Πολλές φορές κηδεύτηκε στο παρελθόν ο διαβόητος ελληνικός δικομματισμός. Αλλά τώρα που πέθανε μένει άταφος. Ηταν ένα ζευγάρι που πορεύθηκε για τριάντα πέντε χρόνια στη ζωή με αμοιβαία ωφέλεια. Λένε για τα ζευγάρια ότι μοιάζουν ο ένας στον άλλο καθώς γερνάνε. Και, βέβαια, σπανίως πεθαίνουν και οι δύο ταυτόχρονα. Μια επαρκής συνθήκη για τον πολιτικό θάνατο είναι να πιστέψεις ότι έχεις πεθάνει. Είναι εμφανές ότι πιο κοντά στον σχηματισμό αυτής της πεποίθησης βρίσκεται σήμερα το ΠαΣοΚ.
Μακροσκοπικά, ο ελληνικός δικομματισμός είχε χαρακτηριστικά που είναι τυπικά σε δυτικές δημοκρατίες: ένα συντηρητικό – λαϊκό – κεντροδεξιό και ένα προοδευτικό – σοσιαλδημοκρατικό – κεντροαριστερό κόμμα. Αυτά, στις δυτικές δημοκρατίες, αποτελούν τους πολιτικούς εκφραστές της αστικής τάξης που συνιστά τον κορμό των εκεί κοινωνιών. Το «εγγύς αίτιο» για την πρόσφατη εκδημία του ελληνικού δικομματισμού θεωρείται εν πολλοίς η ασφυξία που του προκάλεσε το χέρι των δανειστών. Οχι σφίγγοντάς τους τον λαιμό, αλλά συμπιέζοντας τον έναν πάνω στον άλλον. Ωστόσο, τα απώτερα και ουσιαστικά αίτια βρίσκονται αλλού. Σε τελευταία ανάλυση, ο δικομματισμός είχε αδύναμα πνευμόνια.
Το τοπίο που αφήνει πίσω του ο τεθνεώς δικομματισμός είναι η κληρονομιά του. Νεοναζί, υπερεθνικιστές και αντισυστημικοί αριστεροί αθροίζουν το ήμισυ του εκλογικού σώματος. Ασφαλώς, η ραγδαία επιδείνωση των όρων ζωής και η συνακόλουθη άρση των προσδοκιών συντέλεσαν δραστικά στη διαμόρφωση του εξωτικού αυτού τοπίου. Πρέπει όμως κανείς να εξετάσει, επίσης, την υφή και τη βάση των προσδοκιών του κοινωνικού σώματος. Και αυτά να τα συνεξετάσει με τη διαμόρφωσή τους από την πολιτική διεύθυνση των κομμάτων που εναλλάχτηκαν στην εξουσία κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Η ελληνική μεσαία τάξη που διαλύεται σήμερα ήταν η παρένδυση μικροαστικών ομαδώσεων που προσοικειώθηκαν μια υλική βάση, το στάτους και τις συνακόλουθες προσδοκίες σε αναντιστοιχία με την παραγωγική τους ικανότητα.
Ο αμοιβαίος παρασιτισμός ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, με τον ευθύ παρασιτισμό του ιδιωτικού στον δημόσιο, αλλά και με αυτού την έκνομη «ιδιωτικοποίηση», δρομολογήθηκε και εμπεδώθηκε από τις εναλλασσόμενα κυβερνώσες πολιτικές δυνάμεις. Επρόκειτο, βέβαια, για υποκατάστατα αστικών κομμάτων. Σε αυτά αντιστοιχούσε η σαθρή μεσαία μας αστική τάξη που τώρα ξεγυμνώνεται στον μικροαστισμό της, καθώς αναγκάζεται να επιστρέψει σε μια νύχτα τα κεκτημένα δεκαετιών. Ιστορικά, οι λούμπεν μικροαστοί είναι οι πρώτοι πελάτες του φασισμού. Αλλά εμφανίζονται και άλλοι συγκοινωνούντες υποδοχείς τους, υπερεθνικιστές και κατ’ επίφαση αντισυστημικοί αριστεροί, που υπόσχονται συντήρηση ή αναστήλωση των δομών μέσα στις οποίες οι μικροαστοί φαντασιώθηκαν την άνοδό τους και, πάντως, βελτίωσαν πρόσκαιρα τους υλικούς όρους της ζωής τους.
