Στην εποχή που όλα αλλάζουν (πολιτικές – κοινωνικές σχέσεις), στην εποχή που τίποτα δεν μένει σταθερό, δεν θα μπορούσε να μην έχει επηρεαστεί και η μουσική. Αυτονόητο. Το θέμα είναι όμως πώς διαμορφώνονται πλέον οι αλλαγές στη μουσική και στο τραγούδι και κυρίως τι θα φέρουν στο προσεχές μέλλον. Η εξέλιξη της τεχνολογίας δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστο τον τρόπο που προσεγγίζουμε τη μουσική. Ως πρόσφατα κυριαρχούσε το download. Το κατέβασμα μουσικής και τραγουδιών και η αποθήκευση στον σκληρό δίσκο του υπολογιστή ή σε USB ή τέλος πάντων σε οποιαδήποτε συσκευή έλαβαν τέλος σε μια σεμνή τελετή.
Ας καλωσορίσουμε την εποχή του streaming, της ακρόασης δηλαδή της μουσικής. Δεν χρειάζεται πλέον να αποθηκευτεί –συνήθως αυτό συνεχίζουν να το κάνουν κάποιοι «κολλημένοι» που μεταφέρουν στην ψηφιακή εποχή το συναίσθημα της κατοχής του βινυλίου. Υπάρχουν μουσικές πλατφόρμες που έχουν συνεχώς μουσική, μπορείς να τις «κατεβάσεις» στο κινητό σου κυρίως, να φτιάξεις τις δικές σου λίστες και να τις ακούς όπου και όποτε θέλεις. Αλλωστε τόσο στο εξωτερικό όσο και στην Ελλάδα η μουσική και τα τραγούδια που παράγουν οι δημιουργοί «κυκλοφορούν» κυρίως μέσω κινητών τηλεφώνων και εκεί παίζεται το παιχνίδι της παγκόσμιας μουσικής βιομηχανίας.
Αυτό δεν θα μπορούσε φυσικά να μην επηρεάσει έστω και σε πιο χαλαρούς ρυθμούς την ντόπια παραγωγή κυρίως μέσω των νεότερων καλλιτεχνών που έχουν μεγαλώσει και μεγαλώνουν μέσα στην εξέλιξη της βιομηχανίας. Αλμπουμ και τραγούδια κυκλοφορούν σε ψηφιακή μόνο μορφή, με αποτέλεσμα η παραγωγή CD, του χειροπιαστού δηλαδή προϊόντος, να μην αποτελεί την ικανή και αναγκαία συνθήκη διάδοσής του.
Και αν το streaming μπορεί να καταγραφεί ως δεδομένη τάση στην εγχώρια παραγωγή, αυτό που προξενεί ενδιαφέρον είναι η ανάπτυξη των live. Στην Ελλάδα της κρίσης και της οικονομικής ανέχειας σημειώνεται έκρηξη συναυλιακών χώρων, άρα και συναυλιών. Κάθε βράδυ σε δεκάδες χώρους, όχι κατ’ ανάγκη σε αυτό που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε κέντρο, στις ήδη γνωστές πιάτσες, αλλά και σε «περιφερειακά» σημεία, τα live δίνουν και παίρνουν. Από όλα τα είδη, για όλα τα γούστα. Ισως η φτώχεια θέλει καλοπέραση και διασκέδαση, τραγούδι και χορό.
Και εδώ εισέρχεται η κυριότερη ίσως τάση της ελληνικής μουσικής: η επιστροφή του λαϊκού τραγουδιού. Προσοχή, όχι του λαϊκοπόπ αλλά του λαϊκού τραγουδιού των περασμένων δεκαετιών. Δεν μπορεί φυσικά να γίνει με τον ίδιο τρόπο όπως γινόταν τη δεκαετία του ’50 ή του ’60, αλλά κάτι έχει αρχίσει να αχνοφαίνεται στον ορίζοντα. Περισσότερο είναι η ανάγκη του ίδιου του κοινού για τα παλιά, απ’ όπου θα αντλήσει δύναμη για τη σκληρή –ας μην το κρύβουμε –πραγματικότητα, που κινητοποιεί και τους δημιουργούς σε μια ανάλογη συμπεριφορά.
Από την άλλη, για να μην κρυβόμαστε πίσω από τα δάχτυλό μας, όλα έχουν ειπωθεί από όλους. Η δυτική κοινωνία και ο τρόπος –οικονομικός, πολιτικός ή άλλος –με τον οποίο εξελίσσεται έχει φτάσει δημιουργικά στα όριά της. Η διάδοση της πληροφορίας, γρήγορα και σε ευθεία γραμμή, μπορεί να φαίνεται ως η απόλυτη μορφή της ελευθερίας και της δημοκρατίας αλλά είναι εξίσου κατευθυνόμενη όσο οι παλαιότερες μορφές προπαγάνδας. Σημαντικό μέρος της κοινωνίας έχει σταματήσει να ψάχνει και να αναζητεί, έχει «βολευτεί» με το «γκουγκλάρισμα» και με ό,τι έχει τα περισσότερα χτυπήματα. Το ίδιο συμβαίνει και με τη μουσική σε παγκόσμιο επίπεδο. Η μουσική απευθύνεται κυρίως σε όσους έχουν εύκολη πρόσβαση και επικοινωνούν εύκολα με τις νέες τεχνολογίες: στις προεφηβικές ηλικίες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι κοινό μυστικό. Ας υποδεχθούμε τη λογική αυτή και στην Ευρώπη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