ΤΟ ΒΗΜΑ logo

Εθισμός, ψυχική κατάρρευση- Πώς η διαβόητη σκηνή στο Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι κατέστρεψε την πρωταγωνίστρια του

Εθισμός, ψυχική κατάρρευση- Πώς η διαβόητη σκηνή στο Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι κατέστρεψε την πρωταγωνίστρια του 1
Imdb

«Αυτή η σκηνή δεν υπήρχε στο αρχικό σενάριο. Η αλήθεια είναι ότι ο Brando ήταν αυτός που είχε την ιδέα. Μου το είπαν μόνο πριν γυρίσουμε τη σκηνή και ήμουν τόσο θυμωμένη... Ένιωσα ταπεινωμένη και για να είμαι ειλικρινής, ένιωσα λίγο βιασμένη, τόσο από τον Marlon όσο και από τον Bertolucci» θα πει η Maria Schneider.

ΑΠΟ ΕΦΗ ΑΛΕΒΙΖΟΥ

Η νέα ταινία Being Maria, στην οποία πρωταγωνιστούν ο Matt Dillon και η Anamaria Vartolomei, εξερευνά τη ζωή της Maria Schneider και τη δημιουργία μιας από τις πιο διαβόητες ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου.  Ίσως πρόκειται για την πιο διαβόητη σκηνή σε ολόκληρη την ιστορία του κινηματογράφου.

Το σεξουαλικό δράμα Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι (Last Tango in Paris), που γυρίστηκε από τον Ιταλό σκηνοθέτη Bernardo Bertolucci και κυκλοφόρησε το 1972, είναι η ιστορία μιας σχέσης μεταξύ ενός μεσήλικα, του Paul, και μιας νεαρής γυναίκας, της Jeanne , σε ένα διαμέρισμα στο Παρίσι.

Η περιβόητη «σκηνή με το βούτυρο» δεν υπήρχε στο αρχικό σενάριο και μέρη της γυρίστηκαν χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση της 19χρονης ηθοποιού Maria Schneider.

«Μια διαφορετική εποχή…»

Η Schneider πάλεψε με τον εθισμό στα ναρκωτικά και την ψυχική της υγεία για χρόνια μετά την κυκλοφορία της ταινίας, σήμερα, ωστόσο, η ιστορία της, και η δημιουργία του Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι, προβάλλεται τώρα μέσω της ταινίας Being Maria, η οποία παρουσιαστεί στο 65o Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Πρωταγωνιστούν ο Matt Dillon ως Marlon Brando, ο οποίος υποδύθηκε τον Paul, και η Anamaria Vartolomei ως Schneider. Η Γαλλίδα σκηνοθέτιδα της ταινίας Jessica Palud διασκεύασε την ιστορία από τα απομνημονεύματα της δημοσιογράφου Vanessa Schneider, ξαδέλφης της Schneider, το 2018. 

«Νομίζω ότι πρέπει να δούμε το πλαίσιο της εποχής του Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι, έχουν περάσει πλέον πενήντα χρόνια από τότε που γυρίστηκε η ταινία» λέει ο Matt Dillon στο BBC. «Εκείνη η εποχή ήταν μια διαφορετική εποχή, αλλά είναι πολύ σημαντικό να τη δούμε τώρα από μια διαφορετική οπτική γωνία.

»Ήταν πραγματικά μια τραυματική εμπειρία για εκείνη. Και όχι μόνο τη στιγμή που συνέβη, αλλά συνέχισε να την ακολουθεί και να τη στοιχειώνει όπου κι αν πήγαινε στη ζωή της, με πολλούς τρόπους».

Είχε ένα κακό προαίσθημα

Το Being Maria διερευνά το παρελθόν της Schneider, η οποία γεννήθηκε από τη σχέση μεταξύ ενός διάσημου Γάλλου ηθοποιού, του Daniel Gélin, και ενός μοντέλου από τη Ρουμανία, της Marie-Christine Schneider.

Γνώρισε για πρώτη φορά τον πατέρα της ως έφηβη, κι αυτός τη σύστησε στα κινηματογραφικά πλατό. Το Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι ήταν ο πρώτος της πρωταγωνιστικός ρόλος, και αργότερα θα θυμόταν σε συνέντευξή της το 2007, στα πενήντα της τότε, ότι πείστηκε να αναλάβει τον ρόλο αντί να πρωταγωνιστήσει σε μια ταινία με τον Γάλλο σταρ Alain Delon, και ότι σε ηλικία 19 ετών, «δεν καταλάβαινα όλο το σεξουαλικό περιεχόμενο της ταινίας».

