Οι λέξεις «Αθήνα» και «Φεστιβάλ» ειπώθηκαν ήπια και μειλίχια. Μόλις όμως ήχησαν στη γυμνή αίθουσα του Φρουρίου Μπελβεντέρε στη Φλωρεντία, ένα παράθυρο άνοιξε απότομα και τα φύλλα του χτύπησαν με πάταγο πάνω στους τοίχους. Ηταν πράγματι εντυπωσιακό, σαν ένα μήνυμα από τον κόσμο των υπερφυσικών δυνάμεων. Αν ήμασταν προληπτικοί ή βρισκόμασταν σε μια νουβέλα του Χένρι Τζέιμς, κάποιο θυμωμένο πνεύμα θα είχε μόλις κάνει τη θριαμβευτική είσοδό του στον χώρο. Τίποτε από τα δύο δεν συνέβαινε βέβαια, υπαίτιος για την αναστάτωση ήταν ο σφοδρός άνεμος που φυσούσε στην περιοχή. Δεν μπορείς όμως να μην κάνεις τη σύνδεση. Ακόμη και ο απόηχος της τόσο σύντομης ανάληψης καθηκόντων της καλλιτεχνικής «επιμέλειας» του Φεστιβάλ Αθηνών από τον Γιαν Φαμπρ είναι φορτισμένος με μια έντονη δραματικότητα.
Είχε προηγηθεί η συνέντευξη Τύπου για την έκθεση «Jan Fabre. Spiritual Guards». Ο δήμαρχος της Φλωρεντίας Ντάριο Ναρντέλα τού είχε παραδώσει τα κλειδιά της πόλης. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής Σέρτζιο Ρισαλίτι τον είχε επαινέσει ως τον απόλυτο σύγχρονο αναγεννησιακό καλλιτέχνη. Εκείνος κραύγασε «viva l’ arte» τέσσερις φορές όταν ήρθε η σειρά του. Κανείς τους δεν περιορίστηκε στα λόγια ή στα δώρα καθώς περισσότερα από 70 έργα του των τελευταίων 30 χρόνων έχουν ακροβολιστεί σε τρία μέγιστης ιστορικής σημασίας κτίρια της πόλης καθιστώντας τον Γιαν Φαμπρ τον μοναδικό σύγχρονο καλλιτέχνη που έχει ταυτόχρονη παρουσία στα συγκεκριμένα εμβληματικά σημεία της Φλωρεντίας. Κατ’ αρχάς, στο φρούριο Μπελβεντέρε όπου βρίσκεται ο κύριος και επιβλητικός όγκος της έκθεσης με τα χαρακτηριστικά γλυπτά προσωπεία του Φαμπρ, αλλά και τις ολόσωμες αυτοπροσωπογραφίες από μπρούντζο, στον προαύλιο χώρο και στις αίθουσες. Κατά δεύτερον, μέσα στο Palazzo Vecchio, το σημερινό δημαρχείο της πόλης και πάλαι ποτέ παλάτι των Μεδίκων στην καρδιά του ιστορικού κέντρου της Φλωρεντίας, όπου έργα του αντιπαρατίθεται με εκθέματα όπως το αντίγραφο του νεκρικού προσωπείου του Δάντη ή το άγαλμα Ιουδήθ και Ολοφέρνης του Ντονατέλο. Τέλος, στην πλατεία Piazza della Signoria, έξω από το Palazzo Vecchio, όπου τα γνωστά σε εμάς από την έκθεση Outlook στην Αθήνα του 2003 «Ο άνθρωπος που μετράει τα σύννεφα» και «Αναζητώντας την Ουτοπία» έχουν τοποθετηθεί ανάμεσα και μπροστά από αριστουργήματα της Αναγέννησης, όπως ο «Δαβίδ» του Μιχαήλ Aγγέλου ή το αντίγραφο της Ιουδήθ και του Ολοφέρνη. Με δυο λόγια, οι Ιταλοί τιμούν και σέβονται τον Γιαν Φαμπρ.
Ενας αναγεννησιακός καλλιτέχνης


