Δυστυχώς η συζήτηση για τις αυτοδιοικητικές εκλογές διεξάγεται σαν να πρόκειται για μικρογραφία των γενικών εκλογών. Απουσία οποιουδήποτε σύγχρονου προβληματισμού και αυτοαπομόνωση. Αλλά σε όλον τον κόσμο οι πόλεις σήμερα έχουν μετατραπεί σε εργαστήρια παραγωγής νέων μορφών κοινωνικής δράσης και κοινωνικής καινοτομίας, καθώς δίδεται σε αυτές μια διαρκής μάχη για το ποιος θα διαμορφώσει τις ποιότητες της καθημερινής αστικής ζωής.
Κυριαρχεί μάλιστα και ένα καινούργιο λεξιλόγιο στον δημόσιο διάλογο. Οροι όπως ενεργός πολίτης, κοινωνία των πολιτών, εθελοντές και εθελοντισμός συναγωνίζονται με άλλους, που προέρχονται από διαφορετικές πολιτικές προσεγγίσεις, όπως άμεση δημοκρατία, αυτοοργάνωση, συλλογικότητες. Το λεξιλόγιο αυτό, έως κάποιον βαθμό, έχει περάσει στις δημόσιες συζητήσεις.
Το ερώτημα όμως είναι κατά πόσο αυτή η γνώση για την πόλη που έχει παραχθεί τα τελευταία χρόνια μέσα από τις δράσεις αυτές έχει καταφέρει να ενοφθαλμιστεί στα θεσμικά επίπεδα διακυβέρνησης της πόλης και να τα μετακινήσει πέρα από το γραφειοκρατικό και ατελέσφορο μοντέλο που γνωρίζουμε. Κατά πόσο δηλαδή η χρήση της γνώσης αυτής μπορεί να ανοίξει δρόμο σε θεσμικές αλλαγές που θα κάνουν πιο ουσιαστική τη συμμετοχή των κατοίκων της πόλης στη λήψη αποφάσεων και στην από κοινού διαχείριση της πόλης.
Και αν το πρώτο βήμα για τη συμμετοχή του πολίτη είναι η ενημέρωσή του, πολλοί δήμοι της χώρας έχουν κάνει προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση είτε μέσω της ζωντανής τηλεοπτικής ή διαδικτυακής μετάδοσης των συνεδριάσεων του δημοτικού συμβουλίου είτε ανεβάζοντας online τους εκάστοτε προϋπολογισμούς. Οι πιο τολμηροί έχουν δημιουργήσει μέσω Διαδικτύου θεσμούς online forum και διαβούλευσης. Μήπως λοιπόν είναι η ώρα και για την Ελλάδα να πάμε και στο επόμενο βήμα; Μήπως ήρθε η ώρα να πειραματιστούμε με εργαλεία και μεθόδους που εδώ και χρόνια χρησιμοποιούνται παγκοσμίως; Ενα παράδειγμα είναι ο όρος «συμμετοχικός προϋπολογισμός». Συζητιέται εδώ και χρόνια, με παράδειγμα την εμπειρία του Πόρτο Αλέγκρε, στα αριστερά περιβάλλοντα. Συνεχίζει όμως να μένει άγνωστος και για τους υποστηρικτές του, ενώ άλλοι τρομάζουν μόνο στο άκουσμά του. Ο «συμμετοχικός προϋπολογισμός» αποτελεί πρωτίστως ένα εργαλείο οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτών και των τοπικών αρχών. Οι μέθοδοι υλοποίησής του διαφέρουν αλλά στηρίζονται πάνω σε μια κοινή προσέγγιση: τα ίδια τα μέλη της κοινότητας προσδιορίζουν τις προτεραιότητες των δαπανών της, η κοινότητα εκλέγει τους αντιπροσώπους της, οι αντιπρόσωποι μεταφράζουν τις προτεραιότητες της κοινότητας σε συγκεκριμένες υλοποιήσιμες προτάσεις, τα μέλη της κοινότητας ψηφίζουν ποιες προτάσεις θέλουν να χρηματοδοτήσουν. Ο «συμμετοχικός προϋπολογισμός» εφαρμόζεται σε ένα κομμάτι του συνολικού προϋπολογισμού, οι πολίτες διαβουλεύονται το μέρος του προϋπολογισμού που αφορά τις επενδύσεις. Αν και μικρό το κομμάτι αυτό σε σχέση με το σύνολο, έχει τη μεγαλύτερη επιρροή στην ποιότητα ζωής των πολιτών και στην ποιότητα των υπηρεσιών.
Απαραίτητη όμως προϋπόθεση για οποιαδήποτε εφαρμογή συμμετοχικών διαδικασιών είναι η ύπαρξη δυνατών δομών στη μικροκλίμακα της πόλης, σε επίπεδο γειτονιάς και κοινότητας.
Η σχέση όμως του δήμου με τις μικρότερες δομές καθρεφτίζει και τη σχέση του κεντρικού κράτους με τον δήμο. Με το πρόσχημα λοιπόν ότι οι τοπικές κοινότητες δεν είναι έτοιμες ή είναι ανώριμες, κανένας δήμος δεν παίρνει την πρωτοβουλία να μεταφέρει αρμοδιότητες, αποφεύγοντας ουσιαστικά να παραδώσουν έστω και λίγη από την εξουσία τους.
Πώς θα μάθουν όμως οι τοπικές κοινότητες αν δεν πάθουν πρώτα; Πώς θα σταματήσουν οι τοπικές κοινότητες να αντανακλούν και να ανακυκλώνουν τις πολιτικές παθογένειες της κεντρικής εξουσίας και θα αναλάβουν έναν ρόλο καταλύτη, δημιουργώντας το πεδίο σύνδεσης των μεμονωμένων κατοίκων, των οργανωμένων ομάδων και της δημοτικής αρχής; Και αυτό για να γίνει πρέπει πρώτα να μοιραστεί ο δήμος λίγη από την εξουσία του μαζί τους και να τις αφήσει να πειραματιστούν. Το διακύβευμα λοιπόν των αυτοδιοικητικών εκλογών πρέπει να είναι η δημιουργία ενός νέου οράματος πολυεπίπεδης αστικής διακυβέρνησης. Που θα ξεκινάει από δυνατές τοπικές κοινότητες και θα φτάνει ως δίκτυα συνεργασίας μεταξύ πόλεων σε διεθνές επίπεδο.
Προϋπόθεση για όλα αυτά είναι να απαλλαγεί κανείς από την παλιά γραφειοκρατική αντίληψη που βλέπει την εξουσία ενιαία και ιεραρχικά, από την κυβέρνηση ως τον δήμο, και να ενστερνιστεί την ιδέα ότι οι πόλεις δεν είναι ακίνητες και νεκρές, αλλά αποτελούν έναν ζωντανό οργανισμό που κολυμπάει σαν το ψάρι στα εθνικά αλλά και στα διεθνή ύδατα, και ότι το ζητούμενο είναι να κάνει το πήδημα έξω από το νερό. Το jumping out δεν αφορά μόνο μετρήσιμα αγαθά, αλλά και την ποιότητα της ζωής, που την κάνει με τη σειρά της πηγή προσέλκυσης δραστηριοτήτων που δημιουργούν ευημερία. Επομένως η διακυβέρνηση των πόλεων ανήκει σε μια διαφορετική λογική από την κεντρική διακυβέρνηση.
Η κυρία Λίνα Λιάκου είναι αρχιτέκτονας, υποψήφια διδάκτορας στο τμήμα Αρχιτεκτονικής του Α.Π.Θ

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