ΤΟ ΒΗΜΑ logo

Το άλμπουμ της ζωής του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου

Το άλμπουμ της ζωής του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου 1

Η μητέρα του αδικοχαμένου Αλέξανδρου, Τζίνα Τσαλικιάν, αναπολούσε τις ευτυχισμένες ημέρες, επιλέγοντας μερικές από τις δεκάδες φωτογραφίες του γιου της Αλέξανδρου για το περιοδικό Life & Style.

ΑΠΟ GRACE TEAM

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΑΚΗΣ ΚΑΡΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΙΩΑΝΝΑ ΤΖΕΤΖΟΥΜΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ

Η μοιραία συνάντηση ενός εφήβου και ενός αστυνομικού, ένα βράδυ στα Εξάρχεια, που στοίχισε τη ζωή του πρώτου. Η τραγική αυτή ιστορία γίνεται σύμβολο μιας κοινωνίας σε κρίση και ιστορικό ορόσημο.

Το βράδυ του Σαββάτου 6 Δεκεμβρίου του 2008, εξελισσόταν ένα εφηβικό πάρτι σε μία από τις επιβλητικές παλιές μονοκατοικίες του Ψυχικού. Προσκεκλημένοι κυρίως 15χρονοι από το Κολλέγιο και το Μωραΐτη, πολλοί από αυτούς Ψυχικιώτες. Μια χαρούμενη συντροφιά. Ξαφνικά ένα τηλεφώνημα θα πάγωνε τα χαμόγελά τους. Ένα από τα παιδιά, ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος, είχε πέσει νεκρός από τις σφαίρες ενός αστυνομικού.

Το άλμπουμ της ζωής του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου 2

Η μουσική διακόπηκε το ίδιο απότομα με τον ήχο του τηλεφώνου και σαστισμένα τα παιδιά κοιταζόντουσαν με δακρυσμένα μάτια. Ήταν τα ίδια παιδιά που μαζί με χιλιάδες άλλα αγόρια και κορίτσια θα πήγαιναν τις μέρες που ακολούθησαν να αφήσουν ένα λουλούδι μαζί με την κατάθεση της δικής τους ψυχής, αποτυπωμένη σε σημειώματα και στίχους, στη συμβολή των δρόμων Μεσολογγίου και Τζαβέλλα.

Κατεβαίνοντας από το σπίτι του Αλέξανδρου την οδό Διαμαντίδου προς τη Β’ Πλατεία Ψυχικού, οι φρεσκοβαμμένοι φράχτες, οι επιβλητικές είσοδοι και οι καλλωπισμένες δενδροστοιχίες πάνω στα φαρδιά πεζοδρόμια αποτελούν ένα ειδυλλιακό σκηνικό, που εκπέμπει ευημερία και ασφάλεια. Ανάμεσα στις μεγάλες επαύλεις και στους κομψούς κήπους, τα πολυτελή αυτοκίνητα με τους σοφέρ και τις Φιλιππινέζες με τα παιδικά καρότσια, αισθάνεται κανείς ότι τίποτα κακό δεν θα μπορούσε ποτέ να συμβεί.

Ο νεαρός Αλέξανδρος, βγαίνοντας από το σπίτι στο οποίο κατοικούσε μαζί με τη μητέρα του, Τζίνα Τσαλικιάν, τη γιαγιά του, Αρετή, και την αδελφή του, Αριέτα (ένα μεγάλο οροφοδιαμέρισμα διαρρυθμισμένο με σπάνιο γούστο), περνούσε καθημερινά ανάμεσα από διμοιρίες ειδικών φρουρών και αστυνομικών.

Άλλωστε, το εν λόγω κτίριο βρίσκεται δίπλα στις πρεσβευτικές κατοικίες της Ρωσίας και της Σαουδικής Αραβίας, ενώ στους γείτονες συμπεριλαμβάνεται, μεταξύ πολλών διπλωματών και γνωστών επιχειρηματιών, και η οικογένεια Αγγελόπουλου.