Είχε «ένα κακό προαίσθημα για όλο αυτό» είπε, αλλά της τόνισαν από το πρακτορείο της ότι δεν ήταν δυνατόν να αρνηθεί να συνεργαστεί με τον Marlon Brando, έναν από τους μεγαλύτερους αστέρες του κινηματογράφου του 20ού αιώνα.

Η Schneider θυμήθηκε τι συνέβη την ημέρα των γυρισμάτων εκείνης της σκηνής, στην οποία ο χαρακτήρας της βιάζεται από τον Brando, χρησιμοποιώντας βούτυρο ως λιπαντικό.

«Αυτή η σκηνή δεν υπήρχε στο αρχικό σενάριο. Η αλήθεια είναι ότι ο Marlon ήταν αυτός που είχε την ιδέα. Μου το είπαν μόνο πριν γυρίσουμε τη σκηνή και ήμουν τόσο θυμωμένη... Ένιωσα ταπεινωμένη και για να είμαι ειλικρινής, ένιωσα λίγο βιασμένη, τόσο από τον Marlon όσο και από τον Bertolucci».

«Ο Marlon δεν με παρηγόρησε»

«Ένα πρωί, ο Bertolucci παίρνει τον Brando στην άκρη και του προτείνει μια σκηνή που δεν υπάρχει στο σενάριο. Οι άνδρες συμφωνούν ότι δεν πρέπει να ειπωθεί τίποτα που να σε προϊδεάζει – ότι είναι καλύτερα να σε αιφνιδιάσει εντελώς» γράφει η Vanessa Schneider στο βιβλίο της μιλώντας σε δεύτερο πρόσωπο, υποθετικά στην ξαδέρφη της, Maria, και συνεχίζει:

«Αισθάνθηκες μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα στο πλατό εκείνη την ημέρα, είδες συναινετικά βλέμματα μεταξύ του σκηνοθέτη, των ηθοποιών και του συνεργείου; Ή μήπως ήσουν ήδη πολύ κουρασμένη μέχρι εκείνη τη στιγμή για να αμφισβητήσεις οτιδήποτε;».

«Μετά τη σκηνή, ο Marlon δεν με παρηγόρησε ούτε ζήτησε συγγνώμη» συνέχισε η ηθοποιός την ανάμνηση εκείνης της σκηνής.

«Μου είπε "Maria, μην ανησυχείς, είναι απλώς μια ταινία", αλλά κατά τη διάρκεια της σκηνής, παρόλο που αυτό που έκανε ο Marlon δεν ήταν αληθινό, έκλαιγα με πραγματικά δάκρυα, σπάραζα. Ευτυχώς, υπήρξε μόνο μία λήψη».

Η Maria δέχθηκε επίθεση παρουσία όλου του συνεργείου

Ο Bertolucci θα μιλήσει αργότερα για τον λόγο που απέκρυψε λεπτομέρειες της σκηνής από την Schneider λέγοντας: «Ήθελα την αντίδρασή της ως κορίτσι, όχι ως ηθοποιός. Ήθελα να αντιδράσει ταπεινωμένη».

Επέμεινε ότι μόνο η χρήση του βουτύρου είχε εκπλήξει την ηθοποιό, αλλά ο Matt Dillon λέει ότι αυτό που συνέβη ήταν «πραγματικά λάθος. Είναι κάτι που κάνουμε συχνά, οι ηθοποιοί, δεν θα το πούμε στον άλλο ηθοποιό ή ο σκηνοθέτης θα μας ενθαρρύνει να μην αποκαλύψουμε τι πρόκειται να κάνουμε, ώστε να μπορέσουμε να έχουμε μια πραγματική αντίδραση» εξηγεί.

«Αλλά ήταν πραγματικά λάθος, με μια σκηνή που ήταν τόσο ευαίσθητη, να συμβεί κάτι τέτοιο».

Η Jessica Palud λέει στο BBC ότι η αναπαράσταση της σκηνής βιασμού «δεν μπορούσε να αποφευχθεί» στο Being Maria, αλλά αυτή τη φορά, το κοινό βλέπει τα γεγονότα από την οπτική γωνία της Maria Schneider.

«Δεν θα μπορούσα να αποφύγω να γυρίσω αυτή τη σκηνή γιατί ήταν η στιγμή κατά την οποία η ζωή της αλλάζει εντελώς. Από εκεί και πέρα όλα πάνε στραβά» λέει η Palud. «Ήταν σημαντικό να έχουμε τη σκηνή από τη δική της οπτική γωνία, στο σώμα της, στο βλέμμα της, στα όσα πέρασε και στο γεγονός ότι υπήρχαν μάρτυρες. Η Maria δέχθηκε επίθεση παρουσία όλου του συνεργείου, το οποίο παρατηρούσε και δεν αντιδρούσε».