Η γιγαντιαία χελώνα της «Ουτοπίας», λίγο αποκομμένη από την υπαίθρια έκθεση αγαλμάτων της πλατείας, μονοπωλούσε τα φλας των τουριστών και εναρμονιζόταν με το περιβάλλον. Ομολογώ όμως ότι μου χρειάστηκαν λίγα λεπτά για να εντοπίσω το άλλο του γλυπτό, τη συρρικνωμένη εκδοχή του ίδιου του καλλιτέχνη ως του ανθρώπου που τεντώνει τα χέρια του με τον χάρακα προς τον ουρανό, κι ας ήταν τοποθετημένος στο πιο ευδιάκριτο σημείο, ανάμεσα, παρακαλώ, από τον Μιχαήλ Αγγελο και τον Ντονατέλο. Λυπάμαι που το παραδέχομαι, όμως η συγκλονιστική ομορφιά του Δαβίδ εξαφάνιζε τη σύγχρονη δημιουργία που στεκόταν δίπλα του, στην προκειμένη περίπτωση το έργο του Φαμπρ. Το αναγνωρίζει και ο ίδιος: «Δεν μπορείς να ανταγωνιστείς τον Μιχαήλ Αγγελο ή τον Δαβίδ και δεν χρειάζεται να το κάνεις». Εξ ου και το ένα από τα τρία νέα έργα που δημιούργησε ειδικά για τη Φλωρεντία είναι μια περφόρμανς στο πλαίσιο της οποίας, δεμένος πισθάγκωνα και τυλιγμένος με μονωτική ταινία, σέρνεται σαν το σκουλήκι στην πλατεία μπροστά από τα έργα των αξεπέραστων δημιουργών. «Σε σύγκριση με καλλιτέχνες τέτοιου βεληνεκούς θα είσαι πάντα ένα σκουλήκι» παραδέχεται, χωρίς ωστόσο να αποκλείει το ενδεχόμενο να αλλάξουν τα δεδομένα. Οταν ερωτάται αν είναι ο Ντονατέλο ή ο Μιχαήλ Αγγελος της εποχής του, απαντά: «Δεν μπορώ να το πω εγώ αυτό. Ο χρόνος θα κρίνει». Για την ώρα ο Φαμπρ είναι ο δεύτερος σύγχρονος καλλιτέχνης στην Ιστορία μετά τον Τζεφ Κουνς στον οποίο παραχωρήθηκε το συγκεκριμένο σημείο στην πόλη για να εκθέσει έργο του. Η αναγεννησιακή, πανέμορφη Φλωρεντία, αν και δύσπιστη απέναντι στη σύγχρονη τέχνη, υπέκυψε αμαχητί στην μπαρόκ γοητεία του φλαμανδού καλλιτέχνη. Μόνο οι φιλόζωοι αντέδρασαν ζητώντας επισταμένως το πιστοποιητικό (φυσικού) θανάτου του σκίουρου που κρατάει στο στόμα του ένα κρανίο από σκαθάρια (τίτλος έργου: «Skull with squirrel»). Kαι το έλαβαν.
Η ελληνική παρένθεση που έχει κλείσει


Εμείς όμως τι δουλειά είχαμε σε όλη αυτή την εντυπωσιακή festa; Ως μέρος μιας μεγάλης αποστολής δημοσιογράφων από όλον τον κόσμο είχαμε κληθεί να καλύψουμε το σπουδαίο γεγονός, αλλά σίγουρα η παρουσία μας είχε και συμβολική σημασία, ενδεχομένως για να μεταφέρουμε, εμμέσως πλην σαφώς, ένα μήνυμα στην Ελλάδα, μόλις δύο μήνες μετά την παραίτησή του από το Φεστιβάλ; «Δεν σας κάλεσα εγώ» διευκρίνισε ο Φαμπρ, διαλύοντας μεμιάς την ψευδαίσθηση του φορτισμένου συμβολισμού στην κίνηση της συνεργάτιδάς του και επιμελήτριας της έκθεσης (μαζί με τη Μελάνια Ρόσι) Γιόνα ντε Βος να μας προσκαλέσει σε έκθεση του δημιουργού στο εξωτερικό, κάτι που έχει κάνει και στο παρελθόν. Η σχέση του άλλωστε με την Ελλάδα δεν έχει διαρραγεί. «Μου αρέσει η χώρα, δεν έχει αλλάξει αυτό. Εχετε ορισμένους καταπληκτικούς καλλιτέχνες και ανθρώπους» θα πει, αλλά δεν θέλει να μιλήσει για το Φεστιβάλ και τονίζει ότι αυτή η ιστορία ανήκει στο παρελθόν και μας παροτρύνει να γυρίσουμε σελίδα. «Κυρίες μου, ξεχάστε το, πάει, πέρασε. Ας εστιάσουμε στο μέλλον, σε κάτι θετικό. Από τη μεριά μου εύχομαι κάθε τύχη στο Φεστιβάλ». Ωστόσο, είναι φανερό ότι είναι φορτισμένος από την έκβαση της υπόθεσης, γι’ αυτό και η ελληνική «περίπτωση» παρεισφρέει στην κουβέντα και όχι πάντα έπειτα από δική μας πρόκληση ή προτροπή. Αρχής γενομένης από το περιβόητο persona non grata. «Αφότου έφυγα από την Ελλάδα ήρθε στην Αμβέρσα ο Πίτερ Μπρουκ για να διδάξει ένα masterclass στο εργαστήριό μου. Είχε να κάνει κάτι παρόμοιο 40 ολόκληρα χρόνια και παράλληλα καλέσαμε ορισμένους νέους σκηνοθέτες, ανάμεσά τους και μια Ελληνίδα (σ.σ.: τη Νατάσα Τριανταφύλλη). Ξέρετε, στη χώρα μου δεν συνηθίζουμε να χαρακτηρίζουμε έναν καλλιτέχνη persona non grata. Δεν υπάρχει αυτή η έννοια». Ακόμη και όταν τον ρωτάμε αν έχει αλλάξει ο ρόλος του καλλιτέχνη από την Αναγέννηση ως σήμερα θα πει: «Οχι, δεν νομίζω. Ο Μιχαήλ Αγγελος είχε πολλά προβλήματα όταν ζωγράφιζε την Καπέλα Σιστίνα, ήθελαν να τον σκοτώσουν, τον είχαν εγκαταλείψει, ήταν συχνά ένα ανεπιθύμητο πρόσωπο. Οι επιλογές που κάνεις ως καλλιτέχνης πάντα συναντούν αντίσταση. Oσο πιο ξεκάθαρος είσαι τόσο περισσότερο θα αντιδράσει ο κόσμος».