Ο Αλέξανδρος από τα δώδεκά του ανέβαινε πάνω στη σανίδα του και γλιστρούσε προς τη Β’ Πλατεία, το σημείο συγκέντρωσης των σκεϊντμπόρντερ του Ψυχικού, με τις επικλινείς ράμπες και τα «σαμαράκια» για φιγούρες και άλματα.

«Στον Αλέξανδρο άρεσε πολύ το σκέιτ, μέχρι τα δεκαπέντε περίπου. Μετά απλώς είχε κρατήσει το look του σκέιτερ», σχολιάζει η αδελφή του, Αριέτα, πρωτοετής φοιτήτρια της Παιδαγωγικής τότε.

Ένα ζευγάρι παπούτσια Vans, σήμα κατατεθέν των απανταχού σκέιτερ, η φωτογραφία μιας Ferrari Testarossa, μία ηλεκτρική κιθάρα τακτικά βαλμένη μέσα στη θήκη της, ένα πόστερ του 50 Cent, μία τσάντα Eastpack και ένα κασκόλ του Παναθηναϊκού, της αγαπημένης του ομάδας, υποδέχονται τον επισκέπτη στο δωμάτιό του.

Το άλμπουμ της ζωής του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου 3

«Ο 50 Cent δεν ήταν ο αγαπημένος του. Του άρεσε η ραπ, αλλά κυρίως άκουγε ροκάκια. Αυτή ήταν η αγαπημένη του μουσική, όπως και η έντεχνη αλλά και η ελληνική χιπ-χοπ», επισημαίνει η Αριέτα.

Μόλις δύο χρόνια μεγαλύτερη, ήταν πολύ κοντά στον αδελφό της και συχνά όταν άνοιγε ο καιρός τούς άρεσε να κάθονται μαζί, σε δύο μεγάλες μπαμπού πολυθρόνες στη βεράντα, μπροστά από τον κήπο και δίπλα στην πισίνα, διαβάζοντας ή κουβεντιάζοντας.

«Αυτή ήταν η αγαπημένη του θέση», λέει η μητέρα του, Τζίνα Τσαλικιάν, δείχνοντάς μας την άδεια πολυθρόνα. «Αυτή και το σημείο μπροστά στο τζάκι». Τα παιδιά ήταν πάντοτε αγαπημένα, παρά το διαφορετικό τους χαρακτήρα. «Ο Αλέξανδρος ήταν πάντα σε κίνηση, εκδηλωτικός, ζούσε με την παρέα του την κάθε στιγμή της ζωής του. Η Αριέτα σπάνια έβγαινε έξω από το σπίτι, παρέμενε τις περισσότερες ώρες μετά το σχολείο στο δωμάτιό της διαβάζοντας ή ακούγοντας μουσική».

Τα τεράστια εκφραστικά μάτια της κοιτάζουν ολόγυρα με θλίψη και απορία

Το άλμπουμ της ζωής του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου 4

Αυτό είναι το κομπιούτερ του και η συλλογή του από ηλεκτρονικά παιχνίδια. Ο Αλέξανδρος δεν ενδιαφερόταν πολύ για το ντύσιμό του, όπως άλλοι έφηβοι, αλλά πραγματικά ενθουσιαζόταν με το Playstation του. Ήθελε να ξεχωρίζει για αυτό που ήταν και όχι για τα επώνυμα ρούχα που είχε τη δυνατότητα να φοράει. Θυμάμαι τα τελευταία του γενέθλια (στις 25 Ιουνίου), που τα είχαμε γιορτάσει όλοι μαζί στο Ντουμπάι. Μου είχε ζητήσει για δώρο ένα i-Pod. Όταν αντίκρισα το παιδί μου νεκρό, στις τσέπες του είχε ακόμη το i-Pod, το κινητό του και ένα πακετάκι με το κόσμημα σε σχήμα καρδιάς που θα χάριζε στη φίλη του».