Οι συντονιστές οικειότητας

Αυτή τη φορά η σκηνή προετοιμάστηκε με τη χρήση ενός συντονιστή οικειότητας, με τον οποίο ο 61χρονος Dillon λέει ότι δούλευε για πρώτη φορά. «Είπα στον συντονιστή οικειότητας: "Ξέρεις περί τίνος πρόκειται η σκηνή;". Είπε ναι, και απάντησα: "Επειδή μπορείτε πιθανώς να εντοπίσετε την απουσία ενός συντονιστή οικειότητας εκείνη τη στιγμή, σε εκείνη την ταινία"».

Η ανάγκη ενός συντονιστή οικειότητας, ο οποίος ενεργεί ως χορογράφος και σύνδεσμος μεταξύ των ηθοποιών και της παραγωγής κατά τη διάρκεια σκηνών προσομοίωσης σεξ και γυμνού, είναι όλο και πιο συνηθισμένη στη βιομηχανία μετά το κίνημα #MeToo.

Πλέον γίνεται πρωτοσέλιδο όταν απορρίπτονται, όπως από τον Mikey Madison στη βραβευμένη με Όσκαρ ταινία Anora, ή όταν η Gwyneth Paltrow αποκάλυψε ότι είπε σε έναν συντονιστεί να «κάνει λίγο πίσω» κατά τη διάρκεια των ερωτικών σκηνών της με τον Timothée Chalamet στο Marty Supreme. 

«Νομίζω ότι μπορεί να εξελιχθεί σε κάτι καλό» λέει ο Dillon για τη χρήση συντονιστών οικειότητας. «Φαίνεται ότι υπάρχουν για να εμποδίζουν τους ανθρώπους να ξεπερνούν τα όρια, αλλά στην πραγματικότητα δημιουργούν όρια δίνοντας ευκαιρίες για διαφορετικούς τρόπους προσέγγισης αυτών των σκηνών. Η Anamaria και εγώ νιώθαμε πολύ άνετα».

Δεν είχε κανέναν γύρω της

Η Anamaria Vartolomei (η οποία γύρισε επίσης το βραβευμένο με Χρυσό Λιοντάρι Happening, με σκηνές παράνομης έκτρωσης) λέει ότι παρόλο που ένιωσε «ασφαλής, προστατευμένη και καθοδηγούμενη» στα γυρίσματα της σκηνής βιασμού στο Being Maria, αναστατώθηκε.

«Αυτή η σκηνή ήταν πραγματικά βίαιη» λέει στο BBC. «Δεν μπορούσα να φανταστώ τι ήταν για τη Maria, καθώς το βιώνε πραγματικά. Εγώ απλώς την υποδύομαι. Αλλά αυτό το πράγμα της συνέβη πραγματικά και δεν είχε κανέναν γύρω της. Είχε απλά ανθρώπους που την κοιτούσαν χωρίς να κάνουν τίποτα. Νομίζω ότι η βία ήταν διπλή επειδή δεν είχε την υποστήριξη που είχα εγώ στο πλατό, αλλά και πάλι ένιωσα ότι ήταν πολύ δύσκολο.

»Ήμουν τόσο συναισθηματικά φορτισμένη εκείνη την ημέρα. Δεν μπορούσα να σταματήσω να κλαίω γιατί νιώθω ότι συσσώρευσα τη βία της σκηνής όταν την είδα στην οθόνη. Όταν έπρεπε να την παίξω, μου βγήκαν όλα τα δάκρυα. Είναι τρελό να σκέφτεσαι ότι κάποιος θα μπορούσε να το κάνει αυτό».

Οι πιέσεις της εν μία νυκτί φήμης

Η Schneider όχι μόνο δεν είχε επαγγελματική υποστήριξη στα γυρίσματα, αλλά δεν είχε και την εμπειρία να γνωρίζει ότι ο Bertolucci δεν μπορούσε να την αναγκάσει να κάνει τη σκηνή. «Θα έπρεπε να είχα καλέσει τον ατζέντη μου ή να είχα στείλει τον δικηγόρο μου στο πλατό, γιατί δεν μπορείς να αναγκάσεις κάποιον να κάνει κάτι που δεν είναι στο σενάριο, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν το ήξερα αυτό» θα έλεγε αργότερα.

«Οργίστηκε εναντίον μου, εναντίον του Marlon, εναντίον όλων των ανδρών», θα σχολιάσει χρόνια αργότερα ο Bertolucci θυμούμενος τη σκηνή.