Οι νέοι και οι έλληνες καλλιτέχνες
Για αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, τον ρωτήσαμε ποιος του έκανε τελικά την πρόταση να έρθει στην Ελλάδα καθώς επικρατεί μια… δημιουργική ασάφεια ως προς τα εμπλεκόμενα πρόσωπα. «Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος, ο οποίος έκανε ένα masterclass στο εργαστήριό μου, μου μετέφερε την πρόταση του υπουργού και μετά ο ίδιος ο υπουργός με πήρε τηλέφωνο. Πίστευα ότι θα ήταν ένα ενδιαφέρον πρότζεκτ και ήμουν ανοιχτός να δουλέψω με καλλιτέχνες της χώρας». Στις σύντομες νύξεις του για την υπόθεση του Φεστιβάλ, μια μόνιμη επωδός είναι και στο θέμα της μέριμνας που είχε λάβει για τους νέους καλλιτέχνες, και όχι μόνο επ’ ευκαιρία της ανάληψης των καθηκόντων του. Οταν γίνεται αναφορά στη δημοφιλία του, «δεν είμαι δημοφιλής, απλώς τα τελευταία χρόνια έχει γίνει σεβαστή η δουλειά μου» διευκρινίζει, δράττεται της ευκαιρίας και αναφέρει το παράδειγμα της παράστασης Mount Olympus, η οποία παρουσιάστηκε στα 50ά Δημήτρια της Θεσσαλονίκης και τελικά, αντίθετα με όσα γράφτηκαν, δεν ήταν sold out. «Παρέμεναν κενές 200-300 θέσεις και τους προέτρεπα να τις διαθέσουν σε φοιτητές ή νέους καλλιτέχνες, όμως η διοίκηση του Μεγάρου Θεσσαλονίκης δεν το επέτρεπε. Εκανα φασαρία και τελικά έδωσαν ορισμένες θέσεις σε ανθρώπους που αντιμετώπιζαν οικονομικές δυσκολίες. Ερχεστε από μια πολύ περίπλοκη χώρα. Εγώ αγωνιζόμουν για τους νέους καλλιτέχνες και οι Ελληνες τους απέκλειαν».
Οσον αφορά τα προσεχή του σχέδια, αυτά περιλαμβάνουν μια μεγάλη παρουσίαση των έργων του στο Ερμιτάζ της Αγίας Πετρούπολης, μια έκθεση στο Μουσείο Tenerife Space of Arts στα Κανάρια Νησιά, αλλά και την προετοιμασία ενός νέου θεατρικού έργου με τίτλο «Belgium Rules», το οποίο θα παρουσιαστεί στο Φεστιβάλ του Μάντσεστερ το επόμενο καλοκαίρι. «Είναι ένα έργο που ξεκίνησα να δουλεύω πριν από δύο χρόνια, και αποτελεί την κεντρική ιδέα του προγράμματος που ήθελα να εφαρμόσω στην Ελλάδα. Αφορά την πολυπολιτισμική κοινωνία και θα ανέβουν στη σκηνή, μαύροι, μουσουλμάνοι, Εβραίοι, Φλαμανδοί, Βαλόνοι… Αυτό ήταν το σκεπτικό πίσω από το Ελληνικό Φεστιβάλ. Στο Βέλγιο συνυπάρχουν πολλές διαφορετικές εθνικότητες, αυτή είναι η γοητεία της σουρεαλιστικής χώρας από την οποία προέρχομαι». Τελικά, αν μπορούσε να γυρίσει τον χρόνο πίσω, θα έκανε την ίδια επιλογή; «Ναι, βέβαια, γιατί είμαι καλλιτέχνης και επιμελητής. Και πιστεύω ότι ως καλλιτέχνης και επιμελητής πρέπει να έχεις την απόλυτη ελευθερία. Ετσι όμως όπως διαμορφώθηκε η κατάσταση δεν είχα πλέον την ελευθερία. Αν δείτε με προσοχή το σκεπτικό του προγράμματος, θα διαπιστώσετε ότι υποστήριζα πολλούς έλληνες καλλιτέχνες. Ομως κάποιοι άνθρωποι ήταν λίγο ηλίθιοι και τυφλοί».

πότε & πού:

«Jan Fabre. Spiritual Guards». Piazza della Signoria, Palazzo Vecchio, Forte Belvedere. Ως τις 2/10.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