Και συνεχίζει, λέγοντας πως «οι διακοπές στο Ντουμπάι και το καλοκαίρι του 2008 ήταν καθοριστικά για τον Αλέξανδρο. Είχαμε επιτέλους αρκετό ελεύθερο χρόνο μόνοι μας, οι τρεις μας. Διαμέναμε στο Αλ Αράμπ και πηγαίναμε για σαφάρι στους αμμόλοφους ή για shopping. Μιλούσαμε πολύ, γελούσαμε ακόμη περισσότερο, γενικά ήρθαμε πιο κοντά ο ένας στον άλλο, όπως όταν τα παιδιά ήταν μικρότερα. Βλέπετε, ανάμεσα στη δουλειά μου, τα μαθήματα και τις παρέες τους, δεν περνούσαμε πια τόσο χρόνο μαζί, όσο θα θέλαμε. Δυστυχώς όμως, αυτή έμελλε να είναι και η τελευταία φορά».

Ο Αλέξανδρος είχε πια τελειώσει το Γυμνάσιο και ετοιμαζόταν για την πρώτη λυκείου. Η μητέρα τους είχε από πριν αποφασίσει πως και τα δύο παιδιά θα συνέχιζαν πλέον στο σχολείο Ώθηση «λόγω του φροντιστηριακού του χαρακτήρα, προκειμένου να προετοιμαστούν καλύτερα για την εισαγωγή τους στα ελληνικά πανεπιστήμια», αφήνοντας έτσι τη Σχολή Μωραΐτη, όπου αμφότεροι φοιτούσαν από το νηπιαγωγείο. Αυτό για τον Αλέξανδρο ήταν μεγάλη αλλαγή, όπως και το γεγονός ότι εκείνο το καλοκαίρι είχε αναλάβει –τρόπον τινά– τα ηνία της οικογενειακής επιχείρησης.

«Λέω βέβαια “ηνία” χάριν υπερβολής», σχολιάζει χαμογελώντας η κα Τσαλικιάν. «Στην πραγματικότητα ο Αλέξανδρος είχε τα κλειδιά του κοσμηματοπωλείου –η οικογενειακή παράδοση (από το 1946, όταν ο πατέρας μου, Ιάκωβος Τσαλικιάν, δημιούργησε την οικογενειακή επιχείρηση) θέλει το κοσμηματοπωλείο να το ανοίγει και να το κλείνει αποκλειστικά κάποιο μέλος της οικογένειας.

Το άλμπουμ της ζωής του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου 5

Πολλές φορές λοιπόν εκείνο το καλοκαίρι αυτός ήταν ο Αλέξανδρος. Αναλάμβανε βέβαια και κάποιες εξωτερικές δουλειές για να με βοηθήσει. Όπως μία μέρα που πήγε μόνος του στην τράπεζα για να καταθέσει 25.000 ευρώ. Δεν φοβήθηκα καθόλου. Άλλωστε, προτιμούσα να μεταφέρει εκείνος τα χρήματα μέσα στην Εastpack του. Έτσι όπως ήταν μικρός και τόσο αθώος, πίστευα ότι θα έδινε λιγότερο στόχο από το αν πήγαινα –λόγου χάριν– εγώ η ίδια».

«Αρμενικής καταγωγής από την Καππαδοκία, η οικογένεια έφυγε από τη Σμύρνη το 1922», θυμάται η γιαγιά του Αλέξανδρου, Αρετή. Εκεί, ο Ιάκωβος Τσαλικιάν (ο παππούς του Αλέξανδρου) φοίτησε στο Κολέγιο Ανατόλια της Θεσσαλονίκης, μέχρι που ήρθε η Κατοχή. Το πέρας της τον βρήκε μικροπωλητή στα Χαυτεία. Ακόμη και οι συγγενείς του στην Αμερική δεν μπορούσαν να τον βοηθήσουν. Είχαν δεχτεί τρομερό χτύπημα από το κραχ του 1930. Έτσι, εκείνος διέκοψε αναγκαστικά τις σπουδές του.

«Φανταστείτε ένα κολεγιόπαιδο να βρεθεί σε αυτήν τη θέση. Τον έβλεπαν οι συμμαθητές του και τον λυπόντουσαν», προσθέτει.

