίνεται ανεδαφικός. Οπως επισημαίνει χαρακτηριστικά και μια πρόσφατη επιστημονική έκθεση για τα «αίτια της τρομοκρατίας», το φαινόμενο δεν μπορεί να αποδίδεται σε μια σχέση «αιτίου/αποτελέσματος»: οι στρατιωτικές επεμβάσεις εν γένει μπορεί να παίζουν έναν ρόλο, αλλά οι επεμβάσεις, για παράδειγμα, των δυτικών δυνάμεων σε Ιράκ (1991) και Λιβύη (2011) δεν προξένησαν κανένα κύμα τρομοκρατίας, κανένας Ιρακινός ή Λίβυος δεν οργάνωσε τρομοκρατικές επιθέσεις στις δυτικές μητροπόλεις. Αντίθετα, σύμφωνα πάντα με την εν λόγω έκθεση, η ανάπτυξη της τρομοκρατίας στο Ιράκ οφείλεται και στην «εκστρατεία ισλαμοποίησης» που καθοδηγήθηκε από τον Σαντάμ Χουσεΐν από το 1993, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη του «μπααθισμού/σαλαφισμού». Μια άλλη σειρά χωρών που υφίσταται την τζιχαντική τρομοκρατία (Ινδία, Μπανγκλαντές, Πακιστάν, Νιγηρία, Κεντρική Αφρική) δεν ευθύνονται για καμία επέμβαση…
Είναι αλήθεια ότι η σημερινή τρομοκρατία δεν αντιμετωπίζεται μόνον διά της καταστολής, με τους βομβαρδισμούς, από τη στιγμή μάλιστα που στηρίζεται σε μικρές «ριζοσπαστικοποιημένες» («σαλαφιστικές», σύμφωνα με ορισμένους) ομάδες που ζουν σε ευρωπαϊκές χώρες. Ο ιδεολογικός πόλεμος εναντίον της, ιδιαίτερα από εκείνους οι οποίοι αισθάνονται, και δικαίως, προσβεβλημένοι από την ισλαμιστική νομιμοποίηση της νέας πολιτικής βίας, δηλαδή τους μουσουλμάνους το θρήσκευμα ευρωπαίους πολίτες, γίνεται αναγκαίος.
Την περασμένη Κυριακή (31.7.2016) δημοσιεύθηκε σε γαλλική εφημερίδα ένα άρθρο υπογεγραμμένο από 40 επιφανείς γάλλους πολίτες, μουσουλμανικού θρησκεύματος, με τον εξής τίτλο: «Εμείς, Γάλλοι και μουσουλμάνοι, είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε τις ευθύνες μας». Υπογραμμίζοντας τη ζωτική αναγκαιότητα ενός «πολιτισμικού πολέμου κατά του ριζοσπαστικού ισλάμ», πόλεμο που δεν μπορούν να διεξαγάγουν οι ξεπερασμένες δομές των μουσουλμανικών οργανώσεων, αφού αυτές ουσιαστικά είναι το προϊόν μιας εποχής όπου το «ισλάμ» ήταν θρησκεία μεταναστών, ενώ σήμερα το 75% των μουσουλμάνων στη Γαλλία είναι γάλλοι πολίτες, οι συγγραφείς ξεκινούν το άρθρο τους με τη ρητή καταδίκη των πρόσφατων τρομοκρατικών επιθέσεων: «Charlie Hebdo», Μπατακλάν, δολοφονία αστυνομικών, Νίκαια, δολοφονία του καθολικού ιερέα». Οχι όμως όλων των επιθέσεων. Ως διά μαγείας, από την απαρίθμησή τους απουσιάζει η τρομοκρατική επίθεση στο εβραϊκό πολυκατάστημα στο Παρίσι, που ακολούθησε την επίθεση στο «Charlie Hebdo», καθώς και αυτή σε εβραϊκό σχολείο στην Τουλούζη (το 2012). Η απουσία αυτή προκάλεσε τη δικαιολογημένη αντίδραση του Αντιπροσωπευτικού Συμβουλίου των Εβραϊκών Θεσμών (CRIF) της Γαλλίας, του θεσμού δηλαδή που εκπροσωπεί τους γάλλους πολίτες εβραϊκού θρησκεύματος, το οποίο, σε σχετική ανακοίνωσή του, θα εκφράσει την ανησυχία του για αυτήν την «παράλειψη», που είναι ιδιαίτερα εύγλωττη, αφού «απωθεί» ένα μέρος της πραγματικότητας, την αντισημιτική διάσταση, πλάι σε άλλες, του σημερινού τρομοκρατικού φαινομένου.
Ο ιδεολογικός πόλεμος κατά της τρομοκρατίας, για να είναι αποτελεσματικός, δεν μπορεί να στηρίζεται στη συγκατάβαση, ούτε στην επιλεκτική μνήμη. Η απόκρυψη της πραγματικότητας, εκούσια ή μη, τρέφει μοιραίες αυταπάτες.
Ο κ. Ανδρέας Πανταζόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο ΑΠΘ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