Λόγω της βίας της και της ειλικρινούς αντιμετώπισης του σεξ, η ταινία έκανε αίσθηση, επιβεβαιώνοντας την ιδιότητα του ο Bertolucci ως προκλητικού σκηνοθέτη και εδραιώνοντας την επιστροφή του Brando, ο οποίος για κάποιο διάστημα είχε θεωρηθεί ως ένας ξεπεσμένος του Χόλιγουντ.

Αυτή η αίσθηση που προκάλεσε το Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι όταν προβλήθηκε τον Οκτώβριο του 1972 ήταν που θα αντέστρεφε την ψυχική ισορροπία της Schneider. Η νεαρή γυναίκα δυσκολευόταν όλο και περισσότερο να διαχειριστεί την εν μια νυκτί φήμη.

Σε συνεντεύξεις της όταν βγήκε η ταινία είπε ότι είχε κοιμηθεί με 50 άνδρες και 20 γυναίκες και «είχε δοκιμάσει ηρωίνη», επειδή, όπως εξήγησε αργότερα, την έβλεπαν ως «αυτή η σέξι χαζογκόμενα».

Η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά της, εξήγησε, οφειλόταν στο φόβο της. «Το να γίνεις ξαφνικά διάσημος σε όλο τον κόσμο ήταν τρομακτικό», είπε. «Δεν είχα σωματοφύλακες όπως σήμερα. Οι άνθρωποι νόμιζαν ότι ήμουν ακριβώς όπως ο χαρακτήρας μου και επινοούσα ιστορίες για τον Τύπο, αλλά δεν ήμουν εγώ... Αυτό με έκανε να τρελαθώ. Έμπλεξα με τα ναρκωτικά... ήταν σαν μια διαφυγή από την πραγματικότητα. Ήταν η δεκαετία του '70 και εκείνη την εποχή συνέβαιναν όλα αυτά».

«Μου συμπεριφέρονταν σαν σύμβολο του σεξ»

Η ξαδέλφη της, Vanessa Schneider, έχει πει γι' αυτήν ότι ήταν επίσης θύμα των διπλών προτύπων της εποχής: «Για τους πουριτανούς θεατές, ήταν μια εύκολη γυναίκα που έκανε πορνογραφία. Ήταν βάναυσο γι' αυτήν, ειδικά από τη στιγμή που δεν ήταν καθόλου στη φύση της - ήταν αρκετά σεμνή, συγκρατημένη και αρκετά συντηρητική από ορισμένες απόψεις». 

«Ο κόσμος νόμιζε ότι ήμουν σαν το κορίτσι στην ταινία, αλλά δεν ήμουν», δήλωσε η Maria Schneider σε συνέντευξή της το 2007.

«Ένιωσα πολύ λυπημένη γιατί μου συμπεριφέρονταν σαν σύμβολο του σεξ, ήθελα να αναγνωριστώ ως ηθοποιός, και όλο αυτό το σκάνδαλο και τα επακόλουθα της ταινίας με τρέλαναν λίγο και κατέρρευσα» αποκάλυψε προσθέτοντας ότι προσπάθησε να βάλει τέλος στη ζωή της κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου.

Μια διαρκής εγκατάλειψη

Αργότερα, η Schneider θα ξέφευγε από τον εθισμό και τα ναρκωτικά, αλλά παρόλο που γύρισε περίπου 50 ταινίες κατά τη διάρκεια της καριέρας της, συμπεριλαμβανομένης της αναγνωρισμένης από τους κριτικούς ταινίας Επάγγελμα: Ρεπόρτερ του 1975, με συμπρωταγωνιστή τον Jack Nicholson, σημείωσε ότι «το Τελευταίο Τανγκό είναι ακόμα αυτό για το οποίο με ρωτούν όλοι».

Πέθανε το 2011, από καρκίνο.  «Το δυσάρεστο είναι ότι η Maria Schneider έδωσε μια απίστευτη ερμηνεία σε αυτή την ταινία και θα μπορούσε η καριέρα της να είχε πάρει διαφορετική πορεία», λέει ο Matt Dillon.

«Αλλά είχε ήδη δεχθεί τόσα πολλά χτυπήματα εναντίον της. Η καταγωγή της ήταν μια πολύ μπερδεμένη κατάσταση. Την εγκατέλειψαν οι γονείς της και στη συνέχεια την εγκατέλειψαν οι άνθρωποι με τους οποίους δούλευε. Νομίζω ότι αυτή η εγκατάλειψη την ακολούθησε για πάντα».

ΑΠΟΡΡΗΤΟ