Στη στρεβλή πολιτική παράδοση των δήθεν αστικών κομμάτων αντιστοιχεί η ρηχότητα της αστικής μας παράδοσης. Και αυτό απεικονίζεται στην αδυναμία της αστικής αναπαραγωγής. Η νέα γενιά βρίσκει κλειστά τα μονοπάτια μέσα στα οποία ελίχθηκε και ανελίχθηκε η προηγούμενη γενιά (και τα οποία, ακόμα και σήμερα, θέλει να τα κρατήσει ανοιχτά για την ίδια, εις βάρος των παιδιών της). Αυτή η νέα γενιά παραδίδεται ταυτόχρονα και σε τρομακτικά ποσοστά στον υπερεθνικισμό και στον νεοναζισμό. Η προϊούσα υποχώρηση, με γενεϊκή μάλιστα εκδήλωση, της δημοκρατικής συνείδησης και του ορθολογισμού (στον οποίο ασφαλώς μετέχουν και οι «αιρετικοί κληρονόμοι του Διαφωτισμού», δηλαδή η Αριστερά στις περισσότερες εκφάνσεις της) σημαίνει την υποχώρηση ή και την άρση των προϋποθέσεων για μια αστική ελληνική κοινωνία και πολιτεία.
Κάτω από τα συντρίμμια του «αστικού» δικομματισμού, η συντεχνιακή κοινωνία μας εξακολουθεί να σαλεύει. Τα αντανακλαστικά επιβίωσής της την προσανατολίζουν σε αναζήτηση νέου προστάτη. Αν θέλετε να εντοπίσετε το μετακινούμενο αλλά σταθερό ως προς το περιεχόμενο στίγμα της, ψάξτε τον κ. Φωτόπουλο της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ. Θα τον βρείτε πρώτο τραπέζι πίστα ανάμεσα στους «κοινωνικούς φορείς» που ο κ. Τσίπρας προσκάλεσε στη Βουλή για να διαπραγματευθεί τη διερευνητική του εντολή. Καθώς το οικοδόμημα του «αστικού» δικομματισμού δεν είχε αστικά θεμέλια αλλά μόνο πρόσοψη, επιβεβαιώνεται ότι το περιεχόμενό του, όπως αποκαλύπτεται στην κατεδάφιση, είναι συμβατό με λιγότερο συμβατικές («αντισυστημικές») πολιτικές επιλογές.
Αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι το διακύβευμα των επικείμενων εκλογών δεν είναι πραγματικό. Η άλλη όψη της υποτιθέμενης έξωθεν συνθλιβής μας από τους δανειστές είναι η πίεση για την ένταξή μας στο υπερεθνικό αστικό πλαίσιο. Τα δύο πρώην μεγάλα κόμματα προσπάθησαν να υπεκφύγουν από αυτή την πραγματικότητα με διπλή γλώσσα, σπασμωδική πράξη και αδράνεια που γύρισε τελικά εναντίον τους. Το αποτέλεσμα είναι η ανάδυση μιας νέας ελληνικής πολιτικής ιδιαιτερότητας: η επόμενη εκλογική μάχη θα δοθεί ξεκάθαρα υπέρ ή κατά της ευρωπαϊκής ένταξης της χώρας. Η επικείμενη εκλογική μάχη καταργεί το παλιό «αστικό» δίπολο. Ο τραυματισμένος επιζών του ελληνικού δικομματισμού, η ΝΔ, θα τραβήξει το κάρο. Το λανθάνον πολιτικό κενό που αφήνει η έκλειψη του έτερου «αστικού» πόλου μπορεί να πληρωθεί σε δεύτερο χρόνο και με νέους όρους. Δηλαδή, με όρους που θα συντελέσουν στην επαναθεμελίωση του αστικού κράτους στην Ελλάδα.

Ο κ. Αλέξης Καλοκαιρινός είναι αναπληρωτής καθηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