«Πολύ εργατικός και φιλοπρόοδος», όπως χαρακτηριστικά λέει η Τζίνα Τσαλικιάν, «ίδρυσε το 1946 στην Πανεπιστημίου αριθμός 54 (στο Μέγαρο Παλλάδιο), τον οίκο κοσμημάτων Neon Lux, με ρολόγια και κοσμήματα από την Ελβετία και την Ιταλία. Αυτό ακριβώς δηλαδή που χρειαζόταν η αγορά εκείνη την εποχή. Συνεργάστηκε με τον Γεωργακά του Μινιόν και γρήγορα απέκτησε σημαντικούς πελάτες, όπως τις οικογένειες Μαρινόπουλου, Λαμπρόπουλου, Σκαραμαγκά, Λαιμού και Λιγνού, μεταξύ άλλων».

Η Τζίνα Τσαλικιάν, πάλι, γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα μεγαλοαστικό διαμέρισμα στην πλατεία Βικτωρίας –«όταν ακόμα ζούσε εποχές δόξας», επισημαίνει η μητέρα της– και φοίτησε στο Αρσάκειο Ψυχικού. Ούτε εκείνη όμως, αλλά ούτε και ο μεγαλύτερος αδελφός της, Αρθούρος (από προηγούμενο γάμο του πατέρα της), έδειχναν τότε το παραμικρό ενδιαφέρον για την οικογενειακή επιχείρηση.

Ο αδελφός της, μετά την αποφοίτησή του από το Κολλέγιο Αθηνών, θα έφευγε για σπουδές στις Ηνωμένες Πολιτείες (όπου ζει έκτοτε και εργάζεται στο χρηματοοικονομικό χώρο).

«Έχει μάλιστα ένα γιο που επίσης ονομάζεται Άλεξ», λέει η μητέρα του Αλέξανδρου.

Η Τζίνα Τσαλικιάν αποφοίτησε με άριστα από τη Νομική Αθηνών και ξεκίνησε να εργάζεται στο δικηγορικό γραφείο του Φωκίωνα Παπαθανασίου, όταν, προς τα τέλη της δεκαετίας του ’80, ο πατέρας της άρχισε να κουράζεται.

«Δεν μπορούσε να κρατήσει πλέον μόνος του την επιχείρηση. Εγώ εντωμεταξύ λάτρευα τον πατέρα μου και αισθανόμουν ηθική υποχρέωση να του συμπαρασταθώ. Δεν μπορούσα να αντέξω τον ψυχικό του μαρασμό για το δημιούργημά του», εξηγεί.

Έτσι, δυναμική όπως πάντα, ανέλαβε τελικά το κοσμηματοπωλείο και μάλιστα σε μία αγορά η οποία άλλαζε ραγδαία και σε μία οδό, την Πανεπιστημίου, που σιγά-σιγά άρχιζε να φθίνει, καθώς η αγορά της πολυτέλειας κατευθυνόταν πια προς τη Βουκουρεστίου και το Κολωνάκι.

Το 1990, στον Άγιο Δημήτριο Ψυχικού, η Τζίνα Τσαλικιάν παντρεύτηκε το μηχανολόγο-αεροναυπηγό (απόφοιτο ΕΜΠ), Ευάγγελο Γρηγορόπουλο, Διευθυντή τότε της ΕΑΒ στην Τανάγρα. Το νεαρό ζευγάρι εγκαταστάθηκε αρχικά στην οδό Καλλιγά (στη Φιλοθέη) και γρήγορα απέκτησε, διαδοχικά, πρώτα την Αριέτα, το ’91, και μετέπειτα τον Αλέξανδρο, το ’93.

«Το 1994, όταν ο Αλέξανδρος ήταν μόλις έξι μηνών, αποφασίσαμε δυστυχώς να χωρίσουμε. Το διαζύγιο εκδόθηκε όμως συναινετικά και έκτοτε τα παιδιά μεγάλωναν μαζί μου. Με τον πατέρα τους διατηρούσαν βέβαια στενή και ουσιαστική σχέση, όχι όμως πολύ συχνή, εξαιτίας της δουλειάς του. Το γραφείο του ήταν, άλλωστε, στην Τανάγρα και εκείνος ταξίδευε συχνά», λέει η κα Τσαλικιάν.

