Ηταν μια αξέχαστη κηδεία. Ο Γιάννης Σμαραγδής τη βλέπει ακόμη μπροστά του. Ζωντανές αναμνήσεις που δεν λένε να εγκαταλείψουν τη μνήμη. Η πομπή για την κηδεία του συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη στο Ηράκλειο, λίγες μέρες μετά τον θάνατό του, στο Φράιμπουργκ στις 26 Οκτωβρίου 1957, άρχιζε από τον Αγιο Μηνά και περνούσε από τον κεντρικό δρόμο της πόλης, εκεί όπου το εμποροραφείο τού πατέρα τού Σμαραγδή απείχε μόλις 50 μέτρα από το μαγαζί που κάποτε διατηρούσε ο πατέρας του Καζαντζάκη. Ακόμη και το σπίτι του Καζαντζάκη απείχε ελάχιστα μέτρα από το δικό του.
Στην κορυφή της πομπής, μαθητές διαφόρων σχολών προπορεύονταν κρατώντας ο καθένας από ένα βιβλίο του συγγραφέα. Πίσω, στην ουρά της πομπής, μαυροφορεμένοι Κρητικοί χοροπηδούσαν «αγριεμένοι» με τις βράκες τους να αιωρούνται… «Ολο αυτό το σκηνικό είχε κάτι το μαγικό, είχε το κλίμα ενός μεγαλείου» λέει σήμερα ο Γιάννης Σμαραγδής. «Δεν θυμάμαι να έχω ξαναζήσει ποτέ στη ζωή μου κάτι παρόμοιο».
Ακούγεται παράξενο, όμως η κηδεία του Νίκου Καζαντζάκη είναι ένας από τους λόγους που ο συγγραφέας έχει διατηρηθεί τόσο ζωντανός στη μνήμη του συντοπίτη του σκηνοθέτη. Αλλά είναι και λίγο φυσικό. Φανταστείτε. Ενα παιδί 11 χρόνων παρακολουθεί να κηδεύεται ένας διάσημος άνθρωπος «σαν ένας ήρωας στον οποίο αποδίδονταν μεγάλες τιμές. Γιατί εκεί, στην Κρήτη, τον λάτρευαν a priori τον Καζαντζάκη» λέει ο Σμαραγδής. «Οι αντιδράσεις στο τόπο μου δεν είχαν σχέση με τον αρνητισμό που είχαν εκείνες στην κεντρική Ελλάδα και κυρίως στον αθηναϊσμό» συμπληρώνει και διακρίνω μια ελαφρά δόση πίκρας στη φωνή του.

Η φανατική μελέτη και ένα φλερτ

Στα 11 του χρόνια τότε, ο Γιάννης Σμαραγδής δεν είχε υπόψη του το έργο του Νίκου Καζαντζάκη. Από τα 11 ως τα 16, όταν ήρθε στην Αθήνα ως εσωτερικός μετανάστης, είχε διαβάσει ό,τι είχε γράψει και εκδώσει ο Νίκος Καζαντζάκης. «Εκλαιγα όταν τα βιβλία τελείωναν και δεν είχα άλλα να διαβάσω!» λέει. Η συγκίνηση είναι χαρακτηριστικό του Γιάννη Σμαραγδή και καθώς τον είδα με τα μάτια μου να βουρκώνει μετά την ιδιωτική προβολή της ταινίας του, «Καζαντζάκης», πριν από έναν μήνα στην Κηφισιά, αντιλαμβάνομαι ότι δεν υπάρχει καμία δόση υπερβολής στα λόγια του.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο Καζαντζάκης έπαιξε καίριο ρόλο στην ίδια την πορεία της ζωής του Σμαραγδή διότι χάρη σε αυτόν ο σκηνοθέτης γνώρισε τη γυναίκα του Ελένη. «Ημουν 17 χρόνων και δούλευα σε ένα φαρμακείο στο Χαλάνδρι για τα προς το ζην. Μια μέρα στο λεωφορείο που πήγαινα στη δουλειά, γνώρισα μια όμορφη κοπέλα και τη ρώτησα για να της πιάσω κουβέντα αν έχει διαβάσει την «Ασκητική» του Καζαντζάκη. Δεν την είχε διαβάσει και της υποσχέθηκα ότι θα της τη φέρω. Από τότε με αυτή τη γυναίκα βρίσκομαι μαζί, πόσα χρόνια έχουν περάσει… 50 – 55;».
Η ταινία που βλέπουμε σήμερα στις αίθουσες, με πρωταγωνιστές τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο και τη Μαρίνα Καλογήρου στους ρόλους των Νίκου και Ελένης Καζαντζάκη, δεν ήταν η πρώτη προσπάθεια του Γιάννη Σμαραγδή να ασχοληθεί με μια κινηματογραφική μεταφορά σχετική με τον Καζαντζάκη και το έργο του. Στη δεκαετία του 1980 ο σκηνοθέτης είχε προσπαθήσει να αποκτήσει τα δικαιώματα του «Καπετάν Μιχάλη» όταν υπεύθυνος των Εκδόσεων Καζαντζάκη ήταν ο Πάτροκλος Σταύρου. «Ηθελα να το κάνω σίριαλ στην τηλεόραση και μάλιστα είχα συμφωνήσει ότι στη σειρά θα πρωταγωνιστούσε ο Νίκος Κούρκουλος που ως τότε δεν είχε παίξει ποτέ στην τηλεόραση» είπε ο σκηνοθέτης. «Δυστυχώς ο Σταύρου αρνήθηκε να μου παραχωρήσει τα δικαιώματα, κάτι που απ’ όσο ξέρω έκανε και αργότερα όταν του τα ζήτησε και ο Παντελής Βούλγαρης, επίσης για μια σειρά στην τηλεόραση».
Εφόσον η προσπάθειά του εκείνη είχε αποτύχει, ο Σμαραγδής έβαλε το σχέδιο «Καζαντζάκης» στο ντουλάπι. Σύμφωνα με τον ίδιο, η αναζωπύρωση αυτής της ιστορίας άρχισε όταν είδε ότι «πολλά παράξενα συμβάντα με οδηγούσαν ξανά προς τον Καζαντζάκη. Κάτι σαν μοίρα». Ενα από αυτά τα συμβάντα, σύμφωνα με τον σκηνοθέτη, αφορά τον υπογράφοντα αυτού εδώ του κειμένου: ήταν μια ομιλία για τον Νίκο Καζαντζάκη στην Ελληνοαμερικανική Ενωση στην οποία ο Σμαραγδής είχε κληθεί να μιλήσει ύστερα από πρότασή μου. «Θαρρείς και αν ξεχνούσα τον Καζαντζάκη, υπήρχε πάντα κάποιος να μου τον θυμίζει. Τότε ήταν που ένιωσα ξεκάθαρα μέσα μου ότι όλο αυτό το πράγμα με τον Καζαντζάκη είχε, επιτέλους, αρχίσει να στρογγυλεύει μέσα μου. Γιατί να κάνω ταινία ένα βιβλίο του και όχι τον ίδιο;».

