Όταν ήμουν μικρή, γύρω στα 9 ή 10 ετών, παρακολουθούσα τηλεόραση με τη μητέρα μου. Σε ένα τηλεοπτικό μαγκαζίνο, ένας τρανς άνδρας μιλούσε για την εμπειρία του. Όταν ρώτησα τη μητέρα μου τι είναι τρανς, μου εξήγησε με τρόπο που τότε φάνηκε απλός και κατανοητός. Μου είπε πως το αγόρι αυτό γεννήθηκε σε λάθος σώμα, στο σώμα ενός κοριτσιού. Και για το υπόλοιπο της ζωής του, έπρεπε να συνειδητοποιήσει τον πόνο του να ζει σε λάθος σώμα. «Πώς κάποιοι γεννιούνται με μια πάθηση; Ε, η δική του πάθηση ήταν το σώμα στο οποίο γεννήθηκε», μου είπε. «Ευτυχώς, υπάρχουν ειδικοί γιατροί και ψυχολόγοι που μπορούν να τον βοηθήσουν, προκειμένου να ζει τώρα στο σωστό σώμα, ως άνδρας».
Εκείνη τη στιγμή, άκουσα τη μητέρα μου να με διαβεβαιώνει: «Είσαι πολύ τυχερή που δεν γεννήθηκες σε λάθος σώμα. Είναι πολύ σκληρό να πρέπει να πασχίζεις μια ζωή για να είσαι αυτό που εξαρχής ήξερες ότι ήσουν». Με την επιλογή της λέξης «τυχερή», μου μάθαινε ουσιαστικά την έννοια του προνομίου. Οι προνομιούχοι βγάζουνε σπυριά όταν κάποιος τους θυμίζει το προνόμιό τους. Το παίρνουν σαν κατηγορία, ενώ δεν είναι. Είναι απλώς η αναγνώριση ότι αποκτήσαμε ένα χαρακτηριστικό «από τύχη» και μελλοντικά το χαρακτηριστικό αυτό είτε μας βοήθησε στη ζωή μας είτε μας προστάτεψε από μια συγκεκριμένη μορφή βίας.
Οι προνομιούχοι βγάζουνε σπυριά όταν κάποιος τους θυμίζει το προνόμιό τους. Το παίρνουν σαν κατηγορία, ενώ δεν είναι.

Η μητέρα μου, σε αντίθεση με εμένα, δεν ήταν κοινωνικός επιστήμονας. Όμως είχε ένα μυαλό πολύ πιο ανοιχτό. Τα σαββατοκύριακα βρισκόμαστε στο πατρικό μου και μιλάμε για την άνοδο του συντηρητισμού στις μέρες μας που την τρομάζει, όπως και τόσες άλλες γυναίκες. Όπως μου λέει, οι νέοι άνθρωποι γίνονται πιο κλειστόμυαλοι κι όλο καλούμαστε ως κοινωνία να λύσουμε προβλήματα που νομίζαμε ότι είχαμε ήδη λύσει χρόνια πριν.