Οταν προτάθηκε στην Κίμπερλι Πιρς η ιδέα να σκηνοθετήσει την «Carrie», το πρώτο πράγμα που η αμερικανίδα σκηνοθέτρια έκανε ήταν να τηλεφωνήσει στον Μπράιαν Ντε Πάλμα και να του εκφράσει το ενδιαφέρον της για την εκσυγχρονισμένη ανακατασκευή της δικής του, κλασικής ταινίας, παραγωγής 1976.

«Είχα αγαπήσει την ταινία του Ντε Πάλμα»
είπε αργότερα η Πιρς. «Από σεβασμό απέναντι σε έναν φίλο και συνάδελφο σκηνοθέτη που είχε κάνει μια κλασική δημιουργία όφειλα να του το πω». Και ο Ντε Πάλμα της απάντησε: «Πρέπει να γυρίσεις την ταινία!».
Οντως το φορτίο ήταν μεγάλο για τη δημιουργό της ταινίας «Boys don’t cry», που το 2000 χάρισε στη Χίλαρι Σουόνκ το πρώτο Οσκαρ της. Η «Carrie» είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Στίβεν Κινγκ που βρήκε τον δρόμο για τη μεγάλη οθόνη και θεωρείται επίσης μία από τις καλύτερες διασκευές βιβλίων του για τον κινηματογράφο (που είναι αμέτρητες πλέον).
Η ιστορία βιβλίου και ταινίας καταπιάνεται με ένα περιθωριοποιημένο κορίτσι που ζει σε ένα καταπιεστικό περιβάλλον μαζί με τη φανατικά θρησκευόμενη μητέρα του (Τζουλιάν Μουρ) και «καταδιώκεται» ως περίγελος από την κακία των συμμαθητριών του στο σχολείο. Οταν όμως η Κάρι ανακαλύπτει ότι διαθέτει τηλεκινητικές ικανότητες, μη αντέχοντας τις φοβέρες και τις χοντροκομμένες φάρσες σε βάρος της, θα ξεπεράσει τα όριά της και θα εκδικηθεί τους πάντες την ημέρα του χορού του σχολείου.
Η «Carrie» σήμανε μια λαμπρή καριέρα για τον συγγραφέα της όταν τον Απρίλιο του 1974 εκδόθηκε για πρώτη φορά. Το όνομά της έγινε παγκοσμίως γνωστό, συνυφασμένο με επώδυνες καταστάσεις, δημόσιο εξευτελισμό και μια εκδίκηση βουτηγμένη στο αίμα. Πίσω όμως από αυτή τη βιτρίνα ενός μυθιστορήματος που εντάσσεται στην κατηγορία του τρόμου κρύβεται η διάθεση συμπάθειας του Στίβεν Kίνγκ σχετικά με τους εφήβους, τους κοινωνικώς απομονωμένους, τους ανθρώπους που βρίσκονται στο περιθώριο. Μάλιστα η ιστορία του βιβλίου είναι εμπνευσμένη από την περίπτωση δύο συμμαθητριών του Kινγκ: μιας μοναχικής κοπέλας που είχε εξοστρακιστεί από τους συμμαθητές της εξαιτίας της υπερβολικής θρησκευτικής αφοσίωσης των γονιών της και μιας δεύτερης κοπέλας που έζησε στο πετσί της την περιφρόνηση της ομήγυρης καθ’ ότι άπορη.
Από την πλευρά της, η Πιρς «είδε» την Κάρι ως «μια φτωχή, αθώα, κλεισμένη στον εαυτό της κοπέλα που έχει μια απεγνωσμένη περιέργεια για τον κόσμο». Η σχέση της Πιρς με την ηθοποιό που θα ενσάρκωνε την ηρωίδα ήταν το άλφα και το ωμέγα για την καινούργια «Carrie». Η Κλόε Γκρέις Μόρετζ, γνωστή ήδη από το «Hugo» του Μάρτιν Σκορσέζε, το «Dark shadows» του Τιμ Μπάρτον και αρκετές ακόμη ταινίες και σειρές, στην οποία ανατέθηκε ο ρόλος, είχε εξίσου ένα βάρος στην πλάτη της αφού η ερμηνεία της Σίσι Σπέισεκ στην πρωτότυπη ταινία του Ντε Πάλμα έχει επίσης γράψει ιστορία. «Η «μετατροπή» της από μικρό, άγουρο κορίτσι σε ώριμη γυναίκα ήταν το μεγαλύτερο στοίχημα» είπε η Πιρς. Ενα στοίχημα που κερδήθηκε. Πώς; «Της είπα ότι πρέπει να νιώσει την επανάσταση των τινέιτζερ. Και αυτό της κίνησε το ενδιαφέρον».
Η ταινία «Carrie» θα προβάλλεται στις αίθουσες από την Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου σε διανομή Feelgood Entertainment.
Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 3 Δεκεμβρίου 2013

HeliosPlus