Χωρίς «γιατρούς σεναρίου»

Ετσι, λοιπόν, ο Γιάννης Σμαραγδής προσέγγισε ξανά τις Εκδόσεις Καζαντζάκη με τη σκέψη μιας ταινίας που θα στηρίζεται αμυδρά στην «Αναφορά στον Γκρέκο». Κατέληξε στην «Αναφορά» διότι τη θεωρεί «πνευματική αυτοβιογραφία του Καζαντζάκη, τα κομμάτια από τη ζωή του που οργάνωσαν την προσωπικότητά του, τα χρώματα της ψυχής του». Ωστόσο, δεν ζήτησε τα δικαιώματα του βιβλίου. Είπε στις Εκδόσεις Καζαντζάκη ότι θα ξεκινήσει την ταινία μόνο αν δει ότι «ο Καζαντζάκης με θέλει και όχι το αντίθετο». Μάλιστα, όταν οι Εκδόσεις Καζαντζάκη τον πληροφόρησαν ότι ο Αλεξάντερ Πέιν είχε ήδη ζητήσει τα δικαιώματα αυτού του έργου, ο Σμαραγδής είπε ασφαλώς και να παραχωρηθούν στον συνάδελφό του. «Ο Καζαντζάκης είναι σαν τη θάλασσα. Ο καθένας καδράρει διαφορετικά. Θα γίνονταν δύο διαφορετικές ταινίες». Ομως τελικά το σχέδιο του Πέιν δεν προχώρησε.
Ενα σημείο στο οποίο ο σκηνοθέτης ήταν «κάθετος» αφορούσε το σενάριο της ταινίας. Ο Σμαραγδής δεν ήθελε να το αγγίξει κανείς. Αυτό αξίζει να επισημανθεί, διότι στις δύο προηγούμενες ταινίες τού σκηνοθέτη είχαν ασχοληθεί «γιατροί σεναρίου» από το εξωτερικό, κάτι που ο Σμαραγδής δεν ήθελε στην περίπτωση του «Καζαντζάκη». Οταν σε 21 ημέρες το σενάριο τελείωσε, το ήξεραν μόνον ο ίδιος, η γυναίκα του Ελένη (που θα ήταν η παραγωγός της ταινίας) και δυο-τρεις απλοί άνθρωποι με τους οποίους ο Σμαραγδής είχε μοιραστεί τις ιδέες του, απλώς και μόνο για να δει την απήχηση που είχε το σενάριο στο απλό κοινό. Οταν η Νίκη Σταύρου των Εκδόσεων Καζαντζάκη το διάβασε, του έστειλε ένα e-mail λέγοντας «αυτό το σενάριο που διαβάσαμε είναι ο Καζαντζάκης –δωρεάν τα δικαιώματα».
Εξάλλου ο σκηνοθέτης πιστεύει ακράδαντα ότι η δημιουργία αυτής της τελευταίας ταινίας του σχετίζεται κυρίως με τη γενναιοδωρία. «Ολα λειτούργησαν υπέρ μου και με πολλή γενναιοδωρία» είπε. «Νομίζω ότι αυτό ήταν το δώρο που μου φύλαγε η μοίρα έπειτα από τη συσσώρευση των 50 χρόνων κατά τη διάρκεια των οποίων με είχαν απασχολήσει θετικά ο Καζαντζάκης και το έργο του».

Πού και πότε

Η ταινία «Καζαντζάκης» προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες και στις αίθουσες της Κύπρου από την Audio Visual, σε διανομή ODEON.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