Το άλμπουμ της ζωής του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου 6

Μετά το διαζύγιο, η ίδια μετακόμισε με τα παιδιά στο κάποτε εξοχικό της οικογένειας, στο Παλαιό Φάληρο. Εκεί πέρασαν τα παιδικά τους χρόνια σε μία διώροφη κατοικία με μεγάλο κήπο, μέχρις ότου έφτασαν σε ηλικία για να ξεκινήσουν το σχολείο. Τότε μεταφέρθηκαν και πάλι πίσω στη Φιλοθέη. Με νωπές ακόμη τις αναμνήσεις του σύντομου γάμου της, η κα Τσαλικιάν αναζήτησε μία νέα κατοικία, ενώ παράλληλα προσπαθούσε να αναπτύξει την επιχείρηση. Το 2000 η οικογένεια βρήκε το νέο της σπίτι στο Ψυχικό, ενώ το Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, άνοιξε τις πόρτες του το νέο της κοσμηματοπωλείο, με την επωνυμία πια Jina Tsalikian, στην οδό Βουκουρεστίου.

«Στη βιτρίνα του μπορεί κανείς μέχρι σήμερα να διακρίνει μία επιγραφή με την επωνυμία Neon Lux, φόρος τιμής στον πατέρα μου», επισημαίνει.

Πριν από τα Χριστούγεννα του 2000, ο μόλις επτάχρονος τότε Αλέξανδρος με τη δεκάχρονη αδελφή του βρέθηκαν στο Ekali Club, όπου η μητέρα τους παρουσίαζε τη νέα της συλλογή κοσμημάτων για την ενίσχυση του Συλλόγου Ελπίδα. O μικρός Αλέξανδρος θα «έκλεβε» την παράσταση, ακόμη και το ενδιαφέρον της Ρέας Τουτουνζή και άλλων καλλονών που είχαν επιστρατευτεί εκείνη τη βραδιά για φιλανθρωπικό σκοπό. Κατακόκκινος, απορούσε καθώς τα εντυπωσιακά μανεκέν αλλά και οι κοσμικές κυρίες τον αγκάλιαζαν και τον φιλούσαν στο μάγουλο, πειράζοντας τη μητέρα του, αλλά και εκείνον.

Άραγε, πόση εντύπωση θα έπρεπε να έκανε στον επτάχρονο ο λαμπερός αυτός κόσμος της ομορφιάς και της πολυτέλειας; Και η συνειδητοποίηση ότι αυτός ο μαγικός κόσμος κάποτε θα μπορούσε να γίνει δικός του.

«Ο Αλέξανδρος αγαπούσε πολύ το κοσμηματοπωλείο. Ασχολείτο, με βοηθούσε, ερχόταν μαζί μου στις εκθέσεις ρολογιών και κοσμημάτων στη Γενεύη και ειλικρινά έδειχνε να τον ενδιαφέρει. Το καλοκαίρι του 2008, που εργάστηκε δίπλα μου, ήταν μάλιστα πολύ υπερήφανος για τα χρήματα που είχε κερδίσει. Δεδομένου μάλιστα ότι η Αριέτα δεν έδειχνε ενδιαφέρον για την οικογενειακή επιχείρηση, προόριζα πια ανοιχτά το κοσμηματοπωλείο για εκείνον».

Ο Αλέξανδρος διέθετε όμως και επιχειρηματικό πνεύμα. Ήταν έμφυτο. Όταν η μητέρα του του ζήτησε να ανοίγει και να κλείνει το κατάστημα έναντι κάποιας αμοιβής, εκείνος αντέδρασε λέγοντας «να το διαπραγματευτούμε, τώρα που το σκέφτομαι έχω στενότητα». Αφού έγινε η διαπραγμάτευση για το ύψος της αμοιβής, η αντίδρασή του ήταν αυθόρμητη: «Τσαλικιάν, με ρίχνεις», είπε στη μητέρα του. Αλλά της ζήτησε να του πληρώνει και το ΦΠΑ, εννοώντας τα ένσημα.

