Στον απόηχο της κλιμάκωσης των γεωπολιτικών εντάσεων που πίεσαν τις διεθνείς αγορές αλλά και το Χρηματιστήριο της Αθήνας, με τον χρυσό να κινείται ως ασφαλές καταφύγιο ανοδικά και το πετρέλαιο να ενισχύεται ως απόρροια της αστάθειας στη Συρία αλλά και των συμβιβαστικών δηλώσεων σχετικά με τους εμπορικούς πολέμους από τον κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, το ενδιαφέρον των επενδυτών επικεντρώνεται και στη μεγάλη κατρακύλα που σημειώνουν το ρωσικό ρούβλι και η τουρκική λίρα.
Από τη μία πλευρά το σκηνικό πολέμου στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και από την άλλη ενδογενής οικονομικές εξελίξεις προκαλούν ισχυρούς κλυδωνισμούς στο δύο νομίσματα των δύο αυτών σημαντικών εμπορικών εταίρων.

Απώλειες 10% για το ρούβλι

Το ρωσικό ρούβλι με απώλειες σχεδόν 10% σημειώνει τη χειρότερη εβδομάδα από το 1999, με την ισοτιμία του να υποχωρεί στο 64,5 ανά δολάριο, θυμίζοντας μάλιστα το 2014, χρονιά που κατέρρευσε η τιμή του αργού και η Ρωσία προχώρησε στην προσάρτηση της Κριμαίας.
Οι αμερικανικές κυρώσεις κατά ρωσικών εταιρειών, επιχειρηματιών και αξιωματούχων που ανακοινώθηκαν την περασμένη εβδομάδα αναμένεται να έχουν περιορισμένη οικονομική επίπτωση, αλλά το κλίμα επιδεινώθηκε, καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ προειδοποίησε την Τετάρτη τη Ρωσία για επερχόμενη απάντηση στην πιθανολογούμενη επίθεση με χημικά στη Συρία, ενώ το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών ανέφερε ότι τα «έξυπνα όπλα» των ΗΠΑ θα πρέπει να έχουν ως στόχο τους τρομοκράτες, και όχι τη συριακή κυβέρνηση.
Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούσαν πάντως ότι ο άμεσος αντίκτυπος στη ρωσική οικονομία μέσω των κυρώσεων είναι αδύνατον να ποσοτικοποιηθεί καθώς (οι κυρώσεις) μπορούν να οδηγήσουν σε ένα σενάριο αλυσιδωτών αντιδράσεων.
Από την άλλη πλευρά, η τουρκική λίρα βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση κινούμενη στο ιστορικό χαμηλό των 4,1550 λιρών έναντι του δολαρίου (-9% από την αρχή του έτους) και των 5,1435 λιρών έναντι του ευρώ, καθώς οι γεωπολιτικές εξελίξεις, οι παρεμβάσεις του Ταγίπ Ερντογάν στην κεντρική τράπεζα της χώρας σχετικά με την νομισματική της πολιτική και η εκτίναξη του πληθωρισμού που περιορίζει την πραγματική ανάπτυξη εντείνουν τις ανησυχίες των επενδυτών. Παράλληλα το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών συνεχίζει να διογκώνεται σε ετήσια βάση φθάνοντας τα 53,3 δισ. δολάρια, από τα 34,1 δισ. τον Φεβρουάριο του 2017.

Το τουρκικό ομόλογο

Την ίδια ώρα, στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων οκτώ ετών βρέθηκε η απόδοση του τουρκικού διετούς ομολόγου, αφού έφτασε μέχρι και το 17,78%, προτού αποκλιμακωθεί στο 14,16%, ενώ ο σκεπτικισμός των επενδυτών κορυφώνεται, καθώς οι αποδόσεις των βραχυπρόθεσμων ομολόγων έχουν ξεπεράσει τις μεσοπρόθεσμες. Στο πλαίσιο αυτό, το κόστος των ασφαλίστρων κινδύνου έναντι χρεοκοπίας εκτινάχθηκε σε υψηλό τεσσάρων και πλέον μηνών, καθώς το πενταετές τουρκικό CDS σημείωσε άνοδο στις 220 μονάδες βάσης.
Εν τω μεταξύ ορισμένοι traders φαίνεται να ποντάρουν σε περαιτέρω πτώση καθώς έχουν πάρει short (πτωτικές) θέσεις στο τουρκικό νόμισμα, με την Goldman Sachs να εκτιμά ότι η λίρα θα αποδυναμωθεί καθώς οι ανισορροπίες της χώρας «αναβοσβήνουν στο κόκκινο».
Συνολικά, η τουρκική οικονομία βρίσκεται σε κλοιό πιέσεων, με το νόμισμα της χώρας να κατρακυλά, το κόστος δανεισμού της να επιδεινώνεται και τους επενδυτές μετά και την υποβάθμιση των τουρκικών ομολόγων στην κατηγορία «σκουπίδια» να μειώνουν τις θέσεις τους στη χώρα η οποία εξαρτάται σε τεράστιο βαθμό από την ξένη χρηματοδότηση εξαιτίας των χαμηλών αποθεμάτων ξένου συναλλάγματος, της περιορισμένης εγχώριας αποταμίευσης και κυρίως του αυξανόμενου εξωτερικού χρέους.

Ο φαύλος κύκλος με το χρέος

Το χρέος σε ξένο νόμισμα του ιδιωτικού τομέα έχει εκτιναχθεί. Ετσι, καθώς η λίρα υποχωρεί και τα επιτόκια αυξάνονται, το βάρος της εξυπηρέτησης του χρέους των εταιρειών αυξάνεται, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο. Τα χρηματοοικονομικά κόστη των τουρκικών εταιρειών σε ξένο νόμισμα αυξάνονται εξαιτίας της υποτίμησης της λίρας, μειώνοντας τις ιδιωτικές επενδύσεις και εντείνοντας τους πιστωτικούς κινδύνους.
Το μέγεθος του χρέους της Τουρκίας, στο 28,6% του ΣΕΠ, δεν είναι μεγάλο σε σχέση με αυτό άλλων αναδυόμενων οικονομιών, αλλά το εξωτερικό της χρέος εκτιμάται από την Deutsche Bank στα 467 δισ. δολ. για το 2018 και στα 491 δισ. δολ. για το 2019, το οποίο από τη στιγμή που ανέβηκε στην εξουσία το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, το 2002, έχει υπερδιπλασιαστεί. Η υποτίμηση της τουρκικής λίρας δυσκολεύει τόσο το κράτος όσο και αρκετές επιχειρήσεις να πληρώσουν το χρέος αυτό. Αν μάλιστα η Fed αυξήσει περισσότερο από ό,τι αναμένεται τα επιτόκια σε τουλάχιστον τέσσερις αυξήσεις το 2018 και τουλάχιστον τρεις το 2019, ίσως τα προβλήματα για την τουρκική οικονομία και το κόστος δανεισμού της να ενταθούν.