Και οι αναμνήσεις ατέλειωτες: «Όποτε είχαμε ξένους στο σπίτι παρατούσε ακόμη και τους φίλους του για να είναι μαζί μας Ήταν καλαίσθητος, τον ενθουσίαζε να παρευρίσκεται σε επίσημο τραπέζι».

Μαζί με την κλίση του στις επιχειρήσεις, το 2008 ο Αλέξανδρος ανακάλυψε όμως και μία ακόμη πτυχή της ζωής, τον έρωτα, στο πρόσωπο μίας συμμαθήτριάς του στην «Ώθηση».

«Το γεγονός αυτό τον άλλαξε ριζικά, βαθιά. Ενώ αρχικά αντιδρούσε για την αλλαγή του σχολείου, όταν ερωτεύτηκε ξυπνούσε πρώτος το πρωί με ένα τεράστιο χαμόγελο και αδημονούσε να ξεκινήσουμε για το σχολείο στη Σταμάτα. Αντίστοιχα πολλαπλασίασε τις ώρες διαβάσματός του, προφανώς θέλοντας να μην εκτίθεται ως μη προετοιμασμένος στα μάτια του κοριτσιού. Επίσης, πρόσεχε ξαφνικά ιδιαίτερα το ντύσιμό του. Γενικά, αυτοί οι τελευταίοι μήνες της ζωής του ήταν μια πολύ ευτυχισμένη περίοδος της ζωής του», θυμάται η κα Τσαλικιάν.

Το άλμπουμ της ζωής του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου 7

Η παιδική του φίλη και συμμαθήτρια από το δημοτικό, με την οποία ξαναβρέθηκαν στην «Ώθηση» (και για ευνόητους λόγους, θα προτιμούσε να μείνει το όνομά της κρυφό) είχε επίσης παρατηρήσει τη διαφορά στη συμπεριφορά του.

«Η κοπέλα του ήταν φίλη μου. Είχαμε χαθεί βέβαια στο Γυμνάσιο, αλλά από τους πρώτους μήνες στην “Ώθηση”, έδειχνε ότι έκανε μεγάλη προσπάθεια να είναι καλός στα μαθήματα προσπαθώντας να την εντυπωσιάσει. Βγαίναμε συχνά μαζί τα Σάββατα – συνήθως στην Κηφισιά. Το αγαπημένο μας στέκι ήταν το Nueve, αλλά πηγαίναμε και στο ΚΛΙΚ. Ο Αλέξανδρος δεν μιλούσε πολύ, αλλά είχε άφθονο χιούμορ. Κι εμείς τον φωνάζαμε χαϊδευτικά “Gregory”».

Η γιαγιά του τον θυμάται να γυρίζει κάθε μέρα κάθιδρος στο σπίτι. Πότε εξαιτίας της προπόνησης στην ποδοσφαιρική ομάδα του Ψυχικού και πότε λόγω των χιλιομέτρων που «έγραφε» εντός της πισίνας, παίζοντας water polo.

«Ήταν το πιο ήσυχο και συνεσταλμένο παιδί. Αν ποτέ αργούσε και του κάναμε κάποια επίπληξη, τα μάτια του βούρκωναν. Κλεινόταν για λίγο στο δωμάτιό του και μετά έβγαινε σαν να μην είχε γίνει τίποτα. Συγχωρούσε τους πάντες, τρυφερός, πάντα εκδηλωτικός», εξομολογείται η μητέρα του και ξαφνικά σταματά.

«Επίσης, έστω και τώρα, θέλω να πω πως δεν ονομαζόταν Αλέξης, όπως γράφουν οι εφημερίδες από εκείνο το βράδυ και μέχρι σήμερα (ίσως για να δώσουν στο πρόσωπό του κάτι το πιο οικείο). Το γιο μου τον έλεγαν Αλέξανδρο και έτσι τον φωνάζαμε. Αλέξανδρο».

«Ήταν το πιο ήσυχο και συνεσταλμένο παιδί. Συγχωρούσε τους πάντες, πάντα ευαίσθητος και τρυφερός».

SHARE THE STORY

ΑΠΟΡΡΗΤΟ